Skip to main content.
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
14/05/2008

Ομιλία ΦΩΤΗ ΚΟΥΒΕΛΗ στην αναθεώρηση του Συντάγματος στα άρθρα 24 παρ.1, 117 παρ.3, 29 παρ.2 και3, 57 παρ.1, 58, 62 και 115 παρ.2

ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Ευχαριστώ, κύριε Παναγιωτόπουλε, και εσάς και τον κύριο Πρόεδρο για την αλλαγή της σειράς.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η συζήτηση και πάλι για το άρθρο 24 του Συντάγματος. Βεβαίως, η σημερινή πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για την Αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος είναι διαφορετική, σε σχέση με εκείνη που είχε καταθέσει στην προηγούμενη διαδικασία. Με τη νεότερη πρόταση εγκαταλείπει την αρχή της βιωσιμότητας και παραμένει στην αρχή της αειφορίας και βεβαίως μετακινεί το χρονικό όριο για το χαρακτηρισμό των δασικών εκτάσεων και των δασών, από την 11η Ιουνίου του 1975, στο έτος 1961. Και πάλι, όμως, το πρόβλημα παραμένει και αν τυχόν ήθελε ψηφιστεί η Αναθεώρηση αυτή, θα διευρύνονταν οι πύλες εισόδου διαφόρων κερδοσκοπικών διαθέσεων για την προσβολή εκτάσεων που αναφέρονται στον πυρήνα του περιβάλλοντος που πρέπει να προστατευθεί, με το δεδομένο ότι δεν είναι ασφαλές όριο το έτος 1961, με το δεδομένο ότι υπάρχουν χαρτογραφήσεις, αεροφωτογραφίες, που μιλάνε για πολλά χρόνια πριν για το χαρακτηρισμό των εκτάσεων και όπως αυτός ο χαρακτηρισμός γίνεται από το Σύνταγμα.

Προσωπικά είμαι οπαδός του αξιώματος «άπαξ δάσος, πάντα δάσος». Και έχουμε την υποχρέωση να προσχωρήσει η Βουλή των Ελλήνων σʼ αυτό το αξίωμα, με το δεδομένο ότι το περιβάλλον έχει ανάγκη στήριξης, προστασίας, σε μία στιγμή μάλιστα που δεν υπάρχει αντίθετη άποψη, πολιτική, κοινωνική, επιστημονική, ότι ο πλανήτης δεν είναι αθάνατος, όπως αθάνατη δεν είναι και η Ελλάδα από την άποψη του περιβάλλοντος που συστηματικά έχει λεηλατηθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια.

Το κρίσιμο στοιχείο στην προτεινόμενη Αναθεώρηση, εκ μέρους της Νέας Δημοκρατίας -για το άρθρο 24 ομιλώ- είναι η διατύπωση. Κατʼ εξαίρεση η χωροταξική και πολεοδομική αναδιάρθρωση για την εξασφάλιση καλύτερων όρων διαβίωσης, αποτελεί λόγο δημοσίου συμφέροντος που επιτρέπει τη μεταβολή του προορισμού μόνο δασικών εκτάσεων. Νόμος ορίζει τα ειδικότερα μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Είναι προφανές ότι ανοίγει ο δρόμος, στο όνομα των αναγκών των χωροταξικών και πολεοδομικών σχεδιασμών, να προσβληθούν οι δασικές εκτάσεις με το πρόσθετο δεδομένο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι ο χαρακτηρισμός μίας εκτάσεως ως δασικής και όχι ως δάσος, είναι εξαιρετικά ευχερής στη βάση της κείμενης νομοθεσίας.

Βεβαίως, δεν θέλω να αναφερθώ λεπτομερέστερα στο θέμα αυτό για το λόγο ότι με δεδομένους τους παρόντες πολιτικούς συσχετισμούς δεν θα υπάρξει Αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος και τούτο είναι ευτυχές με την έννοια ότι η οποιαδήποτε Αναθεώρησή του θα σήμαινε δυνατότητες περαιτέρω προσβολής του περιβάλλοντος της χώρας.

Θέλω όμως να θέσω στην κρίση σας το ακόλουθο: Επιχειρείται η διάκριση μεταξύ δάσους και δασικής έκτασης, όταν είναι επιστημονικά βεβαιωμένο ότι αυτός ο διαφορετικός χαρακτηρισμός, δάσος από τη μία μεριά, δασική έκταση από την άλλη, είναι εξαιρετικά δυσχερής όσο και επικίνδυνος με το δεδομένο ότι η χλωρίδα της Μεσογείου και ειδικότερα η χλωρίδα της χώρας μας είναι κυμαινόμενη με τόση ένταση που πράγματι κανείς δεν μπορεί να διακρίνει με σαφήνεια τη δασική έκταση από το δάσος, όταν μάλιστα η δασική έκταση πολλές φορές εισέρχεται μέσα στο δάσος και διαμορφώνει συνθήκες για την ανάπτυξη του δάσους, όπως η επιστήμη επιμένει εδώ και πάρα πολλά χρόνια.

Σε κάθε περίπτωση, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς για τους λόγους που εξέθεσα, αλλά και για τους λόγους που άλλες φορές έχουμε συστηματικά εκθέσει, εμείς καταψηφίζουμε την Αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος.

