.

ΣΤΟΧΟΣ 12
Για την προστασία του περιβάλλοντος και την αειφόρο ανάπτυξη

.

Η παρούσα κατάσταση - Οι τάσεις

Σήμερα στην Ελλάδα, αλλά και σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, βιώνουμε μια πρωτοφανή σε μέγεθος και διάρκεια περιβαλλοντική κρίση. Η εξάντληση των φυσικών πόρων, ο περιορισμός της βιοποικιλότητας, οι κλιματικές αλλαγές, με όλες τις κοινωνικές και οικονομικές τους συνέπειες, είναι ήδη πραγματικότητα.

Οι ακραίες περιπτώσεις και τα περιστατικά ρύπανσης των υδάτινων πόρων, της ατμόσφαιρας των πόλεων και των εδαφών που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, αλλά και γενικότερα η απειλή της κλιματικής αλλαγής, που θα προκαλέσει την υποβάθμιση τεράστιων εκτάσεων καλλιεργήσιμης γης, φαινόμενα λειψυδρίας, διάβρωση των εδαφών, καταστροφή δασών κ.λπ., αποτελούν εκφάνσεις αυτής της πρωτοφανούς ιστορικά περιβαλλοντικής κρίσης - μιας κρίσης που είναι συνάμα πρόκληση για τις κοινωνίες, την οικονομία και την πολιτική.

Ο χαρακτήρας και το μέγεθος της οικολογικής κρίσης οφείλεται κύρια στο καπιταλιστικό μοντέλο ανάπτυξης που βασίζεται στην οικονομική μεγέθυνση και επικράτησε, τις τελευταίες δεκαετίες της «μονόδρομης» νεοφιλελεύθερης πολιτικής, σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι πλέον φανερό ότι τα «σύγχρονα» μοντέλα ανάπτυξης, που βασίστηκαν στην υπερεκμετάλλευση των διαθέσιμων πόρων και την υπερκατανάλωση, έχουν δημιουργήσει τρομακτικά αδιέξοδα, εξαφανίζουν οριστικά μορφές ζωής από τον πλανήτη και απειλούν, στο ορατό μέλλον, την ίδια την επιβίωση των ανθρώπων πάνω στη Γη.

Σήμερα, τα περιβαλλοντικά ζητήματα έχουν αγγίξει μεγάλα στρώματα των κοινωνιών στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Η συνειδητοποίηση της κρισιμότητας του οικολογικού ζητήματος έχει οδηγήσει στον πολλαπλασιασμό των κινήσεων πολιτών και των περιβαλλοντικών οργανώσεων και στην ανάδειξη των περιβαλλοντικών ζητημάτων. Οι δυνάμεις της Αριστεράς έχουν συμμετάσχει σ' αυτά τα κινήματα, στην προβληματική και τους νέους τρόπους δράσης τους.

Η ενεργοποίηση των πολιτών είναι για την Αριστερά αναγκαίος όρος για την αντιμετώπιση της πολυδιάστατης περιβαλλοντικής κρίσης: Οι ενεργοί πολίτες, με τους συλλογικούς αγώνες και τις εναλλακτικές επεξεργασίες που καταθέτουν, έχουν αναδείξει μια σειρά από οικολογικά ζητήματα (λ.χ. ελεύθεροι χώροι, ενέργεια, δάση, εκτροπή Αχελώου, ρύπανση από βιομηχανικές και εξορυκτικές δραστηριότητες) και συμβάλλουν στο να αποκρούονται ορισμένοι κρατικοί σχεδιασμοί και ρυθμίσεις προς όφελος μεγάλων ή μικρών ιδιωτικών συμφερόντων και σε βάρος του περιβάλλοντος.

Σπάταλο και ρυπογόνο μοντέλο ανάπτυξης

Τα τελευταία χρόνια το μοντέλο ανάπτυξης που ακολούθησαν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ έχει συμβάλει δραματικά στην υποβάθμιση του περιβάλλοντος στην Ελλάδα. Οι κυρίαρχες αναπτυξιακές επιλογές εντάσσονται σε μια νεοφιλελεύθερη πολιτική που ιδιωτικοποιεί τα κέρδη από τη ληστρική εκμετάλλευση των πόρων και την υπερκατανάλωση, ενώ κοινωνικοποιεί τις περιβαλλοντικές ζημιές, το κόστος των οποίων επωμίζονται όλοι.

Κυρίαρχες σήμερα αναπτυξιακές επιλογές, όπως τα «μεγάλα έργα» και η πριμοδότηση του τομέα του real estate και των κατασκευών, ο μαζικός τουρισμός «εκτός σχεδίου», οι άναρχες επεκτάσεις των αστικών κέντρων, η εντατική αγροτική παραγωγή, συνδυάστηκαν από τις κυβερνήσεις με την «πατροπαράδοτη» χαλαρότητα, την ανοχή και επιβράβευση κάθε μορφής αυθαιρεσίας και την περαιτέρω απορρύθμιση της νομοθεσίας, του θεσμικού πλαισίου και των ελεγκτικών μηχανισμών.

Η Ελλάδα πρωτοπορεί σε αρνητικούς περιβαλλοντικούς δείκτες και βρίσκεται συχνά υπόλογη για τη μη εφαρμογή διεθνών κανονισμών και συμβάσεων.

Μια εικόνα της πολιτικής ΝΔ και ΠΑΣΟΚ για το περιβάλλον περιλαμβάνει:

Η ενεργοβόρα ελληνική οικονομία έχει έναν από τους χειρότερους δείκτες ενεργειακής απόδοσης στην Ευρώπη. Η παραγωγή ενέργειας βασίζεται στο λιγνίτη, το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, ενώ η ανάπτυξη των ΑΠΕ καθυστερεί, με λαθεμένους σχεδιασμούς που έρχονται σε σύγκρουση με τα τοπικά οικοσυστήματα και τους πολίτες. Η κυβερνητική πολιτική προωθεί τη δημιουργία τεράστιων ενεργειακών κέντρων με λιθάνθρακα και φυσικό αέριο και κόμβων μεταφοράς καυσίμων, επιλογές με σοβαρές περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις σε κάθε επίπεδο.

Στον τομέα της διατήρησης και διαχείρισης του φυσικού περιβάλλοντος επικρατεί ηθελημένη αδράνεια: οι θεσμοί διαχείρισης για τις προστατευόμενες περιοχές είτε δεν υπάρχουν είτε υποχρηματοδοτούνται τραγικά, γεγονός που βάζει σε κίνδυνο και υποβαθμίζει περαιτέρω τη βιοπικοιλότητα. Ο δασικός πλούτος απειλείται από την απουσία δασολογίου και την ενθάρρυνση των καταπατήσεων και της αυθαίρετης δόμησης. Η γεωργική γη, οι παράκτιες περιοχές και τα θαλάσσια οικοσυστήματα δέχονται μεγαλύτερες πιέσεις από τις οικιστικές επεκτάσεις, την παραθεριστική κατοικία, τον τουρισμό και τη ναυσιπλοΐα μεγάλης κλίμακας. Τα μεταλλαγμένα δεν ελέγχονται επαρκώς.

Η διαχείριση των υδάτων δεν ακολουθεί τις σύγχρονες αρχές και διαδικασίες της εξοικονόμησης νερού και των ήπιων παρεμβάσεων ύδρευσης και άρδευσης. Υπάρχει επιμονή στην επιλογή των μεγάλων τεχνικών έργων και των φραγμάτων. Στη χώρα μας κυριάρχησαν τις τελευταίες δεκαετίες ακραία σπάταλες πρακτικές στην αστική, βιομηχανική και γεωργική ζήτηση, η οποία έχει τουλάχιστον διπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια, ενώ οι ακολουθούμενες μέθοδοι άρδευσης οδηγούν σε απώλειες νερού έως και 80%.

