Συνέχιση της συζήτησης επί των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος, σύμφωνα με τα άρθρα 110 του Συντάγματος και 119 του Κανονισμού της Βουλής.
- Άρθρο 16, παράγραφοι 1, 5, 6, 7, 8, 10 και 11.
ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κάνω διάλογο, αντικρούω επιχειρήματα, αλλά αποκρούω μια επίθεση. Και εδώ πέρα πρόκειται, κατʼ εμάς, βεβαίως, για μια επίθεση απέναντι στη δημόσια εκπαίδευση.
Είναι τρομερό ότι κυβερνητικά στελέχη, Υπουργοί και Υφυπουργοί, σήμερα ήρθαν να μας μιλήσουν για την κατάντια του δημόσιου πανεπιστημίου, να ασκήσουν δριμύτατη κριτική στο σημερινό πανεπιστήμιο σαν να μην έχουν καμμιά ευθύνη γιʼ αυτήν την κατάσταση, σαν να πρόκειται για μια άλλη χώρα, σαν να μην είναι Κυβέρνηση, σαν να μην έχουν αυτοί την κύρια ευθύνη για όλα αυτά τα οποία προσάπτουν στο δημόσιο πανεπιστήμιο.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σήμερα ήθελα να σκεφθώ, πριν έρθω και εγώ στη σημερινή διαδικασία, αυτήν την πολύ σοβαρή συζήτηση που κάνουμε. Με συγκίνηση πρέπει να πω ότι διάβασα ένα απόσπασμα από την εισαγωγή στο βιβλίο σπουδών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ένα βιβλίο εκατόν πενήντα σελίδων –νομίζω- που απευθύνεται στους σπουδαστές αυτού του ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος. Θα σας διαβάσω αυτό το μικρό απόσπασμα το οποίο λέει τα εξής:
«Στο πλαίσιο του άρθρου 16 του ισχύοντος Συντάγματος (και του άρθρου 1 του νόμου τάδε), στο πλαίσιο της παράδοσης και της ανθρώπινης και υλικοτεχνικής υποδομής του, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, μέσω της αδιάσπαστης ενότητας των σπουδών και της έρευνας, έχει ως πρωτεύουσα θεσμική συνιστώσα της αποστολής του τη δωρεάν παροχή δημόσιας ανώτατης παιδείας υψηλής ποιότητας και την προαγωγή των επιστημών και της τεχνολογίας.»
Μετά απʼ όλη αυτήν την κουβέντα που κάναμε σήμερα, πραγματικά ξανά συγκινούμαι, διαβάζοντάς το, και ας το διαβάζω εγώ η ίδια απʼ αυτό εδώ το Βήμα.
Γιʼ αυτό ακριβώς, λοιπόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, γιʼ αυτόν το λόγο υπερασπιζόμαστε το άρθρο 16, επειδή πιστεύουμε στη δημόσια παιδεία, στο δημόσιο σχολειό, στο δημόσιο πανεπιστήμιο, στο δημόσιο χώρο και στην ελευθερία όλων αυτών.
Υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα στη γνώση όλων των πολιτών, την ελευθερία στη διδασκαλία και στην έρευνα. Μόνο το δημόσιο πανεπιστήμιο μπορεί να υπερασπίζεται αυτήν την ελευθερία στη σκέψη, την ελευθερία στην ανάπτυξη της διδασκαλίας και άρα και της επιστήμης. Και αυτό, γιατί κινείται ανεξάρτητα από τις δεσμεύσεις που θέλουν να επιβάλουν συγκεκριμένα ιδιωτικά συμφέροντα στη γνώση, στην επιστήμη, στην έρευνα.
Διότι αυτή είναι η αλήθεια, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι στο ιδιωτικό πανεπιστήμιο το περιεχόμενο των σπουδών και ο προσανατολισμός της έρευνας καθορίζεται από εξωπανεπιστημιακά και εξωεκπαιδευτικά κριτήρια.
