1) Πού αποδίδετε τη σθεναρή αντίδραση του υπουργού Οικονομικών στην ανάγκη λήψης μέτρων υπέρ των ασθενέστερων; Είναι θέμα έλλειψης κοινωνικής ευαισθησίας του Υπουργού ή ζήτημα γενικότερων πολιτικών κατευθύνσεων της κυβέρνησης;
Ούτε από τον κ. Αλογοσκούφη ούτε από τον κ. Καραμανλή ούτε από τη ΝΔ συνολικά μπορούμε να περιμένουμε κάτι ουσιαστικό.
Το μόνο που μπορούν να κάνουν – και το κάνουν – είναι με το ένα χέρι να παίρνουν από τον κόσμο δέκα και με το άλλο να δίνουν ένα, αν το δίνουν κι αυτό.
Και τούτο διότι το οικονομικό μοντέλο οι αντιλήψεις και η πολιτική που υπηρετούν, έχουν χρεοκοπήσει. Η πολιτική τους παράγει ελλείμματα, ζημιές, χρέη.
Τώρα, όλα και σε μας και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, όλα τα απορροφά το κράτος για να τα κατανείμει στη συνέχεια στους εργαζόμενους, στις πιο ευάλωτες και με τις λιγότερες αντιστάσεις κοινωνικές ομάδες.
Δεν προφητεύουμε το μέλλον. Υπενθυμίζουμε το παρελθόν. Διότι το έργο αυτό έχει ξαναπαιχθεί. Ακόμη και σήμερα πληρώνουμε το δημόσιο χρέος που άφησαν οι προβληματικές επιχειρήσεις της δεκαετίας του ʼ70 και του ʼ80.
Σήμερα, αν τα πράγματα δεν αλλάξουν ριζικά, θα συσσωρευθεί ένα νέο δημόσιο χρέος για μας, τα παιδιά μας, ακόμη και για τα εγγόνια μας.
2) Ποιο ρόλο μπορεί να παίξει το δημόσιο σε σχέση με τις τράπεζες; Θα ήταν μια λύση η αγορά μετοχών;
Το βασικό με τις τράπεζες είναι ότι πρέπει να επαναπροσδιοριστεί ο ρόλος τους. Αν οι τράπεζες είναι κερδοσκοπικοί οργανισμοί, λειτουργούν ως αυτόνομοι χώροι συσσώρευσης κεφαλαίου και έχουν τη μεγιστοποίηση του κέρδους για το μέτοχο ως αυτοσκοπό, τότε, ακόμα και κρατικές να είναι, δεν θα μπορούν να υπηρετήσουν ούτε την πραγματική οικονομία ούτε τις ανάγκες της κοινωνίας.
Για την αριστερά το κράτος δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά μια από τις προϋποθέσεις για την άσκηση αριστερής πολιτικής. Δηλαδή η αριστερή πολιτική δεν είναι μόνον η κρατικοποίηση από μόνη της, αλλά και η μετά την κρατικοποίηση προσπάθεια, το κρατικό να λειτουργεί στην πράξη ως δημόσιο και κοινωνικό.
Συνεπώς, εμείς επιμένουμε ότι χρειαζόμαστε ένα νέο τραπεζικό σύστημα, με νέα κριτήρια λειτουργίας και νέα κριτήρια αποδοτικότητας, που θα έχουν να κάνουν με το τι ανάπτυξη και τι κοινωνία θέλουμε και πως θα υπηρετηθούν οι στόχοι αυτοί. Επειδή, ακριβώς, αυτά τα κριτήρια είναι δύσκολο να τα επιβάλλει κανείς σε ιδιωτικές κερδοσκοπικές τράπεζες, πρέπει αφενός να επανεθνικοποιηθεί η Εθνική Τράπεζα και να γίνει ο βασικός πυλώνας του τραπεζικού συστήματος και αφετέρου γύρω από την Εθνική να υπάρξει, ένα δίκτυο μικρότερων τραπεζών δημόσιου και κοινωνικού συμφέροντος. Τέλος, πρέπει να υπάρξει ένα σύστημα αποτελεσματικής εποπτείας και κοινωνικού ελέγχου σε όλο το τραπεζικό σύστημα και στις ιδιωτικές τράπεζες.
