.

ΣΤΟΧΟΣ 11
Φορείς και οικονομικά υποκείμενα της στρατηγικής μας

.

Τις τελευταίες δεκαετίες, η ελληνική κοινωνία, όπως και ο όλος ο κόσμος, υπήρξε θύμα μιας πρωτοφανούς ιδεολογικής επίθεσης και παραπληροφόρησης. Στόχος της επιχείρησης αυτής ήταν να επιβληθεί ένα απόλυτο μονοπώλιο του μεγάλου ιδιωτικού κεφαλαίου, στον έλεγχο του οποίου έπρεπε να περάσουν τα πάντα, από την παραγωγή των κοινών εμπορευμάτων μέχρι τα δημόσια αγαθά, την ενέργεια, το πόσιμο νερό, τις τηλεπικοινωνίες, τα λιμάνια, τα αεροδρόμια, ακόμη και η υγεία και οι λειτουργίες της δημόσιας διοίκησης.

Με την επέκταση του μεγάλου ιδιωτικού κεφαλαίου σ' αυτούς τους τομείς, που μέχρι τότε τελούσαν υπό δημόσιο ή κοινωνικό έλεγχο, οι εμπνευστές της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής πίστεψαν πως ο καπιταλισμός μπορούσε να υπερβεί την κρίση που τον έπληξε τη δεκαετία του '70 και να ανυψώσει την κερδοφορία του κεφαλαίου σε μια διαρκή βάση.

Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, έπρεπε, όπως και έγινε, να κατασυκοφαντηθεί και να διαλυθεί καθετί το δημόσιο και το συλλογικό. Έτσι, οι δημόσιες επιχειρήσεις είτε ιδιωτικοποιήθηκαν είτε απαξιώθηκαν στη συνείδηση της κοινωνίας. Οι συνεταιρισμοί και άλλες μορφές συλλογικής οικονομικής οργάνωσης εξαρθρώθηκαν και περιθωριοποιήθηκαν.

Όλο αυτό το εγχείρημα όμως έχει οδηγηθεί σήμερα σε μια πρωτοφανή κρίση, οικονομική και κοινωνική.

Η αδιαφάνεια, η γραφειοκρατία, τα σκάνδαλα, η σπατάλη, η διαφθορά, η χαμηλή κοινωνική αποτελεσματικότητα και ό,τι άλλο οι οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού καταλόγιζαν στη δημόσια επιχείρηση αποδείχθηκαν ιδιότητες και της ιδιωτικής επιχείρησης, και μάλιστα της θεωρούμενης ως πιο σύγχρονης και καινοτόμου μορφής της.

Επομένως, δεν είναι η δημόσια ιδιοκτησία και ο δημόσιος έλεγχος η αιτία της χαμηλής κοινωνικής αποτελεσματικότητας, αλλά η απουσία ενός αποτελεσματικού δημόσιου και κοινωνικού ελέγχου, που επιτρέπει στο ιδιοτελές συμφέρον να επικυριαρχεί και να επιβάλλεται επί του δημόσιου συμφέροντος.

Τα αποτελέσματα, ιδίως σε χώρες όπως η δική μας, είναι δραματικά, καθώς υπάρχουν κοινωνικές ανάγκες που, αν δεν καλυφθούν από το δημόσιο, δεν θα καλυφθούν από κανέναν, αφού η προσδοκώμενη απόδοση κέρδους καθιστά τις αναγκαίες επενδύσεις μη ελκυστικές για το ιδιωτικό κεφάλαιο. Επομένως, οι αναγκαίες επενδύσεις είτε δεν γίνονται είτε, προκειμένου να καταστεί ελκυστική η πραγματοποίησή τους, επιχειρείται να διαμορφωθούν τεχνητά συνθήκες υψηλής κερδοφορίας σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος, όπως ήδη συμβαίνει στην περίπτωση της ενέργειας.

Από την άλλη πλευρά, η ιδιωτικοποίηση των δημόσιων επιχειρήσεων και η περιθωριοποίηση των συνεταιρισμών και άλλων μορφών συλλογικής οικονομικής δράσης επιτείνει τις κοινωνικές συνέπειες της κρίσης, αφού, μέσω των φορέων αυτών, ασκούνταν έμμεσα αλλά και άμεσα μια αναδιανεμητική πολιτική υπέρ της κοινωνικής συνοχής και των οικονομικά ασθενέστερων.

