Λιάνα Τσιρίδου
Η υπόθεση «Λευκίμμη» δεν τελείωσε.
Παρότι είναι νωπές ακόμα οι εντυπώσεις από την τρομοκρατική επίθεση των ΜΑΤ στη Λευκίμμη και από τα τραγικά γεγονότα που την ακολούθησαν, είναι χρήσιμο να προσπαθήσουμε να προχωρήσουμε και σε κάποια γενικότερα συμπεράσματα που να καταγράφουν το πνεύμα της νέας εποχής, μέσα στην οποία ήδη βαδίζουμε.
Όλο και πιο έντονα νιώθουμε όλοι μας -και όχι μόνο τον τελευταίο χρόνο- τη μυρωδιά των καπνογόνων της κρατικής καταστολής και του φόβου που τη συνοδεύει. Οι «ζαρντινιέρες», «τα πράσινα παπούτσια», τα χημικά κατά του περυσινού φοιτητικού κινήματος, αλλά και κατά των απεργών των ΟΤΑ και κάθε είδους κινητοποιήσεων είναι αδιάψευστες αποδείξεις της έντασης της κρατικής βίας. Παρόλα αυτά δε θα πρέπει το γεγονός να μας προκαλεί έκπληξη, σε μια εποχή που καταπατούνται όλα τα εργασιακά δικαιώματα, πολλαπλασιάζονται τα φαινόμενα φτώχειας, μικροαστικά και μεσαία στρώματα της κοινωνίας -που μέχρι πριν μια δεκαετία ευημερούσαν- οδηγούνται στη φτώχεια και υποβαθμίζεται από κάθε άποψη η ποιότητα ζωής όλων μας. Αυτό που κυριαρχεί είναι το παιχνίδι της κερδοσκοπίας, και η με κάθε τρόπο ενίσχυση της κερδοφορίας του κεφαλαίου με παράλληλη συμπίεση του κόστους εργασίας και των κοινωνικών παροχών. Οι αντιδράσεις που γεννιούνται από αυτήν την πολιτική του νεοφιλελευθερισμού θα είναι όλο και μεγαλύτερες. Το ίδιο έντονες όμως προβλέπονται και οι κατασταλτικές – τρομοκρατικές πολιτικές των κυβερνήσεων.
Δυστυχώς μέσα σε αυτό το πλαίσιο αλλάζει και ο χαρακτήρας της εξουσίας της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η κυβέρνηση επιδιώκει να καταδικάσει τους δήμους σε οικονομικό μαρασμό, τους αναθέτει αρμοδιότητες χωρίς πόρους, ωθώντας τους σε ένα είδος «διαχείρισης της φτώχειας». Ωστόσο, οι νέοι δήμοι, πιο εκτεταμένοι, επιδιώκουν την ευρωστία τους με πολλά ευρωπαϊκά προγράμματα προς εκμετάλλευση, διαχειρίζονται πια πολύ σημαντικά κονδύλια μέσα από αναπτυξιακές επιχειρήσεις και θυγατρικές εταιρείες και οργανισμούς. Αυτό τους δίνει την αίσθηση της δύναμης ότι μπορούν να συμμετέχουν πιο αποφασιστικά - και προς ιδίαν δόξαν και όφελος, γιατί όχι – στο μεγάλο παιχνίδι, το οποίο στην πραγματικότητα δεν είναι άλλο από το παιχνίδι της ολοκλήρωσης του καπιταλισμού στην Ελλάδα. Ακόμα και με τη βοήθεια των ΜΑΤ, αν απειλείται η νέα μεγάλη αξία της εποχής μας, η αποτελεσματικότητα. Αλλιώς δεν εξηγείται πώς δεκατρείς δήμαρχοι, έχοντας επίγνωση τι σημαίνει έφοδος των ΜΑΤ, αγνόησαν τον κίνδυνο και κάθε δημοκρατική ευαισθησία του προτέρου βίου τους και αποφάσισαν να ρισκάρουν, και, μάλιστα, μόνο και μόνο για να τελειώσει ένα έργο, το οποίο έτσι κι αλλιώς και μαζικές αντιδράσεις προκαλούσε και το πρόβλημα των σκουπιδιών δεν επρόκειτο να λύσει, και κινδυνεύει να είναι άκαιρο, αφού η Ευρωπαϊκή Ένωση θα καταργήσει τους ΧΥΤΑ από το 2010. Και αφού έσπειραν ανέμους για πολλά χρόνια καθιστώντας τον εαυτό τους αναξιόπιστο απέναντι στην κοινή γνώμη και τους πολίτες, αποφάσισαν στο τέλος να λεονταρίσουν. Τώρα θερίζουν θύελλες, με μια νεκρή και ένα αγοράκι δεκαπέντε ετών να μετατρέπεται σε αποδιοπομπαίο τράγο και εξιλαστήριο θύμα της δικής τους πολιτικής.
Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση ένα μόνο είναι το χρέος που απομένει σε όλους όσοι δε θέλουν να παρασυρθούν στην τρέλα και στον αμοραλισμό της «νέας ηθικής».
Το έργο πρέπει να σταματήσει τώρα. Έτσι κι αλλιώς ένα έργο βαμμένο στο αίμα των πολιτών μόνο μνημείο τραγωδίας μπορεί να θεωρείται.
Τα ΜΑΤ πρέπει να αποχωρήσουν τώρα από το νησί και να αρχίσει αμέσως η διαδικασία απόδοσης ευθυνών στους αληθινούς ενόχους του θανάτου της Μ. Κουλούρη.
Να σταματήσει αμέσως κάθε σκέψη για ποινική δίωξη κατά του δεκαπεντάχρονου νέου, τον οποίο θέλουν να παρουσιάσουν ως φυσικό αυτουργό ενός εγκλήματος.
Να ξεκινήσει αμέσως η μελέτη για τη συνολική διαχείριση των απορριμμάτων στο νομό, με την πιο σύγχρονη τεχνολογία.
Αλλιώς θα βρουν σε κάθε περίπτωση απέναντί τους την οργή μας.
Λιάνα Τσιρίδου
Γραμματεία ΣΥ.ΡΙΖ.Α Κέρκυρας