Συνέχιση της συζήτησης επί της αρχής του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών "Ενίσχυση της ρευστότητας της οικονομίας για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης και άλλες διατάξεις".
ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μόλις πριν από λίγο ακούσαμε τον κύριο Υπουργό, που ήρθε με μεγάλη καθυστέρηση σε αυτήν την Αίθουσα. Δεν μας άκουσε. Είπε τις απόψεις, τις δικές του και της Κυβέρνησης.
Πρέπει να πω ότι ο κ. Υπουργός προσπάθησε να πει ότι όντως βρισκόμαστε σε μία περίοδο ύφεσης της οικονομίας παγκοσμίως και στη χώρα μας. Προσπάθησε μάλιστα να δώσει και μία εξήγηση, χωρίς, βέβαια, να μας ικανοποιεί, αλλά θέλησε να εντάξει την πολιτική της Κυβέρνησής του μέσα σε αυτό το κλίμα.
Η μόνη πολιτική στην οποία επιμένει μέσα στην περίοδο της ύφεσης η Κυβέρνηση είναι αυτή η πολιτική της στήριξης των Τραπεζών με τα 28 δις και μάλιστα της στήριξης των Τραπεζών στην ίδια ακριβώς γραμμή που έχει οδηγήσει μέχρι τώρα στην κρίση και την ελληνική οικονομία.
Είναι αλήθεια ότι οι εκπρόσωποι των Τραπεζών, όταν ήρθαν και σε ακρόαση στην Επιτροπή μας στη διάρκεια της συζήτησης του νομοσχεδίου για τα 28 δις, παρουσιάστηκαν ότι δεν ενδιαφέρονται, ότι δεν έχουν ανάγκη γιʼ αυτά τα χρήματα, παρά το γεγονός ότι είναι σε όλους πια γνωστό, μετά και από δημοσιεύματα στον Τύπο, ότι υπάρχουν μεγάλα δάνεια από τη μεριά των ίδιων αυτών Τραπεζών και μάλιστα ότι αυτά εκπίπτουν, με μεγάλα προβλήματα γιʼ αυτές, μέσα στο 2009 και στο 2010.
Τελικά, αυτό το σχέδιο νόμου δίνει 5 δις για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών. Όμως, αυτό το μετοχικό κεφάλαιο δίνεται με μορφή ζεστού χρήματος στις τράπεζες, χωρίς αυτές να δίνουν καμία απολύτως εγγύηση ότι πρόκειται αυτά τα κεφάλαια να τα δώσουν για ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας και, βεβαίως, για την ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, που και αυτό θα εξασφάλιζε την κίνηση της αγοράς.
Η ελληνική Κυβέρνηση το μόνο που κάνει είναι να έχει μία εγγύηση μέσα σʼ αυτό το σχέδιο νόμου μέσω ενός εκπροσώπου του Δημοσίου, τον οποίο θα στέλνει στις τράπεζες, ο οποίος όμως δεν θα έχει απολύτως καμία εξουσία. Αυτός ο εκπρόσωπος προς τις ελληνικές τράπεζες το πολύ-πολύ να κοιτάζει το πόσο ψηλοί θα είναι οι μισθοί των στελεχών της τράπεζας. Δεν έχει καμία απολύτως άλλη εξουσία.
Εμείς είπαμε και επαναλαμβάνουμε το εξής: Εάν οι ελληνικές τράπεζες έχουν ανάγκη από αύξηση του μετοχικού τους κεφαλαίου, θα πρέπει αυτό να το ζητήσουν από τους ίδιους, τους δικούς τους μετόχους. Δεν πρέπει το δημόσιο να δώσει ανεξέλεγκτα ζεστό χρήμα στις τράπεζες. Και αν οι τράπεζες δεν μπορούν να έχουν αυτό το μετοχικό κεφάλαιο, τότε το δημόσιο πρέπει να εξασφαλιστεί με την απόκτηση εκείνου του απαραίτητου ποσοστού που εξασφαλίζει τον έλεγχο των τραπεζών από τη μεριά του δημοσίου, να υπάρξει, δηλαδή, μια κρατικοποίηση.
