ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Κυρίες και κύριοι, είπαμε πολλοί από εμάς –και από τους Εισηγητές και από τους συναδέλφους Βουλευτές από την Αντιπολίτευση- ότι κατακρίνουμε όλες τις διατάξεις αυτού του νομοθετήματος το οποίο συζητάει αυτή τη στιγμή η Βουλή μας. Ήθελα πάντως να κάνω μία διευκρίνιση. Πιστεύω ότι σε όλες τις εποχές της ανθρώπινης δημιουργίας και της τέχνης, υπάρχουν καλά και κακά καλλιτεχνήματα.
Συγκεκριμένα, για το νέο Μουσείο, σέβομαι απολύτως το διαγωνισμό που έγινε με συγκεκριμένα κριτήρια. Πιστεύω ότι η σύγχρονη αρχιτεκτονική, όπως και η σύγχρονη τέχνη, έχει δικαίωμα ύπαρξης στη σημερινή κοινωνία μας με τα χαρακτηριστικά της. Και λέω ξανά ότι όπως είχαμε καλή αρχιτεκτονική στην αρχαιότητα -αλλά και λιγότερο καλή- αλλά και μετά στην παραδοσιακή μας αρχιτεκτονική, τη βυζαντινή αρχιτεκτονική, έτσι και σήμερα μπορούμε να έχουμε καλύτερη και χειρότερη αρχιτεκτονική. Πάντως, και η σύγχρονη αρχιτεκτονική έχει δικαίωμα ύπαρξης και την τιμώ ιδιαιτέρως και ως αρχιτέκτονας.
Θα ξεκινήσω τώρα με την τροπολογία που φέρατε, κύριε Υπουργέ, σχετικά με το Τ.Α.Π.Α.
Όσον αφορά αυτή την τροπολογία, θα ήθελα να πω και εγώ ότι συμφωνούμε απολύτως με την εκτίμηση και τη θέση που έχει πάρει ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων. Αυτή η τροπολογία σχετικά με το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων τελικά διαλύει τις λίγες ελπίδες που έχουν μέχρι τώρα οι Έλληνες αρχαιολόγοι -και που έχουμε και εμείς, κατά συνέπεια- προκειμένου να ολοκληρωθούν απαλλοτριώσεις που εκκρεμούν εδώ και πάρα πολλά χρόνια, όπως και συντήρηση μνημείων που εκκρεμεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Όπως ξέρω προσωπικά από συζητήσεις που είχα με αρχαιολόγους στα Δωδεκάνησα, εδώ στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες περιοχές της χώρας μας, υπάρχουν πάρα πολλές τέτοιες απαλλοτριώσεις και ανάγκες για συντήρηση μνημείων που δεν έχουν ολοκληρωθεί.
Επαναλαμβάνω ότι το Τ.Α.Π.Α. είναι η τελευταία ελπίδα και τώρα εσείς αφαιρείτε αυτή την τελευταία ελπίδα για την ολοκλήρωση αυτών των οφειλών που έχουμε προς τα μνημεία, αλλά και προς πολίτες για την ολοκλήρωση απαλλοτριώσεων που δεν έχουν γίνει.
Τώρα, θα μιλήσω πιο συγκεκριμένα για τα άρθρα αυτού του σχεδίου νόμου, ξεκινώντας από το άρθρο 1, λέγοντας ότι, όπως είπαμε και χθες, αυτή η απόσπαση που γίνεται του νέου Μουσείου από τον Ιερό Βράχο είναι και διοικητικά και επιστημονικά εντελώς λαθεμένη.
Είπε χθες ο κ. Υπουργός ότι τελικά τους νόμους τους εφαρμόζουν οι άνθρωποι. Αυτό, από την πείρα μας, είναι κάτι το οποίο ισχύει.
Όμως, κύριε Υπουργέ, θα ήθελα να πω ότι οι θεσμοί χρειάζονται, προκειμένου αυτοί οι άνθρωποι να έχουν πλαίσιο, να έχουν όρια και κατευθύνσεις από την πολιτεία. Χωρίς αυτά, θα μπορούσε ο καθένας από εμάς να παίρνει ορισμένες θέσεις μέσα στους θεσμούς και να δρα όπως θέλει.