Για να στηριχθεί επομένως η κοινωνία, να κινηθεί η οικονομία και, κυρίως, για να διαμορφωθεί μια νέα οικονομία κοινωνικών αναγκών και συλλογικών αγαθών, είναι αναγκαία η ενεργοποίηση όλων των μορφών οικονομικής δράσης, δημόσιων, συλλογικών και ιδιωτικών. Είναι, επομένως, αναγκαίο να σπάσει το μονοπώλιο της μίας και μοναδικής μορφής επιχειρηματικότητας, να δημιουργηθούν συνθήκες που θα ευνοούν τον πλουραλισμό οικονομικών υποκειμένων και μορφών οικονομικής οργάνωσης, αφού μόνο έτσι μπορεί να απαντηθεί ο πλουραλισμός των αναγκών που υπάρχουν στην κοινωνία και την οικονομία, και να αναπτυχθούν σχέσεις ανταγωνισμού αλλά και συνεργασίας μεταξύ τους. Αιχμή του δόρατος μιας τέτοιας στρατηγικής για το ΣΥΡΙΖΑ είναι η διαμόρφωση ενός νέου μοντέλου δημόσιας επιχείρησης υπό κοινωνικό έλεγχο, η αναγέννηση του συνεταιριστικού κινήματος όχι μόνο στον αγροτικό χώρο αλλά σε όλη την οικονομία και η θεμελίωσή του σε νέες βάσεις, η ενθάρρυνση μορφών συλλογικής οικονομικής δράσης και η διαμόρφωση ενός νέου θεσμικού πλαισίου για την ανάπτυξη της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας, με σεβασμό στο περιβάλλον και την αξιοπρέπεια των εργαζομένων.

Δημόσια οικονομία - Η παρούσα κατάσταση

Η ιστορική εμπειρία έδειξε ότι ο ρόλος των δημόσιων επιχειρήσεων στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της Ελλάδας υπήρξε γενικά θετικός. Η δημιουργία, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, της ΔΕΗ, του ΟΤΕ, της ΕΥΔΑΠ και άλλων δημόσιων επιχειρήσεων επέτρεψε την ικανοποίηση βασικών αναγκών σε κρίσιμους τομείς που δεν θα μπορούσαν να καλυφθούν εάν αυτές οι υπηρεσίες είχαν ανατεθεί στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Αυτές οι επιχειρήσεις υλοποίησαν ένα ευρύ σχέδιο δημιουργίας υποδομών, εισήγαγαν νέες τεχνολογίες και τεχνικές και ανταποκρίθηκαν με καθολικό τρόπο, παρά τις αργοπορίες και τις ελλείψεις, στις ανάγκες του πληθυσμού για ύδρευση, ηλεκτροδότηση, επικοινωνία.

Ταυτόχρονα όμως, οι επιχειρήσεις αυτές ήταν τυπικά μόνο δημόσιες. Στην πράξη, σε πολλές περιπτώσεις, λειτούργησαν ως το κέλυφος ιδιοτελών ιδιωτικών συμφερόντων. Με ευθύνη των κυβερνήσεων, έγιναν πεδίο διαπλοκής, ακόμη και διαφθοράς, όπως και το σκάνδαλο της Ζίμενς πιστοποίησε. Σ' αυτό συνέβαλε και το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις αυτές έγιναν πεδίο έντονης κομματικοποίησης και μηχανισμός εξυπηρέτησης πελατειακών σχέσεων και μικροκομματικών συμφερόντων. Όλα αυτά περιόρισαν, ιδίως τα τελευταία χρόνια, δραματικά την κοινωνική τους αποτελεσματικότητα και έπληξαν την κοινωνική νομιμοποίησή τους.

Χρησιμοποιώντας τα προβλήματα αυτά ως άλλοθι, οι κυβερνήσεις της τελευταίας εικοσαετίας έθεσαν σε εφαρμογή μια πολιτική με την οποία κατέστησαν τις δημόσιες επιχειρήσεις κομματική τους λεία και πεδίο επέκτασης της δράσης του ιδιωτικού κεφαλαίου. Αυτό έγινε άμεσα μέσω των ιδιωτικοποιήσεων αλλά και έμμεσα με την απομύζηση των δημόσιων επιχειρήσεων από μέσα.

Η πολιτική αυτή, αν δεν ανατραπεί, θα οδηγήσει σε τεράστια προβλήματα. Ήδη ο κίνδυνος ενεργειακού μπλακ άουτ είναι ορατός.

Η καθυστέρηση της χώρας στη χρήση ευρυζωνικών υπηρεσιών γίνεται επικίνδυνη. Οι υποδομές σε πολλούς τομείς δεν εκσυγχρονίζονται.