Έχουν να κάνουν με ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, συγκεκριμένων συμφερόντων, συγκεκριμένων ιδιωτικών προγραμμάτων. Χρειάζεται όμως στήριξη το δημόσιο πανεπιστήμιο. Χρειάζεται στήριξη και υλική και ηθική. Αντίθετα σήμερα ακούσαμε από σειρά Βουλευτών και Υπουργών της Νέας Δημοκρατίας να κάνουν κριτική στο δημόσιο πανεπιστήμιο. Πολλές απ΄ αυτές τις κριτικές που ακούστηκαν, μπορεί να ισχύουν κιόλας. Ισχύουν πολλές απ΄ αυτές.
Ειπώθηκαν όλα αυτά αντί να βγάζουν ως συμπέρασμα ότι πρέπει να στηρίξουν τα πανεπιστήμια. Και αντί να τα στηρίξουν, φέρνουν ως λύση την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Αυτό θεωρούμε ότι αποτελεί σόφισμα και τίποτα άλλο.
Κύριοι συνάδελφοι της Νέας Δημοκρατίας και άλλοι συνάδελφοι που υποστηρίξατε αυτήν τη λύση, γιατί μιλάτε για τα θετικά των ξένων πανεπιστημίων; Θεωρείτε ότι τα θετικά χαρακτηριστικά αυτών των πανεπιστημίων οφείλονται στο γεγονός ότι έχουν και ανταγωνίζονται ιδιωτικά πανεπιστήμια στις χώρες τους, ότι γιʼ αυτό έχουν υψηλό επίπεδο σπουδών; Αυτό είναι ψέμα και δεν ισχύει επʼ ουδενί λόγο.
Εγώ χάρηκα πάρα πολύ που η κ. Μπενάκη η οποία είναι πανεπιστημιακός άνθρωπος και εκπαιδευτικός, ανέφερε σήμερα στην ομιλία της ποια είναι όντως η πραγματικότητα των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην υπόλοιπη Ευρώπη. Είναι ελάχιστα τα ιδιωτικά πανεπιστήμια που υπάρχουν, όντως και όπου υπάρχουν αυτά τα ιδιωτικά είναι γενικά μη ποιοτικά πανεπιστήμια. Τα καλά και αναγνωρισμένα πανεπιστήμια είναι όντως τα δημόσια κι αυτά είναι και τα περιζήτητα. Ορισμένα, είναι ημικρατικά, που βρίσκονται στην Αγγλία. Στη Γαλλία, στη Γερμανία, στη Σουηδία, στη Δανία δεν υπάρχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια. Δεν έχουν καμμιά υπόσταση. Στην Πορτογαλία ανθούν το τελευταίο διάστημα. Αυτή είναι η μόνη χώρα που ξέρω. Ορισμένα καλά ιδιωτικά πανεπιστήμια υπάρχουν όντως στην Ιταλία που είναι όμως εκκλησιαστικά και στο Βέλγιο. Στις ανατολικές χώρες τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, τα ξενόγλωσσα κ.λπ. είναι χαμηλοτάτου επιπέδου.
Δυστυχώς σήμερα από το Υπουργείο Παιδείας ακούστηκαν πράγματα που υπονομεύουν συστηματικά το δημόσιο πανεπιστήμιο, αφαιρώντας του τελικά μέσα από την πολιτική που ακολουθείτε χρήματα από την έρευνα, στερώντας από το διδακτικό προσωπικό των πανεπιστημίων μας ένα ανεκτό επίπεδο διαβίωσης.
Μόλις χθες εκβιαστικά μεθόδευσε ο κύριος Υπουργός Παιδείας την απαίτηση να καταθέσουν μέσα σε τρεις εβδομάδες τα πανεπιστήμια τετραετή προγράμματα, διαφορετικά, ανακοίνωσε ο κύριος Υπουργός, δεν πρόκειται να χρηματοδοτηθούν. Πρόκειται για τελεσίγραφο και δεν είναι μαθημένη με τελεσίγραφα η πανεπιστημιακή κοινότητα. Όμως τα πανεπιστήμια, οι σπουδαστές, οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι δικαιούνται αυτά τα χρήματα. Oι διοικήσεις των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ζήτησαν μια διορία μέχρι το Σεπτέμβριο κι αυτό τους το αρνήθηκε το Υπουργείο.
