Υπάρχουν δύο σχέδια απέναντι στην κρίση. Το ένα είναι της δεξιάς, το οποίο λέει: Θα αφήσουμε την κρίση να έρθει, να υπάρξουν απολύσεις, να αυξηθεί η ανεργία. Όταν η κοινωνία εξεγερθεί, ανοίγουμε το κουτάκι με τις καρπαζιές και το μπαούλο με τα δακρυγόνα. Ποινικοποιούμε την γκαρνταρόμπα και επαναφέρουμε το νόμο για περιύβριση αρχής. Τέλος, αρχίζουμε να μιλάμε για υποκινούμενους κουκουλοφόρους από ξένα και ντόπια κέντρα, και κατηγορούμε το ΣΥΡΙΖΑ ότι χαϊδεύει τα αυτιά των διαδηλωτών.
Υπάρχει και το άλλο σχέδιο. Το σχέδιο της αριστεράς, το οποίο λέει: Θα έχουμε υπερβεί την κρίση εάν αποκρούσουμε τη φτώχεια, την ανεργία, την κατάρρευση των κοινωνικών υπηρεσιών και των ασφαλιστικών ταμείων. Έξοδος από την κρίση σημαίνει εφαρμογή αριστερού προγράμματος. Σημαίνει ριζική στροφή Αριστερά. Σημαίνει σπάσιμο του Συμφώνου Σταθερότητας, πρωτοβουλίες στην Ευρώπη, δημόσιες επενδύσεις, 100.000 προσλήψεις στην υγεία και στην παιδεία, ραγδαία αναδιανομή του πλούτου τώρα.
Τη στιγμή που η κρίση μαστίζει τον πλανήτη, οι περίφημοι G20 μαζεύονται για να αναστηλώσουν το σύστημα των υποτιθέμενων ελεύθερων αγορών. Δηλαδή, το σύστημα που οδηγήθηκε σε κατάρρευση από την ίδια του την απληστία, αφού προηγουμένως λεηλάτησε όσο μπορούσε τα κοινωνικά αγαθά και παγίωσε στον κόσμο ένα καθεστώς πρωτοφανούς ανισότητας και αδικίας.
Οι G20 βρέθηκαν μπροστά σε τεράστιες διαδηλώσεις. Όχι μόνο στο Λονδίνο, αλλά στις περισσότερες πόλεις του κόσμου. Το μήνυμα που τους στέλνουν οι λαοί του κόσμου είναι ότι οι τύχες του πλανήτη δεν μπορούν να καθορίζονται πια σε κλειστά φόρα, αγνοώντας τα τεράστια κοινωνικά προβλήματα. Έχει έρθει πια η ώρα να μπουν οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη και να ανοίξει ο δρόμος για μια οικονομία που θα ξεκινά από τις ανθρώπινες ανάγκες και όχι από τα κέρδη.
Γι αυτό η σύνοδος των G20 είναι μια μεγάλη πηγή αισιοδοξίας. Όχι για τα αποτελέσματα αυτής καθ εαυτής της συνόδου, για τα οποία ούτε οι ίδιοι δεν έχουν μεγάλες προσδοκίες, αλλά για τις κινητοποιήσεις εκατοντάδων χιλιάδων απ έξω και εκατομμυρίων σε ολόκληρο τον κόσμο, τώρα και στο επόμενο διάστημα. Για να κερδηθεί το μεγάλο στοίχημα: Η έξοδος από την κρίση να γίνει με τους όρους των ανθρώπων και της κοινωνίας . Όχι με τους όρους της αγοράς. Και έτσι, να ανοίξει ο δρόμος για έναν άλλον κόσμο. Έναν άλλον κόσμο που είναι περισσότερο εφικτός και αναγκαίος από ποτέ.
Και από την άλλη μεριά, η Διεθνής Αμνηστία καταγγέλλει την αστυνομία για συνεχείς παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Για κακομεταχείριση ανθρώπων που διαδηλώνουν ειρηνικά, ή ανθρώπων που απλώς βρίσκονται εκεί. Για προσαγωγές με στημένες κατηγορίες. Για βάναυση μεταχείριση, βασανισμούς ακόμα και θανάτους μεταναστών. Για αλλεπάλληλες αυθαιρεσίες, πέρα από κάθε λογική δημοκρατικής κοινωνίας.
Κανείς δεν αισθάνεται την ανάγκη να κάνει κάτι γι αυτό. Η κρατική αυθαιρεσία πρέπει να μείνει στο απυρόβλητο. Η συνέχειά της να διασφαλιστεί με κάθε κόστος. Γιατί η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται την αστυνομία ως έναν μηχανισμό που, κατά περίπτωση, θα χτυπάει φοιτητές, αγρότες, συμβασιούχους πυροσβέστες, εργαζόμενους που ζητάνε δουλειά και αξιοπρέπεια
Ορίστε λοιπόν, γιατί και τώρα αλλά και τον Δεκέμβρη άξιζε το κόπο η ριζοσπαστική αριστερά να μη μιλήσει τη γλώσσα του κ. Μαρκογιαννάκη και του κ. Πολύδωρα και να υπερασπιστεί αξίες, αψηφώντας το πολιτικό κόστος. Γιατί τώρα έρχεται μια βαθιά συντηρητική επίθεση που απειλεί δημοκρατικά δικαιώματα και δημιουργεί ένα κλίμα τρόμου και καταστολής. Και κάποιος πρέπει να αντισταθεί σε αυτήν την επίθεση για να μη μετατραπεί η κοινωνία μας με αυτό που περιγράφει στο προφητικό του έργο1984, ο Όργουελ.
