Η σημερινή περιοδεία μου στην Κομοτηνή, στον νομό Ροδόπης συμπίπτει με μία πανελλαδική καμπάνια του ΣΥΡΙΖΑ, ενάντια στην κερδοσκοπική πρακτική των τραπεζών και ενάντια σε αυτό το περίφημο σχέδιο του κ. Αλογοσκούφη για τα 28 δισεκατομμύρια ένα σχέδιο για το οποίο έχουμε εκφράσει τις αντιρρήσεις μας και σήμερα σε όλη την Ελλάδα σε όλες τις πόλεις και στην Κομοτηνή εκφράσαμε την αντίθεσή μας και συναντηθήκαμε με ενεργούς πολίτες αγανακτισμένους δανειολήπτες διαδηλώνοντας την αντίθεσή μας σε αυτές τις πρακτικές. Και κυρίως προσπαθήσαμε να αναδείξουμε ότι αυτό που χρειάζεται το επόμενο διάστημα είναι μέτρα στήριξης της κοινωνίας και όχι των υπαιτίων της κρίσης. Διότι αυτό που κάνει ουσιαστικά η κυβέρνηση είναι να στηρίζει αυτούς που κερδοσκοπώντας εις βάρος της κοινωνίας, των χαμηλόμισθων, των συνταξιούχων, έχουν οδηγήσει σε μια μεγάλη κοινωνική και οικονομική κρίση την χώρα.
Ταυτόχρονα, στο λίγο χρονικό διάστημα που είμαι εδώ είχα την ευκαιρία να συναντηθώ με παραγωγικούς φορείς της πόλης και του Νομού με την Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Ροδόπης όπου είχα την ευκαιρία να πληροφορηθώ από πρώτο χέρι τα τεράστια προβλήματα διαβίωσης που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίοι παραγωγοί. Τα τεράστια προβλήματα διαβίωσης που αντιμετωπίζουν οι κτηνοτρόφοι και αλιείς.
Και επιτρέψτε μου ένα σχόλιο, διότι χθες υπήρξε από την πλευρά του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων του κ. Κοντού μετά από την κυβερνητικής επιτροπής υπήρξαν δηλώσεις και εξαγγελίες μέτρων που για άλλη μια φορά όμως δεν μπορούν να διαχειριστούν το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο αγροτικός πληθυσμός της χώρας.
Αν δεν υπάρξει μια ριζική αλλαγή πολιτικής αν δεν στηριχθεί η αγροτική οικονομία με στοχευμένα μέτρα και κυρίως αν δεν υπάρξουν ουσιαστικοί έλεγχοι να χτυπηθούν τα καρτέλ, τότε πολύ σύντομα θα ζήσουμε την ερημοποίηση της υπαίθρου. Διότι αυτό είναι το ουσιαστικό πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε μπροστά μας.
Εμείς λέμε ότι η σημερινή κατάσταση χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που να έχει κατεύθυνση κοινωνικής προστασίας των μικρομεσαίων αγροτών και των κατοίκων της υπαίθρου που θα διασφαλίζει πρώτον την συνέχεια και σταθερότητα της γεωργικής παραγωγικής διαδικασίας, δεύτερον την προστασία των περιουσιακών στοιχείων κάθε αγρότη στα σημερινά επίπεδα και τρίτον να υπάρξουν άμεσα συγκεκριμένα στοχευμένα μέτρα κοινωνικής μέριμνας ιδιαίτερα στον τομέα των υπηρεσιών τα προβλήματα των αγροτών και των κτηνοτρόφων της συρρίκνωσης του δευτερογενούς τομέα, της αποβιομηχάνισης δηλαδή, γιατί βρεθήκαμε σήμερα και στην διαμαρτυρία στην Εγνατία των εργαζομένων στην Κλωστοϋφαντουργία (πρώην Λαναρά) δεν είναι άσχετα με την διευρυνόμενη κοινωνική και οικονομική κρίση. Μια κρίση που οφείλεται κυρίως στις νεοφιλελεύθερες κυβερνητικές επιλογές των προηγούμενων κυβερνήσεων και μια κρίση που για αντιμετωπιστεί χρειάζεται ένα συνολικό εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο διεξόδου χρειάζεται δηλαδή μια ριζική στροφή από τις ακολουθούμενες πολιτικές χρειάζονται στοχευμένα μέτρα ενίσχυσης των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων, χρειάζονται δημόσιες επενδύσεις, χρειάζονται δισεκατομμύρια για να στηριχθεί η απασχόληση και η κοινωνική συνοχή και όχι βέβαια για να στηριχθούν να υπερκέρδη των χρηματοπιστωτικών ομίλων.
