«Σταθερή επιδίωξη της Ευρωπαϊκής Αριστεράς είναι η οικοδόμηση μιας ενωμένης, ειρηνικής, δημοκρατικής, κοινωνικής και οικολογικής Ευρώπης, ανεξάρτητης από τις Η.Π.Α.
Η οικοδόμηση αυτής της Ευρώπης περνάει μέσα από τη σύγκρουση με τον νεοφιλελευθερισμό. Και μάλιστα, τη διεθνοποιημένη σύγκρουση με τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και την κυριαρχία των ΗΠΑ.
Περνάει, επίσης, από τη διεθνοποίηση των δημοκρατικών θεσμών και αξιών. Υπερασπιζόμαστε σταθερά τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αλλά με όρους δημοκρατίας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Γιʼ αυτό και είμαστε εναντίον της Ευρωσυνθήκης. Γιατί υπηρετεί μία Ευρώπη νεοφιλελεύθερη, στρατιωτικοποιημένη και αντιδημοκρατική, που θα επεξεργάζεται επιθετική και αντικοινωνική πολιτική και θα την επιβάλλει στα μέλη της, χωρίς οι κυβερνήσεις να επωμίζονται το ανάλογο πολιτικό κόστος.
Ένας σημαντικός Έλληνας φιλόσοφος, που έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του εδώ στο Παρίσι, ο Νίκος Πουλαντζάς, είχε πει ότι ο σοσιαλισμός είτε θα είναι δημοκρατικός, είτε δεν θα υπάρξει. Χρησιμοποιώντας αυτή τη φράση του, θα μπορούσα να πω ότι η Ε.Ε. είτε θα είναι δημοκρατική και κοινωνική είτε δεν θα υπάρξει. Πιστεύουμε ότι δε μπορεί να υπάρξει καμιά θεσμική διαδικασία για την ενοποίηση της Ευρώπης, αν αυτή δεν είναι δημοκρατικά νομιμοποιημένη. Η Ευρωπαϊκή Αριστερά πρέπει να προτείνει μια διαφορετική θεσμική διαδικασία για την ενοποίηση. Θα μπορούσαμε, για παράδειγμα, να διεκδικήσουμε μια μεγάλη πανευρωπαϊκή συντακτική συνέλευση με δημοκρατικά εκλεγμένους αντιπροσώπους, το τελικό αποτέλεσμα της οποίας να τεθεί στη λαϊκή ετυμηγορία όλων των λαών της Ευρώπης, μέσα από μια διαδικασία ταυτόχρονων δημοψηφισμάτων σε κάθε χώρα.
Ειπώθηκε ότι τα δημοψηφίσματα κάνουν κακό επειδή ο κόσμος δεν είναι ενημερωμένος. Κάποιοι επιμένουν να λένε ότι στην Ιρλανδία ο κόσμος ψήφισε ΟΧΙ επειδή αντιδρούσε στο δικαίωμα στην έκτρωση και στην απώλεια της ουδετερότητας της Ιρλανδίας. Η πραγματικότητα, όμως, είναι πως με αυτήν την επιχειρηματολογία, απλώς αναγνωρίζουν την ανικανότητά τους να πείσουν τον κόσμο για μια ευρωπαϊκή προοπτική. Και είναι πολύ λογικό, αφού αυτή τη στιγμή την Ευρώπη την έχει πιάσει από τον λαιμό ο φιλελευθερισμός.
Επιμένουν να προσπαθούν να εμφανίσουν τους ψηφοφόρους του ΟΧΙ (σήμερα τους Ιρλανδούς, χθες τους Γάλλους και τους Ολλανδούς) ως ξενοφοβικούς και συντηρητικούς. Αποσιωπούν, όμως, το γεγονός ότι τα μόνα σημάδια κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής που βλέπει ο κόσμος είναι η ανεξέλεγκτη Ευρωπαϊκή Τράπεζα, η οδηγία Μπολκενστάιν, το 65ωρο. Και πολύ λογικά οι πολίτες προτιμούν να διαπραγματεύονται αυτά τα θέματα σε εθνικό επίπεδο, όπου έχει την, έστω και περιορισμένη, δυνατότητα δημοκρατικού ελέγχου.
Πρέπει να παραδεχθούμε ότι η σημερινή Ευρώπη δεν συναρπάζει τους λαούς αλλά, αντιθέτως, σε κάθε της βήμα προκαλεί δυσπιστία και ανασφάλεια. Για τους πολίτες και τον κόσμο της εργασίας το όνομα της Ευρώπη συνδέεται σήμερα με θυσίες και λιτότητα χωρίς τελειωμό, την ίδια στιγμή που συγκεκριμένες μειοψηφίες συνεχίζουν να συσσωρεύουν μονόπλευρα οφέλη χωρίς τελειωμό.
Η ακρίβεια των προϊόντων διατροφής έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο επίπεδο, ενώ ποτέ άλλοτε στην Ευρώπη, από τη δεκαετία του 70 και μετά, η κατανομή εισοδήματος μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου δεν ήταν τόσο πολωμένη και άνιση όσο σήμερα. Ποτέ άλλοτε το δικαίωμα στη μόνιμη εργασία δεν είχε αποσταθεροποιηθεί τόσο πολύ με τις πολιτικές ευελιξίας και μερικής απασχόλησης. Ποτέ άλλοτε δεν έχουν απαξιωθεί τόσο πολύ οι εθνικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Άρα λοιπόν, το πολιτικό μας καθήκον είναι να μετατρέψουμε τη δυσαρέσκεια σε ένα νέο επιθετικό διεκδικητικό πλαίσιο για μια Ευρώπη κοινωνική και δημοκρατική.
Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ στην αναγκαιότητα μεγαλύτερης δραστηριότητας της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Έχουμε μια αισθητή καθίζηση της κινηματικής δράσης σε μια περίοδο όξυνσης των αντιθέσεων και της δυσαρέσκειας των ευρωπαίων πολιτών. Οφείλουμε να αναλάβουμε δράση. Να συμβάλλουμε στην επαναδραστηριοποίηση των κοινωνικών κινημάτων. Να πρωτοστατήσουμε στην καμπάνια κατά της ακρίβειας, υπέρ της φορολογίας των κερδών, της κοινωνικής πολιτικής, της πλήρους, σταθερής και αξιοπρεπούς εργασίας, της πράσινης ενέργειας και του σεβασμού του περιβάλλοντος.»
To Γραφείο Τύπου