Στον τομέα της διαχείρισης απορριμμάτων, η κύρια μέθοδος διαχείρισης των αστικών στερεών αποβλήτων παραμένει η διάθεση σε ΧΥΤΑ, καθώς και σε παράνομες χωματερές. Το ποσοστό ανεξέλεγκτης απόρριψης ή ελλιπούς εφαρμογής της υγειονομικής ταφής παραμένει υψηλό και η ολοκληρωμένη διαχείριση (με πρόληψη, επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση) των αποβλήτων βρίσκεται στα πρώτα στάδια. Σε επίπεδο χώρας, υπάρχουν χιλιάδες ενεργοί Χώροι Ανεξέλεγκτης Διάθεσης Απορριμμάτων που δημιουργούν προβλήματα ρύπανσης των υδάτων, ενώ η αυτανάφλεξη των απορριμμάτων στους χώρους αυτούς ευθύνεται για την επιβάρυνση της ατμόσφαιρας με τοξικά αέρια και την πρόκληση πυρκαγιών. Υπάρχει πλέον η βεβαιότητα πως η χώρα μας θα κληθεί σύντομα να πληρώνει υπέρογκα πρόστιμα για αυτούς τους ενεργούς ΧΑΔΑ. Επιπλέον, δεν εφαρμόζεται η νομοθεσία για τα επικίνδυνα απόβλητα και γίνεται ανεξέλεγκτη απόρριψή τους σε ευαίσθητα οικοσυστήματα.

Στον τομέα του θεσμικού-διοικητικού πλαισίου για το περιβάλλον: Ελεγκτικοί θεσμοί, όπως οι επιθεωρητές περιβάλλοντος, αδυνατούν να φέρουν επαρκώς σε πέρας το έργο τους, λόγω της εξάρτησης από την πολιτική ηγεσία και των σοβαρών ελλείψεων προσωπικού και μέσων, με αποτέλεσμα να μην ελέγχεται η τήρηση των αποφάσεων περιβαλλοντικών όρων και γενικά να μην πατάσσεται επαρκώς το περιβαλλοντικό έγκλημα. Οι δημόσιες υπηρεσίες και φορείς με περιβαλλοντικό αντικείμενο είναι αποδυναμωμένες και υφίστανται συστηματική απογύμνωση από μέσα, αρμοδιότητες και προσωπικό, ενώ συχνό φαινόμενο είναι η άσκηση πιέσεων στα στελέχη τους. Η ίδρυση ανεξάρτητου Υπουργείου Περιβάλλοντος διαρκώς εξαγγέλλεται, αλλά σκοπίμως δεν υλοποιείται.

Η στρατηγική μας κατεύθυνση

Απέναντι στη νεοφιλελεύθερη προσέγγιση που διαπνέεται από την αντίληψη «το κέρδος πάνω απ' όλα, η ανάπτυξη είναι μονόδρομος, με όποιο κόστος», θεωρούμε ανάγκη να αμφισβητήσουμε τις θεμελιώδεις αρχές του καπιταλιστικού μοντέλου και να προβάλουμε εναλλακτικά πρότυπα και τρόπους οργάνωσης της παραγωγής και της κατανάλωσης. Να ενστερνιστούμε μια νέα ηθική στις σχέσεις μας με τα φυσικά συστήματα της Γης, με τα άλλα είδη αλλά και μεταξύ μας.

Η ριζοσπαστική και οικολογική Αριστερά αγωνίζεται για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, την επέκταση της εξοικονόμησης και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την ανακύκλωση, την αξιοποίηση και ασφαλή διάθεση των αποβλήτων, την εφαρμογή της πράσινης χημείας, την επέκταση των «καθαρών» δημόσιων μεταφορών, τον περιορισμό της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και την αποτελεσματική διαχείριση των υδάτων, την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, την απόρριψη των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων, την καλή μεταχείριση των ζώων.

Η περιβαλλοντική πολιτική που προτείνει η ριζοσπαστική Αριστερά και οικολογία:

Αντιλαμβάνεται πως για την ουσιαστική αντιμετώπιση των οικολογικών ζητημάτων χρειάζονται βαθιές τομές σε πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο, τομές που θα προέλθουν μέσα από συγκρούσεις και τη ριζική αμφισβήτηση των ακολουθούμενων σήμερα νεοφιλελεύθερων αναπτυξιακών προτύπων.

Προτάσσει ένα μοντέλο ανάπτυξης που διαπνέεται από θεμελιώδεις κοινωνικές και περιβαλλοντικές αρχές, όπως το δικαίωμα όλων, ανεξαρτήτως οικονομικών δυνατοτήτων, και των μελλοντικών γενεών σε ένα υγιεινό και βιώσιμο περιβάλλον, την αρχή της προφύλαξης από κάθε πιθανή περιβαλλοντική ζημιά και επιβάρυνση, το σεβασμό στα φυσικά και ανθρωπογενή οικοσυστήματα, την ορθολογική διαχείριση των πεπερασμένων φυσικών πόρων, που αποτελούν συλλογική κληρονομιά της ανθρωπότητας.

Θεωρεί αλληλένδετα το οικολογικό και το κοινωνικό ζήτημα, καθώς οι πιο αδύναμοι στο εσωτερικό κάθε κοινωνικού σχηματισμού, όπως και οι πιο αδύναμες χώρες στο διεθνές επίπεδο, αν και ιστορικά ευθύνονται αναλογικά λιγότερο, αντιμετωπίζουν τις χειρότερες συνέπειες της περιβαλλοντικής υποβάθμισης και των «φυσικών» καταστροφών.

Αντιμετωπίζει τους φυσικούς πόρους ως συλλογικά, κοινωνικά αγαθά που η διαχείρισή τους από την πολιτεία πρέπει να υπόκειται στη δημοκρατική λογοδοσία μέσα από ανεξάρτητους θεσμούς που αποτυπώνουν τις πολύπλοκες κοινωνικές σχέσεις και εμπεριέχουν τις αντιθέσεις που χρειάζονται επίλυση. Οι ανεξάρτητοι θεσμοί εξασφαλίζουν τους όρους άσκησης ελέγχου και αντιστοιχούν τόσο στο δημόσιο χαρακτήρα του περιβάλλοντος όσο και στην ανάγκη προστασίας του από αυθαίρετες κυβερνητικές επιλογές και ιδιωτικά συμφέροντα.

Προτάσσει μια συνολική τοπική-περιφερειακή αναπτυξιακή στρατηγική που βάζει ως προϋπόθεση την προστασία του περιβάλλοντος και έχει στόχο την ουσιαστική αποκέντρωση και την ενίσχυση των τοπικών κοινωνιών ώστε να χαράξουν δημοκρατικά μια πολιτική για την οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική εξέλιξη της περιοχής τους.

Ενισχύει την αυξανόμενη εθελοντική ενεργοποίηση των πολιτών (περιβαλλοντικές οργανώσεις, σύλλογοι και πρωτοβουλίες), η οποία θα μπορούσε να συμβάλει ουσιαστικά στην αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής κρίσης. Ωστόσο, για να γίνει αυτό, χρειάζεται να συνοδεύεται από δημόσιο σχεδιασμό και σαφείς προϋποθέσεις που θα ορίζουν το πλαίσιο της, χωρίς να υποκαθιστά τις ουσιαστικές ευθύνες της πολιτείας.

Διεκδικεί τη διοχέτευση δημόσιων πόρων στην περιβαλλοντική προστασία, καθώς μπορεί να έχει θετικές μακροχρόνιες επιδράσεις στην οικονομία και να αποτελέσει εργαλείο υπέρβασης της κρίσης του σημερινού μοντέλου. Η ανάπτυξη με επίκεντρο το περιβάλλον δημιουργεί σταθερές και ποιοτικές θέσεις εργασίας και συμβάλλει ταυτόχρονα στην αναζωογόνηση των τοπικών οικονομιών αλλά και στον κοινωνικό έλεγχο της ανάπτυξης.