Σʼ αυτήν την κατεύθυνση θα κινηθούμε εμείς το επόμενο διάστημα, και πιστεύουμε ότι ένα τέτοιο εναλλακτικό σχέδιο δεν είναι σε θέση σήμερα να παρουσιάσουν, ούτε προφανώς η κυβέρνηση της ΝΔ που δεν κάνει τίποτε άλλο από το να προσπαθεί να μαλώσει τον κύριο Αράπογλου που η ίδια διόρισε ή να συνετίσει τον κ. Αθανασόπουλο που η ίδια διόρισε διοικητή στη ΔΕΗ ή να κυνηγάει από πίσω τον κ. Τατούλη. Και βεβαίως δεν μπορεί και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Διότι σε περιόδους κρίσης πρέπει κανείς να αποφασίσει με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει. Και πρέπει να αποφασίσει και τι είδους προγραμματικές συγκλίσεις θα επιδιώξει: με την Αριστερά, τους δανειολήπτες, τους εργαζόμενους, τους χαμηλοσυνταξιούχους, ή με τους τραπεζίτες; Ή με τον κ. Μπαρόζο που επιμένει στο σύμφωνο σταθερότητας;
Σε περιόδους κρίσης ο καθένας πρέπει να επιλέξει ποια πολιτική θα ακολουθήσει. Η περίοδος όπου μπορούσε κανείς να μιλάει με εύηχα λόγια για ανάπτυξη για εκσυγχρονισμό για κοινωνική ευημερία κοινωνική συνοχή έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Σήμερα χρειάζεται συγκροτημένο εναλλακτικό σχέδιο διεξόδου από την κρίση σήμερα χρειάζεται διακυβέρνηση Αριστεράς για να μπορέσουμε να βγούμε από αυτό το σκοτεινό τούνελ όπου έχουμε εισέλθει εδώ και αρκετό καιρό αλλά το τελευταίο διάστημα φαίνεται ότι τα πράγματα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο.
Μʼ αυτές τις σκέψεις θα ήθελα να ανοίξω τη σημερινή συνέντευξη τύπου και να πω ότι για μας έχει ιδιαίτερη σημασία να βρισκόμαστε στην περιφέρεια να βλέπουμε από κοντά τα προβλήματα και να προσπαθούμε να εντάσσουμε τις διεκδικήσεις των ανθρώπων της περιφέρειες, των ανθρώπων που διεκδικούν το δίκιο τους και τον μόχθο τους να τα εντάσσουμε στις δικές μας προγραμματικές παρεμβάσεις και δράσεις, στο δικό μας προγραμματικό πρόγραμμα το οποίο διαμορφώνουμε το διάστημα αυτό και σε λίγο καιρό θα είμαστε σε θέση να το παρουσιάσουμε στην ελληνική κοινωνία.
Στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων ο Αλέξης Τσίπρας απάντησε:
Είναι γνωστό ότι ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μια δύναμη, μια πολιτική παράταξη που όλο το προηγούμενο διάστημα έχει αγωνιστεί για τα δικαιώματα της μειονότητας στην Θράκη και για μία διαφορετική μειονοτική πολιτική από την πλευρά της χώρας. Το επόμενο διάστημα θα συνεχίσουμε παρά το γεγονός ότι κάποιοι μας λένε ότι «τώρα που έχουν ανεβεί τα ποσοστά σας θα πρέπει να βάλετε νερό στο κρασί σας» εμείς θα συνεχίσουμε να λέμε αλήθειες. Ακόμα κι αν σε κάποιους αυτές οι αλήθειες δεν ακούγονται εύκολες στα αυτιά. Δεν πρόκειται να αλλάξουμε άποψη στα κρίσιμα ζητήματα. Και δεν πρόκειται να αλλάξουμε άποψη διότι πιστεύουμε ότι οι προτάσεις μας και οι θέσεις μας είναι αναγκαίες και πρέπει να εφαρμοστούν προκειμένου να υπάρξει κοινωνική συνοχή και ευημερία και προκειμένου να υπάρξει πρόοδος για την χώρα συνολικά και όχι μόνο για την μειονότητα.