Ήδη πρέπει να πούμε εδώ και να τονίσουμε ότι οι πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες βρίσκονται σε κρίση και κλείνουν ορισμένες απ΄ αυτές επειδή το Υπουργείο Παιδείας αρνείται την τακτική χρηματοδότηση των βιβλιοθηκών αυτών για την αγορά βιβλίων και για την εξασφάλιση του αναγκαίου ανθρώπινου δυναμικού, του προσωπικού, προκειμένου να εξασφαλιστεί η λειτουργία των βιβλιοθηκών αυτών.
Δυστυχώς και ο κύριος Υπουργός, ο ίδιος υποστήριξε το ανεπανάληπτο, ότι προκειμένου να λειτουργήσουν σωστά τα δημόσια πανεπιστήμια χρειάζονται ένα σοκ. Και αυτό το σοκ είναι η ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Γιʼ αυτό θέλουμε την αναθεώρηση του άρθρου 16; Γιʼ αυτό το σοκ;
Μα, νομίζω ότι μπορούμε να βρούμε σωστότερες πολιτικές για να βοηθήσουμε τα πανεπιστήμιά μας και να διορθώσουμε ό,τι είναι αναγκαίο.
Τελικά περιμένει η Νέα Δημοκρατία να έρθουν τα ιδιωτικά πανεπιστήμια προκειμένου να φτιάξει αυτή τη «μίζερη» πραγματικότητα, που ανέφερε κάποιος συνάδελφος σήμερα. Μα, αυτό είναι ακριβώς που δεν θέλουμε. Δεν θέλουμε τη διαρκή υποβάθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου μ΄ αυτό το σοκ, το οποίο θέλετε να φέρετε.
Ευτυχώς πραγματικά οι φοιτητές, όλη την προηγούμενη χρονιά και η νεολαία -ήταν και παιδιά από πλούσιες οικογένειες, έξυπνα παιδιά είναι κι αυτά- υποστήριξαν και στους δρόμους και μέσα στα πανεπιστήμια και παντού το δημόσιο πανεπιστήμιο και υποστήριξαν τη μη αναθεώρηση του άρθρου 16. Αυτό κάνουμε και εμείς.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς)
14.5.08
- Άρθρα 24 παράγραφος 1, 117 παράγραφος 3, 29 παράγραφοι 2 και 3, 57 παράγραφος 1, 58, 62 και 115 παράγραφος 2.
ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν θα τοποθετηθώ αναλυτικά σε όλα τα άρθρα, γιατί καλύπτομαι από την τοποθέτηση που έκανε ο εισηγητής μας, ο κ. Κουβέλης, σχετικά με τα άρθρα αυτής της ενότητας.
Επίσης, για το άρθρο 58, που έχει άμεση σχέση με την Αναθεώρηση του άρθρου 100, θα τοποθετηθώ πιο αναλυτικά αύριο, σχετικά δηλαδή με τη συγκρότηση Συνταγματικού Δικαστηρίου, πράγμα με το οποίο διαφωνώ πλήρως.
Κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα να πω μερικά πράγματα παραπάνω, σχετικά με το άρθρο 24. Πολύ λυπάμαι, γιατί η κυρία Πατριανάκου και άλλοι συνάδελφοι της Νέας Δημοκρατίας επανειλημμένα έχουν πει ότι η τοποθέτησή μας γίνεται, επειδή έχουμε φοβικά σύνδρομα. Θα προσπαθήσω να είμαι πολύ συγκεκριμένη σχετικά με το άρθρο 24, και όχι να αναφερθώ γενικά στα ζητήματα του περιβάλλοντος.
Κατʼ αρχήν είναι θετικό ότι έγινε μια υποχώρηση από την μεριά της πλειοψηφίας και αντί για φωτογραφίες που θα επιβεβαιώνουν την ύπαρξη δασών από το 1975, τώρα θα αναζητούνται φωτογραφίες από το 1961. Όμως, και αυτό δεν μας καλύπτει, γιατί πραγματικά ή κάτι είναι δάσος ή δεν είναι δάσος.
