Η εκπαιδευτική κοινότητα, διά των συνδικαλιστικών της οργανώσεων, και αναφέρουμε ενδεικτικά την πρόσφατη ανακοίνωση της ΟΛΜΕ, αλλά και θεσμικοί φορείς προστασίας των δικαιωμάτων του πολίτη, μεταξύ των οποίων «Ο Συνήγορος του Πολίτη», χαιρέτισαν την απόφαση του ΥΠΕΠΘ, όπως εκφράστηκε με τις εγκυκλίους 91109/Γ2/10-7-2008, 104071/Γ2/4-8-2008. Σύμφωνα με τις παραπάνω εγκυκλίους επιτρέπεται η απαλλαγή μαθητών από το μάθημα των θρησκευτικών με απλή αίτηση του κηδεμόνα, χωρίς να χρειάζεται αναγραφή του λόγου για τον οποίο ζητείται η απαλλαγή. Η εγκύκλιος Φ12/ 977/109744/Γ1/26-8-08 δημιούργησε σύγχυση επαναφέροντας το θέμα της αιτιολόγησης. Όπως και να έχει, το μέτρο αυτό δεν αποτελεί πρωτοβουλία του ΥΠΕΠΘ αλλά ικανοποιεί την υποχρέωση της χώρας να συμμορφωθεί με τις ευρωπαϊκές επιταγές στα ζητήματα θρησκευτικής ελευθερίας, που συνάδουν με την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε θέματα πολύ λεπτά, όπως η θρησκευτική συνείδηση. Η σπουδή της ελληνικής πολιτείας να εφαρμόσει τις κοινοτικές οδηγίες, χωρίς να λάβει υπόψη τους προβληματισμούς που έχουν διατυπωθεί στη χώρα μας από την δεκαετία του ʼ80 τουλάχιστον και συνεχίζουν να διατυπώνονται, αλλά ούτε και την πείρα των ευρωπαϊκών χωρών στο ζήτημα, αλλά και η υποχώρησή της σε πιέσεις συντηρητικών κύκλων που βλέπουν αρνητικά τέτοια θέματα, οδήγησε σε σύγχυση και αντιφάσεις.
Στη χώρα μας, από γενέσεως ελληνικού κράτους, το μάθημα των θρησκευτικών ήταν ουσιαστικά ομολογιακό, μια κατήχηση στο ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα, πράγμα που μετέτρεπε αυτομάτως το σχολείο σε ένα ιμάντα μεταφοράς και επιβολής συγκεκριμένων θρησκευτικών πεποιθήσεων. Αυτό είναι εξηγήσιμο από τις ιστορικές συνθήκες παλαιότερων περιόδων. Σήμερα όμως δεν αποτελεί παρά μια εμμονή που συνάδει κυρίως με απαιτήσεις του πιο συντηρητικού τμήματος της επίσημης Εκκλησίας και είναι απόρροια των στενών σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους, με αξεκαθάριστες αρμοδιότητες και δικαιώματα της πρώτης, που τελικά υποβαθμίζουν τον πνευματικό ρόλο τον οποίο υποτίθεται πως έπρεπε να επιτελεί. Άλλωστε, το Σύνταγμα θεωρεί την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης κάθε πολίτη απαραβίαστη (άρθρο 13). Και η διάταξη του άρθρου 16 που μιλά και για καλλιέργεια της θρησκευτικής συνείδησης, διάταξη που δημιούργησε πολλές συζητήσεις, δεν οδηγεί αναγκαστικά σε υποχρέωση παροχής από τα σχολεία θρησκευτικής αγωγής προσανατολισμένης σε συγκεκριμένο θρησκευτικό δόγμα ή θρήσκευμα. Σε μια σύγχρονη σχολική κοινότητα, συνήθως πολυπολιτισμική, με μαθητές ετερόδοξους, αλλόδοξους ή θρησκευτικά ουδέτερους ένα μάθημα κατήχησης δεν έχει θέση. Αντιθέτως, έχει κάθε δικαίωμα η Εκκλησία να προτείνει τέτοιες δραστηριότητες στα πλαίσια της δικής της λειτουργίας. Αλλά τότε η παρακολούθηση κατήχησης τότε πια γίνεται ζήτημα της ελεύθερης βούλησης των παιδιών και των κηδεμόνων τους.
Υπʼ αυτήν την έννοια τα θρησκευτικά με την μορφή που έχει το μάθημα σήμερα πρέπει να καταργηθούν ολότελα και η κατάργησή τους είναι ζήτημα δημοκρατίας και σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Παράλληλα θα επιλυθούν και μερικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν από το προαιρετικό του μαθήματος αλλά και από τις αντιφάσεις των εγκυκλίων, όπως:
α. μερικά τεχνικά προβλήματα που δημιουργούνται στη λειτουργία του σχολείου αλλά και σχετίζονται με την ασφάλεια των μαθητών: δεν θα υπάρχουν μαθητές που θα περιφέρονται ελεύθεροι στις αυλές με κίνδυνο ατυχήματος ούτε θα «φορτώνονται» σε κάποιο άλλο τμήμα επηρεάζοντας την εύρυθμη λειτουργία μιας άλλης σχολικής ομάδας, με δεδομένα τα προβλήματα των ελληνικών σχολείων σε προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή.