Τώρα σε σχέση με την ειδική ερώτηση για την ΕΠΑΘ, είναι γνωστό ότι η άποψη του κόμματός μας είναι ότι πρέπει να κλείσει. Και στη θέση της να ανοίξει νέα σχολή Πανεπιστημιακού επιπέδου στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο. Ή να αναβαθμιστεί σε Πανεπιστήμιο με ανάλογη προσαρμογή στο πρόγραμμα σπουδών της. Συνακόλουθα πιστεύουμε ότι πρέπει να αρθούν οι απαγορεύσεις που υπάρχουν για τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων της Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης.
Θα προσπαθήσω να σας πω τα πιο κομβικά από αυτά τα μέτρα.
Κατʼ αρχήν με πολύ λιγότερα από 28 δις θα προσπαθούσαμε να διαμορφώσουμε μια νέα αρχιτεκτονική στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Προσπαθώντας να αποκτήσουμε τον πλήρη έλεγχο της Εθνικής Τράπεζας. Ήδη γνωρίζετε ότι το 20% ανήκει στα Ασφαλιστικά Ταμεία. Είναι εύκολο να ανακτηθεί ο έλεγχος της Εθνικής Τράπεζας. Να ενισχυθεί ο ρόλος του δημοσίου στην Αγροτική Τράπεζα και στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Και μʼ αυτές τις τρεις τράπεζες υπό δημόσιο έλεγχο να ασκηθεί μια πολιτική προς όφελος των δανειοληπτών, να καθοδηγήσουν δηλαδή τον ανταγωνισμό και να αναγκάσουν και τις άλλες τράπεζες να σταματήσουν τις πρακτικές αισχροκερδείας απέναντι στους δανειολήπτες και κυρίως να μια πολιτική στήριξης των χαμηλόμισθων, των εργαζόμενων, όλων όσοι σήμερα στενάζουν από την κρίση. Ταυτόχρονα, μιλάμε για την ανάγκη να ιδρυθούν τράπεζες ειδικού σκοπού. Μία για την στέγη, ώστε οι εισφορές των εργαζομένων στον οργανισμό εργατικής κατοικίας να πιάνουν τόπο. Και μία για τους μικρούς και μικρομεσαίους επαγγελματίες, που στενάζουν και βλέπουμε να κλείνουν η μία μετά την άλλη οι επιχειρήσεις τους.
Δεύτερον, μʼ αυτό που θα μας περίσσευε από τα 28 δις, θα ακολουθούσαμε μια στοχευμένη πολιτική ενίσχυσης του εισοδήματος. Αυτό που χρειάζεται σήμερα είναι να ενισχυθεί η ζήτηση στην οικονομία. Και δεν μπορεί να συνεχίζεται άλλο αυτό που βιώνουμε όλοι μας: να είμαστε χώρα με μισθούς Βαλκανίων και τιμές Ευρώπης, Βρυξελλών. Να έχει μειωθεί τόσο η αγοραστική δύναμη, οι μισθοί να παραμένουν στάσιμοι και καθηλωμένοι και οι τιμές στα προϊόντα λαϊκής κατανάλωσης να είναι στα ύψη. Άρα χρειάζεται μια στοχευμένη πολιτική αύξησης του εισοδήματος, το επόμενο διάστημα καταθέτουμε πρόταση νόμου στην Βουλή για πρόσθετο επίδομα 200 ευρώ μέσα στο 2008 και άλλων 100 μέσα στ0 2009 ενίσχυσης του εισοδήματος ώστε να φτάσουμε κάποια στιγμή έστω να πλησιάσουμε να ακολουθήσουμε και να φτάσουμε δηλαδή τα επίπεδα του κατώτατου εγγυημένου εισοδήματος που βρίσκεται σήμερα στην ΕΕ, δηλαδή τα 1300 ευρώ. Ταυτόχρονα εμείς λέμε ότι χρειάζεται μια πολιτική μαζικών προσλήψεων και ιδιαίτερα στον χώρο της υγείας και της παιδείας. Μαζικών προσλήψεων που βεβαίως προκειμένου να υλοποιηθούν χρειάζεται γενναία αύξηση των δημόσιων επενδύσεων. Με αυτόν τον προϋπολογισμό όμως που κατέθεσε ο κ. Αλογοσκούφης και που ελπίζουμε να πάρει πίσω σύντομα διότι δε βγάζει ούτε μέχρι τον Φλεβάρη δεν μπορεί να υλοποιηθεί μια τέτοια πολιτική.
