Επερώτηση κατέθεσε σήμερα η Κοινοβουλευτικό Ομάδα του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς, προς τους Υπουργούς Περιβάλλοντος Χωροταξίας & Δημοσιών Έργων και Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, σχετικά με τη λειψυδρία. Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ζητούν την λήψη άμεσων και μακροχρόνιων μέτρων, για την αντιμετώπισή τους.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της επερώτησης:
«Λειψυδρία: Άμεσα και μακροχρόνια Μέτρα αντιμετώπισής της.
Η Ελλάδα είναι μια μάλλον πλούσια σε νερό μεσογειακή χώρα, αφού η μέση ετήσια βροχόπτωση είναι μεγαλύτερη από αυτή της Ισπανίας ή της Κύπρου. Παρόλα αυτά, η άνιση κατανομή των υδατικών πόρων, η άνιση κατανομή των βροχοπτώσεων σε συνδυασμό με τη συγκέντρωση του πληθυσμού στα ξηρότερα μέρη της χώρας, προκαλούν τελικά προβλήματα διαθεσιμότητας και δυσκολία στη διαχείρισή τους. Στις περισσότερες περιπτώσεις το πρόβλημα προκύπτει από τη κακοδιαχείριση των υδατικών πόρων και την κακή αξιολόγηση των αναγκών και τούτο αφορά σε όλους τους τομείς: άρδευση, ύδρευση, κτηνοτροφία, βιομηχανία και λοιπές χρήσεις.
Η διαχείριση των υδατικών πόρων μπορεί να αντιμετωπισθεί μόνο μέσα από ένα συνολικό πλαίσιο και επιλογές. Χωρίς αυτό το συνολικό πλαίσιο, με σχεδιασμό και πρόβλεψη, οδηγούμαστε σε μεγαλύτερα προβλήματα που εντείνονται από την κλιματική αλλαγή και από τη μείωση των βροχοπτώσεων στις μεσογειακές χώρες, όπως προκύπτει από τις επιστημονικές προβλέψεις.
Το πρόβλημα της λειψυδρίας είναι ήδη έντονο στις παράκτιες περιοχές και τα νησιά του Αιγαίου. Τα αποθέματα νερού σήμερα ανέρχονται σε 542 εκατ. κυβικά μέτρα, τα οποία επαρκούν για 8 με 10 μήνες το πολύ για την ύδρευση της Αθήνας. Είναι η χειρότερη υδρολογική περίοδος της εξαετίας και η Αθήνα αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει τα στρατηγικά της αποθέματα για να μη διψάσει.
Όσον αφορά στις χρήσεις του νερού στη χώρα μας η γεωργία καταναλίσκει το 87%, τα νοικοκυριά (αστική χρήση) και ο τουρισμός 10% και η βιομηχανία το 3%. Οι προσπάθειες όμως που μελετώνται για εξοικονόμηση νερού -και έχουμε δει μερικώς και στην πράξη - αφορά μόνο στο 10%. Είναι αναγκαίο να υπάρξουν πολιτικές που να εγγυώνται τη μεγαλύτερη σε αποτελεσματικότητα χρήση του νερού, ιδιαίτερα στον αγροτικό τομέα που η κατανάλωσή του είναι υπερβολικά μεγάλη για την Ελλάδα.
Σε πολλές χώρες της Μεσογείου, τα αρδευτικά σχέδια απαιτούν επενδύσεις στα δίκτυα αλλά και στις εκμεταλλεύσεις προκειμένου να εξοικονομηθεί νερό. Καινοτόμες τεχνολογίες μπορούν να προμηθεύσουν τους αγρότες αλλά και τους διαχειριστές νερού με επιπλέον κλιματικά, εδαφικά και άλλα στοιχεία για την κάθε καλλιέργεια προκειμένου να μειώσουν τις απώλειες νερού. Με τις δεδομένες συνθήκες λειψυδρίας είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρξει μακροπρόθεσμος σχεδιασμός για την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών. Η εφαρμογή αυτών των μέτρων απαιτεί την εκπαίδευση των αγροτών, ώστε να σταματήσει η αλόγιστη χρήση από γεωργούς (δηλ. η χρησιμοποίηση επιφανειακής άρδευσης και τεχνητής βροχής αντί της «στάγδην άρδευσης» που αποτελεί επιταγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης), η υπερβολική χρήση φυτοφαρμάκων.
Η Αργολίδα, η Δυτική Μεσσηνία, η Ηλεία, η λεκάνη του Μαραθώνα, ο Θεσσαλικός κάμπος, η λεκάνη της Άρτας αποτελούν μια ελάχιστη ενδεικτική αναφορά. Επιπλέον, τα έργα μεταφοράς μεγάλων όγκων νερού, όπως η εκτροπή ποταμών, δεν είναι στη σωστή κατεύθυνση καθώς δεν αποτελούν μακροπρόθεσμη λύση του προβλήματος.
