Συντρόφισσες και Σύντροφοι
Θέλω να ξεκινήσω με έναν θερμό χαιρετισμό προς όλες και όλους όσους βρίσκονται σήμερα εδώ. Στην δεύτερη Πανελλαδική Σύσκεψη του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Με ένα θερμό χαιρετισμό στα μέλη και στα στελέχη των συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά κυρίως στον ανένταχτο κόσμο της αριστεράς.
Σε όλους και όλες όσους εδώ και ένα χρόνο ξαναβρήκαν ελπίδα στο ενωτικό μας εγχείρημα και πύκνωσαν τις γραμμές των τοπικών και θεματικών επιτροπών του ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να επιθυμούν να ξαναδώσουν το βιογραφικό τους σε καμία οργανωμένη συνιστώσα.
Και να πω ότι εσείς, μαζί με τη νέα γενιά με τους νέους και τις νέες, τους μαθητές και τους φοιτητές της Αριστερής Ενότητας, τη γενιά των 700 ευρώ και της εργασιακής επισφάλειας αποτελείτε τη πυρηνική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ.
Και έχετε δίκιο να ζητάτε περισσότερα. Να ζητάτε περισσότερο βάρος στη βάση του ενωτικού μας εγχειρήματος περισσότερη αμεσότητα στη λήψη των αποφάσεων, μεγαλύτερη στροφή προς τη κοινωνία και τα προβλήματά της.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει διανύσει ήδη μια πορεία 5 χρόνων. Μια πορεία αγώνων και διεκδικήσεων που ξαναγέννησε την ελπίδα για την αλλαγή του μίζερου και φθαρμένου πολιτικού τοπίου, που ξαναγέννησε την ελπίδα για την ανάδειξη της ριζοσπαστικής αριστεράς σε πρωταγωνιστική δύναμη στις πολιτικές εξελίξεις.
Πρόκειται για ένα πρωτόγνωρο εγχείρημα, που φτιάχτηκε με την πρόθεση να ενώσει διαφορετικές συλλογικότητες, αλλά και ανένταχτο κόσμο της Αριστεράς.
Σήμερα μπορούμε να πούμε ότι παρά τις υπαρκτές αδυναμίες, παρά τα ελλείμματα που αντιμετωπίζουμε, το εγχείρημα αυτό είναι εδραιωμένο γερά στην συνείδηση του κόσμου της αριστεράς και στην κοινωνία.
Με μια ισχυρή και δραστήρια κοινοβουλευτική παρουσία. Με κατοχυρωμένες εσωτερικές διαδικασίες. Αλλά κυρίως με συνεχή και πρωτοπόρα παρουσία σε όλα τα κοινωνικά μέτωπα.
Το εγχείρημα της ενότητας της αριστεράς έχει πλέον ωριμάσει. Έχουμε πλέον δημιουργήσει έναν ισχυρό ενωτικό πόλο της Αριστεράς που αναμετράται με τις πολιτικές του δικομματισμού σε όλα τα επίπεδα. Στο κοινωνικό, στο πολιτικό, στο ιδεολογικό.
Και σήμερα ανοίγονται οι δυνατότητες για μεγάλα βήματα προς τα εμπρός. Για μια ριζική ανατροπή του πολιτικού σκηνικού, για την διαμόρφωση νέων συσχετισμών δύναμης στην πολιτική ζωή που θα φέρει στο προσκήνιο τις αγωνίες, τις διεκδικήσεις, τις αναζητήσεις τα δίκαια αιτήματα των εργαζόμενων και της νεολαίας.
Σήμερα, μέσα στη δίνη της κρίσης και στη δυσοσμία που αναδύει ένα πολιτικό σκηνικό σήψης, ένα σύστημα εξουσίας ετοιμόρροπο, που δεν εμπνέει κανένα όραμα, καμία προσδοκία για ένα καλύτερο αύριο, εναποτίθεται σε εμάς το βαρύ φορτίο να ξαναγεννήσουμε την ελπίδα.
Να περιγράψουμε τη λύση, να διεκδικήσουμε την ανατροπή του σκηνικού σε Ελλάδα και Ευρώπη.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Αυτές τις τρεις μέρες της Συνδιάσκεψής μας, είμαστε όλοι και όλες αποφασισμένοι και έτοιμοι, να προχωρήσουμε σε ένα καθοριστικό βήμα στην πορεία του ΣΥΡΙΖΑ.
Μέσα από έναν ανοιχτό δημοκρατικό διάλογο, να συνδιαμορφώσουμε το πρόγραμμα μας.
Ένα πρόγραμμα βαθιών πολιτικών και κοινωνικών αλλαγών.
Ένα πρόγραμμα που καθορίζει τους στόχους της άμεσης πάλης και καταγράφει προτάσεις άμεσα εφαρμόσιμες.
Ένα πρόγραμμα που αποτελεί τη μοναδική εναλλακτική διέξοδο από τη κρίση και παράλληλα αναδεικνύει το οραματικό μας στοιχείο, την στρατηγική μας κατεύθυνση, μια κοινωνία με ισότητα και ελευθερία, τον σοσιαλισμό.
Ξέρουμε βέβαια ότι κάποιοι θα μας πουν ότι το όραμά μας και οι προτάσεις μας δεν είναι ρεαλιστικές.