Και να γιατί ήταν ανήθικη, καιροσκοπική και απαράδεκτη η συνδρομή που παρείχε η κα Παπαρήγα στην επίθεση της κυβέρνησης στον ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί με τη στάση της και τις δηλώσεις έξω από το Μέγαρο Μαξίμου νομιμοποίησε από τα αριστερά την ακροδεξιά ρητορεία.
Και τώρα, βέβαια, που έρχεται η κυβέρνηση και φέρνει νόμους για κάμερες, για καταστολή, για κουκουλοφόρους, για το άσυλο, καταλαβαίνει το αδιέξοδο και δηλώνει τις προάλλες: «Ε, είπαμε για τους κουκουλοφόρους αλλά όχι κι έτσι».
Αλλά τώρα είναι αργά κα Παπαρήγα. Τώρα καταλαβαίνετε το αδιέξοδο του να σιγοντάρεις τα συντηρητικά αντανακλαστικά. Αλλά μπροστά στο πάθος σας να χτυπήσετε το ΣΥΡΙΖΑ, δεν υπολογίσατε τίποτα και την κάνατε τη ζημιά. Και τώρα, τις συνέπειες θα τις υποστείτε και εσείς και κυρίως θα τις υποστεί το λαϊκό κίνημα.
Είναι τουλάχιστον αξιοσημείωτη η αμηχανία με την οποία παρακολουθεί το ΠΑΣΟΚ τις εξελίξεις. Από τη μια υψώνει τους αντιπολιτευτικούς τόνους, προκειμένου να καρπωθεί όσο μεγαλύτερο κομμάτι μπορεί από την λαϊκή δυσαρέσκεια και από την άλλη, επί της ουσίας συγκατατίθεται στους βασικούς άξονες της κυβερνητικής πολιτικής.
Υπάρχει κάτι που είναι αδιαμφισβήτητο. Ότι το ΠΑΣΟΚ εισήγαγε και εδραίωσε την ελαστική απασχόληση στην Ελλάδα. Και ότι δημιούργησε το απαιτούμενο περιβάλλον και πλήρη καταστρατήγηση των εργασιακών δικαιωμάτων και μάλιστα αποκαλώντας την στρατηγική αυτή εκσυγχρονισμό. Αυτό, στο ΠΑΣΟΚ παριστάνουν ότι δεν το θυμούνται. Το θυμάται, όμως, όλος ο κόσμος.
Το θέμα δεν είναι, όμως, μόνο το τι έκανε ως κυβέρνηση. Είναι και το τι στάση κρατάει σήμερα. Και οι προθέσεις του φάνηκαν καθαρά στην πρόταση νόμου που κατέθεσε πρόσφατα, με την οποία επαναφέρει το περίφημο Λαύριο, δηλαδή την ανασφάλιστη εργασία των νέων, μετακυλώντας απλώς το εργοδοτικό ασφαλιστικό κόστος στο δημόσιο. Επαναφέρει τη δημιουργία προγραμμάτων stage στον ιδιωτικό τομέα, δηλαδή άλλη μια μορφή ανασφαλούς, πρόσκαιρης και υποαμοιβόμενης εργασίας. Εργασίας που επιδοτείται από τους φορολογούμενους και αποφέρει σημαντικά κέρδη στους εργοδότες.
Πρώτο: Να υπάρξει άμεσα δημόσια παρέμβαση στο τραπεζικό σύστημα με τον δημόσιο έλεγχο στην Εθνική Τράπεζα, την Αγροτική Τράπεζα και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Και με καθορισμό προτεραιοτήτων με κοινωνικά κριτήρια και με στόχο την προστασία της απασχόλησης, καθώς και τη στήριξη των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Όχι την κερδοσκοπία των τραπεζιτών και των μετόχων.
Δεύτερο: Να καλυφθούν οι κενές οργανικές θέσεις στην παιδεία, την υγεία και τις κοινωνικές υπηρεσίες με στόχο να λειτουργήσει με σχέδιο το κοινωνικό κράτος, να ανακουφιστούν τα στρώματα που πλήττονται αλλά και να στηριχτεί αποφασιστικά η απασχόληση.
Τρίτο: Να υλοποιηθούν άμεσα προγράμματα δημοσίων επενδύσεων, που θα προωθούν την ανάπτυξη, ενώ ταυτόχρονα θα ενισχύουν την περιφέρεια και θα στηρίζουν τις μικρές επιχειρήσεις και τους αγρότες.
Τέταρτο: Να αναληφθεί κάθε αναγκαία πρωτοβουλία για την κατάργηση του Σύμφωνου Σταθερότητας. Ενός συμφώνου που σήμερα δεν διαθέτει κανένα απολύτως κύρος. Που παραβιάζεται διαρκώς από οποιονδήποτε διαθέτει την ελάχιστη διαπραγματευτική δυνατότητα μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ένα σύμφωνο, το οποίο επισήμως προβλέπεται να παραβιαστεί και φέτος και του χρόνου από τις περισσότερες χώρες και που δεν εγγυάται τίποτα, παρά μόνο τη διαιώνιση της κρίσης και τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.
To Γραφείο Τύπου