Η Ελλάδα είναι από τις πρώτες χώρες παγκοσμίως τόσο όσον αφορά στις εισαγωγές όπλων όσο και στις στρατιωτικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι δαπάνες αυτές, μάλιστα πραγματοποιούνται σε ένα περιβάλλον συνεχούς αύξησης των παγκόσμιων στρατιωτικών δαπανών που όπως εκτιμά το Ινστιτούτο SIPRI έχουν αυξηθεί κατά 45% σε σταθερές τιμές κατά την τελευταία δεκαετία.
Η χώρα μας σύμφωνα με την Έκθεση του ΟΗΕ για την ανθρώπινη ανάπτυξη 2007-8 είναι 83η στον κόσμο σε δημόσιες δαπάνες για την Παιδεία και 56η σε δαπάνες για την υγεία ενώ σε στρατιωτικές δαπάνες είναι 13η με ποσοστό 4,1% του ΑΕΠ.
Η διατήρηση των πολύ υψηλών ποσοστών δαπανών σε σχέση με το ΑΕΠ εκ μέρους της Ελλάδας αποτελεί κεντρικό πολιτικό και οικονομικό πρόβλημα για την Ελλάδα, αφαιρεί σημαντικότατους πόρους από κοινωνικούς και αναπτυξιακούς στόχους και σε περιόδους κρίσεις εξελίσσεται σε εξαιρετικά αρνητικό παράγοντα. Η άποψη ότι οι αμυντικές δαπάνες δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την «αξιολόγηση» κάθε χώρας σύμφωνα με τα κριτήρια του Συμφώνου Σταθερότητας, δεν αποτελεί σήμερα λύση, αλλά διευκολύνει μάλλον την παγίωση κι την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, οι οποίες για χώρες όπως η Ελλάδα είναι εξόχως αντιπαραγωγικές.
Με δεδομένο ότι οι αμυντικές δαπάνες είναι ο κυριότερος συντελεστής επιβάρυνσης του δημόσιου χρέους, το τεράστιο ύψος του οποίου εμποδίζει την Ελλάδα να αναπτύξει αξιόπιστες, φιλολαϊκές και αναπτυξιακές πολιτικές, που να απαντούν στην οικονομική κρίση,
Ερωτάται ο κ. Πρωθυπουργός :
Ο Ερωτών Βουλευτής
Αλέξανδρος Αλαβάνος