ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η ύφεση στη χώρα μας ήδη απειλεί. Το 7% στην ανεργία που ισχυρίστηκε χθες ο κύριος Υπουργός μέσα σε αυτή την Αίθουσα, είναι ένα νούμερο πλαστό. Ήδη η αποβιομηχάνιση έχει πλήξει βαθιά την παραμεθόριο περιοχή της Θράκης. Έχουμε μεγάλη αποβιομηχάνιση, έχουμε μεγάλα πλήγματα στην αγροτική οικονομία. Αυτά που πρότεινε ο κύριος Υπουργός χθες για αυξήσεις στους εργαζόμενους, είναι πάλι κάτω από τον πληθωρισμό, ενώ υποτίθεται πως λέει ότι θέλει να ενισχύσει την αγορά και τη ζήτηση. Τελικά και τα 5.000.000.000 ευρώ που προβλέπει, απʼ ό,τι καταλάβαμε, ο νέος Προϋπολογισμός σχετικά με έργα υποδομών, πάλι θα πάνε προς όφελος του μεγάλου τραπεζικού κεφαλαίου με τις συμπράξεις του δημοσίου με τα ιδιωτικά κεφάλαια και με συμβάσεις παραχώρησης.
Με τα μέτρα που προτείνει με αυτό το νομοσχέδιο η Κυβέρνηση, όπως έχουμε πει από την αρχή, όχι μόνο δεν ενισχύεται η οικονομία σε περίοδο ύφεσης αλλά αντίθετα ενισχύονται οι τράπεζες για να συνεχίσουν την πολιτική που οδήγησε σε αυτή την ύφεση που σήμερα ζούμε και που μας πλήττει ολοένα και περισσότερο.
Θα μπω πιο συγκεκριμένα στα άρθρα αυτού του νομοσχεδίου, μια και επί της αρχής το νομοσχέδιο αυτό έχει ήδη ψηφιστεί, αν και το καταψήφισε όλη η Αξιωματική Αντιπολίτευση και εμείς.
Συγκεκριμένα, το άρθρο 1 μιλά για συμμετοχή του δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών με την αγορά από το δημόσιο προνομιούχων μετοχών, χωρίς να καθορίζεται το ποσοστό που θα αποκτήσει το δημόσιο σε κάθε μία τράπεζα. Οι τράπεζες οφείλουν να αυξήσουν μόνες τους το μετοχικό τους κεφάλαιο μέσω των μετοχών τους. Δεν το πράττουν, όμως. Πολλοί μεγαλομέτοχοι δεν το πράττουν, όπως ήδη έχουν πει, θεωρώντας ότι μέσα στην κρίση κάτι τέτοιο δεν τους συμφέρει.
Εάν, όμως, δεν θέλουν ή εάν δεν μπορούν να το πράξουν, τότε θα έπρεπε να προβλέπεται η συμμετοχή του δημοσίου στο μετοχικό τους κεφάλαιο, τουλάχιστον με 34% που προβλέπει ο νόμος, προκειμένου να έχει το δημόσιο ουσιαστικά τον έλεγχο στο διοικητικό συμβούλιο και στη γενική συνέλευση των τραπεζών και με αυτό τον τρόπο να μπορεί να καθορίζει την πολιτική της τράπεζας.
Ο εκπρόσωπος του δημοσίου που προβλέπεται στο κυβερνητικό σχέδιο να συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο των τραπεζών οι οποίες πρόκειται να μπουν, εάν μπουν, σε αυτό το σχέδιο, φαίνεται να μην έχει καμία ουσιαστική αρμοδιότητα. Αυτές οι αρμοδιότητες που αρχικά προβλέπονταν, δηλαδή σχετικά με τους μισθούς στελεχών, τη διανομή των κερδών κ.λ.π., τελικά ρυθμίζονται και μέσα στο νόμο. Άρα, αυτός ο εκπρόσωπος του δημοσίου που προβλέπει το άρθρο 1, θα είναι εντελώς διακοσμητικός.
Τελικά και τα εποπτικά κριτήρια που προβλέπει το άρθρο 1 προκειμένου να αποφασιστεί τι ποσά θα δοθούν συγκεκριμένα σε κάθε τράπεζα, είναι εντελώς αδιαφανή, γιατί ο ίδιος ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος θα τα εισηγείται και τελικά ο Υπουργός είναι εκείνος που θα αποφασίζει. Λέμε ξεκάθαρα ότι σε όλα τα ζητήματα που είναι αδιευκρίνιστο αυτό το νομοσχέδιο, τελικά θα αποφασίζει ο ίδιος ο Υπουργός.