Διεκδικεί την ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής διάστασης σε όλες τις τομεακές πολιτικές για την ενέργεια, τη βιομηχανία, την αγροτική παραγωγή, τον τουρισμό, τα αστικά κέντρα, τις μετακινήσεις κ.λπ. αλλά και στην κρατική οικονομική και φορολογική πολιτική και την πολιτική αναπτυξιακών κινήτρων.

Υποστηρίζει τη θεμελιώδη αρχή της εσωτερίκευσης του εξωτερικού περιβαλλοντικού κόστους (πράσινη φορολογία), χωρίς τη μετακύλισή του αδιακρίτως στους πολίτες. Η εφαρμογή της πράσινης φορολογίας πρέπει να συνδυάζεται με μηδενική αύξηση του συνολικού φορολογικού βάρους και ισόποση μείωση άλλων άμεσων -και κυρίως εμμέσων- φόρων.

Οι προγραμματικοί μας στόχοι

Αειφόρος ενεργειακός σχεδιασμός

Το ενεργειακό ζήτημα αγγίζει τον πυρήνα του κυρίαρχου αναπτυξιακού μοντέλου, το οποίο βασίστηκε σε ένα εξαιρετικά ενεργοβόρο πρότυπο παραγωγής και (υπερ)κατανάλωσης. Στην Ελλάδα σήμερα η παραγωγή ενέργειας βασίζεται κυρίως στο λιγνίτη, το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, που προκαλούν υψηλές εκπομπές αερίων και άλλων επικίνδυνων ρύπων. Η ανάπτυξη των ΑΠΕ έχει καθυστερήσει υπερβολικά, λόγω της απουσίας πολιτικής βούλησης, επαρκούς θεσμικού πλαισίου και αξιόπιστων μηχανισμών χωροθέτησης, αδειοδότησεων και ελέγχου. Απουσία δημόσιου ενεργειακού σχεδιασμού, ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής αφέθηκε στις «αυτορυθμιστικές» ικανότητες της αγοράς, τελικά στο κέρδος και την αυθαιρεσία.

Σήμερα, η ενεργειακή στρατηγική της Ελλάδας θα πρέπει να εναρμονιστεί ουσιαστικά με τους στόχους των διεθνών συμφωνιών και δεσμεύσεων για τη μείωση των ρύπων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η αξιοποίηση των «ευέλικτων μηχανισμών» του Πρωτοκόλλου του Κιότο, π.χ. η αγορά-διάθεση «δικαιωμάτων εκπομπής άνθρακα» για την παραγωγή ενέργειας και τη βιομηχανία, εκτός του ότι είναι περιβαλλοντικά επιζήμια, επιβαρύνει μακροχρόνια τους καταναλωτές και την οικονομία.

Νέος δημόσιος και μακροχρόνιος, αειφορικός ενεργειακός σχεδιασμός, που θα βασίζεται στην ασφάλεια του εφοδιασμού, στην οικονομικότητα των επενδύσεων και την περιβαλλοντική προστασία. Έμφαση πρέπει να δοθεί στην ορθολογική διαχείριση της ενέργειας, την ενεργειακή αποδοτικότητα και την αποκεντρωμένη βάση της ηλεκτροπαραγωγής.

Αναγόρευση της εξοικονόμησης ενέργειας, της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και της προώθησης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας σε κεντρικούς στόχους της ενεργειακής πολιτικής. Σε μεταβατικό στάδιο, μεγαλύτερη αξιοποίηση του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή.

Ριζική μεταστροφή στις ΑΠΕ (κύρια αιολική, ηλιακή και γεωθερμική), που αποτελούν την πλέον αειφορική πρόταση του ενεργειακού μείγματος και συγκεντρώνουν πολλαπλά οφέλη: περιβαλλοντικά, ασφάλεια εφοδιασμού, σταθερότητα τιμών ενέργειας, δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας σε αποκεντρωμένη βάση και παραγωγή εγχώριας τεχνογνωσίας.

Απόρριψη της προοπτικής δημιουργίας θερμοηλεκτρικών εργοστασίων λιθάνθρακα. Προώθηση νέων τεχνολογιών καύσης για μεγαλύτερη ενεργειακή απόδοση και εκσυγχρονισμός των υπαρχουσών εγκαταστάσεων καύσης, με στόχο την αύξηση της απόδοσης και τη μείωση των εκπομπών ρύπων.

Διατήρηση της ΔΕΗ υπό δημόσιο έλεγχο και προσανατολισμός της στην εξοικονόμηση ενέργειας, την ανάπτυξη των ΑΠΕ και την παραγωγική ανασυγκρότηση των περιοχών που έχουν πληγεί από το λιγνίτη.

Ενσωμάτωση του εξωτερικού περιβαλλοντικού και κοινωνικού κόστους στην παραγωγή ενέργειας ώστε να αντανακλάται το πραγματικό κόστος της, με το οποίο μέχρι σήμερα επιβαρύνονται αδιακρίτως -αλλά άνισα- όλοι οι πολίτες.

Η χωροθέτηση εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας να γίνεται οργανωμένα, με σεβασμό στα τοπικά οικοσυστήματα, με αξιόπιστες μελέτες και μηχανισμούς έγκαιρης ενημέρωσης, διαβούλευσης και συναπόφασης με τις τοπικές κοινωνίες.

Απόρριψη κάθε σκέψης για ανάπτυξη πυρηνικών εργοστασίων: είναι μια επικίνδυνη τεχνολογία που παράγει μη διαχειρίσιμα ραδιενεργά απόβλητα, θέτει σοβαρά ζητήματα ασφάλειας και δημιουργεί γεωπολιτικές εξαρτήσεις, στρατιωτικοποιώντας περαιτέρω τη χώρα υπό την κηδεμονία του ΝΑΤΟ.

Προστατευόμενες περιοχές και βιοποικιλότητα

Παρά την ίδρυση ορισμένων Φορέων Διαχείρισης προστατευομένων περιοχών, η κατάσταση των φυσικών οικοτόπων της χώρας επιδεινώνεται εξαιτίας των πυρκαγιών, της υπερβόσκησης, του κυνηγιού, της οικιστικής επέκτασης, της απόρριψης στερεών και υγρών αποβλήτων, περιλαμβανομένων και τοξικών, της παράνομης αποψίλωσης, της υλοποίησης αλόγιστων επεμβάσεων, όπως η εκτροπή μεγάλων ποταμών, της προώθησης μη αειφορικών επενδύσεων, όπως τα γήπεδα γκολφ, της επιβάρυνσης από τη χρήση αγροχημικών.

Πέρα από την ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της Οδηγίας NATURA 92/43 και ελάχιστων συνοδευτικών επικαιροποιήσεων υφιστάμενων νόμων, δεν υπάρχει ουσιαστικό νομικό πλαίσιο που να προστατεύει τις περιοχές αυτές. Υπάρχει και διατηρείται εκουσίως ένα απίστευτα χαώδες θεσμικό πλαίσιο, και έτσι σχεδόν οποιαδήποτε κρατική, πολιτική, μικροκομματική ή οικονομική «εξυπηρέτηση» μπορεί να χωρέσει εις βάρος του περιβάλλοντος των προστατευόμενων περιοχών.

Η σύσταση των πρώτων Φορέων Διαχείρισης φορτώθηκε γρήγορα όλη την παθογένεια ή την αδιαφορία του ελληνικού κράτους. Το κράτος δεν ενδιαφέρεται για την επαρκή στελέχωση και θεσμική θωράκιση των φορέων. Έτσι, τεράστιες εκτάσεις προστατευόμενης γης φυλάσσονται από μετρημένους στα δάχτυλα ανθρώπους, σπάνια είδη πανίδας και χλωρίδας κινδυνεύουν, ενώ κανένας αντιπυρικός σχεδιασμός δεν έχει ποτέ αναληφθεί. Ο ρόλος των περισσότερων Φορέων Διαχείρισης της χώρας είναι συνήθως περιορισμένος και οι δυνατότητες παρέμβασής τους εντός των προστατευόμενων περιοχών είναι σχεδόν μηδαμινές.