Σύμφωνα με περιορισμένες σε τοπικό επίπεδο έρευνες του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών σε γεωργικές περιοχές ανά την Ελλάδα, οι συνολικές απώλειες νερού κατά την άρδευση κυμαίνονται ανάμεσα σε 13% με 18%. Οι μεγαλύτερες απώλειες νερού καταγράφονται κατά την υπεράρδευση και ανέρχονται σε ποσοστό 8%- 10% επί του συνόλου των ποσοτήτων που χρησιμοποιούνται για πότισμα. Επιπλέον, παρατηρούνται απώλειες της τάξεως του 3%- 5% κατά τη μεταφορά του νερού άρδευσης και 2%- 3% από το πότισμα τις μεσημεριανές ώρες.
Μία άλλη πρακτική που εντείνει το πρόβλημα της λειψυδρίας είναι οι ανεξέλεγκτη ανόρυξη γεωτρήσεων. Ο συνολικός αριθμός των γεωτρήσεων σήμερα στη χώρα μας κυμαίνεται από 190.000 έως 270.000 νόμιμες ή παράνομες και είναι άγνωστες οι πραγματικές αντλούμενες ποσότητες νερού από αυτές. Σύστημα αδειοδότησης γεωτρήσεων ουσιαστικά δεν υπάρχει αφού δεν υπάρχουν διαχειριστικές μελέτες για τις περισσότερες λεκάνες απορροής. Οι γεωτρήσεις γίνονται στις περιοχές με τα εντονότερα προβλήματα: στη Θεσσαλία, στα νησιά του Αιγαίου αλλά και στην Αττική, οι οποίες στραγγίζουν τα υδατικά αποθέματα. Ως αποτέλεσμα έχουμε την υποβάθμιση της στάθμης των υπόγειων υδροφορέων από 10 έως και 30 μέτρα. Κυρίως όμως η διείσδυση βαρέων μετάλλων, νιτρικών και θαλασσινού νερού στους υπόγειους υδροφορείς καθιστούν τα υδατικά αποθέματα ακατάλληλα για ύδρευση και πολλές φορές και για άρδευση. Σε πολλές περιοχές (Αχαϊα – Αργολίδα0 αντλείται σχεδόν τοξικό νερό από βάθη 250- 350μ.ετρων. Το φαινόμενο της υφαλμύρωσης στο Αργολικό πεδίο είναι έντονο, γνωστό σε όλους και μάλλον μη αναστρέψιμο.
Ωστόσο, σύμφωνα με τους ειδικούς, λύσεις για την εξυγίανση των υπόγειων υδάτων υπάρχουν αλλά δεν έχουν εφαρμοστεί. Κυρίως συνίστανται στον τεχνητό εμπλουτισμό από μικρά φράγματα για κατακράτηση των όμβριων υδάτων που δίνουν τον απαραίτητο χρόνο να εισχωρήσουν στο έδαφος ή από πλημμυρικά νερά όταν υπάρχουν. Με τη μέθοδο του εμπλουτισμού οι υπόγειοι υδροφορείς αφενός μεν δημιουργούν στρατηγικά αποθέματα, αφετέρου εξυγιαίνονται δηλαδή σταδιακά απορρυπαίνονται είτε από νιτρικά, είτε από βαρέα μέταλλα, είτε από άλλες επικίνδυνες ουσίες.
Περίπου 45 εκατομμύρια ευρώ που δαπανήθηκαν από το 2004 ως σήμερα για μεταφορά νερού στα άνυδρα νησιά, θα έπρεπε να είχαν διατεθεί για τη δημιουργία νέων μονάδων αφαλάτωσης δεδομένου ότι με τις νέες τεχνολογίες το λειτουργικό κόστος αυτών των μονάδων έχει μειωθεί σημαντικά. Το πρώτο πλωτό «πράσινο» εργοστάσιο αφαλάτωσης στον κόσμο κατασκευάστηκε στη χώρα μας και λειτουργεί με ανεμογεννήτρια (επίσης την πρώτη πλωτή στον κόσμο) χωρίς την ανάγκη καυσίμων και κάλλιστα μπορεί υπό προϋποθέσεις να αποτελέσει τη λύση για τα άνυδρα νησιά της Ελλάδας.
Ενώ έχει αποδειχθεί παγκοσμίως η αποτελεσματικότητα της ανακύκλωσης του νερού, στη χώρα μας δεν δημιουργούνται τα απαιτούμενα έργα υποδομής για την εκμετάλλευση των εκατομμυρίων κυβικών μέτρων νερού που προκύπτουν από τους βιολογικούς καθαρισμούς. Περισσότερα από ένα εκατομμύριο κυβικά μέτρα νερού - που προέρχεται από τις μονάδες βιολογικών καθαρισμών, που λειτουργούν σε όλη την Ελλάδα - καταλήγουν καθημερινά στη θάλασσα, ενώ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθούν για το πότισμα χιλιάδων στρεμμάτων καλλιεργειών και αστικού και περιαστικού πρασίνου (π.χ. άρδευση του Ποικίλου όρους από την Ψυτάλλεια).