Για το ΣΥΡΙΖΑ, βασική προτεραιότητα και συστατικό μιας στρατηγικής προοδευτικής εξόδου από την κρίση είναι η διαμόρφωση ενός νέου, σύγχρονου και κοινωνικά αποτελεσματικού συστήματος παραγωγής υπηρεσιών κοινής ωφέλειας. Πυρήνας ενός τέτοιου συστήματος είναι ένα νέο μοντέλο δημόσιας επιχείρησης που θα λειτουργεί με δημόσια λογοδοσία και κοινωνικό έλεγχο.

Οι προγραμματικοί μας στόχοι

Ένα νέο μοντέλο δημόσιας επιχείρησης

Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει την παρουσία ισχυρών, βιώσιμων και κοινωνικά ελεγχόμενων δημόσιων επιχειρήσεων σε τομείς που σχετίζονται με βασικές κοινωνικές ανάγκες, όπως είναι η ενέργεια, οι επικοινωνίες, η ύδρευση, η τραπεζική πίστη, οι υποδομές. Διότι μόνο στη βάση της δημόσιας ιδιοκτησίας και του κοινωνικού ελέγχου μπορούν να ικανοποιηθούν οι ανάγκες αυτές με τρόπο οικονομικά και οικολογικά βιώσιμο, με ασφάλεια και επάρκεια, με ελεγχόμενο κόστος, με μακροχρόνιο σχεδιασμό και με τρόπο καθολικό, χωρίς τους αποκλεισμούς και τις κοινωνικές και γεωγραφικές διακρίσεις στις οποίες αναπόφευκτα οδηγεί το κυνήγι του κέρδους και η λογική των αγορών.

Ωστόσο, η κρατική ιδιοκτησία μιας επιχείρησης δεν συνεπάγεται αυτομάτως την αξιοποίηση των παραπάνω συγκριτικών πλεονεκτημάτων της έναντι της ιδιωτικής κερδοσκοπικής επιχείρησης. Ούτε συνεπάγεται αυτομάτως μεγαλύτερο σεβασμό στους εργαζομένους, στους πολίτες ή στο περιβάλλον. Αυτό μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο στο βαθμό που η τυπικά δημόσια επιχείρηση επιτελεί μια πραγματικά δημόσια λειτουργία, υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και την κοινωνία, εντάσσεται σε μια στρατηγική ουσιαστικής κοινωνικοποίησης της όλης λειτουργίας της. Ακριβώς γι' αυτό, η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ δεν περιορίζεται στο αίτημα της ανάκτησης του ελέγχου των δημόσιων επιχειρήσεων αλλά αποδίδει ιδιαίτερη έμφαση στη διαμόρφωση ενός νέου μοντέλου δημόσιας επιχείρησης, με επανακαθορισμό και αποσαφήνιση του ρόλου και του σκοπού κάθε δημόσιας επιχείρησης, διαμόρφωση θεσμών και διαδικασιών δημόσιας λογοδοσίας και κοινωνικού ελέγχου της λειτουργίας των δημόσιων επιχειρήσεων και ενίσχυση του ρόλου των χρηστών των υπηρεσιών που αυτές παρέχουν και των εργαζομένων σ' αυτές.

Άνοιγμα των δημόσιων επιχειρήσεων στην κοινωνία. Κοινωνικός έλεγχος και δημόσια λογοδοσία

Για να ξεπεραστεί η παθογένεια των δημόσιων επιχειρήσεων και οι εξαρτήσεις τους από ιδιοτελή συμφέροντα -κομματικά και οικονομικά- είναι αναγκαίο το άνοιγμα των επιχειρήσεων αυτών στην κοινωνία και ο έλεγχός τους από αυτή. Το γεγονός ότι η κοινωνία είναι ο χρήστης των υπηρεσιών τους αλλά και ο χρηματοδότης των όποιων ελλειμμάτων τους δημιουργεί τη θεωρητική κατ' αρχάς δυνατότητα για την εφαρμογή συστημάτων αποτελεσματικού κοινωνικού ελέγχου.

Στην κατεύθυνση αυτή, ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει:

Τη διαμόρφωση μέσα από διάλογο ενός θεσμικού οργάνου κοινωνικού ελέγχου, μέσω του οποίου τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι χρήστες των υπηρεσιών κάθε επιχείρησης θα έχουν βαρύνοντα λόγο.

Τη θεσμοθέτηση της δημόσιας λογοδοσίας των διοικήσεων των δημόσιων επιχειρήσεων, με ετήσιες απολογιστικές εκθέσεις τους τόσο στο παραπάνω όργανο κοινωνικού ελέγχου όσο και στο Κοινοβούλιο και, μέσω αυτών, ευρύτερα στην κοινωνία.