Άμεση έκδοση Προεδρικών Διαταγμάτων για τις προστατευόμενες περιοχές και ίδρυση Φορέων Διαχείρισης με διαφανή κριτήρια για τη σύνθεση των ΔΣ.

Στελέχωση όλων των Φορέων Διαχείρισης με το απαραίτητο μόνιμο επιστημονικό, διοικητικό και τεχνικό προσωπικό και παροχή κεντρικής επιτελικής υποστήριξης των δράσεών τους.

Τήρηση ουσιαστικών διαδικασιών ενημέρωσης και διαβούλευσης για τις προστατευόμενες περιοχές, με τη συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας, των κοινωνικών και περιβαλλοντικών φορέων και πολιτών.

Μεταλλαγμένα τρόφιμα

Τα γενετικά μεταλλαγμένα προϊόντα καλλιεργούνται και καταναλώνονται χωρίς να γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους. Υπάρχουν συνεχείς προσπάθειες των πολυεθνικών της βιοτεχνολογίας, των ΗΠΑ και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου για τη διοικητική και νομοθετική επιβολή των συμφερόντων των εταιρειών, που κερδοσκοπούν από το εμπόριο των ΓΤΟ αλλά και των άλλων προϊόντων της βιοτεχνολογίας σε βάρος των καταναλωτών και των αγροτών.

Το σημερινό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αξιολόγηση των κινδύνων από τα μεταλλαγμένα δεν μας προστατεύει: Η Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA) της Ευρωπαϊκής Ένωσης κάνει ανεπαρκείς ελέγχους και συχνά απλώς συμφωνεί με αυτά που λένε οι βιομηχανίες αγροχημικών που πουλάνε τα μεταλλαγμένα.

Να μην επιτραπεί η παραγωγή, εισαγωγή και χρήση μεταλλαγμένων προϊόντων. Να υπάρξει σθεναρή και συνεπής στάση της ελληνικής κυβέρνησης προς τα ευρωπαϊκά όργανα για τον έλεγχο των ΓΤΟ.

Πλήρης ανίχνευση και σήμανση των μεταλλαγμένων και των προϊόντων στα οποία αυτά χρησιμοποιούνται, καθώς και στα τρόφιμα και στις ζωοτροφές, για να διασφαλισθεί το δικαίωμα στην ενημέρωση και την προστασία των παραγωγών και των καταναλωτών από τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς.

Δασική πολιτική

Το Σύνταγμα του 1975 με τα άρθρα 24 και 117 καθιέρωσε την υποχρέωση του κράτους να λαμβάνει μέτρα για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Έκτοτε, έχουν υπάρξει δεκάδες νομοθετικές -και δυο πρόσφατες αποτυχημένες συνταγματικές- πρωτοβουλίες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ με στόχο τη μείωση των εδαφών δασικού χαρακτήρα. Τις τελευταίες δεκαετίες, εκατομμύρια στρέμματα δασών και δασικών εκτάσεων και υψηλής παραγωγικότητας εκτάσεις γης έχουν αλλάξει μορφή τόσο με παράνομες όσο και με νομιμοφανείς διαδικασίες, που εξασφαλίζουν και την ανοχή έως προτροπή των κυβερνήσεων και συχνά την κάλυψη της Αυτοδιοίκησης.

Σήμερα υπάρχει ανάγκη όσο ποτέ να αναθεωρηθεί η δασική πολιτική της χώρας για τις επόμενες δεκαετίες και να εναρμονιστεί με την πραγματικότητα. Η σταδιακή εγκατάλειψη της υπαίθρου και η συρρίκνωση του πληθυσμού στις ορεινές περιοχές άλλαξε τις οικονομικές σχέσεις στα δασοπονικά εκμεταλλευόμενα δάση, άλλαξε προοπτική και αποτελεσματικότητα. Από την άλλη, τα δάση και οι δασικές εκτάσεις της χώρας έχουν υποβαθμιστεί λόγω οικιστικών-τουριστικών πιέσεων και από πυρκαγιές.

Απλούστευση και κωδικοποίηση της δασικής νομοθεσίας. Κατάργηση του «δασοκτόνου» ν.3208/03, που, όταν ψηφιζόταν από το ΠΑΣΟΚ, η ΝΔ τον κατήγγειλε ως αντισυνταγματικό, αλλά σήμερα τον εφαρμόζει. Σθεναρή αντίσταση σε κάθε μελλοντική προσπάθεια αναθεώρησης των άρθρων 24 και 117 του Συντάγματος.

Σαφής οριοθέτηση και απόλυτη προστασία των εδαφών δασικού χαρακτήρα με την ολοκλήρωση των διαδικασιών κατάρτισης των δασικών χαρτών και του δασολογίου. Να ισχύσουν οι αυστηροί περιορισμοί στην οικοδόμηση από συνεταιρισμούς ή ιδιώτες σε δασικές εκτάσεις.

Κατοχύρωση της ψιλής κυριότητας του δημοσίου στα δασικού χαρακτήρα εδάφη και υποχρεωτική αειφορική διαχείριση των δασικών οικοσυστημάτων, ανεξαρτήτως του προσδοκώμενου οικονομικού αποτελέσματος.

Νέα ιεράρχηση του σκοπού της δασικής διαχείρισης ώστε να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες δημογραφικές και αναπτυξιακές μεταλλαγές της υπαίθρου, ιδιαίτερα των ορεινών περιοχών. Έμφαση στην ανάπτυξη και προστασία των αισθητικών δασών, των δασικών μονοπατιών αναψυχής, στην υδρονομική προστασία των δασικών οικοσυστημάτων, στη σήμανση του δασικού οδικού δικτύου, στην προστασία της πανίδας και χλωρίδας.

Χωροταξικός σχεδιασμός της πυροπροστασίας, εγκατάσταση συστημάτων εντοπισμού των πυρκαγιών, ουσιαστική συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και εθελοντικών δυνάμεων και στενή συνεργασία μεταξύ της πυροσβεστικής και δασικής υπηρεσίας.

Αναδιοργάνωση των υπηρεσιών πρόληψης, αντιμετώπισης και αποκατάστασης των ζημιών στα δάση, με βάση την καταγραφή του δασικού χώρου που θα προκύψει από την κατάρτιση των δασικών χαρτών και του δασολογίου.

Διαχείριση υδάτων

Στην Ελλάδα ένα μεγάλο μέρος του νερού που κάθε χρόνο ξοδεύεται σε διάφορες χρήσεις δεν πρόκειται να αναπληρωθεί ποτέ. Οι κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών προσπάθησαν να ικανοποιήσουν την ακόρεστη ζήτηση νερού, επεκτείνοντας διαρκώς την εκμετάλλευση πεπερασμένων αποθεμάτων. Έφτιαξαν μηχανισμούς διαχείρισης του νερού που δεν είναι άλλο από τοπικοί μηχανισμοί εξουσίας και πολιτικής εκμετάλλευσης. Αν και το υδατικό πρόβλημα συνδέεται με το προωθούμενο παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης, τραγικές ελλείψεις παρατηρούνται και στο θεσμικό πλαίσιο, ενώ υπάρχει μακροχρόνια ανυπαρξία ενιαίας πολιτικής σε θέματα νερού. Επιπλέον, η ρύπανση ποταμών (π.χ. Αλιάκμονας, Ασωπός κ.ά.) και η υποβάθμιση λιμνών (π.χ. Κορώνεια) παραμένει πραγματικό στίγμα στον πολιτισμό μας.