Εμείς γνωρίζουμε ότι δεν πρόκειται οι τράπεζες από μόνες τους, όπως είπαμε και πριν, να προχωρήσουν σε μία αναπτυξιακή πολιτική. Θα συνεχίσουν την πολιτική με την οποία έχουν μέχρι τώρα πορευθεί και η οποία έχει οδηγήσει και στην αύξηση της κρίσης στην ελληνική κοινωνία.
Επιμένουμε ότι χρειάζεται να υπάρξει ένας πυλώνας του δημοσίου με την Εθνική Τράπεζα, το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και την Αγροτική Τράπεζα. Και πιστεύουμε ότι αυτό αποτελεί μία συγκεκριμένη πρόταση από τη μεριά μας, παρά το γεγονός ότι και ο κ. Υφυπουργός και ο εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας και ο κ. Υπουργός προηγουμένως είπαν ότι όλη η Αντιπολίτευση δημαγωγεί. Όχι, κάνουμε αυτή την πολύ συγκεκριμένη πρόταση, η οποία βέβαια είναι μία τομή. Δεν είναι μία εύκολη πρόταση. Όμως, είναι μία πρόταση εφικτή και μέσα στις σημερινές συνθήκες. Δεν χρειάζεται μία ανατροπή του όλου συστήματος για να ακολουθηθεί αυτή η πρόταση.
Βέβαια, αυτή η πρόταση είναι δύσκολη και η Νέα Δημοκρατία προφανώς δεν μπορεί να τη δεχθεί. Βεβαίως, και η Αξιωματική Αντιπολίτευση δεν τοποθετήθηκε επʼ αυτής, παρά το γεγονός ότι η πρότασή μας ανοίγει δρόμους. Είναι η μόνη πρόταση που ανοίγει πραγματικά δρόμους μέσα στην ελληνική κοινωνία, ο μόνος δρόμος που μπορεί να παρέχει εγγυήσεις και για τους ίδιους τους εργαζόμενους.
Επιπλέον και εν συντομία, θέλω να πω ότι ο κ. Υπουργός είπε πριν από λίγο ότι με την πολιτική που ακολουθεί δεν θα υπάρξει αύξηση του δημοσίου χρέους. Όμως, με τα ομόλογα τα οποία θα δώσει το ελληνικό δημόσιο στις τράπεζες δεν θα αναγκαστεί να αυξήσει το δημόσιο χρέος; Γιατί το αποκρύπτει αυτό ο κ. Υπουργός; Γιατί δεν μας λέει ότι αναγκαστικά για να υπάρξουν αυτά τα καινούρια 8 δις, θα χρειαστεί η ελληνική Κυβέρνηση, το ελληνικό δημόσιο μάλλον, να δανειστεί από το εξωτερικό και, άρα, να αυξήσει το δημόσιο χρέος;
Και επιπλέον, γιατί δεν τοποθετείται πάνω σε ολόκληρη την κριτική την οποία έχουμε ασκήσει ως προς το γεγονός ότι με τις εγγυήσεις που παρέχει στις ελληνικές τράπεζες με τα 15 δις, ουσιαστικά αυτές θα ενισχύσουν τις ελληνικές τράπεζες, προκειμένου να μπορέσουν να συνεχίσουν να έχουν τα δάνεια τα οποία έχουν και τα οποία εκπίπτουν το 2009 και το 2010;
Τέλος, η μόνη αναπτυξιακή πολιτική που μας είπε ο κ. Υπουργός δεν είναι βέβαια ούτε για την παιδεία ούτε για την ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας ούτε για την υγεία. Μίλησε μόνο για τις ΣΔΙΤ και για όλες τις διαδικασίες των έργων με συμβάσεις παραχώρησης. Δεν αναφέρονται συγκεκριμένα έργα αναπτυξιακά γιʼ αυτή τη χώρα. Και τα έργα αυτά που είπε ο κ. Υπουργός γίνονται μαζί με το μεγάλο κεφάλαιο και με κανένα τρόπο δεν πρόκειται να ενισχυθούν βέβαια τα αγροτικά νοικοκυριά, τα νοικοκυριά μέσα στις πόλεις. Δεν πρόκειται να ενισχυθούν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις της χώρας μας.
Σας ευχαριστώ.