Εάν θέλουμε να αναζητήσουμε τις καταπατήσεις που έγιναν στην περίοδο για παράδειγμα, 1940 μέχρι το 1961 και να καλύψουμε αυτές τις καταπατήσεις, εμείς διαφωνούμε ριζικά.
Επίσης, υπάρχει η διαφοροποίηση της λέξης «αειφορία» με τις λέξεις «αειφόρος ανάπτυξη». Πιστεύουμε ότι η διατύπωση, όπως υπήρχε αρχικά στο Σύνταγμα είναι σωστότερη και μπορεί να παραμείνει, ούτως ή άλλως ως έχει.
Τώρα, θέλω να πω μερικά πράγματα πιο συγκεκριμένα σχετικά με τις δασικές εκτάσεις. Οι κύριοι συνάδελφοι που λένε ότι δεν είμαστε όσο ευέλικτοι, όσο ρεαλιστές θα έπρεπε, κ.λπ., αρνούνται να τοποθετηθούν πάνω σε αυτό το πολύ σοβαρό ζήτημα που είναι οι δασικές εκτάσεις.
Οι δασικές εκτάσεις, εάν αποχαρακτηριστούν για να μείνουν εκτός σχεδιασμού, όπως ζητούν απʼ ότι κατάλαβα διάφοροι συνάδελφοι, που κατά τα άλλα κόπτονται υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος, εάν λοιπόν γίνει δεκτή αυτή η αναθεώρηση πρέπει να επισημάνουμε ότι το 1/3 όλων αυτών των εκτάσεων οι οποίες σήμερα προστατεύονται θα μείνουν απροστάτευτες και θα μπορούν να οικοδομηθούν.
Και θέλω εδώ να κάνω την εξής επισήμανση, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι: Ότι στη Μεσογειακή βλάστηση περιέχεται μια πολύ αραιή βλάστηση, μια βλάστηση που και στις ακτές αλλά και σε χαμηλές περιοχές των ορεινών μας όγκων, τη βρίσκουμε πάρα πολύ συχνά. Με αυτό που προτείνετε, με το να εγκαταλείψουμε τις δασικές εκτάσεις, εγκαταλείπουμε ένα χαρακτηριστικό της χώρας μας και της Μεσογείου και πρέπει να τοποθετηθείτε πάνω σε αυτό. Δεν είναι ούτε γενικόλογη, ούτε αοριστόλογη η τοποθέτησή μας. Οι δασικές εκτάσεις έχουν να κάνουν στη χώρα μας ειδικά με τη Μεσογειακή βλάστηση, με την προστασία των ακτών μας και των ορεινών μας όγκων, ιδιαίτερα των περιαστιακών, και πρέπει να μας πείτε ξεκάθαρα ότι είσαστε υπέρ του αποχαρακτηρισμού αυτών των περιοχών.
Θέλω όμως να πω πιο συγκεκριμένα το πως η διατύπωση που προτείνετε για να αντικαταστήσει την υπάρχουσα σήμερα διατύπωση είναι πάρα πολύ επικίνδυνη.
Η σημερινή διατύπωση λέει: «Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, εκτός εάν προέχει για την εθνική οικονομία ή αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον». Άρα, ορισμένα τα οποία έχουν πει κατά καιρούς συνάδελφοι ότι θα έπρεπε να γκρεμιστούν αυθαίρετα λαϊκών μαζών κ.λπ., καλύπτονται από την υπάρχουσα διατύπωση. Δεν χρειάζεται αλλαγή αυτής της διατύπωσης για τις λειτουργικές ανάγκες τις οποίες επανειλημμένα εδώ μας έχετε αναφέρει ως σημαντικές, τις οποίες πρέπει να τις πάρουμε υπόψη. Όμως, η τωρινή διατύπωση λέει το εξής: «Η εξασφάλιση καλύτερων όρων διαβίωσης αποτελεί λόγο δημόσιου συμφέροντος».