Παρά την ψήφιση της ευρωπαϊκής Οδηγίας-Πλαίσιο για το Νερό, η Ελλάδα δεν έχει αλλάξει την ουσία της υδατικής πολιτικής της. Το Εθνικό Πρόγραμμα Διαχείρισης και Προστασίας των Υδατικών Πόρων του ΥΠΕΧΩΔΕ προβλέπει ένα σύνολο από τεχνικές παρεμβάσεις που μας ξαναγυρνούν στις αλήστου μνήμης εποχές όπου τα υδατικά προβλήματα αντιμετωπίζονταν με την κατασκευή φραγμάτων και μεγάλων έργων. Οι παρεμβάσεις αυτής της κλίμακας έχει αποδειχτεί παγκοσμίως ότι, εκτός από περιβαλλοντικά επιζήμιες, είναι οικονομικά αλλά και κοινωνικά ασύμφορες.

Σχεδιασμός υδατικής πολιτικής με κεντρικό στόχο τη διευθέτηση των ισοζυγίων προσφοράς και ζήτησης του νερού σε επίπεδο λεκάνης υδατικού διαμερίσματος, ώστε να διασφαλίζεται διαχρονικά η κοινωνική και οικονομική ζωή, η ικανοποίηση των αναγκών σε νερό και η περιβαλλοντική προστασία

Εξοικονόμηση υδατικών πόρων με ήπιες παρεμβάσεις διαχείρισης της ζήτησης του νερού σε όλους τους τομείς. Καταγραφή υδάτινου ισοζυγίου και χρήσεων και διαφορική τιμολόγηση. Βιώσιμη αξιοποίηση των αποθεμάτων, αύξηση της αποδοτικότητας των υδραυλικών έργων, συμβατά έργα μικρής κλίμακας σε επιλεγμένες περιοχές στην ορεινή κυρίως ζώνη.

Έργα σταδιακής επιδιόρθωσης της περιβαλλοντικής ζημιάς που έχει υποστεί το υδατικό σύστημα, ιδιαίτερα σε περιοχές εντατικής γεωργίας ή και σε περιοχές όπου έχει διαπιστωθεί υψηλή ρύπανση επιφανειακών-υπογείων υδάτων, όπως η περιοχή Ασωπού-Οινοφύτων, Κορωπίου Αττικής κ.ά.

Απόρριψη της εκτροπής του Αχελώου, που ακόμη προωθείται. Ακύρωση όλων των σχετικών έργων και στροφή σε ήπια υδραυλικά έργα και άλλα διαχειριστικά μέτρα για τη γεωργία και την ύδρευση της Θεσσαλίας.

Καμία ιδιωτικοποίηση των επιχειρήσεων ύδρευσης. Το νερό πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί δημόσιο και κοινωνικό αγαθό.

Προστασία των ακτών και του θαλάσσιου περιβάλλοντος

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ακτές και το θαλάσσιο περιβάλλον της Μεσογείου είναι και στην Ελλάδα έντονα: ρύπανση και μόλυνση των νερών, κίνδυνοι εξαφάνισης ειδών πανίδας και χλωρίδας, καταστροφή των βιοτόπων για οικονομική αξιοποίηση, τουριστικές πιέσεις και οχλήσεις, υπεραλίευση, αύξηση και ανεπαρκής έλεγχος της ναυσιπλοΐας. Μεγάλο πρόβλημα αποτελούν οι αυθαίρετες κατασκευές πάνω στη θάλασσα, από τουριστικά/κατοικίες μέχρι υποδομές κοινής ωφέλειας (λιμάνια, εκροές βιολογικών), που γίνονται χωρίς μελέτες, με αποτέλεσμα τη διάβρωση και υποβάθμιση των ακτών. Σε πολλές πόλεις το θαλάσσιο μέτωπο έχει φορτωθεί με χρήσεις εντελώς ασύμβατες, οι παραλίες αντιμετωπίζονται ως εμπόρευμα και η ελεύθερη πρόσβαση των πολιτών σε αυτές είναι περίπου αδύνατη.

Στο θαλάσσιο περιβάλλον, προβλήματα προέρχονται και από δραστηριότητες στην αλιεία και τη ναυσιπλοΐα. Στο ζήτημα της αλιείας, κυβερνητική πολιτική αποτελεί η πριμοδότηση της εντατικής αλιείας (μηχανότρατες με συρόμενα εργαλεία), με καταστροφικές επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον. Όπως και η μη δημιουργία «θαλάσσιων καταφυγίων», είναι μια πολιτική που μακροχρόνια υποσκάπτει την ευημερία της αλιείας και καταστρέφει τους παράκτιους αλιείς. Επιπλέον, η αυξημένη κυκλοφορία πλοίων στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, μεγαλώνει την περιβαλλοντική επιβάρυνση και τους κινδύνους ατυχημάτων και περιστατικών ρύπανσης.

Επιπλέον, η ανεξέλεγκτη εξάπλωση παραθεριστικής κατοικίας που προωθείται από την κυβέρνηση θα υποβαθμίσει βίαια το περιβάλλον, το τοπίο, και την πολιτιστική κληρονομιά των παράκτιων και νησιωτικών περιοχών. Η ενίσχυση του μαζικού τουρισμού σε βάρος άλλων τομέων της τουριστικής οικονομίας είναι καταστροφική για το περιβάλλον και, μακροπρόθεσμα, και για τον ίδιο τον τουρισμό. Η εμπειρία άλλων χωρών (π.χ. Ισπανία) μας διδάσκει ότι αυτές οι πρακτικές ωφελούν μόνο λίγες μεγάλες κατασκευαστικές-κτηματομεσιτικές εταιρείες και τους «ενδιάμεσους», ενώ είναι επιβλαβείς συνολικά για την κοινωνία και την οικονομία.

Προστασία του αιγιαλού και κατοχύρωση της ελεύθερης πρόσβασης όλων των πολιτών σ' αυτόν.

Απόρριψη του μοντέλου της «ολοκληρωμένης» τουριστικής ανάπτυξης των γηπέδων γκολφ και της μαζικής παραθεριστικής κατοικίας και αποκατάσταση του περιβάλλοντος σε περιοχές μαζικού τουρισμού

Σύνδεση του τουρισμού με τη διαχείριση φυσικών περιοχών και ενθάρρυνση του βιώσιμου, περιβαλλοντικά υπεύθυνου, τουρισμού. Προσεκτική εφαρμογή προγραμμάτων οικο-τουρισμού και αγροτουρισμού για την αναζωογόνηση της υπαίθρου και των απομονωμένων ή εγκαταλειμμένων οικισμών.

Θέσπιση θαλάσσιων περιοχών απόλυτης προστασίας από την αλιεία, με σκοπό το φυσικό εμπλουτισμό των ιχθυοαποθεμάτων και προστασία οικοτόπων, όπως τα υποθαλάσσια λιβάδια Ποσειδωνίας. Χαρτογράφηση της οικολογικής κατάστασης των ακτών και έλεγχος της ποιότητας των θαλάσσιων υδάτων.

Ουσιαστική εφαρμογή του Ευρωπαϊκού κανονισμού 1967/2006 που καθορίζει την ελάχιστη απόσταση από την ακτή για τα μεγάλα αλιευτικά σκάφη. Μέτρα προστασίας της ήπιας παράκτιας αλιείας που υποστηρίζει τις τοπικές οικονομίες.

Αυξημένα μέτρα για την αποφυγή ατυχημάτων στη ναυσιπλοΐα και την αντιμετώπιση της ρύπανσης, ιδιαίτερα από τάνκερ και κρουαζιερόπλοια. Σε περίπτωση ατυχήματος να απαιτείται πλήρης αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος σύμφωνα με τις σύγχρονες αντιλήψεις για την «περιβαλλοντική ευθύνη» (αντίθετα με ό,τι συνέβη π.χ. στην περίπτωση του Sea Diamond).

