Το θέμα της μείωσης των δαπανών για τους εξοπλισμούς, έφερε με επίκαιρη ερώτησή του προς τον Πρωθυπουργό, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέκος Αλαβάνος.
Την ερώτηση απάντησε ο Υπουργός Άμυνας Β. Μεϊμαράκης, ενώ τον Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ αναπλήρωσε ο βουλευτής Αʼ Πειραιά και νησιών Θ. Δρίτσας.
Στην ομιλία του ο βουλευτής υπογράμμισε:
«Έχω την τιμή να αναπληρώνω τον Πρόεδρο του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς τον κ. Αλαβάνο και η απάντηση του κ. Υπουργού κ. Πρόεδρε, τον οποίον ευχαριστώ, καταδεικνύει ακριβώς το γεγονός ότι η απουσία του κ. Πρωθυπουργού για να απαντήσει στον Πρόεδρο τον κ. Αλαβάνο μετατρέπει αυτή την ερώτηση από μια ερώτηση που συνδέει τις εξοπλιστικές δαπάνες με το σύνολο της στρατηγικής της ελληνικής οικονομίας, της ελληνικής πολιτικής και της πορείας της χώρας σε ένα εξειδικευμένο θέμα αρμοδιότητας του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης.
Η ερώτηση επομένως δεν μπορεί να απαντηθεί. Και αυτό ακριβώς το επισημαίνουμε γιατί έπρεπε να είναι εδώ ο κ. Πρωθυπουργός, προφανώς κωλύεται, αλλά η ερώτηση δεν μπορεί να απαντηθεί. Και εννοώ ότι ακριβώς στην πραγματικότητα ο κ. Υπουργός απαντά ως προς τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης του 2009. Μα, προφανώς οι αποφάσεις για την αύξηση των εξοπλισμών έχουν μια προοπτική πολλών ετών και μπορεί να αρχίσει από το 2010, από το 2011 και να έχει προοπτική εικοσαετίας. Όμως δεν μπορεί να διαψεύσει και δεν το διέψευσε και εδώ έχουμε προμήθεια φρεγατών, μαχητικών αεροσκαφών, ελικοπτέρων μια αύξηση του εξοπλισμού το οποίο καταδεικνύει πασιφανώς και έχει δημοσιευθεί και δεν έχουν διαψευσθεί όλα αυτά, ότι ο κ. Πρωθυπουργός προφανώς το Νοέμβριο δεν είπε την αλήθεια όταν εκλήθη από τον κ. Αλαβάνο να καταθέσει αυτά τα στοιχεία και να ανταποκριθεί στην ερώτησή του. Όπως δεν είπε την αλήθεια και στην περίπτωση της μεταφοράς όπλων το 2007 από το λιμάνι του Αστακού στο Ισραήλ στρατιωτικού εξοπλισμού. Αυτά όλα όμως είναι ανησυχητικά, διότι οι πολεμικές δαπάνες δεν σημαίνουν κατʼ ανάγκη ενίσχυση τα άμυνας και της ισχύος της χώρας. Αντιθέτως, τη στιγμή που έχουμε πτώση της αύξησης του εθνικού προϊόντος και του ρυθμού ανάπτυξης, τη στιγμή που έχουμε υψηλότατο δημόσιο χρέος αποδυναμώνουν τη δυνατότητα συνοχής της ελληνικής κοινωνίας, διότι στερούν τις δαπάνες για την παιδεία, για την υγεία, για την κοινωνική πρόνοια, για το περιβάλλον, δαπάνες που μπορούν σε συνθήκες κρίσης ιδιαιτέρως να εξασφαλίσουν την κοινωνική συνοχή, η οποία είναι η μεγαλύτερη άμυνα απέναντι σε οποιαδήποτε απειλή και χωρίς αυτήν κανένας λαός καμία κοινωνία, κανένα κράτος δεν μπορεί να αντιτάξει υπερεξοπλισμούς, οι δαπάνες αυτές οι εξοπλιστικές είναι πασιφανές ότι κατανέμονται κυρίως με κριτήρια την διπλωματία των εξοπλισμών, τις σχέσεις δηλαδή με τον κ. Σαρκοζί, τις σχέσεις μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις νέες σχέσεις που θα κοιτάξουμε να έχουμε με τον κ. Ομπάμα, τις σχέσεις με τη Γερμανία, τη Σουηδία ή άλλες ευρωπαϊκές χώρες και ως εκ τούτου δεν είναι κατʼ ανάγκη ένας σχεδιασμός που υπακούει σε πραγματικές εξοπλιστικές ανάγκες γιατί αυτό το κυνήγι των εξοπλισμών συμπεριλαμβάνει με τους ίδιους όρους αν θέλετε και την Τουρκία. Δηλαδή πόσο έχουμε αύξηση των πολεμικών δαπανών από την Ελλάδα άλλο τόσο έχουμε κα από την Τουρκία. Αυτό είναι μια αδιέξοδη κούρσα εξοπλισμών η οποία υπονομεύει την εσωτερική συνοχή, υπονομεύει την ισχύ της χώρας, υπονομεύει και την ανεξαρτησία της χώρας αν θέλετε, και ως εκ τούτου δεν μπορεί να ειδωθεί ως ένα πρόγραμμα του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας αλλά ως ένα κεντρικό πρόγραμμα της πολιτικής της κάθε κυβέρνησης συνολικά για τη χώρα.
Τελειώνω, κύριε Πρόεδρε, με το νέο δεδομένο που έχει προκύψει σε όλη αυτή τη διαδικασία των εξοπλιστικών προγραμμάτων, το ζήτημα του περίφημου ελέγχου του θαλασσίου χώρου μέσα από τις πολιτικές για την έρευνα διάσωσης, Προς Θεού ένα καθαρά πολιτικό, κοινωνικό, αν θέλετε διπλωματικό ζήτημα να μετατρέπεται σε στρατιωτικό, μια έρευνα διάσωσης να ενταχθεί στο στρατηγικό εξοπλισμό και στις στρατιωτικού χαρακτήρα επιχειρήσεις θα μας οδηγήσει σε μεγαλύτερη όξυνση των σχέσεών μας με τους γείτονές, σε μεγαλύτερους ανταγωνισμούς και άρα θα επιβάλει και μεγαλύτερους προγραμματισμούς. Το έχουμε τονίσει κατʼ επανάληψη η έρευνα διάσωση πρέπει να μείνει στην πολιτική της διάσταση και στην κοινωνική της και ανθρωπιστική της διάσταση και ως συνεργασία όλων των χωρών, όλων των δυνάμεων και όχι ως πεδίο ανταγωνισμού. Με λίγα λόγια ένα F 16 που στοιχίζει περίπου 45 εκατομμύρια ευρώ μπορεί να δοθεί στα μπλόκα των αγροτών στη Θεσσαλία, ή στη Μακεδονία ή στην Πελοπόννησο ή στην Αιτωλοακαρνανία ή στην Κρήτη ένα σε κάθε μπλόκ όχι για να ενισχύσει το επίδομα, αλλά για να οργανώσει την αγροτική παραγωγή σε αναπτυξιακές και σωστές βάσεις ή να ενισχύσει σχολεία, νοσοκομεία και τότε να έχουμε πραγματικά ισχυρή άμυνα σʼ αυτή τη χώρα, γιατί θα είναι μια άμυνα που θα την στηρίζει η ίδια η ελληνική κοινωνία και όχι απλώς και μόνο το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας.»