β. Η πιθανότητα το προαιρετικό ενός μαθήματος μπορεί να δημιουργήσει κακό προηγούμενο για παρεμβάσεις στο σχολικό πρόγραμμα φορέων και κοινωνικών ομάδων ξένων προς την εκπαίδευση (προαιρετική παρακολούθηση της Ιστορίας ή της Βιολογίας από ομάδες με διαφορετικές αντιλήψεις).
Οι θρησκείες, όμως, αποτελούν σημαντικό τμήμα της παγκόσμιας ιστορίας, τα υπαρξιακά ερωτήματα απασχολούν τα παιδιά και τους εφήβους και οι φονταμενταλισμοί παίζουν μεγάλο ρόλο στις σύγχρονες εξελίξεις, αλλά και με δεδομένο την αναγκαιότητα υπεράσπιση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως αυτό της ανεξιθρησκίας ή του σεβασμού στη διαφορετικότητα, στην οποία πρέπει να ασκηθούν οι νεαροί Έλληνες πολίτες και οι αλλοδαποί μαθητές, θα έπρεπε να υπάρχει ένα μάθημα πληροφόρησης και προβληματισμού πάνω στο θρησκευτικό φαινόμενο. Ένα τέτοιο μάθημα πρέπει να είναι υποχρεωτικό και σίγουρα είναι χρήσιμο. Το σχολείο πρέπει να είναι ουδετερόθρησκο. Δηλαδή ένα σχολείο στο οποίο θα υπάρχει πληροφόρηση για το θρησκευτικό φαινόμενο, τις θρησκείες και την ιστορία τους, για τη θέση των θρησκευτικών ζητημάτων στην παγκόσμια ιστορία, με τρόπο επιστημονικό και με αποστάσεις από ιδεοληψίες που τυραννούν την παιδεία της χώρας μας από γενέσεως ελληνικού κράτους, είναι απαραίτητο για την σύγχρονη ελληνική κοινωνία όπου συναντώνται και συνομιλούν πλέον καθημερινά με την ελληνική κουλτούρα και παράδοση ξένες κουλτούρες και πολιτισμοί. Παράλληλα μέσα από μια τέτοια ύλη θα μπορούν οι μαθητές να μαθαίνουν και να ευαισθητοποιούνται πάνω σε θέματα τέχνης, που στην ιστορία της συχνότατα εμπνεύστηκε αλλά και έκρινε θρησκευτικά θέματα και αντιλήψεις. Μια τέτοια προσέγγιση θα βοηθούσε επίσης στην αποδοχή της διαφορετικότητας, που φέρνει η γνώση η οποία διώχνει το φόβο και τα συνεπακόλουθά του (φανατισμός, ρατσισμός κτλ).
Σύμφωνα με τα παραπάνω ερωτάται ο κ. Υπουργός
1. Θα ισχύσουν πρακτικά από την τρέχουσα σχολική χρονιά οι εγκύκλιοι που ορίζουν πως η απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών γίνεται με απλή αίτηση και οπωσδήποτε άνευ αιτιολόγησης;
2. Πώς αντιμετωπίζει το ΥΠΕΠΘ την πιθανότητα να αλλάξει το μάθημα των θρησκευτικών με την παρούσα μορφή του και να το αντικαταστήσει με ένα μάθημα ιστορίας θρησκειών και πολιτισμού; Θα σας παρακαλούσαμε, επίσης, να μας πληροφορήσετε αν το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο έχει εισηγηθεί ή, έστω σκέπτεται, την συγγραφή νέων βιβλίων και για την πρωτοβάθμια και για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση από καταρτισμένους επιστήμονες, που θα μπορούν να δείξουν στους μαθητές τους διάφορους δρόμους που ακολούθησε η σκέψη ανά τους αιώνες και τους πολιτισμούς για να λύσει τα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου αλλά και να επισημάνει την κοινωνική και πολιτική σημασία των θρησκειών και των δογμάτων.
3. Πώς σκέπτεται να λύσει το πρακτικό πρόβλημα που προέκυψε από την προαιρετική αποχή από το μάθημα: οι μαθητές, ειδικά του Δημοτικού Σχολείου, πώς θα απασχολούνται τις ώρες που δεν θα παρακολουθούν το μάθημα; Θα παρακαλούσαμε η απάντησή στο ερώτημα αυτό να λαμβάνει υπόψη τις πραγματικές συνθήκες των σχολείων στην Ελλάδα (μονοθέσια δημοτικά, ελλείψεις προσωπικού και υλικοτεχνικής υποδομής).
Ο ερωτών βουλευτής
Περικλής Κοροβέσης