Παρ όλο που όσο περνάει ο καιρός συζητιούνται σε όλο τον κόσμο ολοένα και περισσότερο. Παρόλο που όλα όσα λέγαμε εδώ και χρόνια για το τραπεζικό σύστημα, για το μοντέλο της οικονομίας και της ανάπτυξης, σήμερα δεν τα λέμε πια μόνο εμείς, αλλά κάθε οικονομολόγος που σέβεται τα πτυχία του και δεν μισθοδοτείται από τις κυβερνήσεις.
Θα μας πουν, όμως, παρόλα αυτά ότι οι προτάσεις μας δεν εφαρμόζονται, δεν είναι ρεαλιστικές.
Ε, Ναι λοιπόν. Αν ρεαλισμός είναι να προσαρμόζεσαι στην στρατηγική των golden boys, τότε δεν είμαστε ρεαλιστές.
Αν ρεαλισμός είναι να θησαυρίζουν στα κέρδη οι μέτοχοι των τραπεζών και να μη βάζουν δεκάρα για να σώσουν τις τράπεζές τους, τότε δεν είμαστε ρεαλιστές.
Αν ρεαλισμός είναι όσοι πλήρωσαν από το υστέρημά τους για την ανάπτυξη, να πληρώσουν και τη κρίση, χάνοντας τη δουλεία τους, τη σύνταξή τους, την αξιοπρέπειά τους, τότε ναι δεν είμαστε ρεαλιστές.
Ο δικός μας ρεαλισμός λέει ότι πρέπει να πληρώσουν τη κρίση αυτοί που με την απληστία τους τη δημιούργησαν.
Ότι πρέπει οι έκτακτες εισφορές για την αντιμετώπιση της κρίσης, να αφορούν τα κέρδη των τραπεζών, τα κέρδη των εφοπλιστών, τα κέρδη των βιομηχάνων που εφαρμόζουν την εκ περιτροπής ανεργία στις επιχειρήσεις τους, να αφορούν την ανυπολόγιστη εκκλησιαστική περιουσία και όχι τους μισθούς των 1000 και 1100 ευρώ.
Και ο ρεαλισμός των δικών μας προτάσεων κρίνεται, σε τελική ανάλυση από τους συσχετισμούς δυνάμεων μέσα στην κοινωνία.
Κρίνεται στους δρόμους στους χώρους δουλειάς, στους χώρους μάθησης. Κρίνεται με μέτρο την δυναμική και την αποτελεσματικότητα των κοινωνικών αγώνων.
Συντρόφισσες και Σύντροφοι
Η παγκόσμια οικονομική κρίση, με την έκταση και το βάθος που τείνει να πάρει, επιβεβαίωσε τις θέσεις και την κριτική της αριστεράς απέναντι στο σύστημα των ελεύθερων αγορών.
Μιλήσαμε για ένα μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, που επιβλήθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο, είτε με το καλό είτε με το άγριο, και το οποίο είχε στο επίκεντρό του τη συσσώρευση πλούτου και την κοινωνική λεηλασία.
Οι ρυθμοί ανάπτυξης και τα κεφάλαια που κινήθηκαν είχαν πρωτοφανές μέγεθος.
Το κόστος αυτής της ανάπτυξης, που δημιούργησε τεράστιες οικονομικές αυτοκρατορίες, ήταν η κοινωνική οπισθοδρόμηση, ήταν η διεύρυνση των ανισοτήτων, η λεηλασία των κοινωνικών αγαθών, η διαρκώς αυξανόμενη φτώχεια, η ενίσχυση μηχανισμών ελέγχου και καταστολής, τα τρομακτικά περιβαλλοντικά αδιέξοδα.
Το σύστημα αυτό κατέρρευσε από την ίδια του την απληστία. Και σήμερα, οι επιπτώσεις στους λαούς, στους εργαζόμενους, στο περιβάλλον διαφαίνονται ακόμα πιο δυσοίωνες.
Οι ισχυροί του πλανήτη μαζεύτηκαν, τη προηγούμενη εβδομάδα στο Λονδίνο και συζήτησαν για το πώς θα σώσουν τις τράπεζες και το κεφάλαιο.
Την ίδια στιγμή η Ευρωπαϊκή Ένωση αγωνίζεται να διατηρήσει σε ισχύ το Σύμφωνο Σταθερότητας, δηλαδή τον περιορισμό των ελλειμμάτων που απαιτεί περιορισμό των δημόσιων επενδύσεων, περιορισμό του μισθών και των συντάξεων, διάλυση του κοινωνικού κράτους.
Και αναρωτιέται κανείς: Πως τόσα χρόνια που είχαμε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης δε μπορέσαμε να καλύψουμε το έλλειμμα και θα το καλύψουμε τώρα που έχουμε ύφεση και κρίση και πρέπει να προστατεύσουμε τη κοινωνία και πρέπει να αντιμετωπίσουμε το κίνδυνο της λεγόμενης παγίδας ρευστότητας;
Ποια λογική μπορεί να συντηρεί αυτές τις εμμονές που κυριαρχούν στην ελίτ της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Ποια λογική μπορεί να συντηρεί την συναίνεση ευρωπαϊκής δεξιάς και της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας σε χρεοκοπημένα νεοφιλελεύθερα δόγματα και χρεοκοπημένα πρόσωπα, όπως ο κος Μπαρόζο;
Η μόνη λογική είναι ο φόβος. Ο φόβος να προχωρήσουν σε αλλαγές που όλο το προηγούμενο διάστημα διεκδικούσε η ευρωπαϊκή αριστερά και τα κοινωνικά κινήματα της Ευρώπης.
