Τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση συνιστούν επιλογές ταξικές, που ρίχνουν τα βάρη της κρίσης μονόπλευρα στους εργαζόμενους, στα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα.
Στο δημόσιο τομέα αυτό γίνεται με το πάγωμα των μισθών, που επηρεάζει το διαθέσιμο εισόδημα αλλά και τη βάση υπολογισμού των συντάξεων, όσων πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν.
Στον ιδιωτικό τομέα η ίδια επιλογή υλοποιείται με την επέκταση της λεγόμενης ευελιξίας, την καταπάτηση της εργατικής νομοθεσίας, την περικοπή των αποδοχών και τις απολύσεις χωρίς αιτιολόγηση.
Ταυτόχρονα η κυβέρνηση προστατεύει με επιμέλεια και θωρακίζει τα συμφέροντα και τα προνόμια των ισχυρών και των πλουσίων. Οι επιλογές αυτές είναι και ατελέσφορες και αδιέξοδες. Διευρύνουν τις κοινωνικές ανισότητες και βαθαίνουν την ύφεση. Η ταμειακή τους απόδοση είναι πενιχρή: 275 εκατομμύρια από την έκτακτη εισφορά και 300 από το πάγωμα των μισθών (μείον τα επιδόματα).
Έτσι θα αντιμετωπισθεί η κρίση; Όχι βέβαια.
Αυτή είναι μόνο η πρώτη δόση. Χωρίς αντιστάσεις θα ακολουθήσουν και άλλες σκληρότερες.
Τι πρέπει να γίνει;
Οι έκτακτες εισφορές δεν έχουν λογική για διαχρονικές ανάγκες. Αλλά αφού θέλει η κυβέρνηση έκτακτες εισφορές, γιατί δεν επέβαλε έκτακτη εισφορά και στις επιχειρήσεις, όσες έχουν κέρδη πάνω από 60.000 ευρώ; Μόνο με το μέτρο αυτό θα εισέπραττε πάνω από 600 εκατομμύρια ευρώ. Όμως το πρόβλημα δεν είναι έκτακτο ή πρόσκαιρο. Είναι βαθύ και μακροχρόνιο. Χρειάζονται μόνιμες ρυθμίσεις και μακράς πνοής αλλαγές.
Ας θέσουμε, λοιπόν, μερικά εύλογα, νομίζουμε, ερωτήματα:
1. Γιατί η κυβέρνηση, δεν αυξάνει εδώ και τώρα, το συντελεστή φορολόγησης των μεγάλων εισοδημάτων (πάνω από 70.000 ευρώ) από 40% (που είναι σήμερα) στο 45%; Και γιατί η κυβέρνηση δεν αναπροσαρμόζει το συντελεστή φορολόγησης των κερδών στο 30% (τουλάχιστον) αντί του 25%, στο οποίο απερίσκεπτα τον μείωσε;
2. Γιατί δε ζητά αναδρομικά το φόρο επί των εισοδημάτων, που αποκτήθηκαν, με τη μορφή των stock options, (πάνω από ένα ύψος) ο οποίος καταχρηστικά δεν εισπράχθηκε; Και γιατί δεν επαναφέρει το φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας, που κακώς κατήργησε;
3. Γιατί δεν προχωρά τώρα στην επαναξιολόγηση όλων των φοροαπαλλαγών (περιλαμβανομένων και εκείνων των βουλευτών); Γιατί δεν καταργεί άμεσα τις προκλητικές φοροαπαλλαγές για τις εμπορικού χαρακτήρα δραστηριότητες της εκκλησίας, προς τους εφοπλιστές, τις τράπεζες, και άλλες ισχυρές οικονομικά ομάδες;
4. Γιατί δεν καταργεί τον κομματισμό στις εταιρείες; Γιατί χαϊδεύει και κερδοσκοπεί – και κομματικά – με τη φοροδιαφυγή αντί να την καταπολεμά;
Τι λέει για όλα αυτά η Κυβέρνηση αλλά και το ΠΑΣΟΚ; Η υιοθέτηση μέτρων σαν τα παραπάνω θα ήταν μια πράξη όχι μόνο στοιχειώδους δικαιοσύνης, αλλά και ρεαλισμού. Διότι δεν είναι πλέον ρεαλιστικό οι ολίγοι να περιφρονούν τις ανάγκες – αλλά και τη νοημοσύνη και την αξιοπρέπεια εν τέλει των πολλών.