Δικαιώματα ζώων

Ο δημόσιος προβληματισμός και οι πολιτικές που αφορούν τα ζώα -τόσο τα οικόσιτα, όσο και τα άγρια- στην Ελλάδα δεν έχουν αναπτυχθεί αρκετά. Θέματα σχετικά με τα δικαιώματα των ζώων όπως το κυνήγι, η χρήση ζώων στο τσίρκο, ο εγκλεισμός σε ζωολογικούς κήπους, τα πειράματα σε ζώα, οι συνθήκες εκτροφής και σφαγής στις κτηνοτροφικές μονάδες, κλπ. δεν αντιμετωπίζονται σοβαρά από το κράτος, ενώ ακόμη και η ισχύουσα ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία δεν εφαρμόζεται

Οι περιβαλλοντικές και φιλοζωικές οργανώσεις έχουν καταθέσει σειρά προτάσεων για μέτρα που πρέπει να ληφθούν, στην κατεύθυνση του σεβασμού των δικαιωμάτων των ζώων, που αποτελεί και μέτρο του ανθρώπινου καθημερινού πολιτισμού.

Προστασία αδέσποτων: να περιοριστούν και να ελέγχονται αυστηρά οι αθρόες εξαγωγές οικόσιτων ζώων, ώστε να αποκλείεται η χρησιμοποίησή τους για πειράματα ή άλλη εμπορική δραστηριότητα

Η τοπική Αυτοδιοίκηση ως ο αρμόδιος εκ του νόμου φορέας να δραστηριοποιηθεί ουσιαστικά στην προστασία των αδέσποτων.

Απαγόρευση λειτουργίας τσίρκων με ζώα - η Ελλάδα να ανακηρυχθεί χώρα ελεύθερη από θεάματα με ζώα, όπως έχει υιοθετήσει και η ΚΕΔΚΕ

Διατήρηση και σεβασμός της Άγριας Ζωής: επανασχεδιασμός των καταφυγίων άγριας ζωής και επιβολή δραστικών περιορισμών στο κυνήγι. Εφαρμογή ελέγχων που προβλέπει η Σύμβαση Ενάντια στο Εμπόριο Απειλούμενων Ειδών (CITES, Σύμβαση της Βέρνης).

Εφαρμογή αυστηρών προδιαγραφών για τη βελτίωση των συνθηκών στις κτηνοτροφικές μονάδες και έλεγχος της σκοπιμότητας και των μεθόδων των πειραμάτων στα ζώα

Διαχείριση απορριμμάτων και αποβλήτων

Στη χώρα μας, η οικονομική ανάπτυξη, η αστικοποίηση και η αλλαγή καταναλωτικών προτύπων οδήγησαν τα τελευταία χρόνια σε σημαντική αύξηση της ποσότητας των παραγόμενων αστικών στερεών αποβλήτων. Το ποσοστό ανακύκλωσης παραμένει ακόμη σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, ενώ οι περιφερειακοί σχεδιασμοί για τη διαχείριση των αστικών αποβλήτων τείνουν να περιοριστούν σε «βιομηχανία» κατασκευής ΧΥΤΑ, συχνά σε περιοχές όπου κάτοικοι και αυτοδιοικήσεις αντιδρούν έντονα. Η έλλειψη κοινωνικής αποδοχής οφείλεται στο ότι η επιστημονική τεκμηρίωση είναι συχνά διάτρητη και η νομοθεσία παραβιάζεται, ενώ λείπουν οι διαδικασίες συμμετοχής στις αποφάσεις.

Η χρόνια αναποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση του προβλήματος, ή μάλλον, η συνειδητή επιλογή της μη-διαχείρισης του προβλήματος της διαχείρισης των αστικών στερεών αποβλήτων, έστω και με συμβατικούς τρόπους, έχει οδηγήσει σε προφανή αδιέξοδα. Αδιέξοδα που για κάποιους, συνιστούν «ευκαιρία» για την προώθηση της «μαγικής λύσης» της αποτέφρωσης των απορριμμάτων, χωρίς να έχει προηγηθεί σχετικός διάλογος για τις επιπτώσεις των εναλλακτικών μεθόδων διαχείρισης ΑΣΑ.

Περιβαλλοντικά ορθή, οικονομική και χωρικά δίκαιη διαχείριση απορριμμάτων. Ορθολογικός επιμερισμός των οχλήσεων που προκύπτουν από τη διαχείριση των αποβλήτων ώστε να μην συσσωρεύονται σε κάποιες περιοχές, εφαρμογή κοινωνικά δίκαιης τιμολογιακής πολιτικής, διατήρηση του κοινωφελούς και ανταποδοτικού χαρακτήρα των συστημάτων (εναλλακτικής) διαχείρισης των στερεών αποβλήτων.

Ενίσχυση της πρόληψης και της ανακύκλωσης με διαλογή στην πηγή, πολιτική που ελαχιστοποιεί την ποσότητα και αλλάζει ριζικά την ποιότητα των αποβλήτων, δημιουργεί ένα εναλλακτικό μοντέλο χρήσης των πόρων ενώ συμβάλλει ουσιαστικά στην αναδιοργάνωση των κοινωνικών σχέσεων και είναι τεχνικοοικονομικά πιο εφαρμόσιμη.

Απόρριψη της καύσης των απορριμμάτων, καθώς δημιουργεί πολλά περιβαλλοντικά προβλήματα (εκπομπές αέριων ρύπων, διαχείριση τοξικού υπολείμματος), ενώ ανεβάζει υπέρογκα το κόστος της διαχείρισης και τα δημοτικά τέλη και ιδιωτικοποιεί περαιτέρω τον τομέα της καθαριότητας των Δήμων. Επιπλέον, μια τέτοια επιλογή πρακτικά ακυρώνει τις προοπτικές της ανακύκλωσης χαρτιού και πλαστικού και την κομποστοποίηση για δεκαετίες.

Υιοθέτηση διαφανών και αξιόπιστων διαδικασιών για τη χωροθέτηση νέων μονάδων επεξεργασίας και τελικής διάθεσης αποβλήτων, με στόχο τη διεύρυνση της κοινωνικής αποδοχής. Οι ήδη βεβαρημένες από ανθρωπογενείς δραστηριότητες περιοχές δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως χώροι περαιτέρω συγκέντρωσης οχλουσών δραστηριοτήτων, αντίθετα το στοιχείο αυτό θα πρέπει να αποτελεί δυσμενή ή και απαγορευτικό για τη χωροθέτηση παράγοντα.

Ολοκλήρωση του περιφερειακού σχεδιασμού εναλλακτικής διαχείρισης απορριμμάτων και διαφανής αξιοποίηση των σχετικών ευρωπαϊκών κονδυλίων.

Πολεοδομικός σχεδιασμός και ποιότητα ζωής στα αστικά κέντρα

Οι ελληνικές πόλεις έχουν ορισμένους από τους χειρότερους δείκτες στην ποιότητα ζωής στην ΕΕ και εξαιρετικά χαμηλή αναλογία ελεύθερων χώρων πρασίνου ανά κάτοικο, ιδίως στις λαϊκές συνοικίες. Φαινόμενα επικίνδυνης ατμοσφαιρικής ρύπανσης απαντώνται πλέον και σε πολλές μεγάλες και μεσαίες πόλεις της χώρας.

Το κόστος της απώλειας ελεύθερων χώρων ζωτικής σημασίας που έχουν καταβάλει οι ελληνικές πόλεις, υπό την πίεση συμφερόντων και πελατειακών ρυθμίσεων δεκαετιών, είναι υψηλότατο. Οι προσπάθειες πολεοδομικού σχεδιασμού της δεκαετίας του 80, εξαντλήθηκαν στη νομιμοποίηση των αυθαιρέτων, έφεραν περιορισμένα αποτελέσματα και επέτειναν τη δυσπιστία του πολίτη στις διαδικασίες δημόσιου σχεδιασμού. Τα πολλαπλά επίπεδα σχεδιασμού αναβάλουν την εφαρμογή «δυσμενών» μέτρων (όπως η μείωση των συντελεστών δόμησης), ενώ πλήθος δεσμευμένων κοινόχρηστων χώρων χάνεται από την αδράνεια και αδυναμία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να καταβάλλει αναγκαίες αποζημιώσεις.