3) Διαβάζοντας τις θέσεις που παρουσιάσατε, είδαμε ότι προτείνετε και τη δημιουργία νέων τραπεζών.
Όχι μόνο νέες αλλά και ειδικού σκοπού. Πράγματι, προτείνουμε να δημιουργηθούν και δύο νέες τράπεζες ειδικού σκοπού που θα καλύπτουν ειδικές ανάγκες. Η μία είναι μια δημόσια στεγαστική τράπεζα μισθωτών, αυτοαπασχολούμενων και άλλων και εργαζομένων. Μιλάμε για μια τράπεζα στέγης με τη συμμετοχή των εισφορών των εργαζομένων και σε συνεργασία με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Δεύτερον, προτείνουμε μια τράπεζα με ειδική αποστολή τη δανειοδότηση με ευελιξία και όρους ευνοϊκούς για τις μικρές και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις
Ίσως χρειαστεί και μια καινούρια τράπεζα ειδικού σκοπού για την ανάληψη προβληματικών επιχειρήσεων, με στόχο την ανασυγκρότησή τους. Αλλά αυτό προϋποθέτει ένα ευρύτερο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης.
4) Κωδικοποιημένα ποιες θα είναι οι επιπτώσεις της κρίσης για την ελληνική οικονομία και κατ' επέκταση για το μέσο Έλληνα;
Η κρίση είναι ακόμα σε εξέλιξη. Με βάση τα σημερινά δεδομένα, εκτιμούμε ότι η κρίση θα επεκταθεί ραγδαία στην πραγματική οικονομία και θα εκδηλωθεί με μια κρίση απασχόλησης. Προβλέπουμε αύξηση της ανεργίας, κλείσιμο επιχειρήσεων, απολύσεις και επιβράδυνση των επενδύσεων. Επιπλέον, θα έχουμε κρίση του κοινωνικού κράτους. Κρίσιμος κρίκος είναι επίσης η κοινωνική ασφάλιση, τα Ταμεία. Έχουμε σημαντικές ζημίες των ταμείων και δυστυχώς δεν γίνεται το αυτονόητο. Το αυτονόητο θα ήταν να αναλάβει το κράτος τις επισφαλείς επενδύσεις και να εγγυηθεί τα αποθεματικά των ταμείων. Είναι αδιανόητο το κράτος να εγγυάται τις καταθέσεις ακόμα και των εφοπλιστών και να μην εγγυάται τα αποθεματικά των ταμείων. Και ακόμα, θεωρούμε ότι η κρίση θα πλήξει τους κατασκευαστικούς κλάδους, τη ναυτιλία, τον τουρισμό, ενώ θα οξυνθεί και η οικολογική κρίση. Διότι αν οι ασύδοτες αγορές απείλησαν με καταστροφή το τραπεζικό σύστημα του ίδιου του καπιταλισμού, γιατί να είναι πιο γενναιόδωρες απέναντι στο φυσικό περιβάλλον; Επίσης, λόγω της κρίσης, ενδέχεται να χαλαρώσουν οι περιβαλλοντικοί όροι στο όνομα της αύξησης των επενδύσεων.
5) Ο πρωθυπουργός ισχυρίσθηκε ότι η ελληνική οικονομία έχει δείξει αντοχές χάρις στην πολιτική της κυβέρνησης. Πώς κρίνετε τον ισχυρισμό του αυτόν;
Ο ισχυρισμός δείχνει ότι η κυβέρνηση αυτή είναι επικίνδυνη. Διότι, ακόμη και σήμερα, αρνείται να αναγνωρίσει τις ενδογενείς αιτίες της κρίσης. Εμφανίζει την κρίση ως ένα μυστηριώδες φυσικό «φαινόμενο» που δρα μόνο εξωγενώς. Και το κάνει αυτό διότι δε θέλει να αλλάξει πολιτική ούτε να θίξει τα συμφέροντα που στηρίζει και τη στηρίζουν. Αλλά, σε τέτοιες περιπτώσεις, ο δογματισμός, η άρνηση του προβλήματος, αυξάνει τους κινδύνους.
