Το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό που πρότεινε το ΥΠΕΧΩΔΕ και συζητείται ήδη στο Εθνικό Συμβούλιο Χωροταξικού Σχεδιασμού έχει ξεσηκώσει μεγάλες αντιδράσεις, κυρίως από τους αρμόδιους επιστημονικούς φορείς. Το πλαίσιο αυτό αποτελεί μέγιστη πρόκληση εναντίον του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος της χώρας, ενώ ταυτόχρονα δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες ανάπτυξης του τουρισμού της.
Επικεντρώνω την προσοχή σε τρία βασικά ζητήματα:
1. Το ΥΠΕΧΩΔΕ ισχυρίζεται ότι το «πλαίσιο αυτό μεριμνά για την προστασία του περιβάλλοντος». Η αλήθεια είναι ότι δεν θεωρεί καμιά περιοχή της χώρας τουριστικά κορεσμένη και αδιαφορεί για τον ιδιαίτερα ευαίσθητο χαρακτήρα των νησιών και των ακτών μας, αδιαφορεί για το εάν η φέρουσα ικανότητα σε φυσικούς πόρους (νερό κ.ά.) και σε υποδομές είναι πεπερασμένη, προκειμένου να υποδεχθεί χωρίς όρους νέες τουριστικές μονάδες.
Το πλαίσιο δίνει τη δυνατότητα δόμησης ακόμη και σε 50 μέτρα απόσταση από τον αιγιαλό, παρʼ όλο ότι η νομολογία του ΣτΕ ορίζει τα 100 μέτρα. Επιτρέπει τη δόμηση τουριστικών εγκαταστάσεων ακόμη και σε περιοχές του Δικτύου NATURA, σε γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας και σε πέντε «ανώνυμες» βραχονησίδες ή ακατοίκητα νησιά.
2. Το ΥΠΕΧΩΔΕ υποστηρίζει ότι το πλαίσιο αυτό «περιορίζει σημαντικά τη διάχυση τουριστικών εγκαταστάεων στις εκτός σχεδίου και στις εκτός ορίου οικισμών περιοχές». Ούτε αυτό αληθεύει. Αντίθετα, παρʼ όλο που στο σχέδιο της ΚΥΑ η αρτιότητα των γηπέδων σε ορισμένες περιοχές αυξάνεται, στην πραγματικότητα το πλαίσιο προωθεί περαιτέρω την εκτός σχεδίου δόμηση.
Ενώ το Εθνικό Χωροταξικό Σχέδιο ρητά αναγνώριζε την ανάγκη σταδιακής μείωσης της εκτός σχεδίου δόμησης, το προτεινόμενο τουριστικό μοντέλο ανάπτυξης ανατρέπει τις ισχύουσες αρχές πολεοδομικού και χωροταξικού σχεδιασμού. Η πολεοδομική και χωροταξική νομοθεσία διαθέτει εδώ και χρόνια τα κατάλληλα εργαλεία για τον ολοκληρωμένο σχεδιασμό του χώρου και την ορθολογική ρύθμιση των χρήσεων γης (ΓΠΣ/ΣΧΟΟΑΠ, ΕΧΜ/ΖΟΕ, ΠΕΡΠΟ, ΠΟΤΑ κ.ά.), τα οποία όμως συστηματικά αποφεύγεει να προωθήσει η πολιτική ηγεσία.
3. Το ΥΠΕΧΩΔΕ προωθεί ένα νέο τουριστικό προϊόν, τα condo hotels, γνωστά ως τουριστικά χωριά μεγάλης χωρητικότητας. Ομως:
— Η μορφή αυτή μαζικού τουρισμού που έχει ήδη αποτύχει σε άλλες χώρες, δεν ανταποκρίνεται στην κλίμακα του ελληνικού τοπίου και στην ιδιαίτερη φυσιογνωμία του ελληνικού φυσικού, δομημένου και πολιτιστικού περιβάλλοντος.
— Θα επιτρέπεται στο εσωτερικό αυτών των «χωριών» να πωλείται το 50% ως παραθεριστική κατοικία. Εξισώνεται από άποψη όρων δόμησης η κατοικία με τα ξενοδοχεία, πολλαπλασιάζοντας έτσι την επιτρεπόμενη δόμηση για την παραθεριστική κατοικία, ενώ επιτρέπεται η έως σήμερα απαγορευμένη σύσταση κάθετης ιδιοκτησίας στις εκτός σχεδίου περιοχές.
— Επιπλέον το σχέδιο πριμοδοτεί αυτές «τις ολοκληρωμένες τουριστικές αναπτύξεις» με οικονομικές ενισχύσεις μέσω του αναπτυξιακού νόμου.
Πρέπει γενικότερα να επισημανθεί ότι το ΥΠΕΧΩΔΕ διαμόρφωσε τους σχεδιασμούς του πολύ πριν ξεσπάσει η παγκόσμια οικονομική κρίση και χωρίς στη συνέχεια να τη λάβει υπόψη. Οι τεράστιες λοιπόν νέες τουριστικές και παραθεριστικές εγκαταστάσεις που θα κατακλύσουν τα νησιά και τις ακτές μας, όχι μόνο θα προξενήσουν καταστροφή στο περιβάλλον, αλλά κινδυνεύουν να παραμείνουν ως κενά κελύφη τσιμέντου δίπλα στη θάλασσα, μέσα σε υπέροχα τοπία.
Η οικονομική κρίση έχει προχωρήσει σε πολλούς τομείς της οικονομίας και είναι σαφές ότι θα πλήξει και τον τουρισμό. Η απάντηση δεν μπορεί να είναι αυτή που προβάλλει το ΥΠΕΧΩΔΕ, ούτε βεβαίως αυτή που διατύπωσε ο υφυπουργός Εξωτερικών λέγοντας «προωθείστε τη δόμηση εκτός σχεδίου για να ανασάνει η οικοδομή».
Ο τουρισμός μπορεί να σωθεί στις παρούσες συνθήκες αξιοποιώντας τους παραδοσιακούς οικισμούς, τα «Ξενία» του μοντέρνου κινήματος, αναδεικνύοντας τη μοναδικότητα του φυσικού και πολιτιστικού πλούτου και προωθώντας τις ήπιες και εναλλακτικές μορφές τουρισμού.
Είναι προφανές ότι το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό πρέπει να αποσυρθεί. Οφείλουμε να μην επιτρέψουμε να πληγεί η χώρα μας ανεπιστρεπτί, προωθώντας τουριστικά προϊόντα καταστροφικά για το περιβάλλον και τις τοπικές κοινωνίες.
* Η κ. Αννα Φιλίνη είναι αρχιτέκτων, βουλευτής Α΄ Αθήνας ΣΥΡΙΖΑ.