Σε ό,τι αφορά το άρθρο 29, για τα οικονομικά των κομμάτων και τα άλλα συναφή θέματα που εμπεριέχονται στη σχετική πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν χρειάζεται καμία Αναθεώρηση η συγκεκριμένη διάταξη. Και δεν χρειάζεται διότι έχει επάρκεια το άρθρο 29 του Συντάγματος αναφορικά με τα οικονομικά και τα άλλα συναφή θέματα των κομμάτων, αλλά οφείλουμε να είμαστε ειλικρινείς. Σε τίποτε δεν εμπόδισε το άρθρο 29 να διαμορφώνονται τα αναγκαία στοιχεία της οικονομικής πολιτικής διαφάνειας. Σε τίποτε δεν εμπόδισε το άρθρο 29, να ελέγχονται με έναν αποφασιστικό τρόπο οι εκλογικές δαπάνες.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν έχουμε νόμο που ορίζει το όριο των εκλογικών δαπανών; Προφανέστατα και έχουμε. Τηρείται; Εφαρμόζεται αυτός ο νόμος; Επίσης, προφανώς όχι. Πείθεται κανένας ότι τα δηλούμενα εκλογικά έξοδα, οι δηλούμενες εκλογικές δαπάνες είναι αυτές που αντιστοιχούν στην πραγματικότητα; Μα, είναι πασίδηλο, εάν παρατηρήσουμε τα πράγματα, πως έχουμε αναντιστοιχία δηλουμένων δαπανών και δαπανών που έχουν πραγματοποιηθεί. Ή, ας μην κρυβόμαστε, δεν γνωρίζουμε τις αδιαφανείς διαδικασίες και τους σκοτεινούς δρόμους που επιλέγονται για τη λεγόμενη έμμεση, γκρίζα διαφήμιση, η οποία δεν καταγράφεται ούτε συνυπολογίζεται στο ύψος των δαπανών στη βάση της πρόβλεψης που γίνεται από τον υπάρχοντα νόμο, σε συνάφεια με το άρθρο 29 του Συντάγματος;

Και είναι ακριβές. Η πολιτική διαφάνεια δεν καθορίζεται με κάποιο νόμο. Η πολιτική διαφάνεια είναι το αποτέλεσμα συγκεκριμένης πολιτικής συμπεριφοράς. Η πολιτική διαφάνεια είναι το αποτέλεσμα συγκεκριμένα πολιτικών επιλογών, αλλά και των κοινωνικών ελέγχων που θα έπρεπε να υπάρχουν για την ασκούμενη πολιτική.

Διαφωνούμε κατά συνέπεια με την αναθεώρηση του άρθρου 29 του Συντάγματος, επισημαίνοντας επιπροσθέτως ότι τα ζητήματα της εσωκομματικής λειτουργίας είναι υπόθεση των ίδιων των κομμάτων και δεν είναι δυνατόν να οδηγούνται σε μία ασφυξία από τον καθορισμό κάποιων νομοθετικών κανόνων.

Σε ό,τι αφορά στην αναθεώρηση του άρθρου 57 του Συντάγματος για το λεγόμενο απόλυτο ασυμβίβαστο. Δεν θα επαναλάβω τα όσα έχω υποστηρίξει εδώ και πάρα πολύ καιρό, αλλά και όταν συζητούσαμε επί της αρχής της αναθεώρησης του Συντάγματος. Και η διατύπωση που έκανε η κυρία Πρόεδρος, η αγαπητή συνάδελφος κυρία Μπενάκη αναφορά με το άρθρο 57, μας βρίσκει σύμφωνους, την αποδεχόμεθα όπως ακριβώς τη διατυπώσατε σε συνεννόηση και με μας και με το Κ.Κ.Ε.

Να μην επιμείνω και να μην αναφέρω τα αδιέξοδα που άρχισε να διαμορφώνει η καθιέρωση του άρθρου 57 του Συντάγματος στην αναθεώρηση του έτους 2001. Τα αποτελέσματα νομίζω ότι είναι ορατά ακόμη και για εκείνους που τότε υποστήριζαν ότι έπρεπε να καθιερωθεί το απόλυτο ασυμβίβαστο.

Σε ό,τι αφορά το άρθρο 58 για την εκδίκαση υποθέσεων που αφορούν στις εκλογές από το συνταγματικό δικαστήριο, επίσης δεν ψηφίζουμε την αναθεώρηση της συγκεκριμένης αυτής διατάξεως για την ταυτότητα του λόγου μας σε σχέση με το άρθρο 100 που αποτελεί άρθρο που θα συζητηθεί σε άλλη ενότητα για την ίδρυση συνταγματικού δικαστηρίου όπως προτείνεται από τη Νέα Δημοκρατία. Εκεί διεξοδικότερα θα έχουμε τη δυνατότητα να αναπτύξουμε τους λόγους για τους οποίους διαφωνούμε με την ίδρυση του λεγόμενου συνταγματικού δικαστηρίου.

Σε ό,τι αφορά το άρθρο 62 για τη βουλευτική ασυλία. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι και πάλι στο άρθρο 62 του Συντάγματος ως σήμερα έχει εξασφαλίζει επάρκεια. Άλλωστε η Βουλή των Ελλήνων εδώ και πάρα πολλά χρόνια έχει διαμορφώσει στέρεη την επιλογή να αποφασίζει την άρση της βουλευτικής ασυλίας όταν πρόκειται για πράξεις οι οποίες δεν αφορούν την πολιτική δράση του Βουλευτή. Και είναι ορθό να έχουμε άρση της βουλευτικής ασυλίας όταν αυτή ζητείται για πράξεις που δεν αναφέρονται στη σφαίρα της πολιτικής λειτουργίας του Βουλευτή. Και αυτό η Βουλή εδώ και κάμποσα χρόνια το έχει εξασφαλίσει και μάλιστα το έχει εξασφαλίσει με μεγάλη θα έλεγα πλειοψηφία και τις περισσότερες φορές με ομοφωνία. Διαφωνούμε κατά συνέπεια με την αναθεώρηση του άρθρου 62 του Συντάγματος που αναφέρεται στη βουλευτική ασυλία.

Μʼ αυτές τις σκέψεις έχω ολοκληρώσει και σας ευχαριστώ.