Επανακαθορισμός του σκοπού και της αποστολής των δημόσιων επιχειρήσεων

Ο σκοπός, η αποστολή και τα κριτήρια αποτελεσματικότητας και αξιολόγησης κάθε δημόσιας επιχείρησης (επανα)καθορίζονται με τους ιδρυτικούς νόμους και τα καταστατικά των επιχειρήσεων αυτών.

Οι ιδρυτικοί νόμοι και το καταστατικό κάθε δημόσιας επιχείρησης πρέπει να ορίζουν με σαφήνεια τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα και γενικά τη σχέση της με το κράτος και την κοινωνία, στη βάση της λειτουργικής, διοικητικής και διαχειριστικής της αυτοτέλειας, που επίσης κατοχυρώνεται.

Τα κριτήρια αποτελεσματικότητας και αξιολόγησης, ειδικότερα, οφείλουν να είναι σύνθετα. Δεν θα περιορίζονται στα οικονομικά αποτελέσματα με όρους πλεονάσματος (κέρδος) αλλά θα περιλαμβάνουν και δείκτες κοινωνικής αποτελεσματικότητας που θα αναφέρονται στην τιμολογιακή πολιτική και την εν γένει λειτουργία της επιχείρησης.

Η επίτευξη ευρύτερων κοινωνικών στόχων μέσω μιας δημόσιας επιχείρησης πρέπει να γίνεται με διαφάνεια και η συναφής δαπάνη να καταγράφεται σε ειδικούς λογαριασμούς. Οι ιδρυτικοί νόμοι και τα καταστατικά των δημόσιων επιχειρήσεων θα ορίζουν τον τρόπο κάλυψης αυτών των δαπανών.

Επιχειρησιακά σχέδια και τομεακά σχέδια

Κάθε δημόσια επιχείρηση είναι υποχρεωμένη να διαθέτει συγκεκριμένο επιχειρησιακό σχέδιο, τουλάχιστον πενταετούς ορίζοντα. Τα σχέδια αυτά πρέπει να εντάσσονται ευρύτερα τομεακά προγράμματα (π.χ. για τον ενεργειακό σχεδιασμό, τις επικοινωνίες, την ύδρευση κ.λπ.) και να προωθούν την υλοποίησή τους. Τόσο τα τομεακά όσο και τα επιχειρησιακά προγράμματα θα προκύπτουν μέσα από θεσμοθετημένες διαδικασίες κοινωνικού και κοινοβουλευτικού διαλόγου.

Διεθνείς συνεργασίες και συμπράξεις

Σε πολλές περιπτώσεις -αερομεταφορές, τηλεπικοινωνίες, ενέργεια κ.λπ.- οι διεθνείς συνεργασίες και συμπράξεις αποτελούν όρο για τη βιωσιμότητα των δημόσιων επιχειρήσεων και για τη διεκδίκηση κάποιας θέσης στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ τάσσεται υπέρ της επιδίωξης τέτοιων διεθνών συνεργασιών ή συμπράξεων, κατά προτίμηση με ισοδύναμους εταίρους, με τη μορφή διεθνών ή περιφερειακών δικτύων ή άλλων μορφών συνεργασίας που διασφαλίζουν την αμοιβαιότητα των συμφερόντων και την αυτοδυναμία των στρατηγικών επιλογών των ελληνικών δημόσιων επιχειρήσεων.

Τέτοιες συνεργασίες ή συμπράξεις, καθώς και οι επιδιωκόμενοι σκοποί τους, θα πρέπει να αποτυπώνονται στα επιχειρησιακά σχέδια και στους απολογισμούς των δημόσιων επιχειρήσεων.

Ανταγωνισμός και συνεργασία

Υπό τις παρούσες αρχές συγκρότησης της ΕΕ και στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, οι δημόσιες επιχειρήσεις στους «απελευθερωμένους» τομείς, αλλά και γενικότερα, υπόκεινται σε πιέσεις του διεθνούς ανταγωνισμού.

Η αντιμετώπιση των πιέσεων αυτών επιβάλλει όχι τον κατακερματισμό των δημόσιων επιχειρήσεων και τον μεταξύ τους εξουθενωτικό ανταγωνισμό αλλά τη μεταξύ τους συνεργασία στη βάση κοινών προγραμμάτων. Τέτοιες συνεργασίες μεταξύ δημόσιων επιχειρήσεων -ιδιαίτερα εκείνων που διαχειρίζονται δίκτυα και υποδομές- μπορούν, εκτός των άλλων, να αποτελέσουν βασικό μέσο για την περιστολή της σπατάλης, για την καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών αλλά και για την αντιμετώπιση πλευρών του διεθνούς ανταγωνισμού.