Αλλαγές που τώρα φαίνονται ως η μόνη ρεαλιστική διέξοδος από τη κρίση χωρίς να ισοπεδωθεί η κοινωνία, εν τούτοις, αν εφαρμοστούν θα έχουμε έναν σοβαρό θεσμικό μετασχηματισμό στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Θα αμφισβητηθεί ο πυρήνας της συνθήκης του Μάαστριχτ, ο πυρήνας του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος και αυτή δε θα είναι μόνο μια ήττα γοήτρου για τις ευρωπαϊκές ελίτ, αλλά μια σημαντική υποχώρηση εις βάρος των δυνάμεων του κεφαλαίου και προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας.
Να λοιπόν γιατί αγωνίζονται σήμερα οι κυρίαρχες δυνάμεις της Ευρώπης: Για να κρατήσουν όρθιο τον νεοφιλελευθερισμό της. Για να αντιμετωπισθεί η κρίση όχι ως ευκαιρία να αλλάξουμε πολιτική, αλλά ως πρόσχημα για περαιτέρω διεύρυνση της ίδιας πολιτικής.
Με περισσότερες ελαστικές σχέσεις εργασίας, με περισσότερες απολύσεις, με μεγαλύτερη ανασφάλεια και αβεβαιότητα.
Και τις επιπτώσεις της στρατηγικής αυτής, τις βλέπουμε ξεκάθαρα στην πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση στη χώρα μας, υπακούοντας τυφλά στις Βρυξέλλες.
Περιορισμός των δημοσίων δαπανών, ξήλωμα των εργασιακών σχέσεων, ανεργία, συντάξεις πείνας, ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου.
Δηλαδή μια πολιτική που βυθίζει την κοινωνία όσο πιο βαθιά γίνεται μέσα στην κρίση, διασώζοντας μονάχα τις τράπεζες. Με άφθονο δημόσιο χρήμα, προκειμένου να εξασφαλισθεί ρευστότητά τους και αυτό χωρίς οποιοδήποτε αντάλλαγμα για τη κοινωνία.
Και οι τράπεζες εξακολουθούν να κινούνται μέσα στο πλαίσιο της πλήρους αυθαιρεσίας που τους διασφάλισαν οι κυβερνήσεις των δεκαπέντε τελευταίων χρόνων. Και με το οποίο κατάφεραν να αποκομίσουν τεράστια κέρδη σε βάρος της κοινωνίας.
Αυτή είναι η πραγματικότητα σήμερα. Οι κήρυκες της απελευθέρωσης των αγορών και του ελεύθερου ανταγωνισμού, απολαμβάνουν της μέγιστης κρατικής προστασίας. Υπάρχει άφθονο κρατικό χρήμα για να καλύπτει τις ζημιές τους, ώστε αυτοί να συνεχίζουν να διατηρούν τα υπέρογκα κέρδη τους.
Ωραίο σύστημα αυτό. Θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε: ο σοσιαλισμός των πλουσίων. Θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε: Τα δικά μας δικά τους και δικά τους δικά τους.
Θα μπορούσαμε να βρούμε πολλά ονόματα αυτό που έχει όμως σημασία είναι ότι βρισκόμαστε μπροστά στη πιο παράλογη στη πιο ακραία μορφή εκμετάλλευσης και συσσώρευσης αδικίας έχει εμφανιστεί στον πλανήτη.
Και εμείς απαντάμε σε όλους όσους μας είχαν ξεγραμμένους και πίστεψαν ότι τελείωσε η ιστορία και ότι πέθαναν οι ιδεολογίες, ότι αν επιμένετε σε τόσο ακραίες επιλογές, αν επιμένετε να εφαρμόζετε τον σοσιαλισμό των πλουσίων και να θέλετε τα δικά μας δικά σας, τότε θα έρθει πολύ πιο γρήγορα απ όσο φαντάζεστε η στιγμή που το όραμα για το σοσιαλισμό, τον αληθινό σοσιαλισμό, θα ξαναγίνει επίκαιρό.
Και το σύνθημα όλα για όλους, θα ξαναγίνει αίτημα μάχης και διεκδίκησης για τα εκατομμύρια των εξαθλιωμένων σε όλο τον πλανήτη, για τους εργαζόμενους και τη νεολαία, στη χώρα μας, στην Ευρώπη και σε ολόκληρο το κόσμο.
Συντρόφισσες και σύντροφοι
Είναι προφανές ότι η πολιτική της Κομισιόν αλλά και της κυβέρνησης Καραμανλή, δεν είναι μια πολιτική που επιχειρεί να αντιμετωπίσει την κρίση.
Ακριβώς ίδιες ήταν οι προτεραιότητες της κυβέρνησης και την εποχή της ανάπτυξης. Αλλά τότε υπήρχαν κάποια προσχήματα που έπρεπε να κρατιούνται.
Δεν γινόταν, για παράδειγμα, να βγαίνει κάθε εβδομάδα ο υπουργός Οικονομίας και να εξαγγέλλει καινούρια φορολογικά μέτρα.
Ούτε να διαφημίζεται η τετραήμερη εβδομάδα απασχόλησης, με τετραήμερη πληρωμή.
Σήμερα όμως, το σχέδιο μπαίνει σε εφαρμογή με πιο γρήγορους και εντατικούς ρυθμούς. Γιατί βασίζεται, σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό, στον φόβο και την ανασφάλεια του κόσμου.
