ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η αναθεωρητική διαδικασία πρέπει προφανώς να αντιστοιχείται με ανάγκες οι οποίες έχουν καταγραφεί μέσα στη διαδρομή των ετών. Δηλαδή, αναθεωρούμε διατάξεις προκειμένου να αντιμετωπίσουμε υπαρκτά προβλήματα και στο επίπεδο του καταστατικού χάρτη του Συντάγματος.
Και θέτω αυτήν την προϋπόθεση ακριβώς για να ερωτήσω τους συναδέλφους της Νέας Δημοκρατίας και του ΛΑ.Ο.Σ. ποια είναι η ανάγκη που επιβάλλει τη συνταγματική αναθεώρηση, την αναθεώρηση του άρθρου 16, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα να ιδρύονται μη κρατικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, όπως λέει η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας.
Και αν κάποιοι διεκτραγωδούν -εμείς δεν συμφωνούμε με τη διεκτραγώδηση που γίνεται- τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, το ερώτημά μας είναι ευθύ. Σε τι εμπόδισε το άρθρο 16 του Συντάγματος ως έχει να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα του δημόσιου πανεπιστημίου, της δημόσιας δηλαδή ανώτατης εκπαίδευσης;
Πιστεύει κανείς καλόπιστα –όχι, βέβαια, οχυρωμένος πίσω από την αλαζονική πολιτική άποψη του κόμματός του- ότι το άρθρο 16 εμπόδισε να ληφθούν μέτρα για να ενισχυθεί το αυτοδιοίκητο του πανεπιστημίου, να ενισχυθεί η εκπαίδευση που παρέχεται μέσα στο δημόσιο πανεπιστήμιο;
Εμείς λέμε «προφανώς, όχι». Εκείνο που εμπόδισε την αντιμετώπιση των προβλημάτων της ανώτατης εκπαίδευσης ήταν ο βαθύτατα συντηρητικός, όσο και αδιάφορος τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε το πανεπιστήμιο μέσα στη διαδρομή πολλών ετών και προφανώς όχι μόνο κατά το διάστημα που την κυβερνητική εξουσία την ασκεί η Νέα Δημοκρατία.
Επομένως, πίσω απʼ αυτήν την πρόταση, δεν ανιχνεύεται, αλλά είναι βέβαιο ότι υπάρχει η πολιτική επιλογή –με την οποία εμείς διαφωνούμε, γιατί τη θεωρούμε βαθύτατα νεοφιλελεύθερη και συντηρητική- να σπάσει, να ρηγματωθεί ο δημόσιος χαρακτήρας της ανώτατης εκπαίδευσης και να δοθεί η δυνατότητα σε μη κερδοσκοπικές αστικές –κατά τη διορθωμένη εκδοχή της πρότασης- ενώσεις να ιδρύουν πανεπιστήμια.
Περί αυτού ο λόγος. Και ποιος πιστεύει ότι δεν επέρχεται η ρηγμάτωση του δημόσιου χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης;
Επιστρατεύθηκαν διάφορα επιχειρήματα, μεταξύ των οποίων και το ότι αν έχουμε πανεπιστήμια ιδρυμένα και λειτουργούντα ως μη κερδοσκοπικές ενώσεις, θα αντιμετωπίσουμε –έτσι ακούστηκε και από το στόμα του κυρίου Πρωθυπουργού- τη φοιτητική μετανάστευση.
Ας το επαναλάβουμε. Το ζήτημα της φοιτητικής μετανάστευσης μπορεί να αντιμετωπιστεί με την αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο πρέπει να καθιστά ευκολότερη την πρόσβαση των νέων ανθρώπων στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης. Σε τίποτα δεν εμπόδισε το άρθρο 16 ως έχει και σε τίποτα δεν εμποδίζει την αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πρόκειται για δύο διαφορετικές πολιτικές απόψεις και πρέπει να το πούμε πάρα πολύ καθαρά. Εμείς, ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς πιστεύει ότι η παιδεία είναι δημόσιο αγαθό και το δημόσιο αγαθό πρέπει να παράγεται μόνο μέσα στο δημόσιο χώρο. Οτιδήποτε άλλο αδικεί την ουσία του δημόσιου αγαθού.
Όμως, ας έρθουμε στα επιχειρήματα τα οποία κατατίθενται αναφορικά με τις μη κερδοσκοπικές ενώσεις οι οποίες θα έχουν τη δυνατότητα να ιδρύουν πανεπιστήμια.
Η πρότασή σας αν μη τι άλλο είναι ελλιπής -και επιλέγω επίτηδες επιεική έκφραση- για το λόγο ότι ειδικός νόμος, λέτε, δηλαδή, εκτελεστικός νόμος, θα ορίσει τις προϋποθέσεις για την ίδρυση αυτών των πανεπιστημίων που προτείνετε. Όμως, δεν ακούσαμε ποιο θα είναι το περιεχόμενο αυτού του νόμου και ποιοι θα είναι οι άξονες αυτού του νόμου, οι οποίοι θα στηρίζουν ακριβώς αυτό το οποίο λέτε, ότι δηλαδή αυτά τα πανεπιστήμια θα είναι υπό τον άμεσο έλεγχο του κράτους.