Αναγκαία είναι η ανάδειξη ενός σύγχρονου και αποτελεσματικού μάνατζμεντ, το οποίο πρέπει να χαρακτηρίζεται από πίστη στην αναγκαιότητα και τις δυνατότητες της δημόσιας επιχειρηματικότητας και επιστημονική επάρκεια, επαγγελματική ακεραιότητα, ανεξαρτησία γνώμης και δυνατότητα επικοινωνίας με τους εργαζομένους και τους πολίτες.

Η επιλογή των διοικήσεων πρέπει να γίνεται στη βάση συγκεκριμένων επιχειρηματικών σχεδίων και στόχων. Αν κατά τη φάση του διορισμού τους δεν υφίστανται τέτοια σχέδια, αυτά πρέπει να καταρτίζονται και να κατατίθενται στα αρμόδια όργανα μέσα σε έξι μήνες. Ο διορισμός των διοικήσεων επικυρώνεται από την αρμόδια επιτροπή της Βουλής με πλειοψηφία των 2/3.

Οικονομική δημοκρατία και εργατικός έλεγχος

Οι εργασιακές σχέσεις και η κατανομή ρόλων μεταξύ εργασίας και διεύθυνσης θα πρέπει να ανασυγκροτηθούν στην κατεύθυνση της εμπέδωσης αρχών οικονομικής δημοκρατίας.

Ο σχεδιασμός της οργάνωσης της εργασίας, οι μέθοδοι εργασίας και βελτίωσης της ποιότητας και της απόδοσης δεν αποτελούν αποκλειστική αρμοδιότητα της διεύθυνσης αλλά εμπλέκουν και τους λειτουργικούς εργαζομένους, εκείνους δηλαδή που έχουν την πρακτική γνώση της λειτουργίας του παραγωγικού συστήματος. Στην κατεύθυνση αυτή, ο ΣΥΡΙΖΑ τάσσεται υπέρ της άμεσης κατάργησης όλων εκείνων των νόμων και των διατάξεων (ν. 3691/2008, άρθρο 56, ν. 3429/2005 κ.λπ.) που περιορίζουν το δικαίωμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων και δημιουργούν διαφορετικά μισθολογικά και ασφαλιστικά καθεστώτα για εργαζομένους της ίδιας ειδικότητας.

Συνεταιριστική οικονομία - Η παρούσα κατάσταση

Η υφιστάμενη κατάσταση στο χώρο των συνεταιρισμών είναι αντιφατική. Από τη μια πλευρά, οι συνεταιρισμοί, ιδίως στον αγροτικό χώρο, έχουν σε μεγάλο βαθμό απαξιωθεί, κυρίως λόγω της κομματικοποίησής τους. Ιδίως από τη δεκαετία του '80, το συνεταιριστικό κίνημα έπεσε θύμα της δικομματικής διαμάχης. Η στήριξη των συνεταιρισμών έπαιρνε τη μορφή όχι της αναβάθμισης του συνεταιριστικού θεσμού αλλά πελατειακών διευκολύνσεων σε ημέτερους, γεγονός που συνέβαλε στην κακοδιαχείριση, τη συσσώρευση χρεών, τη διάβρωση και την απαξίωση της ίδιας της συνεταιριστικής ιδέας. Επίσης, το ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο, η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, των λεγόμενων «απελευθερώσεων», μεταφράστηκε σε μια ασυδοσία του τραπεζικού και του εμποροβιομηχανικού κεφαλαίου, γεγονός που ολοκλήρωσε το μαρασμό και την περιθωριοποίηση των συνεταιρισμών.

Όμως, από την άλλη πλευρά, μέσα σ' αυτό το αρνητικό πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο, υπάρχουν σποραδικά αξιοπρόσεκτα επιτυχή παραδείγματα, που όχι μόνο επιβιώνουν αλλά και αναπτύσσονται δυναμικά (ενδεικτικά: οι συνεταιρισμοί των φαρμακοποιών συγκεντρώνουν πάνω από 5.000 μέλη και διακινούν περίπου το 50% των φαρμάκων. Οι συνεταιριστικές τράπεζες καλύπτουν το 20% της λιανικής τραπεζικής στην Κρήτη. Ορισμένοι συνεταιρισμοί γυναικών έχουν πλούσια και επιτυχή δράση). Το γεγονός αυτό δείχνει τόσο την εσωτερική δύναμη της συνεταιριστικής μορφής οικονομικής οργάνωσης και της συνεταιριστικής ιδέας όσο και τη μεγάλη ανάγκη της ελληνικής οικονομίας για συλλογικές μορφές οικονομικής οργάνωσης και δράσης.