Ακριβώς για να εντείνει αυτόν τον φόβο και την ανασφάλεια, αλλά και για συσπειρώσει όσο μπορεί την εκλογική της βάση, η κυβέρνηση επιδίδεται σε έναν ασύστολο ακροδεξιό λαϊκισμό, με πρόσχημα δήθεν την αντιμετώπιση της βίας και της εγκληματικότητας.
Και έχει ξεκινήσει την σταυροφορία εναντίον της βίας, επιστρατεύοντας νέα νομοθετήματα, εγκαθιστώντας κάμερες παντού, δημιουργώντας καινούρια αστυνομικά σώματα, στοχοποιώντας το πανεπιστημιακό άσυλο, εξαγγέλλοντας νέες προσλήψεις στην Ελληνική αστυνομία.
Και παρά τις διαμαρτυρίες φορέων, οργανώσεων για τα δικαιώματα, προσωπικοτήτων από τον νομικό και τον ακαδημαϊκό χώρο, που δηλώνουν σε κάθε τόνο ότι τέτοια μέτρα είναι περιττά, αναποτελεσματικά και σε κάποιες περιπτώσεις επικίνδυνα.
Παρά τις συνεχείς εκκλήσεις διακεκριμένων κοινωνιολόγων και ψυχολόγων, που τους προσκαλέσαμε προχθές σε ημερίδα στη βουλή για να βρούμε λύσεις αντιμετωπίζοντας τα αίτια που γεννούν και αναπαράγουν φαινόμενα βίας στη καθημερινότητά μας.
Παρά τις δικές μας φωνές, την κυβέρνηση και τον κ. Καραμανλή δεν την ενδιαφέρει η ουσιαστική συζήτηση.
Την ενδιαφέρει να τραβάει το ενδιαφέρον των βραδινών δελτίων ειδήσεων, που με τη σειρά τους, προκειμένου να μειώσουν τον ΣΥΡΙΖΑ, φτάνουν στο σημείο να αναγορεύουν σε επίτιμο διδάκτορα της νεοελληνικής γλώσσας τον κ. Καρατζαφέρη.
Και σήμερα που είχαμε ένα ακόμα τραγικό γεγονός από τα πολλά που έχουμε πια σε καθημερινή βάση, αναρωτήθηκα: Τι έχουν να μας πούνε όλοι αυτοί οι εισαγγελείς που μας κατηγορούνε και μας λοιδορούνε;
Πως πιστεύουν ότι μπορούμε να σταματήσουμε αυτά τα φαινόμενα;
Με περισσότερους αστυνομικούς σε κάθε γωνιά η με περισσότερους ψυχολόγους σε κάθε σχολείο;
Με περισσότερα αστυνομικά τμήματα ή με περισσότερα ολοήμερα σχολεία με λιγότερους μαθητές ανα τμήμα, που θα είναι πραγματικά ανοιχτά όχι μόνο στη μάθηση αλλά και σε όσα βασανίζουν και απομονώνουν και διαλύουν τη ψυχή των σημερινών εφήβων;
Πως πιστεύουν ότι θα σταματήσουν τη βία; Τη βία που τα κανάλια ανακαλύπτουν μόνο στις διαδηλώσεις και στα πανεπιστημιακά ιδρύματα αλλά δεν τη βλέπουν στα γήπεδα, δεν τη βλέπουν στα σχολειά, δεν τη βλέπουν στο διαδίκτυο, στην τηλεόραση, στην οικογένεια, γιατί εκεί δεν είναι πολιτικά εκμεταλλεύσιμη.
Πως θα την αντιμετωπίσουν; Με περισσότερες κάμερες και αστυνομοκρατία ή με ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας, με καταπολέμηση της φτώχειας, της ανεργίας, του κοινωνικού αποκλεισμού, με μια άλλη μεταναστευτική πολιτική ένταξης στον κοινωνικό ιστό , με ενίσχυση των μονάδων του ΟΚΑΝΑ που σήμερα φυτοζωούν.
Διάβαζα προχθές ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Ιντερπόλ, η Ελλάδα διαθέτει την μεγαλύτερη αναλογία αστυνομικών και πολιτών από όλα τα μέλη της ευρωπαϊκής ένωσης. Διαθέτει ένα αστυνομικό για κάθε 200 κατοίκους( η Γερμανία έχει έναν για 350 κατοίκους, η Γαλλία έναν για 417) Στον κόσμο βρισκόμαστε στην πέμπτη θέση!
Πείτε μου λοιπόν πως γίνεται, με αυτή την αναλογία να έχουμε αστυνομοκρατία στις διαδηλώσεις των εργαζομένων και των φοιτητών, αλλά καθόλου αστυνόμευση όταν πρόκειται για την εγκληματικότητα και το κοινό ποινικό δίκαιο;
Και πείτε μου και κάτι ακόμα; Πως γίνεται όλη η συζήτηση για τη βία και την εγκληματικότητα που είναι ένα εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα να εστιάζεται μόνο στις σπασμένες βιτρίνες και στο άσυλο;
Αν θέλετε κύριοι να κάνουμε μια ουσιαστική συζήτηση για τη βία, πέρα από την αθλιότητα των διάφορων αυτοαποκαλούμενων επαναστατών που βάζουν γκαζάκια και τραβάνε τα φώτα της δημοσιότητας από τους μαζικούς κοινωνικούς αγώνες, να μιλήσουμε και για τη χειροβομβίδα στα γραφεία του Δικτύου από παρακρατικούς, να μιλήσουμε και για τα κυκλώματα της νύχτας που ανατίναξαν πέρυσι τα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ στα Χανιά, να μιλήσουμε και για τους 150 νεκρούς που είχαμε το 2008 σε εργατικά ατυχήματα σε όλη τη χώρα, να μιλήσουμε για τους 240 θανάτους από ναρκωτικά, στη πλειοψηφία τους νέων ανθρώπων, να μιλήσουμε και για τις 320 αυτοκτονίες, περισσότερες από κάθε άλλη χρονιά.
