Πριν τρεις μήνες με νόμο, στον οποίο έντονα εναντιωθήκαμε, υποβαθμίστηκαν τα κρατικά Μουσεία Σύγχρονης Τέχνης της χώρας με την κατάργηση του Καλλιτεχνικού Διευθυντή τους ως οργάνου. Η διοίκησή τους παραμένει στο Δ.Σ., όργανο διορισμένο απευθείας από το ΥΠΠΟ (πλην του εκπροσώπου του ΕΕΤΕ) χωρίς να προαπαιτούνται συγκεκριμένα επιστημονικά προσόντα.
Με την πρόσφατη κατάθεση σχεδίου νόμου σχετικά με το Νέο Μουσείο Ακροπόλεως επιχειρείται η απόσπαση του Νέου Μουσείου από το ΥΠΠΟ και την Αρχαιολογική Υπηρεσία, η ανεξαρτητοποίησή του από τον αρχαιολογικό χώρο της Ακροπόλεως και η μετατροπή του σε ΝΠΔΔ. Το Μουσείο θα διοικείται με αυτόν τον τρόπο από το Διοικητικό Συμβούλιο και τον Γενικό Διευθυντή που θα διορίζονται από τον Υπουργό χωρίς να απαιτούνται για την πρόσληψή τους συγκεκριμένα επιστημονικά προσόντα. Η «ευελιξία» την οποία επικαλείται ο κ. Υπουργός στην επιχειρηματολογία του υπέρ του νέου σχεδίου νόμου, οδηγεί στον κίνδυνο να υποτάσσεται η επιστημονική δεοντολογία του Μουσείου σε οικονομικά ή άλλα μη επιστημονικά κριτήρια που δεν συνάδουν με τον δημόσιο χαρακτήρα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Κατόπιν των ανωτέρω:
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1. Με ποια κριτήρια προωθείται και ανατίθεται η διοίκηση των κρατικών Μουσείων της χώρας σε μέλη Διοικητικών Συμβουλίων δίχως να προαπαιτούνται με νόμο συγκεκριμένα επιστημονικά προσόντα;
2. Πως δικαιολογείται επιστημονικά και δεοντολογικά η διοικητική απόσπαση του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως από το ΥΠΠΟ, την Αρχαιολογική Υπηρεσία και από τον χώρο του ίδιου του Μνημείου του οποίου τα κινητά ευρήματα θα εκτίθενται στον χώρο του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως;
Η ερωτώσα βουλευτής
'Αννα Φιλίνη