Τρίτο άμεσο μέτρο. Θα παίρναμε μια πρωτοβουλία σε Ευρωπαϊκό επίπεδο διότι γνωρίζουμε ότι η χώρα μας δε βρίσκεται μόνη της είναι μέσα σε ένα διεθνοποιημένο περιβάλλον είναι μέσα στην ΕΕ, θα παίρναμε μια πρωτοβουλία και θα ψάχναμε να βρούμε κι άλλες χώρες που είναι στο όριο της ύφεσης, για την κατάργηση του περιβόητου συμφώνου σταθερότητας και την αντικατάστασή του από ένα σύμφωνο για την κοινωνική αλληλεγγύη και συνοχή την ανάπτυξη με επίκεντρο τις κοινωνικές ανάγκες και την περιβαλλοντική προστασία. Βεβαίως γνωρίζουμε ότι αυτοί που σήμερα διοικούν την Ευρώπη έχουν τεράστιες ευθύνες για την κατάσταση που έχουμε σήμερα. Και γνωρίζουμε ότι ο κ. Μπαρόζο θυμάται το σύμφωνο σταθερότητας μόνο όταν είναι να δώσουμε χρήματα όχι για την απασχόληση ή για να διατηρήσουμε υπό δημόσιο έλεγχο τον εθνικό μας αερομεταφορέα αλλά για να κάνει τα στραβά μάτια όταν βλέπει ότι δίνονται δισεκατομμύρια για να στηρίζονται οι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι.
Μʼ αυτές τις τρεις πρωτοβουλίες πιστεύουμε ότι θα μπορούσαμε όχι μόνο να αντιμετωπίσουμε τις άμεσες επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης, αλλά να προκαλέσουμε δομικές αλλαγές ώστε να προχωρήσουμε και στο μέλλον. Όχι μόνο βραχυπρόθεσμα δηλαδή αλλά και μακροπρόθεσμα να αντιμετωπίσουμε με άλλους όρους τα ζητήματα που προκύπτουν από την όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων. Και πρέπει να πω ότι αυτή η κρίση μας δίνει το δικαίωμα να πούμε ότι όχι μόνο δικαιωθήκαμε για την κριτική που κάναμε για τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και τον δογματισμό με τον οποίο προσέγγιζαν τα προβλήματα της οικονομίας οι προηγούμενες κυβερνήσεις, αλλά μας δίνει το δικαίωμα να αναστοχαστούμε και να μιλήσουμε για την ανάγκη και στην χώρα μας αλλά και στην Ευρώπη και διεθνώς, να προτάξουμε την οικονομία των κοινωνικών αναγκών έναντι της οικονομίας των εμπορεύσιμων αξιών. Δηλαδή της οικονομίας που μας έχει οδηγήσει σήμερα μια κοινωνία ανισοτήτων, που μας έχει οδηγήσει στην διεύρυνση των φτωχών, των ανασφαλώς εργαζόμενων και στην ταυτόχρονη μεγέθυνση των κερδών των λίγων που όλα τα προηγούμενα χρόνια της ανάπτυξης έκαναν πάρτυ εις βάρος των κοινωνικών στρωμάτων που κλήθηκαν να πληρώσουν το κόστος της ανάπτυξης και σήμερα καλούνται να πληρώσουν και το κόστος της κρίσης.