Αλλά για αυτά δε μιλάνε, ούτε στη βουλή ούτε στα κανάλια, γιατί αυτό που τους ενδιαφέρει ο φθηνός ακροδεξιός λαϊκισμός.
Στα πλαίσια αυτού του φτηνού ακροδεξιού λαϊκισμού, ο κ. Καραμανλής ξεσπάθωσε προχθές στην Βουλή εναντίον μιας άποψης που διατυπώσαμε όταν είπαμε ότι οι Τράπεζες ασκούν ωμή βία.
Και είπε ότι τέτοιες απόψεις ενθαρρύνουν τη βία εναντίον τραπεζών, στοχοποιούν νόμιμες επιχειρήσεις, βάζουν σε κίνδυνο εργαζόμενους, πελάτες, περαστικούς.
Είναι απογοητευτικό το επίπεδο της φτηνής μικροπολιτικής που υπάρχει σε αυτή την δήλωση του κ. Καραμανλή.
Με μια ατάκα για τα κανάλια και παριστάνοντας ότι δεν καταλαβαίνει σε τι αναφερόμαστε, ο πρωθυπουργός της χώρας επιχειρεί δύο πράγματα ταυτόχρονα.
Πρώτον να αθωώσει τις τράπεζες για τα πανωτόκια, για τους πλειστηριασμούς και τις κατασχέσεις ακινήτων, για τις καταχρηστικές πρακτικές, για τις εισπρακτικές εταιρείες, που ναι, το ξαναλέμε, είναι ωμή βία.
Και δεύτερον να υποδείξει τον ΣΥΡΙΖΑ ως ηθικό αυτουργό της βίας εναντίον επιχειρήσεων, εργαζομένων και περαστικών. Να φέρει δηλαδή την μπάλα στο γήπεδο της καλλιέργειας των πιο φτηνών εντυπώσεων, να λαϊκίσει για να χαϊδέψει τα αυτιά της ακροδεξιάς.
Μόνο που ο κ. Καραμανλής, ως γνωστόν, δεν τα καταφέρνει και πολύ καλά με την μπάλα. Και είναι και κουρασμένος.
Γελιέται λοιπόν αν νομίζει ότι υποτιμώντας τον εαυτό του και τη νοημοσύνη του κόσμου από το βήμα της Βουλής, μπορεί να στρέψει την προσοχή του κόσμου μακριά από την Βία που γεννά η πολιτική του, η πολιτική της κυβέρνησής του.
Μακριά από την βία των απολύσεων, τη βία της ανεργίας, την βία της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, την βία της αστυνομικής αυθαιρεσίας.
Κάνετε μεγάλο λάθος κ. Καραμανλή, αν νομίζετε ότι ο κόσμος θα σταματήσει να κρίνει την πολιτική σας, αν τον βομβαρδίσετε με γελοία νομοθετήματα για τις κουκούλες.
Γιατί τα μεγαλύτερα εγκλήματα σε αυτό τον τόπο έγιναν και γίνονται χωρίς κουκούλες.
Το Βατοπέδι έγινε χωρίς κουκούλες.
Η αρπαγή των αποθεματικών από τα ασφαλιστικά ταμεία έγινε χωρίς κουκούλες.
Τα καρτέλ στήθηκαν και λειτουργούν χωρίς κουκούλες.
Η ληστεία των ασφαλιστικών ταμείων, με τα ομόλογα, έγινε χωρίς κουκούλες.
Η λεηλασία του δημόσιου πλούτου από τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, το ξεπούλημα του ΟΤΕ, της Ολυμπιακής, των λιμανιών, έγινε χωρίς κουκούλες
Οι μίζες της Siemens διακινήθηκαν χωρίς κουκούλες.
Και όσο επιτίθεστε στην Αριστερά, τόσο η Αριστερά θα είναι εδώ, έτοιμη να βγάλει την κουκούλα από την πολιτική σας και να την αποκαλύψει στους εργαζόμενους και στον κόσμο.
Τουλάχιστον η δική μας Αριστερά. Η Αριστερά που ούτε τώρα, ούτε τον περασμένο Δεκέμβρη έσπευσε να μιλήσει τη γλώσσα του κου Μαρκογιανάκη και του κου Πολύδωρα. Επέλεξε να υπερασπιστεί αξίες αψηφώντας το πολιτικό κόστος. Γιατί τώρα έρχεται μια βαθιά συντηρητική επίθεση που απειλεί δημοκρατικά δικαιώματα και δημιουργεί ένα κλίμα τρόμου και καταστολής. Και κάποιος πρέπει να αντισταθεί σε αυτήν την επίθεση. ΘΑ είμαστε εμείς. Για να μη μετατραπεί η κοινωνία μας με αυτό που περιγράφει στο προφητικό του έργο1984, ο Όργουελ.