Είναι προφανές ότι εφόσον συνολικά η κεφαλαιοποίηση των ιδιωτικών τραπεζών είναι σήμερα περίπου 18.000.000.000 ευρώ, τα 5.000.000.000 ευρώ τα οποία στο άρθρο 1 δίνει η Κυβέρνηση, επαρκούν για να υπάρξει ο έλεγχος του δημοσίου σε όλες τις τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης και της Εθνικής. Εάν, μάλιστα, λάβει κανείς υπόψη ότι στην Εθνική το δημόσιο έχει ήδη το 20%, η πρόταση που εμείς έχουμε θέσει για τη διαμόρφωση ενός πυρήνα μέσα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα με πυλώνα την Εθνική μαζί με την Αγροτική και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, που να είναι κρατικοποιημένος και υπό κοινωνικό έλεγχο, γίνεται σαφές ότι είναι όχι μόνο ριζοσπαστική αλλά και ρεαλιστική. Ανταποκρίνεται στις ανάγκες της οικονομίας σήμερα, στις ανάγκες των εργαζομένων και των αγροτών, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Μία τέτοια πρόταση, βέβαια, δεν γίνεται δεκτή από τη Νέα Δημοκρατία και προφανώς από τις τράπεζες, αλλά πρέπει να επισημάνουμε ότι ούτε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. έχει τοποθετηθεί επʼ αυτής. Αποφεύγει συστηματικά να τοποθετηθεί πάνω σε αυτό το πολύ σοβαρό ζήτημα.
Το Κ.Κ.Ε. πρέπει να πούμε ότι ενώ αρχικά μας κατακεραύνωνε για το θέμα αυτό, φάνηκε χθες με την τοποθέτηση που έκανε η Γενική Γραμματέας του να λέει «Τελικά, γιατί όχι;». Θα δούμε, όμως, πώς θα εξελιχθεί.
Προχωρώ στο άρθρο 2. Με το άρθρο 2 παρέχει το δημόσιο στις τράπεζες εγγυήσεις για 15.000.000.000 ευρώ. Αυτές ουσιαστικά χρησιμεύουν για την ανανέωση των δανείων των τραπεζών. Είναι πλέον γνωστό σε όλους ότι οι τράπεζες έχουν χρέη 24.000.000.000 ευρώ. Σε χθεσινή ανακοίνωση της Τράπεζας της Ελλάδος δηλώθηκε ότι οι ελληνικές τράπεζες εντός του 2009 πρέπει να ανανεώσουν ομολογιακά δάνεια και τιτλοποιήσεις που έχουν συνάψει στο παρελθόν ύψους 18.000.000.000 ευρώ. Εγώ προχθές είχα πει 14.000.000.000 ευρώ. Τα είχα υποτιμήσει. Άρα, αυτά τα 15.000.000.000 ευρώ θα χρησιμεύσουν στις τράπεζες και τους τα δίνει απλόχερα η Κυβέρνηση.
Προκύπτει ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον οι τράπεζες και άλλα 3.000.000.000 ευρώ για να καλύψουν τον παλαιότερο δανεισμό τους, για τα οποία προφανώς θα χρησιμοποιήσουν και τα ομόλογα που τους δίνει παραπέρα η Κυβέρνηση με το άρθρο 3.
Το σημαντικότερο που θέλω να επισημάνω σε σχέση με αυτό, είναι ότι αυτά τα 23.000.000.000 ευρώ, δηλαδή τα 15.000.000.000 ευρώ συν τα 8.000.000.000 ευρώ των ομολόγων, είναι πάρα πολύ πιθανόν να εκτινάξουν το δημόσιο χρέος τελικά κατά 10%, εάν λάβουμε βέβαια υπόψη μας ότι ήδη αυτό το δημόσιο χρέος σήμερα είναι 250.000.000.000 ευρώ.
Επισημάναμε ήδη ότι το δημόσιο θα χρειαστεί να δανειστεί, προκειμένου να στηρίξει τις τράπεζες με αυτά τα κεφάλαια. Άρα, το δημόσιο χρέος σε αντίθεση με αυτά που μας έλεγε χθες ο Υπουργός κ. Αλογοσκούφης θα μεγαλώσει.
Υπάρχει κάποιος συνάδελφος εδώ μέσα που να διατείνεται ότι σε τρία χρόνια οι τράπεζες θα μπορέσουν μέσα σε συνθήκες ύφεσης να επιστρέψουν αυτά τα λεφτά; Το πιθανότερο είναι ότι σε τρία χρόνια θα ζητήσει το ελληνικό δημόσιο παράταση από την Κομισιόν για την ανανέωση αυτής της σύμβασης. Εάν αυτό δεν γίνει δεκτό, τότε θα αναγκαστεί το ίδιο το δημόσιο να πληρώσει αυτά τα δάνεια.
Αναφέρθηκα ήδη στο άρθρο 3, σε αυτά τα 8.000.000.000 ευρώ για ομόλογα. Αναλαμβάνουν οι τράπεζες την υποχρέωση στη λήξη της τριετίας να πάρουν πίσω τα ομόλογα από αυτούς που τα πούλησαν και να τα επιστρέψουν στο ελληνικό δημόσιο.
Και πάλι δεν είναι σαφές πώς θα μπορέσουν να το κάνουν. Ας μην ξεχνάμε ότι αρχικά η Κυβέρνηση είχε προτείνει να το πράξουν σε πέντε χρόνια. Τώρα αναγκάζονται να το πράξουν σε τρία. Δηλαδή, ακόμα περισσότερο δυσκολεύεται το δημόσιο και είναι πολύ πιθανό να πρέπει να δανειστεί.