Ο κ. Σημίτης μιλούσε παλαιότερα για «ισχυρή οικονομία». Τώρα, ο κ. Καραμανλής μιλά για «ανθεκτική οικονομία». Η αλήθεια είναι ότι για κάθε ευρώ που παράγεται στη χώρα μας, το εθνικό χρέος _ δηλαδή το δημόσιο και το ιδιωτικό χρέος_ αυξάνει κατά 2,5 ευρώ.
Όσο αναπτυσσόμαστε, χρεωνόμαστε. Και όσο χρεωνόμαστε, αυξάνουν οι τόκοι και τα μερίσματα που πληρώνουμε. Το έλλειμμα του ισοζυγίου αυξάνει έτσι εκρηκτικά. Κάποια στιγμή, φοβούνται να σε δανείσουν. Και τότε χρεοκοπείς ή σε χρεοκοπούν για να σου επιβάλουν τους όρους τους. Όπως έγινε παλαιότερα στην Αργεντινή και τώρα στην Ισλανδία. Αυτή είναι μια από τις διαδρομές που οδηγούν στην κρίση. Ένας από τους παράγοντες της. Αυτό δεν το λέμε τώρα. Χρόνια τώρα, έχουμε καταθέσει στοιχεία στη βουλή, και εγώ και άλλοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Έχουμε αναλύσει και αποδείξει ότι η «ισχυρή» ανάπτυξη που είχαμε ήταν «επισφαλής», ότι θα οδηγούσε σε κρίση. Η κρίση ήρθε, η κρίση είναι και ενδογενής και αυτοί ακόμη δε θέλουν να το παραδεχθούν.
6) Διατυπώνεται το επιχείρημα ότι, αν δεν είχαμε το ευρώ, ίσως θα είμαστε και εμείς σήμερα στη θέση της Ουκρανίας, της Ουγγαρίας, αν όχι και της Ισλανδίας; Ποια είναι η δική σας άποψη;
Ούτε το ευρώ θα μας σώσει, αν δεν αλλάξουμε πολιτική και αναπτυξιακή στρατηγική.
Το ευρώ, όντως μας προστατεύει από το συναλλαγματικό κίνδυνο. Αλλά αυτό είναι μόνο η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή είναι ότι το ευρώ δε μας προστατεύει από τον πιστωτικό κίνδυνο.
Αν το δημόσιο ή και το ιδιωτικό χρέος αυξηθούν τόσο ώστε οι πιστωτές να αμφιβάλλουν για τη δυνατότητα του κράτους να εγγυηθεί την εξυπηρέτησή του, τότε μια χώρα οδηγείται ή την οδηγούν στη χρεοκοπία. Αν σε μια χώρα τα πράγματα φτάσουν ως εκεί, τότε το ευρώ όχι μόνο δε την καλύπτει, αλλά και αποδεικνύεται ως ένας περιορισμός. Διότι ούτε να τυπώνει νόμισμα μπορεί ούτε να το υποτιμήσει. Άρα σʼ αυτό το ακραίο σενάριο, δε μπορεί να κάνει , αν πούμε αυτό έκανε η Ιαπωνία τη δεκαετία του ʼ90 ή ό,τι κάνουν οι ΗΠΑ σήμερα.
Ακριβώς γιʼ αυτό, σε μας, αυτή η παγκόσμια κρίση πρέπει να κατανοηθεί και ως μια κρίση αναπτυξιακής στρατηγικής. Πρέπει να ξανατεθούν τα κλασικά ερωτήματα της πολιτικής οικονομίας από την αρχή: τι παράγουμε, δηλαδή, τι θέλουμε να παράγουμε ως κοινωνία, με ποιον τρόπο και με ποιους φορείς θέλουμε να το παράγουμε και προς όφελος ποιων θα γίνεται αυτή η παραγωγή.