Σπεύδω επίσης, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να σας πω ότι ο άμεσος έλεγχος του κράτους -προκειμένου για πανεπιστήμια τα οποία λειτουργούν από ενώσεις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα- σχετικοποιείται. Δεν μπορεί να είναι απόλυτος. Δεν μπορεί να είναι ο έλεγχος που γίνεται στο αμιγώς δημόσιο πανεπιστήμιο.
Και θα σας έλεγα, εντελώς καλόπιστα, να ανατρέξετε σε χώρες που υπάρχουν τέτοια πανεπιστήμια, για να διαπιστώσετε ότι ο έλεγχος του δημοσίου είναι μέχρις ενός ορισμένου σημείου.
Ο δημόσιος έλεγχος θέτει προϋποθέσεις εκπαιδευτικού προγράμματος, αλλά από εκεί και πέρα υπάρχει και ένα μεγάλο πεδίο, όπου το ίδιο το πανεπιστήμιο που θα βρίσκεται στα χέρια μη κερδοσκοπικής ένωσης θα καθορίζει άλλα στοιχεία του προγράμματος. Και νομίζω ότι δεν κομίζω τίποτα νεώτερο, διότι σας λέω ότι αυτό υπάρχει σε όλα τα πανεπιστήμια που λειτουργούν με το χαρακτήρα που εσείς εισηγείστε για να λειτουργούν τα πανεπιστήμια που θέλετε.
Είναι γνωστό ότι οι μη κερδοσκοπικές ενώσεις μπορεί να μην διανέμουν κέρδη, αλλά έχουν οικονομικές δραστηριότητες. Οι οικονομικές δραστηριότητες δεν εμποδίζονται από τον μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα της ένωσης. Οτιδήποτε άλλο λέγεται, βεβαιωθείτε ότι είναι αβάσιμο –τουλάχιστον αβάσιμο- γιατί πιστεύω ότι κανένας δεν θέλει για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα να μιλά προσχηματικά.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Νέας Δημοκρατίας, το διεκδικούμενο από εκείνους που θα ιδρύσουν πανεπιστήμια –με τη μορφή, επαναλαμβάνω, που τα προτείνετε- είναι μόνο το υλικό κέρδος; Είναι τα χρήματα, δηλαδή, που προσδοκούν; Ή μήπως το κέρδος μπορεί να αναφέρεται και σε άλλο περιεχόμενο, επί παραδείγματι, τη διαμόρφωση ειδικών στοιχείων, εξαιρετικά αναγκαίων, για τη λειτουργία της αγοράς, η οποία ελέγχεται από εκείνους που θα έχουν την οικονομική δυνατότητα να ιδρύουν τέτοια πανεπιστήμια;
Κατά συνέπεια, είναι εξαιρετικά εύκολος όσο και πρόχειρος λόγος να διατυπώνεται η άποψη ότι καλά είναι τα πανεπιστήμια που εσείς προτείνετε, από την ώρα που δεν θα κερδοσκοπούν, δηλαδή δεν θα διεκδικούν να εξασφαλίζουν οικονομικό όφελος. Όμως, έχει συνομολογηθεί εδώ και χρόνια ότι το όφελος και το κέρδος δεν είναι μόνο το υλικό μέρος, αλλά και πολλά, μα πάρα πολλά άλλα στοιχεία και μερικά από αυτά σας τα ανέφερα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αντιπαρέρχομαι ευκολίες χαρακτηρισμών που υπήρξαν για εμπρησμούς πανεπιστημίων, για εμπρησμούς δημοσίων κτιρίων και όλα τα συναφή.
Εμείς, ως ΣΥ.ΡΙΖ.Α., από εξαιρετικά υπεύθυνη θέση, όταν, κύριε Υπουργέ, η Βουλή των Ελλήνων με την προκάτοχό σας συζητούσε το νόμο-πλαίσιο, καταθέσαμε 52 τροπολογίες. Και θέλω να πω ότι δεν περιοριζόμαστε σε μια γενική άρνηση και σε ένα στείρο καταγγελτισμό. Καταθέτουμε την πρότασή μας και πιστεύουμε ότι αυτές οι προτάσεις που καταθέσαμε, εάν είχαν γίνει δεκτές, θα αποτελούσαν στοιχεία ενισχυτικά του δημοσίου πανεπιστημίου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχει προβλήματα το πανεπιστήμιο; Ας επανέλθω σε αυτό. Βεβαίως, έχει. Και επαναλαμβάνω ότι δεν συμμερίζομαι την εξαιρετικά απλουστευτική διάθεση που υπάρχει σε κάποιους ότι τίποτα δεν λειτουργεί μέσα στο πανεπιστήμιο. Όμως, έχει προβλήματα.