Η περιοχή η δική σας, στο βαθμό που θα υπάρξει μια διαφορετική πολιτική για την ενίσχυση της απασχόλησης, αυτό σημαίνει ότι οι πρώτες περιοχές που θα ευνοηθούν είναι οι περιοχές που βρίσκονται ήδη στο κόκκινο. Είναι σαφές αυτό. Μια πολιτική για την ενίσχυση της απασχόλησης κυρίως θα προστατεύσει και θα θωρακίσει τις περιοχές όπου σήμερα βιώνουν την ανεργία πριν καν η κρίση χτυπήσει την πόρτα μας.
Άρα λοιπόν δεν χρειάζεται να πω πολλά. Τα είπα και στην συνάντησή μου με τους εργαζόμενους των Κλωστοϋφαντουργιών που κλείνουν τον δρόμο προσπαθώντας να βρουν έναν τρόπο να διαμαρτυρηθούνε. Είναι δυνατόν να υπάρχουν εκατομμύρια ευρώ για να στηρίζονται οι ατασθαλίες του κ. Αράπογλου, του κ. Σάλλα και να μην υπάρχουν χρήματα προκειμένου να ανασυγκροτηθεί ένας κλάδος ο οποίος θα μπορούσε να είναι παραγωγικός και ανταγωνιστικός. Και να μη βρίσκεται η πολιτική εκείνη βούληση ώστε να έρθουν οι μετοχές του αγαπημένου παιδιού των προηγούμενων κυβερνήσεων, του Χρηματιστηρίου και των Τραπεζών, του κ. Λαναρά, στο δημόσιο ώστε να ασκήσει μια αναπτυξιακή πολιτική και να προστατεύσει τους εργαζόμενους; Εμείς λέμε ότι είναι θέμα πολιτικής βούλησης.
Υποδομές βεβαίως και δεν υπάρχουν. Όμως αυτό που χρειάζεται πάνω από όλα είναι να υπάρξει μια στοχευμένη πολιτική ενίσχυση της απασχόλησης και δεν μπορεί να υπάρξει μια στοχευμένη πολιτική ενίσχυση της απασχόλησης δίχως δημόσιες επενδύσεις και δίχως έλεγχο της υγιούς επιχειρηματικότητας. Εμείς θεωρούμε ότι πρέπει κανείς να ξεκινήσει την αντιμετώπιση του μεγάλου προβλήματος της ανεργίας από τον ρόλο του κράτους σε αυτό. Από το γεγονός ότι όλο το προηγούμενο διάστημα οι πολιτικές για την απασχόληση στην χώρα μας ήταν ασπιρίνες για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Και κυρίως από το γεγονός ότι η ανάπτυξη που είχαμε όλα τα προηγούμενα χρόνια στηρίχθηκε πάνω στις πλάτες των εργαζόμενων και στην μείωση του εργασιακού κόστους. Ήταν μια ανάπτυξη μερισμένη στην κερδοφορία των λίγων. Και το μέρισμα αυτής της ανάπτυξης δεν διανεμήθηκε δίκαια στην ελληνική κοινωνία.
Άρα λοιπόν για μας δεν μπορούμε να συζητάμε για επιμέρους ζητήματα, όπως αυτό που θέσατε για την ανάπτυξη των υποδομών, αν δεν ξεκινάμε από το κυρίαρχο. Χωρίς την αύξηση των δημοσίων επενδύσεων και χωρίς μια πολιτική στήριξης της απασχόλησης δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ανεργίας. Δεν μπορεί να λυθεί, χωρίς μια αυστηρή πολιτική στήριξης της εργατικής νομοθεσίας. Διότι βλέπουμε ότι στον ιδιωτικό τομέα σήμερα έχουμε ένα χάος. Έχουμε έναν εργασιακό μεσαίωνα. Κανένας δεν τηρεί τίποτε κι όλοι όσοι εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα ζούνε μέσα στην αβεβαιότητα, χωρίς να τηρούνται τα ωράριά τους, κατά κανόνα χωρίς να πληρώνονται τις υπερωρίες τους και με την προοπτική της απόλυσης να πλανάται πάνω από το κεφάλι τους. Λοιπόν, αν δε γίνουν οι σημαντικές αλλαγές στην κατεύθυνση που προαναφέραμε ώστε να αντιμετωπιστεί η ασυδοσία του μεγάλου κεφαλαίου δεν μπορούμε να δούμε πως μπορεί να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της ανεργίας σε αυτήν την χώρα.