Επίσης, θέλω να θυμίσω ότι όταν θέσαμε αυτό το ερώτημα και στο σημερινό διευθυντή του Οργανισμού της Ακρόπολης κ. Παντερμαλή, κατά τη διάρκεια της συζήτησης που έγινε στην αρμόδια Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, είπε και εκείνος ότι έχουμε καλές σχέσεις με την Εφορία Ακροπόλεως και ότι δεν θέλουμε και στο μέλλον το Μουσείο να έχει οξύνσεις με την Εφορία κ.λπ. Αυτό είναι κάτι που θέλουμε και εμείς, αλλά δεν μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη γενικά σε ανθρώπους. Υπάρχουν άνθρωποι και καλοί και κακοί. Χρειαζόμαστε θεσμούς και γιʼ αυτό διαφωνούμε πλήρως και λυπάμαι πάρα πολύ που δεν αλλάζει αυτό το πρώτο άρθρο από τη μεριά του Υπουργείου Πολιτισμού. Έτσι όπως προτείνεται, νομίζουμε ότι θα χρειαζόταν να δεχθούμε αυτή την πρόταση που έχει γίνει, προκειμένου να υπάρξει μία ενιαία υπηρεσία μνημείων της Ακρόπολης, όπου εκεί θα εντάσσεται και το νέο Μουσείο.
Δεύτερον, σχετικά με τους σκοπούς αυτού του νέου μουσείου, ο κύριος Υπουργός είχε υποσχεθεί ότι θα υπήρχε ρητή διατύπωση ότι μέσα στους σκοπούς περιλαμβάνεται και η επαναφορά ή ο αγώνας για την επαναφορά των κλεμμένων γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο.
ΜΙΧΑΗΛ ΛΙΑΠΗΣ (Υπουργός Πολιτισμού): Το βάλαμε.
ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Μπήκε τελικά;
ΜΙΧΑΗΛ ΛΙΑΠΗΣ (Υπουργός Πολιτισμού): Μάλιστα.
ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Ωραία. Χαίρομαι.
Έρχομαι στο άρθρο 3.
Και γιʼ αυτό το άρθρο ο κύριος Υπουργός είχε πει ότι θα υπάρξει μια διατύπωση, η οποία θα λέει ότι σε αυτό το Μουσείο δεν υπάρχουν μόνο κινητά μνημεία, αλλά ότι παραδίδονται και μέλη αρχιτεκτονικά των ίδιων των μνημείων, του Παρθενώνα, του Ερεχθείου κ.λπ.
ΜΙΧΑΗΛ ΛΙΑΠΗΣ (Υπουργός Πολιτισμού): Το βάλαμε και αυτό.
ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Ωραία. Όμως, θέλω και άλλη μία διευκρίνιση και προσθήκη, κύριε Υπουργέ: Θα πρέπει να διασφαλίζετε ότι αυτά τα αρχιτεκτονικά μέλη μπορούν στο μέλλον να επιστρέψουν πάνω στα μνημεία. Δεν υπήρξε σαφής διατύπωση πάνω σε αυτό στη διάρκεια της συζήτησης που κάναμε στην αρμόδια Διαρκή Επιτροπή και πιστεύω ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό. Δηλαδή το Μουσείο, από τη στιγμή που διαμορφώνονται οι συνθήκες για την επιστροφή αυτών των αρχιτεκτονικών μελών, θα πρέπει να είναι υποχρεωμένο να τα επιστρέψει.
Επίσης, να επαναλάβω ότι πάλι στο άρθρο 3 αναφέρεται ότι και τα απαλλοτριωθέντα υπέρ του ελληνικού δημοσίου γειτονικά κτίρια του κτιρίου του Μουσείου παραδίδονται στην ιδιοκτησία του Μουσείου.