Η στρατηγική μας κατεύθυνση

Το πρώτο που πρέπει να αλλάξει είναι η αντίληψή μας για τους συνεταιρισμούς. Δεν αποτελούν υπόλειμμα του παρελθόντος αλλά μορφή κοινωνικο-οικονομικής οργάνωσης του μέλλοντος. Ενός μέλλοντος που και πρέπει και μπορούμε να οικοδομούμε από σήμερα, ενάντια στο εχθρικό πλαίσιο που θέτει η κυρίαρχη πολιτική. Αυτό απαιτεί και ολοκληρωμένο σχέδιο που θα εντοπίζει τους πιο πρόσφορους για την ανάπτυξη των συνεταιρισμών τομείς, θα επαναπροσδιορίζει το ρόλο και την αποστολή των συνεταιρισμών και θα διαμορφώνει έναν νέο καταστατικό χάρτη και μια αντίστοιχη πολιτική που να ευνοεί την αναγέννηση του συνεταιριστικού κινήματος, την ανάπτυξη των συνεταιρισμών και τη διαμόρφωση μιας συνεταιριστικής οικονομίας ως διακριτής οικονομικής δομής που θα αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερης κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας.

Οι προγραμματικοί μας στόχοι

Ο ΣΥΡΙΖΑ στηρίζει την ανάπτυξη των συνεταιρισμών όχι μόνο στον αγροτικό αλλά και σε όλους τους τομείς της οικονομίας, τόσο στη σφαίρα του εμπορίου όσο και σε εκείνη της παραγωγής.

Οι συνεταιρισμοί κατέχουν κεντρική θέση και είναι βασικός άξονας της στρατηγικής μας για την προοδευτική διέξοδο από την κρίση και τη διαμόρφωση μιας νέας οικονομίας των αναγκών και των συλλογικών αγαθών. Και τούτο γιατί μέσω των συνεταιρισμών δεν αποσκοπούμε μόνο στην εξυπηρέτηση των μελών τους αλλά και στην επίτευξη ευρύτερων κοινωνικών σκοπών και στην ικανοποίηση ευρύτερων αναγκών.

Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της δικής μας στρατηγικής, οι συνεταιρισμοί μπορούν να παίξουν έναν ευρύτερο ρόλο:

στην πάταξη της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής

στον περιορισμό της παραοικονομίας

στην αναβάθμιση της ποιότητας και της ασφάλειας των προϊόντων

στην εξομάλυνση της σχέσης παραγωγού - καταναλωτή και στη μείωση του κόστους για τον καταναλωτή

στη αύξηση της απασχόλησης και στη διαμόρφωση σχέσεων που αναβαθμίζουν την εργασία και σέβονται την αξιοπρέπεια των μισθωτών

Η υπηρέτηση των στόχων αυτών δικαιολογεί αλλά και επιβάλλει ένα ειδικό φορολογικό καθεστώς και ένα σύστημα κινήτρων για τους συνεταιρισμούς, καθώς και ένα καθεστώς που να διευκολύνει την πρόσβασή τους στην τραπεζική χρηματοδότηση με ευνοϊκούς όρους.

Ειδικά για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί επείγουσα ανάγκη την εξασφάλιση της δημοκρατικής συμμετοχικής λειτουργίας και την καθιέρωση της απλής αναλογικής σε όλες τις βαθμίδες της εκπροσώπησης.

Στην κατεύθυνση αυτή, ειδικότερα απαιτείται:

Να κατοχυρωθεί πλήρως ο ανεξάρτητος και αυτόνομος ρόλος των συνεταιρισμών, ώστε να πάψουν να είναι θερμοκήπια πελατειακών σχέσεων και κομματικών εξαρτήσεων και να λειτουργούν ως μέσα υλοποίησης κυβερνητικών επιλογών.

Στο πλαίσιο των πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών, εφόσον η συμμετοχή σ' αυτούς αποτελεί ελεύθερη επιλογή, να καθίσταται υποχρεωτική η παράδοση της παραγωγής στο συνεταιρισμό, με σκοπό την εμπορία ή την κατεργασία των προϊόντων.

Να εξασφαλιστεί η καθετοποίηση της δραστηριότητάς τους, ιδίως σε προϊόντα στρατηγικής σημασίας για τη χώρα, όπως οπωροκηπευτικά, καπνός, βαμβάκι, ελαιόλαδο, αιγοπροβατοτροφία κ.ά.

Να εξασφαλιστούν οι αναγκαίες πιστώσεις, με ευνοϊκούς όρους.

