Κύριε υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η παραγωγή, η κατανάλωση και η διαχείριση των ενεργειακών πόρων σε εθνικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο έχει γίνει ένα από τα κυρίαρχα θέματα της εποχής μας.
Έχει γίνει τελευταία η αιτία των λεγόμενων ειρηνικών πολέμων και οποιαδήποτε χάραξη οικονομικής πολιτικής από πλευράς επενδύσεων, απασχόλησης, αλλά και κατανάλωσης, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι σχετίζεται με το πώς λειτουργούν οι ενεργειακές αγορές.
Και αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία να το κατανοήσουμε και εμείς εδώ.
Η χώρα μας το έχει βιώσει πάρα πολύ έντονα όλο το τελευταίο διάστημα.
Η άνοδος των τιμών του πετρελαίου ασκεί μεγάλες πιέσεις στην οικονομία μας και από την άλλη οι επενδυτές, οι οποίοι θέλουν να μπουν στην απελευθερωμένη αγορά ενέργειας.
Πιέζουν προς όλες τις κατευθύνσεις και εκβιάζουν, προκειμένου να κάνουν τις επενδύσεις τους, για την άνοδο των τιμών ενώ από την άλλη πλευρά ο εθνικός μας ενεργειακός φορέας, δηλαδή η Δ.Ε.Η., είναι περιορισμένη αν όχι παγωμένη από πλευράς ανάπτυξης.
Όμως ήδη έχει επανεκτιμηθεί ο ρόλος της ενέργειας, ιδιαίτερα στον τομέα της παραγωγής, εφόσον αυτή ευθύνεται σημαντικά για το φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Και πραγματικά η παγκόσμια κοινότητα έχει δει τα θέματα της ενέργειας συνδεδεμένα με τα θέματα της προστασίας του περιβάλλοντος.
Για το λόγο αυτό έχει δοθεί μία ώθηση στην ανάπτυξη και στην εκμετάλλευση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι οποίες υποκαθιστούν τις καθιερωμένες συμβατικές ενεργειακές πηγές, πολλές από τις οποίες εξαντλούνται ταχύτατα και αποτελούν σήμερα ένα βασικό εργαλείο των τεχνολογικά αναπτυγμένων χωρών.
Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι πλούσια σε όλες τις μορφές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, εν τούτοις η αξιοποίησή τους, με λίγες εξαιρέσεις μόνο, παραμένει ακόμα σε εμβρυακό στάδιο, συγκρινόμενη με άλλες χώρες και βέβαια συγκρινόμενη με αυτές τις ίδιες τις δυνατότητες της χώρας.
Χωρίς υπερβολή, η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέσα στα επόμενα χρόνια πρέπει να θεωρηθεί ως μία υπʼ αριθμόν ένα πρόκληση στον τομέα της ενέργειας τόσο για το κράτος, όσο και για τους ιδιώτες.
Συμπαραγωγή
Μιλάμε σήμερα για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2004/8/ΕΚ για την προώθηση της Συμπαραγωγής καθώς και στη συμβολή της συμπαραγωγής στον περιορισμό των εκπομπών αερίων ρύπων και της κλιματικής αλλαγής.
Η συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας είναι μία παραγωγική διαδικασία η οποία εξοικονομεί μεγάλες ποσότητες ενέργειας και μειώνει σημαντικά τους αέριους ρύπους.
Για τους λόγους αυτούς σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση προωθείται ως μία από τις σημαντικότερες τεχνολογίες κυρίως μέσα από το νέο προτεινόμενο νομοθετικό πλαίσιο για την κλιματική αλλαγή, με την εφαρμογή σημαντικών κινήτρων για τους επενδυτές.
Στην Ελλάδα σήμερα ενσωματώνουμε την Οδηγία 2004/8/ΕΚ για την προώθησή της, ενώ υφίστανται σημαντικά διοικητικά εμπόδια στις επενδύσεις και φοβόμαστε ότι θα συνεχίσουν να υφίστανται και μετά την ενσωμάτωσή της .
H Οδηγία 2004/8/ΕΚ θεσπίζει κίνητρα, αλλά και ενθαρρύνει την ανάληψη νέων πρωτοβουλιών από τα κράτη μέλη για την περαιτέρω ανάπτυξη της συμπαραγωγής.