Αυτά, όμως, τα προβλήματα –επαναλαμβάνω- μπορούν να αντιμετωπιστούν, εάν και ο νόμος-πλαίσιο αλλάξει και αν υπάρξει μια άλλη στήριξη του δημόσιου πανεπιστημίου, έτσι ώστε πράγματι να εξασφαλίζει εκείνο το επίπεδο που όλοι διεκδικούμε με την παραδοχή ότι το μεγαλύτερο πια επενδεδυμένο κεφάλαιο -με την ευρύτητα του όρου- πρέπει να είναι η παιδεία με ό,τι συνεπάγεται αυτή η επένδυση και, προφανώς, για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις, δεν ομιλώ με οικονομικούς όρους.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ετέθη ένα ερώτημα από τον αγαπητό κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο, τον ειδικό αγορητή του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, που εγώ τον προσφωνώ με το όνομά του, τον κύριο Αχιλλέα Κανταρτζή. Ο ίδιος δεν επέλεξε να με προσφωνήσει και με το επώνυμό μου. Και δεν το λέω τυχαία, Αχιλλέα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει δικαίωμα να παρέμβει και να διεκδικήσει η Ελλάδα να εγκαταλείψει τη συνταγματική θέση που έχει και να ιδρύσει ιδιωτικά πανεπιστήμια, όπως μάλιστα προτείνονται από τη Νέα Δημοκρατία. Τα ζητήματα της παιδείας είναι εσωτερική υπόθεση των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αυτό είναι άλλης τάξεως ζήτημα και τελείως διαφορετικό. Όντως η Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω των λεγομένων «επαγγελματικών δικαιωμάτων», επιχειρεί να διαμορφώσει το καθεστώς στο οποίο αναφέρθηκε ο κ. Κανταρτζής και να επιβάλει τις γνωστές νόρμες για την εκπαίδευση που αυτή θέλει. Είναι άλλης τάξεως ζήτημα -και το αναδεικνύω αυτό το θέμα- ακριβώς γιατί είναι διαφορετική η απόκρουση που πρέπει να γίνει.
Και βεβαίως, κύριε Υπουργέ, έχω την άποψη –και όχι μόνο πολιτικά- ότι και η απόκρουση όσων πιεζόμεθα να δεχθούμε είναι δυνατόν, στο όνομα της αρχής και της παραδοχής ότι τα θέματα της παιδείας είναι εσωτερική υπόθεση, να αντιμετωπιστεί χωρίς υποχωρήσεις, οι οποίες είναι παρούσες.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα επιχειρήματά μας τα έχουμε καταθέσει και στην προηγούμενη διαδικασία. Εμείς μείναμε και μένουμε στην αναθεωρητική του Συντάγματος διαδικασία. Δεν αποχωρήσαμε. Επιλέξαμε να είμαστε παρόντες και όχι απόντες. Και το λέω αυτό για το ΠΑ.ΣΟ.Κ., το οποίο επετέθη στο Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς, για να μας πει ότι εμείς συμπράττουμε σε μια αναθεωρητική διαδικασία η οποία δεν έχει ουσία.
Ουσία έχει να αποκρούσεις την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Πολιτική ουσία έχει να αποκρούσεις εδώ μέσα -και να το ακούει όλος ο ελληνικός λαός- την αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος. Ουσία έχει να μένεις εδώ και να διεκδικείς, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, να υπάρξει η καθιέρωση του ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος.
Εμείς αυτή τη στάση επιλέξαμε. Όμως, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. θέλησε να φύγει, ακριβώς διότι ταλαντεύτηκε. Δεν είχε θέση. Ή μάλλον είχε θέση που κάποια στιγμή κατάλαβε ότι η εκπαιδευτική κοινότητα, ο ελληνικός λαός, δεν την ήθελε αναφορικά με την αναθεώρηση του άρθρου 16.
Επομένως, εαυτόν ας μέμφεται και όχι το Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς, ο οποίος πολιτικά αυτοπροσδιορίζεται και δεν ετεροκαθορίζεται από τη στάση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Εμείς δεν θέλουμε να αναθεωρηθεί το άρθρο 16 του Συντάγματος ούτε το άρθρο 24, όπως και κάποια άλλα.
Αλλά μένουμε, επαναλαμβάνω, στη διαδικασία, για να ψηφίσουμε εκείνες τις διατάξεις, αυτές που πιστεύουμε ότι μπορούν να αναθεωρηθούν και να μην επιτρέψουμε να ανοίξει κάτω από άλλους συσχετισμούς νέα αναθεωρητική διαδικασία, γιατί υπάρχει ο κίνδυνος Νέα Δημοκρατία και ΠΑ.ΣΟ.Κ. να βρεθούν στην ίδια πολιτική θέση και για το άρθρο 16 και να το αναθεωρήσουμε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εμείς θεωρούμε πάρα πολύ σημαντικό το γεγονός ότι με τους αγώνες της εκπαιδευτικής κοινότητας, με τους αγώνες του ελληνικού λαού αποκρούστηκε η αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος και αναγκάστηκε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. να αποχωρήσει απʼ αυτήν εδώ τη διαδικασία.
Με αυτή τη θέση προσερχόμαστε στη σημερινή συζήτηση για το άρθρο 16 του Συντάγματος και με την ίδια θέση θα είμαστε παρόντες, για να καταψηφίσουμε την ημέρα που θα γίνει η σχετική ψηφοφορία.