Να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στον πρωτοβάθμιο συνεταιρισμό, ο οποίος πρέπει να ελέγχεται και να διοικείται άμεσα από τους συμμετέχοντες σε αυτόν. Ειδικά για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, η υποδομή τόσο στην εμπορία όσο και στη μεταποίηση να ανήκει στις πρωτοβάθμιες οργανώσεις. Οι δευτεροβάθμιες οργανώσεις συνεταιρισμών θα αναλαμβάνουν την περαιτέρω καθετοποίηση και επεξεργασία των προϊόντων ως τον τελικό καταναλωτή, με στρατηγικό στόχο η απαιτούμενη βιομηχανική υποδομή και εμπορία να περάσει στα χέρια των συνεταιριστικών οργανώσεων κατά το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό.

Να εξασφαλιστεί η αναγκαία στελέχωση, με ικανό προσωπικό, με επιστημονικά και επαγγελματικά κριτήρια, με πλήρη εργασιακά δικαιώματα.

Η οργανωτική δομή τους να ακολουθεί την αντίστοιχη διοικητική διάρθρωση της χώρας, μέχρι το δευτεροβάθμιο επίπεδο. Βασική αρχή είναι η εθελοντική με κίνητρα συνένωση των οργανώσεων, ώστε να καταλήξουμε σε ένα συνεταιρισμό σε κάθε δήμο, μία ένωση συνεταιρισμών στο νομό και μία πανελλαδική οργάνωση. Εξαιρέσεις αυτού του κανόνα μπορούν να αποτελούν οι ειδικού σκοπού συνεταιρισμοί.

Να διαμορφωθεί δημοκρατικό πλαίσιο λειτουργίας και ανάδειξης των διοικήσεών τους. Σε όλα τα επίπεδα η εκλογή διοικητικών συμβουλίων και αντιπροσώπων στις ανώτερου βαθμού οργανώσεις θα γίνεται με το σύστημα της απλής αναλογικής.

Στους κόλπους του ενιαίου συνεταιρισμού μπορούν να αναπτύσσονται κλαδικές άτυπες οργανώσεις, όπως ομάδες παραγωγών κοινής εκμετάλλευσης και καλλιέργειας και άλλες μορφές δραστηριοτήτων.

Κοινωνική ή αλληλέγγυα οικονομία και οικονομικές μονάδες ειδικού κοινωνικού σκοπού - Η παρούσα κατάσταση

Πέρα από τις ιδιωτικές, τις δημόσιες επιχειρήσεις και τους συνεταιρισμούς, υπήρξαν κατά καιρούς και άλλες μορφές οικονομικής οργάνωσης και δράσης με χαρακτηριστικά που υπερβαίνουν την παραδοσιακή διάκριση δημόσιου - ιδιωτικού ή κράτους - αγοράς.

Πρόκειται για μορφές οικονομικής οργάνωσης και δράσης που περιγράφονται διεθνώς με ποικίλους όρους, όπως «συνεργατική οικονομία» (Κύπρος), «αλληλέγγυα οικονομία» (Γαλλία), «κοινωνική οικονομία», «τρίτος τομέας» (διάφορες χώρες).

Στη χώρα μας στην παρούσα φάση, δεν μπορούμε να μιλήσουμε για την ύπαρξη ενός τέτοιου διακριτού τομέα. Υπάρχουν όμως σποραδικά παραδείγματα οικονομικών μονάδων που υπηρετούν ειδικούς κοινωνικούς σκοπούς και όχι κερδοσκοπικές καπιταλιστικές λογικές. Επίσης, υπάρχουν περιπτώσεις οικονομικών μονάδων που, αν και εποπτεύονται ασφυκτικά από το κράτος, δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν κρατικές, λόγω της ευρείας συμμετοχής και του δημοκρατικού τρόπου εκλογής των διοικήσεών τους.

Αξιοσημείωτη ήταν, από την άποψη αυτή, η δράση των μεγάλων ναυτιλιακών εταιρειών «λαϊκής βάσης» της Κρήτης κατά το αρχικό τους στάδιο, πριν τεθούν υπό τον έλεγχο κεφαλαιοκρατικών ομάδων και εισαχθούν στο χρηματιστήριο. Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει η δράση ορισμένων φορέων διαχείρισης φυσικών πόρων που χαρακτηρίζονται από ευρεία κοινωνική συμμετοχή. Κατά καιρούς, επίσης, έχουν εμφανισθεί διάφορες μορφές «ταμείων αλληλεγγύης», «ταμείων αλληλοβοήθειας» κ.λπ.