Σήμερα η εγκατεστημένη ισχύς μονάδων συμπαραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανέρχεται σε 81.000 Μεγαβάτ ηλεκτρικής ισχύος, περίπου το 10% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος. Έντεκα Ευρωπαϊκές χώρες παράγουν πάνω από το 20% της ηλεκτρικής τους ενέργειας από Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού και Θερμότητας (ΣΗΘ) και 4 χώρες πάνω από 50%.
Στην Ελλάδα για το 2007 η αντίστοιχη εγκατεστημένη ισχύς ανήλθε σε 232MW περίπου το 1,7% της εγκατεστημένη ισχύος της Ελλάδας.
Το 2008 προστέθηκε στο Σύστημα μονάδα συμπαραγωγής ισχύος 334MW, αλλά ακόμα βρίσκεται σε πειραματικό στάδιο λειτουργίας, παρόλο που το καλοκαίρι τέθηκε προσωρινά σε κανονική λειτουργία.
Πρέπει να σημειώσουμε για τη χώρα μας ότι από τη συμπαραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια το 40% παράγεται από καύση φυσικού αερίου, το 19% από καύση άνθρακα και το 10% από ΑΠΕ.
Σε όλες τις χώρες δίνονται σημαντικά κίνητρα.
Οι πρόσφατες νομοθετικές πρωτοβουλίες της Γερμανίας η οποία θεσπίζει κίνητρα που ανέρχονται σε 375 εκατομμύρια Ευρώ το χρόνο ώστε να διπλασιάσει την εγκατεστημένη ισχύ από την Συμπαραγωγή.
Η Συμπαραγωγή πρoκρίνεται και προωθείται σε όλη την Ευρώπη διότι αποτελεί τον πλέον ενεργειακά αποδοτικό τρόπο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με αποτέλεσμα να εξοικονομείται πρωτογενής ενέργεια και να μειώνεται σημαντικά το συνολικό κόστος παραγωγής του ηλεκτρικού συστήματος.
Για εμάς εξοικονόμηση ενέργειας δεν σημαίνει μόνο μείωση της κατανάλωσης αλλά και αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας και για αυτό θεωρούμε τόσο σημαντική την Συμπαραγωγή, αφού συμβάλλει στη μείωση των απωλειών στα ηλεκτρικά δίκτυα.
Η εξοικονόμηση ενέργειας πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό στόχο της χώρας μας, και είναι γνωστό σε όλη την Ευρώπη ότι δεν πρόκειται να επιτευχθούν οι στόχοι από τις διεθνείς δεσμεύσεις, αλλά και οι στόχοι για τις Ανανεώσιμες πηγές, αν πρώτα δεν επιτευχθούν οι στόχοι για την εξοικονόμηση ενέργειας.
Πρέπει να αρθούν τα διοικητικά προβλήματα και εμπόδια, προκειμένου να πραγματοποιηθούν νέες επενδύσεις σε συστήματα Συμπαραγωγής με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος και την αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας, αποφεύγοντας παραδείγματα του παρελθόντος που στόχο είχαν την κερδοσκοπία γύρω από την τιμή της μεγαβατώρας.
Η προώθηση της Συμπαραγωγής θα μπορούσε να επιφέρει θετικά αποτελέσματα στην Ελλάδα στον τομέα των επενδύσεων, ελάττωση του ρίσκου μπλακ-άουτ στο εθνικό ενεργειακό σύστημα καθώς και βελτιωμένες ενεργειακές υπηρεσίες στους καταναλωτές.
Μεγάλα υδροηλεκτρικά
Η ενέργεια από τα μεγάλα υδροηλεκτρικά κατά τη γνώμη μας έχει μικρά περιθώρια για παραπέρα διείσδυση στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας μας.
Και αυτό γιατί πέρα από τους γνωστούς περιβαλλοντικούς κινδύνους που κρύβουν για τα τοπικά οικοσυστήματα και την αλλαγή στη χρήση γης που ενδέχεται να προκαλέσουν, η παραγόμενη ενέργεια εξαρτάται άμεσα από τη ποσότητα των υδατικών αποθεμάτων της χώρας.
Με δεδομένο ότι στην Ελλάδα, τα υδατικά μας αποθέματα μειώνονται σημαντικά κάθε χρόνο (για παράδειγμα Φράγμα Πολυφύτου), η παραγόμενη ενέργεια από μεγάλα υδροηλεκτρικά φράγματα θα μειώνεται αναλόγως.