Δεν δίνονται κίνητρα για την κατασκευή δεξαμενών συλλογής όμβριων υδάτων για οικιακή κατανάλωση, που θα εξοικονομούσε το νερό που διαφεύγει στη θάλασσα. Για τα νοικοκυριά είναι πολύ εύκολο να κάνουν οικονομία, δεδομένου ότι υπάρχουν λύσεις (βρύσες και καζανάκια πεπιεσμένου αέρα) που με τη χρήση τους εξοικονομείται περίπου το 50% του νερού. Η κατασκευή πισίνας στην Αττική, στις τουριστικές περιοχές αλλά και στην Περιφέρεια γενικότερα είναι μια νέα τάση των τελευταίων ετών, για την οποία απαιτείται η λήψη μέτρων τόσο τιμολογιακού όσο και διοικητικού και συμβουλευτικού χαρακτήρα που θα στόχευε στην εξοικονόμηση, τουλάχιστον, του πόσιμου νερού. (Πολιτική αυξητικής τιμολόγησης, για παράδειγμα η χρέωση της υπέρβασης μετά τη μέγιστη κατανάλωση, 30 τόνων το μήνα για τέσσερα άτομα, να είναι πολλαπλάσια).
Για τον αγροτικό τομέα πρέπει να δημιουργηθούν μικρά φράγματα ώστε να συγκρατούν το νερό του χειμώνα για την άρδευση το καλοκαίρι.
Στις πόλεις οι δήμοι οφείλουν να φροντίσουν τις απώλειες του δικτύου με επαρκή κρατική χρηματοδότηση, και βέβαια η άρδευση των πάρκων και η λειτουργία των συντριβανιών δεν πρέπει να γίνονται με πόσιμο νερό.
Επειδή, η Πολιτεία, παραμένει για χρόνια αδιάφορη, χωρίς σχέδια ολοκληρωμένης διαχείρισης υδατικών πόρων και με ελάχιστα εγγειοβελτιωτικά έργα και σοβαρές ελλείψεις και καθυστερήσεις στην πραγματική ενσωμάτωση της Οδηγίας 2000/60.
Επειδή, το νερό είναι φυσικός πόρος σʼ ανεπάρκεια και όχι ένα εμπόρευμα. Επειδή, πρέπει πάντα να ισχύει η αρχή ότι η πολιτεία οφείλει να καλύπτει με επάρκεια τις βασικές ανάγκες σε νερό, με αντίστοιχη ποιότητα για κάθε χρήση και όχι στη βάση εμπορευματικών, ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων. Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. θεωρεί απαραίτητο τον επαναπροσδιορισμό της υδατικής πολιτικής σύμφωνα με την αποδοχή και τις αρχές της Αειφόρου Ανάπτυξης και της διαχείρισης της ζήτησης και όχι της προσφοράς του νερού. Θεωρεί επίσης ότι η διαχείριση των υδατικών πόρων απαιτεί ενιαία αντιμετώπιση όλων των δραστηριοτήτων που αφορούν στην ανάπτυξη και προστασία τους καθώς πρόκειται για ένα φυσικό πόρο μέγιστης σημασίας για την ίδια την ζωή και την διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος.
Ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί
- Υπάρχει ολοκληρωμένη υδατική πολιτική;
- Σε ποια φάση βρίσκεται η υλοποίηση, εγγειοβελτιωτικών έργων (φράγματα, υδατοδεξαμενές, ταμιευτήρες…);
-Έχει γίνει έστω και ένα έργο υποδομής , διαχείρισης/επαναχρησιμοποίησης υγρών αποβλήτων «Βιολογικών Καθαρισμών» για άρδευση;
-Υπάρχουν σε εφαρμογή μέτρα εκπαίδευσης – ενημέρωσης των αγροτών σε ότι αφορά στην ορθολογική διαχείριση των υδατικών αποθεμάτων;
- Ποιες πολιτικές εξοικονόμησης υδατικών πόρων εφαρμόσθηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών όπου το πρόβλημα οξύνθηκε; Υπήρξε διαρκής και μόνιμη καμπάνια ενημέρωσης σε πληττόμενους νομούς αλλά και στο σύνολο της χώρας για το πρόβλημα του νερού και τους τρόπους εξοικονόμησης;
- Το Εθνικό Συμβούλιο Υδάτων, που έχει συσταθεί από το 2005 έχει συνεδριάσει; Αν ναι, έχει καταλήξει σε προτάσεις - μέτρα βραχυπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης αντιμετώπισης της λειψυδρίας;»