Συνολικά πάντως δεν υπάρχει κάποιο ειδικό θεσμικό πλαίσιο που να διέπει τη δημιουργία και τη δράση τέτοιων οικονομικών μονάδων ειδικού κοινωνικού σκοπού. Αντιθέτως, οι όποιες μονάδες υπάρχουν συναντούν ποικίλα εμπόδια στη δράση τους - και όχι μόνο από το κράτος.

Οι προγραμματικοί μας στόχοι

Ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι υπάρχει ένα ευρύ πεδίο αναγκών που μπορούν να ικανοποιηθούν καλύτερα με τη δημιουργία οικονομικών μονάδων (δηλαδή οργανώσεων με οικονομικό-εμπορικό ή και παραγωγικό αντικείμενο) ειδικού σκοπού. Οι μονάδες αυτές μπορούν να έχουν τη μορφή και την οργάνωση «επιχείρησης», χωρίς να έχουν όμως τον κερδοσκοπικό χαρακτήρα των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Αν και τα όρια δεν μπορούν να τεθούν αυθαίρετα από πριν, οι τομείς παροχής κοινωνικών υπηρεσιών και διαχείρισης φυσικών πόρων, η προστασία του περιβάλλοντος, ο πολιτισμός, η τοπική ανάπτυξη, τομείς της λεγόμενης πράσινης οικονομίας είναι μεταξύ αυτών.

Όμως, θεωρητικά, κάθε τομέας της οικονομικής και της κοινωνικής ζωής μπορεί να υπαχθεί στη λογική μιας λειτουργίας που να υπηρετεί «ειδικούς κοινωνικούς σκοπούς».

Ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι, όπως και με τους συνεταιρισμούς, έτσι και με τις οικονομικές μονάδες ειδικού κοινωνικού σκοπού, μπορούν να υπηρετηθούν ευρύτεροι κοινωνικοί σκοποί, πέρα από τη εξυπηρέτηση των θεμιτών συμφερόντων εκείνων που τις συγκροτούν.

Πέρα από όσα αναφέρθηκαν ήδη (πάταξη φοροδιαφυγής, εισφοροδιαφυγής, παραοικονομίας κ.λπ.), η ανάπτυξη τέτοιων μονάδων μπορεί να συμβάλει στην απασχόληση και στην κινητοποίηση ανενεργών παραγωγικών δυνάμεων τις οποίες δεν μπορεί να ενεργοποιήσει ούτε το ιδιωτικό κεφάλαιο, λόγω των απαιτήσεών του για υψηλή κερδοφορία, ούτε το κράτος, λόγω της δυσκινησίας του.

Οι μονάδες ειδικού κοινωνικού σκοπού, υπό ένα πολιτικό καθεστώς που θα ήθελε να ευνοήσει τη δράση τους, μπορούν να λειτουργήσουν ως κρίκοι ευρύτερων συνεργασιών με την αυτοδιοίκηση, τους συνεταιρισμούς, τις δημόσιες επιχειρήσεις και να αποτελέσουν έναν σημαντικό παράγοντα ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής και της ενδογενούς ανάπτυξης.

Για να γίνει όμως αυτό, πρέπει να υπάρξει ένα ειδικό θεσμικό καθεστώς που να ορίζει, να οριοθετεί και να διασφαλίζει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα αυτών των οικονομικών μονάδων.

Ένα τέτοιο θεσμικό πλαίσιο πρέπει ειδικότερα να διασφαλίζει:

Τη διαφάνεια, τον συλλογικό και δημοκρατικό χαρακτήρα των μονάδων αυτών σε ό,τι αφορά τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τον έλεγχό τους, είτε συγκροτούνται από φυσικά πρόσωπα είτε από τοπικούς φορείς, όπως η αυτοδιοίκηση, συνδικάτα, μη κυβερνητικές οργανώσεις κ.λπ.

Τον μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα τους, ανεξάρτητα από τη μορφή οργάνωσης ή το μέγεθός τους. Πρέπει να διασφαλίζεται, ειδικότερα, ότι τα όποια πλεονάσματα (κέρδη) δημιουργούνται δεν είναι πηγή πλουτισμού για τους εμπλεκομένους αλλά μέσο για τη βελτίωση και την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς την κοινωνία.

Την επιλεξιμότητα των μονάδων από ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις και εθνικούς πόρους. Θα πρέπει, επίσης, να ορίζονται οι σχετικές προϋποθέσεις και όροι για τις όποιες χρηματοδοτήσεις.

Ένα ειδικό φορολογικό καθεστώς για τις μονάδες αυτές, σε αντιστοιχία με τον μη κερδοσκοπικό τους χαρακτήρα.

Ένα ειδικό πλαίσιο για την τραπεζική χρηματοδότησή τους.

.