Ενώ το 2005 τα μεγάλα υδροηλεκτρικά φράγματα παρήγαγαν το 9,1% της ενέργειας στην Ελλάδα, το 2007 το αντίστοιχο ποσοστό μειώθηκε σε 4,8%.
Η ενέργεια που παράγεται επομένως από μεγάλα υδροηλεκτρικά δεν είναι αξιόπιστη και κρύβει κινδύνους και για την ασφάλεια εφοδιασμού. (χαρακτηριστικό παράδειγμα η ΔΕΗ, η οποία αναγκάστηκε το 2007 και φέτος σε αυξημένες δαπάνες για την αγορά εισαγόμενων καυσίμων και εισαγωγών ενέργειας που κάλυψαν το κενό των μεγάλων υδροηλεκτρικών.)
Πιστεύουμε επομένως πολύ περισσότερο σε ένα ενεργειακό μοντέλο που στηρίζεται ισόρροπα στις βιώσιμες και πραγματικά ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τόσο σε κεντρικές όσο και –πολύ περισσότερο- σε αποκεντρωμένες εφαρμογές.
Περίπτωση Μεσοχώρας
Με το να προστεθούν δύο επιπλέον σταθμοί παραγωγής της Μεσοχώρας και της Συκιάς η συνολικά παραγόμενη ενέργεια θα πέσει συνολικά κατά 4%, δηλαδή θα έχουμε συνολικά ένα αρνητικό ισοζύγιο.
Η περίπτωση της Μεσοχώρας είναι γνωστό σε όλους μας ότι αποτελεί έργο κεφαλή για την εκτροπή του Αχελώου.
Πλέον των ενστάσεων που έχουμε και ανέλυσα πιο πάνω ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αντίθετος με το έργο της εκτροπής και με επιχειρήματα που και στο παρελθόν έχει εκθέσει.
Αυτό το έργο ξεκίνησε ως ένα έργο επικοινωνιακού χαρακτήρα και εξαγγελιών, χωρίς να έχει εξασφαλίσει ούτε τη βιωσιμότητά του ούτε την περιβαλλοντική του κατοχύρωση, χωρίς να έχει τελικά εξασφαλίσει όλα αυτά τα οποία ήταν απαραίτητα ακόμα και από τις διατάξεις του άρθρου 24 του Συντάγματος.
Διότι όταν λέμε ότι θα πρέπει να υπάρχει προστασία του περιβάλλοντος, κατά το άρθρο 24 του Συντάγματος, στην παράγραφο 1, εννοούμε ότι θα υπάρχει και προστασία των υδάτινων πόρων και όλων των φυσικών κλπ. πόρων.
Μας κάνει καχύποπτους η μετατροπή του έργου από τον αρχικό σχεδιασμό που ήταν για εκτροπή 1,2 δις κυβικά το χρόνο στη σημερινή του εκδοχή για τα μισά κυβικά, αν λάβουμε υπόψη μας ότι η κατασκευή έχει γίνει βάσει του αρχικού σχεδίου δηλαδή τα ύψη των φραγμάτων και οι διατομές των σηράγγων.
Ποιος λοιπόν μας διασφαλίζει ότι με αυτά τα δεδομένα δεν θα έρθει αύριο μια κυβερνητική απόφαση που θα επαναφέρει το σχέδιο της μεγάλης εκτροπής;
Η μεγάλη εκτροπή των 1,2 δις κυβ το χρόνο από τη Συκιά προς τη Θεσσαλία θα στερήσει από τον Αχελώο μεγάλη ποσότητα νερού, που σύμφωνα με τον υδρολόγους μπορεί να φτάσει το 100% σε περιόδους ξηρασίας.
Η μείωση αυτή της παροχής θα προκαλέσει μεγάλη ζημία στους Υ/Η σταθμούς της ΔΕΗ που ήδη λειτουργούν στη πλήρη δυναμικότητά τους.
Μάλιστα τη ζημιά αυτή κοστολόγησε ο πρώην δ/ντης της ΔΕΗ κ. Ξανθόπουλος και νυν υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ σε 139,7 δις δραχμές για την επόμενη 20ετια.
Ο ίδιος με επιστολή του στις 6/9/1999 προς το Υπ. Ερευνάς και Τεχνολογίας και το Υπ. Εθνικής Οικονομίας ζητούσε από την πολιτεία να αποζημιώσει τη ΔΕΗ για το ποσό αυτό.