Σε σχέση με το πρώτο σας ερώτημα πρέπει να πω ότι έχετε δίκιο. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να ασκηθεί μια πολιτική προς όφελος της κοινωνίας, όταν τα βασικά εργαλεία για να ασκηθεί αυτή η πολιτική, οι ΔΕΚΟ είτε έχουν ιδιωτικοποιηθεί είτε μερικώς μετοχοποιηθεί από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και άρα αυτοί που ασκούν πολιτική την ασκούν προς όφελος των μετόχων τους, όπως μας λέει ο κ. Αθανασόπουλος ο οποίος αυξάνει τα τιμολόγια της ΔΕΗ κατά 35%. Είναι πολύ σημαντικό αυτό που μας λέτε γιατί μια ριζικά διαφορετική πολιτική προϋποθέτει ότι θα εξαντληθούν όλες οι δυνατότητες ώστε να ανακτηθούν σε δημόσιο έλεγχο στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεις. Και βεβαίως τουλάχιστον αυτό που πρέπει άμεσα να δούμε έστω και την τελευταία στιγμή είναι να σταματήσουμε τον κατήφορο. Δεν πρέπει πχ να ιδιωτικοποιηθεί ο ΟΣΕ και η ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ. Δεν πρέπει να συνεχίζεται αυτό το πάρτυ της αισχροκερδείας στην ΔΕΗ, όπου έχουμε ιδιώτες που αγοράζουν φτηνό ρεύμα από το κράτος και το πουλάνε στο κράτος ακριβά. Αυτά τα σκάνδαλα είναι μεγαλύτερα από αυτά του Βατοπεδίου. Βεβαίως πρέπει να μελετήσουμε τον τρόπο με τον οποίο σιγά-σιγά θα ανακτήσουμε το δημόσιο έλεγχο σε αυτά τα σημαντικά εργαλεία για να ασκήσει κανείς πολιτική. Προϋπόθεση όμως για οποιαδήποτε τέτοια εξέλιξη είναι να ανατραπούν οι πολιτικοί και οι κοινωνικοί συσχετισμοί.
Και έρχομαι στο δεύτερο ερώτημά σας. Εμείς λέμε ότι ο τόπος χρειάζεται κυβέρνηση. Δεν είμαστε οπαδοί της ακυβερνησίας. Λέμε όμως ότι χρειάζεται μία κυβέρνηση η οποία θα είναι σε θέση να επιφέρει σημαντικές αλλαγές. Να αλλάξει ρότα ο τόπος. Να αλλάξει κατεύθυνση. Άρα λοιπόν εμείς αυτήν την κυβέρνηση την περιγράφουμε ως κυβέρνηση Αριστεράς. Μια κυβέρνηση δηλαδή που δε θα θελήσει να διαχειριστεί με λίγο καλύτερο τρόπο τα προβλήματα, αλλά μια κυβέρνηση που θα επιφέρει ριζικές αλλαγές, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στο κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο. Μια κυβέρνηση που θα στηριχθεί από ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις, διεκδικούμε για τον ΣΥΡΙΖΑ έναν πρωταγωνιστικό ρόλο, από σοσιαλιστές και αριστερούς ριζοσπάστες μέχρι κομμουνιστές και οικολόγους.