Τέλος, ήθελα να πω ότι με το άρθρο 5 δεν δίνεται καμία απολύτως εγγύηση ότι αυτά τα χρήματα οι τράπεζες θα τα δώσουν για ενίσχυση της οικονομίας. Και με το άρθρο 6 δεν φαίνεται με κανέναν τρόπο πώς θα εγγυηθούν οι τράπεζες στο δημόσιο για όλα αυτά τα δάνεια. Αντίθετα, είναι πολύ πιθανό να δώσουν για εγγύηση από τα δάνεια που έχουν ήδη συνάψει, αυτά που είναι τοξικά, και με αυτόν τον τρόπο να τα ξεφορτωθούν στο ελληνικό δημόσιο.
Κλείνω λέγοντας ότι καταψηφίσαμε ήδη στο σύνολό του αυτό το νομοσχέδιο. Το καταψηφίζουμε και επί των άρθρων.
Ευχαριστώ.
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ
ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Κατʼ αρχήν ήθελα να ρωτήσω σχετικά με αυτήν την τροπολογία που υποβλήθηκε τώρα τελευταία από τον Πρόεδρο της Βουλής, εάν έχει υποβληθεί ομοφώνως από ό,τι κατάλαβα, από όλους τους Προέδρους της Βουλής. Αυτό είναι το πρώτο.
Δεύτερον, δεν είναι σαφής. Λέει ότι το προσωπικό που υπηρετεί στις Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές, μπορεί να επιλέγει είτε τις αποδοχές της θέσης που κατέχει είτε τις αποδοχές του μέλους. Επειδή δεν υπάρχει αιτιολογική έκθεση, δεν αντιλαμβανόμαστε εάν θα πληρώσει περισσότερα το δημόσιο στη μία ή στην άλλη περίπτωση, διαφορετικά είμαστε υπέρ. Παρακαλώ, όμως, να μας δοθεί μία εξήγηση.
Ήθελα να κάνω δύο παρατηρήσεις στην ομιλία του κυρίου Υπουργού. Δεν απήντησε ο κύριος Υπουργός –αυτό ήθελα να επισημάνω- στην ερώτηση που θέσαμε με μεγάλη σαφήνεια για το πώς θα αποπληρώσουν οι τράπεζες τις εγγυήσεις και τα ομόλογα σε τρία χρόνια που ζητά η Κομισιόν.
Η δική μας απάντηση σε αυτό είναι ότι μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες ύφεσης το πιθανότερο είναι να μη μπορέσουν να τα αποπληρώσουν, οπότε αυτήν τη στιγμή το ελληνικό δημόσιο θα αναγκαστεί να υπερχρεωθεί και αυτό θα είναι μια πολύ αρνητική εξέλιξη.
Επιπλέον, ήθελα να επισημάνω και ένα δεύτερο ζήτημα στην ομιλία του κυρίου Υπουργού. Δεχθήκαμε μία επίθεση, ότι γινόμαστε κρατιστές, ότι επιστρέφουμε σε παλιές μεθόδους κ.λπ.
Κατʼ αρχήν, θα ήθελα να πω ότι εμείς δεν μιλάμε γενικά για κρατικοποιήσεις, αλλά ότι είναι αναγκαίο να υπάρχει ταυτοχρόνως και έλεγχος κοινωνικός στις κρατικοποιήσεις αυτές.
Πέρα απʼ αυτό, φαίνεται ότι ο κύριος Υπουργός δεν έχει λάβει υπόψη του όλα αυτά τα οποία συζητιούνται διεθνώς αυτή τη στιγμή. Συζητιούνται και στην Αμερική. Ακόμη και ο Άλαν Γκρίνσπαν, ο οποίος ήταν αυτός ο οποίος ενορχήστρωσε όλη την εξέλιξη που είδαμε στο τραπεζικό σύστημα, έκανε την αυτοκριτική του για την εξέλιξη αυτή και είπε ότι θα χρειαζόταν ένας μεγαλύτερος έλεγχος εκ μέρους του κράτους.
Όμως, εκτός από αυτό, βλέπουμε ότι και από τον κ. Μπους, αλλά και στην Αγγλία, γίνονται ορισμένες κρατικοποιήσεις. Βέβαια, οι κρατικοποιήσεις αυτές γίνονται σε επιχειρήσεις οι οποίες έχουν χρεοκοπήσει.
Εμείς δεν προτείνουμε τέτοιες κρατικοποιήσεις. Προτείνουμε να υπάρξει κρατικοποίηση της Εθνικής Τράπεζας, προκειμένου να υπάρξει μία μεγαλύτερη ενίσχυση του δημοσίου, της αγοράς, προκειμένου να υπάρχει μια κερδοφορία και ενίσχυση των εργαζομένων. Είναι μια εντελώς διαφορετική περίπτωση.
Ευχαριστώ πολύ.