Όσα αφορούν το ΙΓΜΕ αλλά και τη μετεγκατάσταση των κατοίκων της περιοχής της Μεσοχώρας, αναλυτικά θα τοποθετηθούμε στην κατʼ άρθρο συζήτηση, αλλά θέλω να τονίσω ότι αύριο το πρωί στην ακρόαση φορέων κύριε πρόεδρε δεν δεχτήκατε να καλέσετε τους φορείς των κατοίκων που αντέδρασαν από την αρχή του έργου, ώστε να ακούσουμε και τη δική τους άποψη.
Ούτε βέβαια δεχτήκατε την πρότασή μου να τοποθετηθούν και οι υπόλοιποι συνάδελφοι της επιτροπής επʼ αυτού, αν και δεν είδα προθυμία από κανέναν εδώ μέσα!
Καλέσατε τους δημάρχους, τον νομάρχη και καλώς κάνατε, όμως αυτοί που ξεσπιτώνονται και ξεριζώνονται για να αφήσουν τον τόπο τους ώστε να δοθεί σε μεγάλες ξενοδοχειακές εταιρείες για πλουτισμό, τους απαγορεύσατε να έχουν βήμα και φωνή για τη ζωή τους και το μέλλον των παιδιών τους.
Τους κάνετε πρόσφυγες στη χώρα τους, για να κερδίσουν αυτοί που θα πάρουν το φιλέτο της…παραλίμνιας πλέον έκτασης!
ΑΠΕ
Καταρχάς θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι, όταν η κυβέρνηση αλλάζει τις διατάξεις για τα φωτοβολταϊκά (φ/β) που η ίδια κατέθεσε τον Ιούνιο του 2006 για ψήφιση και μάλιστα χωρίς να έχει προστεθεί ούτε ένα MW από ηλιακή ενέργεια, τότε μάλλον κάτι δεν πάει καλά στην ενεργειακή πολιτική σας.
Η μείωση της τιμής πώλησης της ηλιακής κιλοβατώρας ουσιαστικά αποτελεί αναγνώριση της αποτυχημένης σας πολιτικής και δυσφημεί την Ελλάδα, ως επενδυτικό περιβάλλον.
Ακόμα και στις νέες διατάξεις θεσμοθετείται η επενδυτική αβεβαιότητα καθώς προβλέπεται ότι οι τιμές μπορούν να αλλάξουν κατά τη διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης.
Ενώ το παρόν νομοσχέδιο διευκολύνει τις μεγάλες επενδύσεις από κάποια γραφειοκρατία, συνεχίζει να αφήνει τα ίδια προσκόμματα για τον οικιακό τομέα που υπόσχεται ότι θα τα λύσει με την εφαρμογή σχετικού ειδικού προγράμματος (ΚΥΑ ΥΠΑΝ & ΥΠΕΧΩΔΕ)
Η συνεχιζόμενη πολιτική του Υπουργείου Ανάπτυξης να χορηγεί ενιαία άδεια λειτουργίας για το σύνολο των μονάδων της ΔΕΗ ΑΕ δε συμβιβάζεται με το εθνικό και κοινοτικό δίκαιο.
Το καθεστώς εξαίρεσης των μονάδων της ΔΕΗ από την άδεια λειτουργίας ξεκινά ουσιαστικά από το 1985.
Δημιουργείται καθεστώς εξαίρεσης από ειδικές προβλέψεις του ν. 1650/86 (προστασία περιβάλλοντος) και 3325 (αδειοδότηση επιχειρήσεων).
Το εφεύρημα της “ενιαίας άδειας λειτουργίας” θεσπίστηκε το 1999 (42 παρ. εδ. γ' 2773/1999), με μία κακοδιατυπωμένη διάταξη, που διορθώθηκε το 2001 (Ν. 2941/01 άρθρο 8), και συνεχίστηκε το 2005 (Ν. 3377/05 άρθρο 24).
Η ενιαία άδεια συνδέεται και με άλλα προνόμια.
Επειδή η παραγωγή ενέργειας επίσης καταναλώνει σημαντικές ποσότητες ύδατος, η ΔΕΗ έχει το δικαίωμα να προτείνει μόνη της τα έργα της για ένταξη στα προγράμματα ανάπτυξης υδατικών πόρων (ένα προνόμιο που έχουν μόνο Υπουργεία, και ο ΕΟΤ). Αναφέρεται συγκεκριμένα στο Ν. 1739/87 ότι: «Οι ποσότητες νερού, που η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού κρίνει αναγκαίες για την εκπλήρωση των σκοπών της, προτείνονται από την ίδια για ένταξη στα προγράμματα ανάπτυξης των υδατικών πόρων της χώρας».