Και το λέμε αυτό γιατί την ίδια στιγμή, η ηγεσία του ΚΚΕ και η κα Παπαρήγα, έσπευσε τον Δεκέμβρη με καιροσκοπικό και απαράδεκτο τρόπο να συνδράμει την κυβέρνηση στην επίθεση εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ. Και η ίδια η κα Παπαρήγα έξω από το Μέγαρο Μαξίμου νομιμοποίησε από τα αριστερά την ακροδεξιά ρητορεία, παίρνοντας εύσημα ακόμα και από το ΛΑΟΣ.
Και τώρα βέβαια που έρχεται η κυβέρνηση και φέρνει νόμους για κάμερες για καταστολή, για κουκουλοφόρους, για το άσυλο, καταλαβαίνει το αδιέξοδο και δηλώνει τις προάλλες: ε, είπαμε για τους κουκουλοφόρους αλλά όχι κι έτσι.
Αλλά τώρα είναι αργά κα Παπαρήγα. Τώρα καταλαβαίνετε το αδιέξοδο του να χαϊδεύεις τα συντηρητικά αυτιά. Αλλά μπροστά στο πάθος σας να χτυπήσετε το ΣΥΡΙΖΑ, μπροστά στην αγωνία σας να κατοχυρώσετε την αποκλειστικότητα στην αριστερά, δεν υπολογίσατε τίποτα. Αφήσατε να σας χρησιμοποιήσουν αυτοί που έχουν στόχο τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις κοινωνικές κατακτήσεις. Και οι οποία τον Δεκέμβρη κρυβόντουσαν πίσω σας και σας έδιναν συγχαρητήρια για την στάση σας. Αυτό είναι το αδιέξοδο στο οποίο οδηγείται ο Περισσός από τον απομονωτισμό που έχει επιλέξει απέναντι σε κάθε αριστερή δύναμη και σε κάθε κομμάτι του κινήματος που δεν ελέγχει απόλυτα.
Συντρόφισσες και Σύντροφοι
Είναι τουλάχιστον αξιοσημείωτη, από την άλλη πλευρά και η αμηχανία με την οποία παρακολουθεί το ΠΑΣΟΚ τις εξελίξεις.
Από τη μια υψώνει τους αντιπολιτευτικούς τόνους, προκειμένου να καρπωθεί όσο μεγαλύτερο κομμάτι μπορεί από την λαϊκή δυσαρέσκεια. Και από την άλλη, επί της ουσίας συγκατατίθεται στους βασικούς άξονες της κυβερνητικής πολιτικής.
Ποια είναι η πολιτική του ΠΑΣΟΚ απέναντι στην σημερινή κρίση; Τι έχει να μας προτείνει;
Το μόνο που έχουμε ακούσει τον τελευταίο καιρό είναι η νεκρανάσταση εκείνης της ιστορικής θατσερικής πρότασης που είχε κάνει ο Γιώργος Παπανδρέου στο Λαύριο.
Δηλαδή η προσφορά στους εργοδότες ανασφάλιστης φτηνής εργασίας για τους νέους κάτω των 25 χρόνων.
Με αυτό τον τρόπο, χωρίς να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, κάνουμε φτηνότερες τις υπάρχουσες, μετατρέποντας το εργοδοτικό ασφαλιστικό κόστος σε κόστος για το δημόσιο.
Και παράλληλα τινάζουμε την αγορά εργασίας στον αέρα. Και όταν οι νέες και οι νέοι μεγαλώσουν, τους απολύουμε και προσλαμβάνουμε καινούριους. Αυτό είναι η στρατηγική του ΠΑΣΟΚ για την κρίση;
Ή μήπως είναι στρατηγική εξόδου από την κρίση η επέκταση των stage στον ιδιωτικό τομέα; Δηλαδή άλλη μια μορφή ανασφαλούς πρόσκαιρης και υποαμειβόμενης εργασίας. Εργασίας που επιδοτείται από τους φορολογούμενους και αποφέρει σημαντικά κέρδη στους εργοδότες.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Αν και η πολιτική των κυβερνήσεων Σημίτη ήταν αυτή που έστειλε το ΠΑΣΟΚ στην αντιπολίτευση, το ΠΑΣΟΚ δεν δείχνει να έχει ξεχάσει τις παλιές του αγάπες.
Και τα stage είναι μια από αυτές τις αγάπες που εισήγαγε η διακυβέρνηση Σημίτη. Όπως και η διάλυση των εργασιακών σχέσεων, με τα μπλοκάκια, την μερική απασχόληση, την ενοικιαζόμενη εργασία, τις εργολαβίες στο δημόσιο τομέα
Θα ήθελα να θυμίσω ότι έχουν περάσει αρκετά 24ωρα από την πρόταση του Αλέκου Αλαβάνου και για άλλη μια φορά απάντηση επί της ουσίας δεν έχουμε πάρει. Προς τι η αμηχανία κ. Παπανδρέου και της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ.
Η αμηχανία προφανώς έγκειται πως από τη μια πρόκειται για προτάσεις απολύτως ρεαλιστικές που βρίσκουν μεγάλη απήχηση και στη κοινωνία αλλά και στη βάση του ΠΑΣΟΚ, από την άλλη όμως αν τις υιοθετήσει θα πρέπει να έρθει σε ρήξεις. Σε ρήξη πρώτα από όλα με το ΠΑΣΟΚ της διακυβέρνησης Σημίτη. Το κυριότερο όμως με όλα τα ισχυρά οικονομικά κέντρα, που καίγεται να πείσει ότι αξίζει της εμπιστοσύνης τους.