Γιατί το κρύβετε αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι; Δηλαδή θεωρείτε ότι ορισμένοι όροι διαβίωσης, τους οποίους εσείς γενικά επικαλείστε, μπορούν να αποτελούν λόγους δημοσίου συμφέροντος. Δηλαδή οι βίλες που έχουν γίνει σε δασικές περιοχές δεν είναι λόγος καλύτερης διαβίωσης ορισμένων πολύ υψηλών βαλαντίων; Είναι και αυτός λόγος.
Οι παραθεριστικές κατοικίες στις ακτές που είναι δεύτερες κατοικίες. Γιατί περιοχές που είναι χαρακτηρισμένες NATURA ή περιοχές που είναι υψίστου κάλους πρέπει να τις δώσουμε για δευτερεύουσα κατοικία, για παραθεριστική κατοικία; Βεβαίως θα μπορούσε να πείτε ότι εξασφαλίζεται με αυτό τον τρόπο η καλύτερη διαβίωση του πληθυσμού και ότι αυτό είναι δημόσιο συμφέρον.
Επίσης έχουμε δει τη συγκεκριμένη περίπτωση την Ηλεία, στην περιοχή των καμένων, στην περιοχή του Καϊάφα όπου θελήσατε να πολεοδομήσετε, θελήσατε να κάνετε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις βεβαίως για την καλυτέρευση της διαβίωσης ορισμένων τμημάτων του πληθυσμού –εγώ δεν το αμφισβητώ αυτό- αλλά αυτό δεν είναι το δημόσιο συμφέρον.
Πρέπει πια να μάθουμε ότι για να υπερασπιστούμε αυτή τη χώρα, να υπερασπιστούμε το δημόσιο συμφέρον, τα χαρακτηριστικά αυτού του τόπου που είναι οι υπέροχες ακτές μας, που είναι αυτή η βλάστηση που υπάρχει στις ακτές και στους ορεινούς μας όγκους θα πρέπει να θυσιάσουμε ορισμένες από τις ανάγκες του σημερινού καταναλωτισμού. Δεν γίνεται να γίνονται όλα αυτά δεκτά. Γιʼ αυτό, λοιπόν, δεν δεχόμαστε αυτή την τρομερά επικίνδυνη πρόταση αναθεώρησης που κάνατε.
Τέλος, θέλω να πω ότι πολλοί συνάδελφοι και δυστυχώς και ο Υπουργός Δικαιοσύνης μας μίλησαν για τον ρεαλισμό που πρέπει να δείξουμε. Επίσης πολλοί συνάδελφοι καταφέρθηκαν εναντίον του Συμβουλίου της Επικρατείας λέγοντας ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας νομοθετεί. Όχι, δεν έχει νομοθετήσει το Συμβούλιο της Επικρατείας. Θέλω να πω -και θα το επαναλάβουμε και αύριο συζητώντας για το άρθρο 100 που τόσο πολύ κόπτεστε να αλλάξει- ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει κάνει μια πολύ αξιόλογη νομολογία για το περιβάλλον και για τις δασικές εκτάσεις και μια πολύ ενδιαφέρουσα νομολογία για την πολιτιστική μας κληρονομιά.
Και τελικά πρέπει να δούμε ότι δεν μπορούμε και εμείς ως Βουλευτές να αυθαιρετούμε εναντίον του Συντάγματος το οποίο υποτίθεται ότι είναι η κοινή μας συνθήκη. Αυτή την κοινή μας συνθήκη δεν θα αφήσουμε να την καταστρατηγήσει κανείς.
Ευχαριστώ.
15.5.08
- Άρθρα 78 παράγραφος 6, 79 παράγραφος 1, 88 παράγραφος 2 εδάφιο γʼ και δʼ, 90 παράγραφος 5, 95 παράγραφος 1, 98 παράγραφος 1 εδάφιο βʼ, 100 και 118 παράγραφος 5, 101 και ερμηνευτική δήλωση, 102 παράγραφος 1 εδάφιο δʼ, 103 παράγραφος 9, 104 παράγραφος 3, 101 αʼ, 108 παράγραφος 1 και 2, 111 παράγραφος 6 και προσθήκη στο άρθρο 5.
ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Κύριοι Υπουργοί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ήδη ο κ. Κουβέλης τοποθετήθηκε σχετικά με εκείνες τις διατάξεις στις οποίες είμαστε θετικοί ως ΣΥΡΙΖΑ. Να τις επαναλάβω και εγώ: Είμαστε υπέρ της αναθεώρησης του άρθρου 79 σχετικά με το δικαίωμα της Βουλής να υποβάλει προτάσεις για τροποποιήσεις επιμέρους κονδυλίων του Προϋπολογισμού. Να πω ξανά ότι είχαμε ήδη δηλώσει τη θετική στάση μας εάν γινόταν δεκτή η πρότασή μας σχετικά με την καθιέρωση του ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος. Επίσης, είμαστε θετικοί υπέρ της αναθεώρησης του άρθρου 101 που στηρίζει τις νησιωτικές και ορεινές μας περιοχές. Θα ήταν θετικότερο αν υπήρχε ο όρος «αειφόρος ανάπτυξη» αλλά βεβαίως υπάρχει στο Σύνταγμά μας η έννοια της αειφορίας οπότε ας πούμε ότι εντάσσεται σε αυτό και η ανάπτυξη των νησιών και των ορεινών περιοχών μας.
Επίσης, είχαμε δηλώσει και από χθες ότι είμαστε υπέρ της αναθεώρησης του άρθρου 57 για την κατάργηση του ασυμβιβάστου των Βουλευτών.
Ήθελα περισσότερο να αναφερθώ κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, -βεβαίως ήδη εν μέρει το έχω πράξει και συζητώντας θετικά με την αναθεώρηση του άρθρου 24- σχετικά με την προτεινόμενη αναθεώρηση του άρθρου 100 που ευτυχώς από ό,τι φαίνεται για την ώρα δεν περνάει.
Θέλω να θυμίσω όχι στους κυρίους και κυρίες συναδέλφους νομικούς που το ξέρουν πολύ καλά αλλά γενικότερα ότι στο Σύνταγμά μας έχουμε το άρθρο 93 παράγραφος 4 που λέει ότι τα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα.
Ως μη νομικός, θεωρώ ότι είναι ένα άρθρο εξαιρετικά δημοκρατικό και πρωτοπόρο για τα συντάγματα των χωρών και των λαών και δεν θα ήθελα με κανέναν τρόπο –έστω με κανέναν έμμεσο τρόπο- να το ανατρέψουμε. Γιατί πιστεύω ότι αν δεχόμασταν την αναθεώρηση έτσι όπως προτείνετε του άρθρου 100 με έμμεσο τρόπο θα καταργούσαμε αυτό το άρθρο 93.
Ο Εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας για να υποστηρίξει το Συνταγματικό Δικαστήριο ανέφερε ότι με τη σημερινή υπάρχουσα διάταξη του διάχυτου ελέγχου των δικαστηρίων σχετικά με τη συνταγματικότητα των νόμων δημιουργείται μία ανασφάλεια δικαίου. Νομίζω ότι πραγματικά στο ισχύον Σύνταγμά μας το άρθρο 100 έτσι όπως διατυπώνεται σήμερα και πιο συγκεκριμένα στην παράγραφο δʼ εξασφαλίζεται ο τρόπος μέσω της ύπαρξης αυτού του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου σε περίπτωση τέτοιων αντιφατικών αποφάσεων να λύνονται τα ζητήματα. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται καμία αναθεώρηση, κανένα συνταγματικό δικαστήριο για να λύσει τέτοια ζητήματα, τα οποία το Σύνταγμά μας ήδη προβλέπει.
Ο διάχυτος έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων έτσι όπως υιοθετείται από το Σύνταγμά μας είναι ένα από τα καίρια σημεία του, που αποδεικνύουν και τη συνταγματικότητα αυτού του Συντάγματος που έχουμε.