Η ενιαία άδεια επίσης απαλλάσσει την ΔΕΗ από την υποχρέωση υποβολής ποιοτικών στοιχείων για τους υδατικούς πόρους που χρησιμοποιεί για τις ανάγκες της.
Αν τελικά ψηφίσετε το άρθρο 33, θα είναι η τρίτη φορά που δια νόμου χαρίζονται άδειες στη ΔΕΗ, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατος οποιοσδήποτε έλεγχος εκ μέρους των πολιτών ή του ΣτΕ.
Για το ίδιο θέμα είχε τοποθετηθεί, ήδη από το 2005, ο Συνήγορος του Πολίτη, εκδίδοντας σχετικό πόρισμα, όπου μεταξύ άλλων ανέφερε ότι: «η συντελεσθείσα ενιαία αδειοδότηση των μονάδων της Δ.ΕΗ με νομοθετική ρύθμιση, αποκλίνει από τα χαρακτηριστικά που κανονικώς διακρίνουν μία άδεια λειτουργίας βιομηχανικής εγκατάστασης, ως ατομική διοικητική πράξη.
Ως αποτέλεσμα αυτού, η αδειοδότηση εκφεύγει της δικαιοδοσίας του ΣτΕ (άρθρο 93 παρ. 4 του Σ.), γεγονός που καθιστά δυσχερή για τον πολίτη την άσκηση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας (αρ. 20 παρ. 1 του Σ.)».
Στο ίδιο πόρισμα ο Συνήγορος του Πολίτη σημείωνε ότι η χορήγηση ενιαίας άδειας λειτουργίας χωρίς έγκριση περιβαλλοντικών όρων έστω και για μια μονάδα της ΔΕΗ συνεπάγεται μη τήρηση των επιταγών του άρθρου 24 του Συντάγματος.
Στην περίπτωση της ΔΕΗ ΑΕ, η λήξη ισχύος ή/και η μη-τήρηση των περιβαλλοντικών όρων φαίνεται πως είναι πλέον κοινός τόπος.
Για αυτό το λόγο η Επιτροπή Κοινωνικών Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης εξέδωσε το 2007 σχετική απόφαση, μετά από προσφυγή του Ιδρύματος Μαραγκοπούλου, χωρίς όμως να ιδρώσει το αυτί των αρμοδίων δηλαδή της ΔΕΗ και της Πολιτείας.
Η επίσημη δικαιολογία του Υπουργείου Ανάπτυξης για την χορήγηση ενιαίας άδειας λειτουργίας αναφέρει ότι η άδεια λειτουργίας δίδεται «προκειμένου να καταστεί δυνατή η ολοκλήρωση της χρονοβόρας διαδικασίας έκδοσης των ξεχωριστών αδειών λειτουργίας» και ότι δικαιολογείται για «λόγους δημοσίου συμφέροντος».
Το υπέρτατο δημόσιο συμφέρον κατά τη γνώμη μας είναι η προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας των Ελλήνων πολιτών.
Με το εν λόγω νομοσχέδιο προβλέπεται και η χορήγηση άδειας παραγωγής για τις νέες μονάδες της ΔΕΗ ΑΕ, όπως αυτές προβλέπονται στο πρόγραμμα αντικατάστασης παλαιών μονάδων, χωρίς όμως να διευκρινίζεται ο αριθμός των μονάδων, τα χαρακτηριστικά αυτών και το καύσιμο που θα χρησιμοποιούν.
Θεωρούμε ότι και αυτή η πράξη αντίκειται στην κοινοτική και εθνική νομοθεσία για το περιβάλλον, ενώ ανοίγει ξανά τις πόρτες στη χρήση λιθάνθρακα, μηδενίζοντας τις πιθανότητες αποτελεσματικού περιορισμού των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, επαρκούς προώθησης των ΑΠΕ και τόνωσης της οικονομίας μέσα από τις λεγόμενες ʽπράσινες επενδύσειςʼ.
Το συγκεκριμένο Σ/Ν έχει κάποια σημεία του θετικά στο κομμάτι της συμπαραγωγής όμως το υπόλοιπο όπως και το κομμάτι της Μεσοχώρας δεν μας βρίσκει σύμφωνους και έτσι θα το καταψηφίσουμε επί της αρχής.
Ευχαριστώ