Θέλω να επαναλάβω –και παρακαλώ και τον κύριο Υπουργό να κάνει εδώ μια διατύπωση- ότι μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας θα πρέπει να υπάρξει ρητή πια απόφαση ότι τα συγκεκριμένα διατηρητέα στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου δεν πρόκειται να γκρεμιστούν.
Ξαναλέω ότι η ιστορία της αρχιτεκτονικής της πόλης μας περιλαμβάνει μνημεία από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα και αυτό το σύνολο της ιστορίας της πόλης μας πρέπει να διατηρηθεί. Η οδός Διονυσίου Αρεοπαγίτου έτσι όπως είναι σήμερα στεφανώνει την Ακρόπολη και είναι ο πιο ωραίος δρόμος της Αθήνας.
Επίσης, θα επαναλάβω αυτά που είπαμε και χθες για το άρθρο 6, ότι χρειάζονται κριτήρια και προϋποθέσεις για τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του νέου Μουσείου. Δεν μας καλύπτει η υπόσχεση του κυρίου Υπουργού ότι τα κριτήρια αυτά θα διευκρινιστούν σε επόμενο προεδρικό διάταγμα. Το προεδρικό διάταγμα δεν έρχεται για συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής και γιʼ αυτό δεν είμαστε καθόλου διασφαλισμένοι.
Το ίδιο ισχύει και για τον διευθυντή του νέου Μουσείου. Πιστεύουμε ότι δεν δίνονται τα κριτήρια, προκειμένου και η σημερινή διοίκηση του Μουσείου, αλλά και οι μέλλουσες γενιές να διασφαλιστούν όσον αφορά τη διοίκηση, την προοπτική και το μέλλον αυτών των σπουδαίων γλυπτών και των σπουδαίων αρχιτεκτονικών μελών για εμάς τους Έλληνες, αλλά και για όλη την Ευρώπη και για όλη την ανθρωπότητα.
Ευχαριστώ.
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ
ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Συνεχίζοντας στο πνεύμα του κ. Καζάκου που μίλησε πριν, θέλω και εγώ να πω ότι εκφράζω τη βαθύτατη απογοήτευσή μου για το γεγονός ότι πάνω στο κεντρικό ζήτημα στο οποίο τοποθετήθηκαν όλες οι πτέρυγες της Αντιπολίτευσης και που ήταν η πρόταση για δημιουργία εφορίας μνημείων της Ακρόπολης με τον τίτλο ….
ΕΥΑ ΜΕΛΑ: Δεν το προτείναμε εμείς.
ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Δεν το προτείνατε εσείς;
ΕΥΑ ΜΕΛΑ: Όχι.
ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Καλώς. Εμείς πάντως το προτείναμε, όπως και άλλες πτέρυγες της Βουλής.
Πάνω σʼ αυτήν την πρόταση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων την οποία υποστηρίξαμε δεν υπήρξε μία συγκεκριμένη απάντηση -γιατί είναι μία πολύ σοβαρή πρόταση- από τη μεριά του Υπουργείου Πολιτισμού και από τον κύριο Υπουργό.
Επίσης, θέλω να τονίσω και εγώ ορισμένα ζητήματα που δεν απαντήθηκαν και που ανέφερε και ο κ. Αλαβάνος στην ομιλία του. Κατά πόσο το Υπουργείο έχει σκεφθεί ότι αυτός ο διαχωρισμός, αυτή η διάσπαση του νέου Μουσείου από το χώρο της Ακρόπολης, δεν υπονομεύει την όλη προσπάθεια, τον όλο αγώνα που διεξάγουμε από κοινού εδώ και πολλά χρόνια για την επιστροφή των μαρμάρων και των γλυπτών του Παρθενώνα. Αυτό θεωρούμε ότι πρέπει να απαντηθεί.
Επίσης, ρωτήσαμε και εμείς τι θα γίνει σχετικά με το υπάρχον Μουσείο της Ακρόπολης. Υπήρξαν σκέψεις για αναψυκτήρια κ.λπ., ελπίζω να έχουν αποσυρθεί εντελώς, αλλά παρόλα αυτά το τι θα γίνει πρέπει να το ακούσουμε.