Διαρκώς τίθεται το ερώτημα σε σχέση με τις σημερινές δυνάμεις κι εμείς λέμε ότι εάν οι επόμενες εκλογές, όποτε κι αν αυτές γίνουν δεν είναι εκλογές ελπίδας, δεν ανατρέψουν δηλαδή ριζικά τους συσχετισμούς και δε δημιουργήσουν την επόμενη μέρα ένα ριζικά διαφορετικό τοπίο τότε αυτό που λέμε εμείς δεν θα μπορεί να γίνει πράξη. Και θα είναι μια σημαντική ευκαιρία για τον τόπο χαμένη. Σε κάθε περίπτωση η δική μας η στάση είναι ξεκάθαρη. Εμείς βρισκόμαστε εδώ για να ανατραπεί το δικομματικό σύστημα που μας έχει οδηγήσει εδώ που μας έχει οδηγήσει σήμερα. Εμείς βρισκόμαστε εδώ γιατί αγωνιζόμαστε να είμαστε μέρος της λύσης κι όχι μέρος της κρίσης.
Το πολύ σημαντικό θέμα της εξέγερσης των κρατουμένων και της απεργίας πείνας που αποτελεί τον κύριο τρόπο με τον οποίο αυτή εκφράζεται και είναι ίσως η μεγαλύτερη μαζική κινητοποίηση που είχαμε στις φυλακές όλα τα προηγούμενα χρόνια και είναι μια κινητοποίηση που είναι κραυγή αγωνίας γιατί οι φυλακές έχουν γίνει «αποθήκες ψυχών» γιατί οι συνθήκες διαβίωσης είναι απάνθρωπες, γιατί όλα όσα συμβαίνουν στις ελληνικές φυλακές δεν συνάδουν με την ανθρωπιά και τον πολιτισμό μας. Αυτή η κραυγή αγωνίας πρέπει να ακουστεί. Και πρέπει να ακουστεί πριν αρχίσουμε να έχουμε κρούσματα ανθρώπων που θα χάνουν την ζωή τους. Και πρέπει να τονίσουμε ότι υπάρχει μια σιωπή από τα ΜΜΕ, ίσως γιατί δεν έχουμε δει έκτροπα, δεν έχουμε δει στρώματα να καίγονται στις ταράτσες και ανθρώπους να καίγονται στα κελιά τους αλλά έχουμε δει μία πολύ συγκροτημένη και μία πολύ συντονισμένη προσπάθεια από την πλευρά των κρατουμένων των οποίων η συντριπτική πλειοψηφία βρίσκεται σε έναν συντονισμένο αγώνα με την μορφή της απεργίας πείνας. Και πρέπει να σας πω ότι ήταν εξαιρετικά σημαντική η παρέμβαση του προέδρου της Δημοκρατίας. Ο οποίος εκ μέρους συνολικά της κοινωνίας έκανε μια συλλογική αυτοκριτική για την κατάσταση που βλέπουμε σήμερα στις ελληνικές φυλακές. Η κυβέρνηση πρέπει να κινηθεί άμεσα. Πέρα από τα προβλήματα που μπορούν να λυθούν μακροπρόθεσμα από μια άλλη πολιτική (όπου κι εδώ χρειάζονται οι δημόσιες επενδύσεις) για να έχουμε πιο σύγχρονα σωφρονιστικά ιδρύματα εμείς πιστεύουμε ότι και με το ισχύον σωφρονιστικό σύστημα, αν αρθούν κάποιες πολύ συγκεκριμένες πρακτικές οι οποίες αποτελούν «άγραφους νόμους», όλοι γνωρίζουμε τι συμβαίνει στις φυλακές, μπορούν να δοθούν λύσεις. Η κυβέρνηση πρέπει να δείξει τουλάχιστον ότι ενδιαφέρεται για το θέμα κι ότι δε θέλει απλά να το κουκουλώσει και να το καταστείλει. Κι ελπίζουμε και περιμένουμε το επόμενο διάστημα να δούμε κάποιες κινήσεις σε αυτήν την κατεύθυνση. Κι εμείς θα συνεχίσουμε να παρεμβαίνουμε. Και ενδεχομένως με πρότασή μας και προς στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να έχουμε θετικές εξελίξεις σε αυτό το θέμα.
To Γραφείο Τύπου