Συνταγματικά δικαστήρια –το ξέρουμε, το ξέρω κι εγώ, έχω ζήσει σε μία από αυτές τις χώρες- υπάρχουν σε χώρες όπου προηγουμένως υπήρχαν φασιστικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα, όπως η Γερμανία, η Ιταλία, η Αυστρία. Το Συνταγματικό Δικαστήριο είχε εκεί να παίξει ένα ρόλο ελέγχου, το κατά πόσο τα κόμματα των χωρών αυτών είχαν δικαίωμα μέσα από τα προγράμματά τους να παίζουν ένα ρόλο και να συμμετέχουν στα πολιτικά πράγματα της χώρας τους, γιατί εκεί υπήρχαν ναζιστικά και φασιστικά κόμματα.
Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ελλάδα στην περίοδο της φασιστικής δικτατορίας του ʼ67 επιχειρήθηκε η ύπαρξη ενός τέτοιου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Και βλέπουμε σήμερα τα Συνταγματικά Δικαστήρια, όπως αυτό της Τουρκίας, που επεμβαίνουν στα συνταγματικά πράγματα του τόπου, να παίζουν έναν πολύ αρνητικό ρόλο.
Βέβαια, δεν προτείνεται γιʼ αυτόν το λόγο η ύπαρξη Συνταγματικού Δικαστηρίου στη δική μας χώρα. Στη δική μας χώρα νομίζω ότι -το τόνισε και ο κύριος Κουβέλης- επιχειρείται αυτό το Συνταγματικό Δικαστήριο κυρίως επειδή έχει υπάρξει μία νομολογία από το Συμβούλιο της Επικρατείας, που σε πάρα πολλούς δεν είναι αρεστή.
Έχει ειπωθεί από συναδέλφους της Νέας Δημοκρατίας καθώς και από τον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης ότι συχνά το Συμβούλιο Επικρατείας νομοθετεί και κάτι τέτοιο δεν είναι επιτρεπτό. Εγώ πιστεύω –και το λέω παρόλο που δεν είμαι νομικός, αλλά έχω ασχοληθεί με αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας ιδιαίτερα σε σχέση με την εφαρμογή του άρθρου 24- ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν νομοθετεί, αλλά έχει μία εξαιρετική νομολογία σχετικά με πολεοδομικές ρυθμίσεις, σχετικά ακόμα και με ζητήματα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και αυτή πιστεύω ότι με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να ανατραπεί.
Δυστυχώς, έχω διαβάσει και την τοποθέτηση ενός Βουλευτή της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ο οποίος είναι και καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου, θα αναφέρω βέβαια το όνομά του, του κ. Βενιζέλου.
Ο κύριος Βενιζέλος υποστηρίζει το Συνταγματικό Δικαστήριο ακριβώς επειδή αρνείται αυτή τη νομολογία. Μάλιστα σε κείμενό του του 2006 στο βιβλίο του «Συνταγματική αυτοσυνειδησία ή αναθεωρητικός οίστρος» λέει ότι υποστηρίζει έτσι όπως είναι το άρθρο 24, ότι δεν χρειάζεται η αναθεώρησή του. Χαρακτηριστικά λέει: «Τα ζητήματα άλλωστε που τίθενται με έντονο τρόπο δεν είναι ζητήματα γραμματικής διατύπωσης ή διάταξης, αλλά ερμηνείας και εφαρμογής της από τη νομολογία. Αυτός είναι και ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους καταλήγω στην πρόταση για την ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου».
Αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους πιστεύω ότι δεν πρέπει να υπάρξει Συνταγματικό Δικαστήριο. Εξάλλου και η συγκεκριμένη πρόταση σύνθεσης αυτού του Συνταγματικού Δικαστηρίου δείχνει ότι η Βουλή θα έπρεπε η ίδια να ορίζει τα εννέα μέλη, άρα δεν θα είναι παρά μόνο τρεις δικαστές. Η πρόταση που κάνετε λέει ότι με νόμο θα ορίζονται τα προσόντα των μελών αυτού του Δικαστηρίου. Τελικά νομίζω ότι αν περνούσε θα ήταν ένα ολιγομελές, αυταρχικό και αντιδημοκρατικό σε σχέση με τη λειτουργία της δημοκρατίας μας Συνταγματικό Δικαστήριο.
Σας ευχαριστώ πολύ.