Ο κρατικός συγκεντρωτισμός επιτείνεται και δεν προωθείται η αποκέντρωση αρμοδιοτήτων, με αποτέλεσμα να μην αναπτύσσεται στους αυτοδιοικητικούς θεσμούς «παιδεία σχεδιασμού» του χώρου και αντίστροφα να συσσωρεύεται έργο τοπικής σημασίας στις υπηρεσίες του ΥΠΕΧΩΔΕ, εις βάρος ενός επιτελικού ρόλου χάραξης και παρακολούθησης της πολιτικής.

Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αλματώδης ανάπτυξη των εταιρειών κατασκευών και real estate ακινήτων, που στοχεύουν στην εμπορευματοποίηση των ελάχιστων εφεδρειών για πράσινο στις πόλεις.

Καμία προσθήκη οικοδομικού όγκου σε ελεύθερους χώρους δημόσιου ενδιαφέροντος (μητροπολιτικά-αστικά πάρκα, μεγάλες αδόμητες εκτάσεις, στρατόπεδα, εκτάσεις ολυμπιακών εγκαταστάσεων κ.λπ.). Προώθηση αναπλάσεων με γνώμονα τη διεύρυνση του πρασίνου σε οικόπεδα όπου ήταν εγκατεστημένα παλιά εργοστάσια ή άλλες δραστηριότητες.

Άμεση εφαρμογή συστηματικών και ολοκληρωμένων προγραμμάτων πολεοδομικού σχεδιασμού στις ελληνικές πόλεις, με ενσωμάτωση των αρχών τις βιοκλιματικής και σκοπό τη βελτίωση του αστικού μικροκλίματος και της ενεργειακής απόδοσης σε πολεοδομικό επίπεδο.

Σχεδιασμός σε μητροπολιτικό επίπεδο για την αναβάθμιση και αύξηση του πρασίνου στα αστικά κέντρα, με σαφές χρονοδιάγραμμα και δέσμευση πόρων. Αντιμετώπιση του «χάους» που χαρακτηρίζει την πολεοδομική διοικητική λειτουργία, το ιδιοκτησιακό καθεστώς και τη διαχείριση των ελεύθερων χώρων.

Επιτελική επεξεργασία και παρακολούθηση της πολεοδομικής πολιτικής και παροχή κεντρικής υποστήριξης των διοικητικών δομών εφαρμογής των πολεοδομικών Σχεδίων από τις Νομαρχίες και τους Δήμους.

Εφαρμογή των προβλεπόμενων νομικών εργαλείων για αγορά, απαλλοτρίωση, ανταλλαγή και εν γένει εξασφάλιση εκτάσεων, προκειμένου να μετατραπούν σε χώρους πρασίνου, ήπιας αναψυχής και ερασιτεχνικής άθλησης. Προτεραιότητα στην διαφανή κατανομή πόρων του ΕΤΕΡΠΣ (Ειδικό Ταμείο Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων) για απαλλοτριώσεις και αναπλάσεις.

Προώθηση κατασκευής αειφόρων κτιριακών έργων και θέσπιση προδιαγραφών και συνεκτικής πολιτικής κινήτρων για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης (αναβάθμιση μονώσεων, θέρμανσης-ψύξης) του υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος, με έμφαση στα μεγάλα δημόσια κτίρια. Ενθάρρυνση της αποκεντρωμένης εφαρμογή ΑΠΕ σε οικιακό και τοπικό επίπεδο.

Εκπόνηση εκτεταμένων προγραμμάτων ενοποίησης και φύτευσης ακαλύπτων χώρων και ταρατσών πολυκατοικιών.

Ενίσχυση της μετακίνησης με τα πόδια, με ποδήλατο και με «πράσινα» μέσα μαζικής μεταφοράς. Θέσπιση αντικινήτρων αγοράς ενεργοβόρων ΙΧ μεγάλου κυβισμού.

Δημιουργία αξιόπιστων μηχανισμών ελέγχου των επιβαρυντικών δραστηριοτήτων όπως οι βιομηχανικές/βιοτεχνικές, η λειτουργία κεραιών ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, οι ψεκασμοί του πρασίνου στις πόλεις, η κατασκευή δρόμων ταχείας κυκλοφορίας και άλλων υποδομών, οι πυλώνες μεταφοράς ρεύματος κ.λπ.

Θεσμοί προστασίας του περιβάλλοντος

Στη βάση όλων των παραπάνω περιβαλλοντικών ζητημάτων βρίσκονται οι διαδικασίες με τις οποίες λαμβάνονται και επιβάλλονται οι όποιες αναπτυξιακές αποφάσεις και πολιτικές. Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, η κρατική παράδοση πελατειακού συγκεντρωτισμού έχει συνδυαστεί με ισχυρές πιέσεις για την απορύθμιση των ελεγκτικών μηχανισμών. Οι δημόσιοι θεσμοί προστασίας του περιβάλλοντος σκόπιμα υποβαθμίζονται, ενώ κράτος και τοπική αυτοδιοίκηση έχουν εμπεδώσει «ευέλικτες» διαδικασίες στη λειτουργία τους, σε συμπράξεις με τον ιδιωτικό τομέα και συγκεκριμένα συμφέροντα, αγνοώντας τα δημοκρατικά αιτήματα για λαϊκή συμμετοχή στον καθορισμό των αναπτυξιακών επιλογών.

Ίδρυση ανεξάρτητου Υπουργείου με αντικείμενο το περιβάλλον, τη χωροταξία - πολεοδομία και τη δασική πολιτική. Το νέο Υπουργείο θα πρέπει να αποτελέσει κεντρικό όργανο και να έχει αποκλειστική αρμοδιότητα για τη διαμόρφωση πολιτικής για το περιβάλλον. Για να αποφευχθεί η προοπτική ίδρυσης ενός κατ' όνομα «υπουργείου περιβάλλοντος» που θα βρίσκεται ουσιαστικά «στη γωνία» των εκάστοτε κυρίαρχων προτεραιοτήτων, χρειάζεται να διασφαλιστεί εξαρχής η επαρκής πολιτική και οργανωτική υποστήριξη, η διάθεση επαρκών δημόσιων πιστώσεων και ο ουσιαστικός ενδοκυβερνητικός συντονισμός.

Ανασυγκρότηση των μηχανισμών χάραξης πολιτικής και διαχείρισης των δημόσιων πόρων και χρηματοδοτήσεων, στην κατεύθυνση της διαφάνειας και της λογοδοσίας.

Επικαιροποίηση του θεσμικού πλαισίου και αντιμετώπιση της πολυδιάσπασης του περιβαλλοντικού αντικειμένου. Κωδικοποίηση και εφαρμογή της νομοθεσίας αδειοδότησης επενδύσεων και παρακολούθηση της οικονομικής δραστηριότητας σύμφωνα με περιβαλλοντικά κριτήρια.

Αναδιοργάνωση και επαρκής στελέχωση της Δασικής-Πυροσβεστικής υπηρεσίας, θεσμική θωράκιση της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος ως Ανεξάρτητης Αρχής, αναβάθμιση του ρόλου των κεντρικών, Περιφερειακών και Νομαρχιακών υπηρεσιών ελέγχου του περιβάλλοντος.

Άμεση εφαρμογή της νομοθεσίας περί περιβαλλοντικής ευθύνης για την πρόληψη και πλήρη αποκατάσταση κάθε ζημιάς, επιβολή κυρώσεων αποτρεπτικού χαρακτήρα για το περιβαλλοντικό έγκλημα, με χρήση των προστίμων για περιβαλλοντικούς σκοπούς.

Αναβάθμιση των μηχανισμών δικαστικού ελέγχου και αποτροπή της προωθούμενης αποδυνάμωσης του ρόλου του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Υποχρεωτική τήρηση διαδικασιών ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους πολίτες και ουσιαστική συμμετοχή των αυτοδιοικητικών, παραγωγικών και κοινωνικών φορέων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, σε κάθε επίπεδο, από το τοπικό έως το εθνικό και το Ευρωπαϊκό.