Γι αυτό και σπεύδει να δηλώσει πίστη στον κ. Μπαρόζο, τον κ. Αλμούνια και στο σύμφωνο σταθερότητας. Γι αυτό σιγοντάρει τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες για την απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων και τις διμερείς συμφωνίες για περιορισμένη εργασία. Γι αυτό και στηρίζει την κυβέρνηση στο ζήτημα της κατάργησης του πανεπιστημιακού ασύλου. Γι αυτό προσπερνάει την ιδιωτικοποίηση της Ολυμπιακής.
Αλλά ειδικά τώρα με την κρίση, η αλήθεια αρχίζει και γίνεται σκληρή. Δεν μπορείς να έχεις ταυτόχρονα μια στρατηγική που να εξυπηρετεί τα μεγάλα συμφέροντα και ταυτόχρονα να υπερασπίζεται την κοινωνία.
Ή το ένα θα έχεις ή το άλλο. Και το ΠΑΣΟΚ δεν έχει στρατηγική για την υπεράσπιση της κοινωνίας,. Απλώς φροντίζει να καλύπτει την απουσία τέτοιας στρατηγικής με τους διαρκείς φραστικούς τραμπουκισμούς του κ. Πάγκαλου απέναντι στην Αριστερά.
Συντρόφισσες και Σύντροφοι
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση και μέσα στις συνθήκες που διαμορφώνονται η Ριζοσπαστική Αριστερά έχει την υποχρέωση να δράσει. Αυτή τη στιγμή οφείλουμε να βοηθήσουμε την κοινωνία, τους εργαζόμενους, τους νέους και τις νέες, τους ανθρώπους από τα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα, να κατανοήσουν ότι υπάρχουν δύο γραμμές και δύο σχέδια για την έξοδο από τη κρίση.
Το ένα είναι το σχέδιο στο οποίο συναινούν και η δεξιά και η σοσιαλδημοκρατία, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Ελλάδα.
Είναι το σχέδιο που αντιμετωπίζει τη κρίση ως ευκαιρία όχι για αλλαγή αλλά για εμβάθυνση της αποτυχημένης και καταστροφικής νεοφιλελεύθερης πολιτικής.
Το άλλο είναι το σχέδιο της αριστεράς. Η υπεράσπιση των κοινωνικών δικαιωμάτων, της εργασίας, των δημοσίων αγαθών του περιβάλλοντος. Και η επιτυχία του σχεδίου αυτού εξαρτάται από την ενεργοποίηση της κοινωνίας.
Πολλά πράγματα έχουν αλλάξει στην κοινωνία τον τελευταίο καιρό, προς αυτή την κατεύθυνση.
Πρώτα από όλα υπήρξε ο Δεκέμβρης.
Όχι ο Δεκέμβρης της κουκούλας και της σπασμένης βιτρίνας, όπως θα ήθελαν να τον καταχωρήσουν για πάντα στην ιστορία. Αλλά ο Δεκέμβρης των μαζικών διαδηλώσεων.
Ο Δεκέμβρης των εκατοντάδων χιλιάδων εξεγερμένων παιδιών. Ο Δεκέμβρης της μεγάλης συμβολικής διαμαρτυρίας ενάντια στην καταστολή, την αστυνομική αυθαιρεσία, την πολιτική που καταδικάζει το μέλλον της νέας γενιάς.
Αυτόν τον Δεκέμβρη πρέπει να τον υπερασπιστούμε.
Και να διδαχτούμε από την εμπειρία του, ότι όσο και αν η εξουσία θεωρεί ότι έχει επιβάλλει ένα καθεστώς απάθειας, ηττοπάθειας και παραίτησης, το σπέρμα της αμφισβήτησης, της αξιοπρέπειας, της αλληλεγγύης υπάρχει πάντοτε ζωντανό μέσα στην κοινωνία.
Και η ευθύνη μας είναι αυτό να το μετατρέψουμε σε ώριμους μαζικούς κοινωνικούς αγώνες, αγώνες που θα προχωρήσουν μπροστά το κίνημα, αγώνες που θα κερδίσουν νίκες.
Δεύτερον, μέσα στην κοινωνία, αναδείχτηκε για πρώτη φορά σε όλη του τη διάσταση το ζήτημα της επισφαλούς απασχόλησης: των ανασφάλιστων, των ενοικιαζόμενων, των μερικώς απασχολούμενων, των εξαρτημένων από τους εργολάβους.
Αυτό το οφείλουμε σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό στην Κωνσταντίνα Κούνεβα.
Η Κωνσταντίνα Κούνεβα, με τον αγώνα της και με τον κίνδυνο στον οποίον έβαλε τον εαυτό της, ξύπνησε συνειδήσεις.
Έδειξε στον κόσμο και ιδιαίτερα στους νέους ανθρώπους, που βρίσκονται όμηροι της επισφάλειας, τον δρόμο του αγώνα και της διεκδίκησης. Δημιούργησε ένα κύμα αλληλεγγύης. Και αυτό για τον νεοφιλελευθερισμό είναι πολύ σοβαρό πλήγμα.
Ας ξέρουμε λοιπόν, ότι το πεδίο στο οποίο θα δοκιμαστούμε είναι ακριβώς αυτός ο χώρος. Ο χώρος της επισφαλούς απασχόλησης.
Γιατί εκεί βρίσκεται ο πυρήνας των εργασιακών σχέσεων του νέου καπιταλισμού. Εκεί βρίσκεται η πιο σύγχρονη και ταυτόχρονα η πιο άγρια μορφή ταξικής εκμετάλλευσης.