Για το άρθρο 7, επίσης δεν μας απαντήσατε συγκεκριμένα, κύριε Υπουργέ. Γιατί δεν δίδετε κριτήρια για τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του νέου Μουσείου της Ακρόπολης; Για ποιο λόγο; Ούτε βέβαια και για το διευθυντή.
Επίσης, για ποιο λόγο δεν αποσύρετε τη συγκεκριμένη διάταξη σχετικά με τη λειτουργία του διοικητικού συμβουλίου που λέει ότι όσοι ψηφίζουν λευκό ή κάνουν αποχή, φαίνεται σαν να μην πήραν μέρος σʼ αυτή τη συνεδρίαση, φέρονται ως απόντες. Θεωρούμε ότι αυτό αποτελεί εντελώς αντιδημοκρατική διάταξη, ιδίως για τα πρακτικά ενός διοικητικού συμβουλίου, όπως θα είναι το διοικητικό συμβούλιο του Μουσείου της Ακρόπολης.
Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ ξανά στην τελευταία απεργία –χθες και σήμερα- του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων. Ούτε σʼ αυτό μας απάντησε κανείς.
Έχω εδώ μια επιστολή, την οποία διένειμε ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Πολιτισμού μετά από την απεργία στο Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων. Μέσα σʼ αυτό το κείμενο αναφέρεται ότι έχει κηρυχθεί παράνομη η απεργία και υπάρχει μια σειρά διατυπώσεις, τις οποίες εγώ εκλαμβάνω ως απειλές, που λένε ότι αν ξαναγίνουν τέτοιου είδους απεργίες, προκαλούν εύλογους προβληματισμούς για παρελκυστικότητα, καταχρηστικότητα και εν τέλει αποδόμηση των θεσμών και της απρόσκοπτης λειτουργίας των υπηρεσιών της διοίκησης.
Ξαναθυμίζουμε ότι η απεργία έγινε για το νέο Μουσείο της Ακρόπολης, ότι πρώτα και κύρια οι Έλληνες αρχαιολόγοι έχουν δικαίωμα και χρέος –θα έλεγα, από τη στιγμή που παρακολουθήσαμε όλη αυτή τη συζήτηση αυτές τις μέρες- να απεργούν και ότι μια τέτοια διατύπωση θα έπρεπε τουλάχιστον να αποσυρθεί για να μη τη θεωρήσει κανείς ούτε από τους εργαζόμενους, ούτε από εμάς ως απειλή.
Τέλος, για τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Πολιτισμού, θα έπρεπε, κύριε Υπουργέ, να δεσμευθείτε ότι θα αγωνιστείτε –θα αγωνιστούμε μαζί σας- για να αυξηθεί. Μιλάτε για κατάντια των επαρχιακών μας μουσείων. Για όνομα του Θεού! Οφείλεται πρώτα και κύρια στο ότι δεν υπάρχουν φύλακες, δεν γίνονται καθαρισμοί, δεν φροντίζουμε να υπάρχει όλο το απαραίτητο επιστημονικό προσωπικό, το οποίο είναι αναγκαίο, δεν φροντίζουμε την προβολή αυτών των μουσείων.
Λέτε ότι είναι αναγκαία η προβολή των εγκαινίων του Μουσείου της Ακρόπολης. Δεν συμφωνούμε με αυτό το υπέρογκο ποσό. Όμως, σίγουρα είναι αναγκαία μια προβολή. Γιʼ αυτά τα μουσεία δεν χρειάζεται; Δεν χρειάζεται γιʼ αυτά τα μουσεία που έχουν πολύτιμους θησαυρούς μέσα;
Δεν έχει το Υπουργείο οικονομικά, δεν τα ζητά και από πάνω λέει ότι φταίει δεν ξέρω κι εγώ ποιος!
Ολοκλήρωσα, κύριε Πρόεδρε. Ευχαριστώ.