Εκπόνηση προγραμμάτων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και στη διάρκεια του ενεργού βίου κάθε πολίτη. Στήριξη της δημόσιας επιστημονικής έρευνας για ανάπτυξη πρωτογενούς γνώσης, εφαρμογών και καινοτομίας για την προστασία του περιβάλλοντος και την αειφορία.

Πολιτική προστασία

Η αντιμετώπιση των κάθε είδους φυσικών καταστροφών (πυρκαγιές, πλημμύρες, κατολισθήσεις, καύσωνες, σεισμοί, παράκτιες καταστροφές, τσουνάμι) απαιτεί ολοκληρωμένα και αποτελεσματικά συστήματα πολιτικής προστασίας που περιλαμβάνουν την πρόληψη, την επιχειρησιακή οργάνωση της επέμβασης και την αντιμετώπιση των συνεπειών. Στις επόμενες δεκαετίες, «φυσικές καταστροφές» θα προκαλούνται με μεγαλύτερη συχνότητα και ένταση, λόγω της κλιματικής αλλαγής και της ανθρωπογενούς επιβάρυνσης του περιβάλλοντος.

Σήμερα στον τομέα της πολιτικής προστασίας επικρατεί διάχυση αρμοδιοτήτων, έλλειψη μέσων και προσωπικού και ελλιπής συμμετοχή της αυτοδιοίκησης. Από την άλλη, πολλές εθελοντικές ομάδες πολιτών δραστηριοποιούνται κύρια στη δασοπροστασία, με σημαντική συνεισφορά.

Κεντρικός συντονισμός της πολιτικής προστασίας ανά γεωγραφική περιοχή, με καθοριστικό και θεσμοθετημένο το ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης, με μεταφορά πόρων από τον κρατικό προϋπολογισμό και παράλληλη ένταξη στο σχεδιασμό των εθελοντικών οργανώσεων .

Προμήθεια του κατάλληλου εξοπλισμού και χρήση όλων των σύγχρονων μέσων και υποδομών άμεσης αντιμετώπισης των κρίσεων. Χρηματοδότηση της έρευνας για εξεύρεση μεθόδων αντιμετώπισης των φυσικών καταστροφών και εκπόνηση σχεδίων από επιστημονικούς φορείς

Οργάνωση των φορέων και υπηρεσιών που εμπλέκονται στην πολιτική προστασία, ουσιαστική κινητοποίηση των πολιτών και προώθηση του εθελοντισμού, με παροχή αναγκαίων προϋποθέσεων και ουσιαστικών ηθικών κινήτρων στους πολίτες (ασφαλιστική κάλυψη, επαρκής εκπαίδευση και μέσα προστασίας).

Διεθνής, ευρωπαϊκή και περιφερειακή διάσταση

Παρά τη νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση, το κοινωνικό έλλειμμα και τις εγγενείς αντιφάσεις της θεσμών της ΕΕ, η περιβαλλοντική της πολιτική συνέβαλε ώστε να εισαχθούν σταδιακά, σε χώρες που υπολείπονται σε σχετικούς θεσμούς και διοικητικές δομές, όπως η Ελλάδα, αρχές περιβαλλοντικής διαχείρισης σε πλείστα θέματα. Ωστόσο, η «προωθημένη» περιβαλλοντική πολιτική της ΕΕ μπορεί να δεχθεί κριτική σε πολλά σημεία, καθώς τείνει να ισορροπεί με τις πιέσεις ποικίλων οικονομικών λόμπι, ενώ βασίζεται σε μια φιλελεύθερη, προσανατολισμένη στους μηχανισμούς της αγοράς, προσέγγιση για τη φύση και την ανάπτυξη.

Στη χώρα μας, η ενσωμάτωση ακόμη και των θετικών στοιχείων της περιβαλλοντικής πολιτικής της ΕΕ είναι αργή και στρεβλή, συνηθέστερα υπό την απειλή καταδικών από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, με πρόχειρο και αναποτελεσματικό τρόπο και ελλειμματική εφαρμογή. Η ανυπαρξία εγχώριας ενημέρωσης για τη διαμόρφωση των ευρωπαϊκών περιβαλλοντικών πολιτικών και των αντίστοιχων διεθνώς επιδίκων ζητημάτων εξυπηρετεί κύρια την αναπαραγωγή των εξουσιαστικών μηχανισμών κατανομής των φυσικών πόρων και λήψης των αναπτυξιακών αποφάσεων. Επιπλέον, αποτρέπει και μια ουσιαστική συζήτηση για το χαρακτήρα και τα όρια των περιβαλλοντικών πολιτικών της ΕΕ και διαιωνίζει την απουσία της Ελλάδας από τις διαδικασίες διαμόρφωσής τους.

Στην εγγύτερη γειτονιά μας, την περιφέρεια της νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου, τα περιβαλλοντικά προβλήματα είναι ιδιαίτερα οξυμένα. Αν και τα κράτη μοιράζονται μεγάλης σημασίας φυσικούς πόρους για τους οποίους υπάρχει κοινή ευθύνη, δεν υπάρχουν εγκαθιδρυμένοι μηχανισμοί διεθνούς συνεργασίας και διακρατικές συμφωνίες για ζητήματα όπως η διασυνοριακή ρύπανση υδάτων και η μεταφορά επικινδύνων αποβλήτων.

Επιπλέον, σε ευρωπαϊκό/ παγκόσμιο επίπεδο, η Ελλάδα, ως ανεπτυγμένη χώρα, έχει την ευθύνη να υποστηρίξει δίκαιες ρυθμίσεις στο διακρατικό διάλογο για την κλιματική αλλαγή, την ανάπτυξη, το διεθνές εμπόριο, ρυθμίσεις που θα λαμβάνουν υπόψη την ιστορικά άνιση συνεισφορά κάθε λαού στα σημερινά προβλήματα και θα επιμερίζουν αναλογικά τις ευθύνες για την αναστροφή της κατάστασης. Σήμερα, το αντίστοιχο διεθνές πλαίσιο συμβάλλει στην αναπαραγωγή εκμεταλλευτικών σχέσεων μεταξύ ανεπτυγμένων χωρών και του παγκόσμιου Νότου.

Όχι στην «εξαγωγή ρύπανσης» προς λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη της περιφέρειας, που ευνοείται από την «απελευθέρωση» των τοπικών αγορών, το χαμηλότερο εργατικό κόστος, τα «ευέλικτα» θεσμικά πλαίσια και τους ασθενείς μηχανισμούς περιβαλλοντικού ελέγχου.

Υπογραφή διεθνών συμφωνιών και σύναψη σχέσεων συνεργασίας με τις χώρες της Βαλκανικής και της Μεσογείου, ώστε να αποτρέπεται η χρησιμοποίησή τους ως χώρων περιβαλλοντικού ντάμπινγκ, ως υποδοχείς ρυπογόνων και ανθυγιεινών δραστηριοτήτων ή αποθήκες επικίνδυνων αποβλήτων. Από κοινού προστασία και διαχείριση των διακρατικών φυσικών πόρων και συνεργασία σε θέματα χωρικού σχεδιασμού, διασυνοριακής ρύπανσης, υδάτινων πόρων, διαχείρισης αποβλήτων, γενετικά τροποποιημένων οργανισμών, πυρηνικών εγκαταστάσεων κ.ά.

Στήριξη στους διεθνείς οργανισμούς προτάσεων για θεσμοθέτηση ισότιμων διαπεριφερειακών θεσμών με περιβαλλοντικό αντικείμενο, ώστε να διασφαλίζεται η ειρηνική συνεργασία και η κοινή προσπάθεια των λαών για την αντιμετώπιση των οικολογικών προκλήσεων

Ανάπτυξη της συνεργασίας και κοινών πρωτοβουλιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο των δυνάμεων της ριζοσπαστικής αριστεράς και οικολογίας για τη διαμόρφωση, ισχυρών και δίκαιων, διεθνών περιβαλλοντικών πολιτικών.

.