Και επομένως εκεί δοκιμάζεται, από εκεί αναδύεται και εκεί δυναμώνει η Αριστερά που όλοι μας θέλουμε να έχουμε. Μια Αριστερά αντίστοιχη με τις απαιτήσεις των καιρών.
Το τρίτο, τέλος, είναι τα πολύμορφα μικρά κινήματα. Κινήματα για το περιβάλλον, όπως αυτά που ματαίωσαν τα σχέδια για τον Λιθάνθρακα σε ολόκληρη την Ελλάδα, ή τα κινήματα για την υπεράσπιση των ελεύθερων χώρων.
Κινήματα αλληλεγγύης στου μετανάστες, με μεγάλης σημασίας νίκες, όπως αυτή στα Χανιά.
Κινήματα αλληλεγγύης στους φυλακισμένους και τις φυλακισμένες, που επίσης πέτυχαν μια πρωτοφανή για τα δεδομένα της Ευρώπης κινητοποίηση.
Όλα αυτά δείχνουν το δυναμικό που αναπτύσσεται σήμερα στην κοινωνία και ιδιαίτερα στην νεώτερη γενιά.
Ένα δυναμικό που θα παίξει τον ρόλο του στην διαμόρφωση των μεγάλων κοινωνικών μετώπων.
Ας είμαστε λοιπόν αισιόδοξοι. Περισσότερο αισιόδοξοι από κάθε άλλη φορά. Αλλά ας έχουμε ταυτόχρονα και επίγνωση των δικών μας αδυναμιών και καθυστερήσεων που οφείλουμε να ξεπεράσουμε.
Συντρόφισσες και Σύντροφοι
Μπροστά μας είναι η μάχη των Ευρωεκλογών. Μια μάχη που έχει μεγάλη σημασία τόσο στο ευρωπαϊκό όσο και στο εσωτερικό πολιτικό επίπεδο.
Μέσα σε συνθήκες διεθνούς οικονομικής κρίσης, η σημασία των ευρωεκλογών είναι πάρα πολύ μεγάλη.
Και αυτό διότι οι πολιτικές επιλογές που διαμορφώνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο παίζουν το ρόλο του «πλαισίου» μέσα στο οποίο οι εθνικές πολιτικές πρέπει να κινηθούν.
Είναι πλέον φανερό, ότι ο τρόπος οικοδόμησης της Ευρώπης και η μονοδιάστατη νεοφιλελεύθερη οικονομική αρχιτεκτονική, δεν είναι σε θέση να αναχαιτίσουν την οικονομική κρίση.
Δεν είναι σε θέση να αποτρέψουν την έκρηξη της ανεργίας, της φτώχειας και των κοινωνικών ανισοτήτων.
Απέναντι στην νεοφιλελεύθερη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προϊόν ενός ιστορικού συμβιβασμού ανάμεσα στην δεξιά και τη σοσιαλδημοκρατία, στέκεται σήμερα η ευρωπαϊκή Αριστερά.
Και μια ισχυρή Αριστερά στην Ευρώπη μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στην έκβαση των κοινωνικών αγώνων.
Των αγώνων ενάντια στο Σύμφωνο Σταθερότητας, ενάντια στην ελαστική απασχόληση και το 65ωρο, ενάντια στην Ευρώπη φρούριο και την Ευρώπη της καταστολής.
Των αγώνων για μια διαφορετική Ευρώπη της ειρήνης, της ισότητας, της αλληλεγγύης, της πλήρους απασχόλησης, της κοινωνικής προστασίας, της υπεράσπισης του περιβάλλοντος.
Παράλληλα, οι ευρωεκλογές θα δώσουν την ευκαιρία να αποδοκιμαστεί η σημερινή πολιτική, που βυθίζει τον τόπο στην κρίση για να διασώσει τα μεγάλα συμφέροντα.
Γι αυτό, η εκλογική μάχη που έχουμε μπροστά μας είναι μια μάχη για να αλλάξουμε το πολιτικό τοπίο.
Να δείξουμε τον άλλο δρόμο, να δείξουμε την ελπίδα, την άλλη προοπτική. Την ισχυρή Αριστερά σε μια ισχυρή μαχόμενη κοινωνία.
Να πείσουμε τον κόσμο ότι μπορεί να διεκδικήσει ένα διαφορετικό μέλλον. Ότι μπορεί να σταθεί όρθιος, αποδεικνύοντας ότι δεν είναι στο τσεπάκι κανενός.
Κι αυτή η συνειδητή επιλογή περνά μέσα από τους αγώνες στους δρόμους αλλά και από τη συμμετοχή στη κάλπη.
Να πείσουμε λοιπόν, όλους και όλες όσους συναντήσαμε στους δρόμους, ότι οι εκλογές που έρχονται είναι μια ευκαιρία να μετατρέψουν την οργή τους συνειδητή πολιτική πράξη.
Είναι μια ευκαιρία να μετατραπούν σε εκλογές ελπίδας για την ανατροπή του πολιτικού σκηνικού, με την ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ.
Στην μάχη αυτή θα πάμε με όλες μας τις δυνάμεις, με αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση. Γιατί βαδίζουμε τον σωστό δρόμο, τον δρόμο της ενότητας και των κοινωνικών αγώνων.
Και από αυτή την Συνδιάσκεψη, εξοπλισμένοι με το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να ανοιχτούμε δυναμικά στην κοινωνία με την σιγουριά ότι θα τα καταφέρουμε. Ότι ανοίγουμε τον δρόμο της μεγάλης Αριστεράς.
Γεια σας.