Skip to main content.
04/04/2009

«ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ»: ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΚΑΙ ΟΧΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ || άρθρο του Γιάννη Δραγασάκη στην εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ»

Οι επιχειρήσεις δε λειτουργούν στο κενό αλλά μέσα στις κοινωνίες. Αυτό σημαίνει ότι είναι υποχρεωμένες να ενσωματώσουν, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, ή να δείχνουν ότι ενσωματώνουν αξίες και προτεραιότητες που θέτει η κοινωνία σε κάθε εποχή.

Στο πλαίσιο αυτό πράξεις όπως η καταστροφή του περιβάλλοντος και η κατασπατάληση των φυσικών πόρων στο όνομα της ανάπτυξης, καθώς και η προσπάθεια μεγιστοποίησης του κέρδους πάση θυσία, μέσω της καταστρατήγησης εργασιακών δικαιωμάτων, της χρησιμοποίησης μαύρης εργασίας, της εισφοροδιαφυγής – φοροδιαφυγής κλπ γίνονται όλο και λιγότερο αποδεκτές από το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο στη σημερινή εποχή.

Έτσι, η «Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη» θεωρήθηκε από ορισμένους ως το φάρμακο που θα οδηγούσε στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και στην κοινωνική νομιμοποίηση της δράσης και της κερδοφόρας λειτουργίας τους. Διότι, εκτός των άλλων, η καλή φήμη δημιουργεί τις προϋποθέσεις για προσέλκυση περισσότερων πελατών – καταναλωτών, άρα θέτει τις βάσεις για μεγαλύτερο τζίρο και υψηλότερα κέρδη.

Η προσπάθεια όμως αυτή προσκρούει σε ορισμένα εγγενή εμπόδια.

Το πρώτο είναι ότι οι επιχειρήσεις είναι μέρος ενός συστήματος. Εκείνο λοιπόν που ενδιαφέρει τους πολίτες δεν είναι μόνο η συμπεριφορά της κάθε επιχείρησης ξεχωριστά αλλά συνολικά οι επιπτώσεις από τη λειτουργία του συστήματος σε σχέση με την ανεργία, την ακρίβεια, το περιβάλλον, την κατανομή των εισοδημάτων κλπ.  Πώς να πείσει μια Τράπεζα π.χ. για την «κοινωνική της ευθύνη» όταν η κοινωνία θεωρεί το τραπεζικό σύστημα συνολικά στυγνό εκμεταλλευτή των αναγκών της;

Το δεύτερο είναι ότι η καταπάτηση των εργασιακών δικαιωμάτων, η παράβλεψη των κανόνων προστασίας του περιβάλλοντος, η αθέτηση των φορολογικών και άλλων υποχρεώσεων, η ανομία γενικότερα, συνιστούν πηγή κέρδους και «ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» στο πλαίσιο του μεταξύ των επιχειρήσεων ανταγωνισμού. Όπου ιδιαίτερα τέτοιες πρακτικές είναι διαδεδομένες, το θετικό παράδειγμα όχι μόνο δε φέρνει αποτέλεσμα, αλλά και μπορεί να αντιμετωπίζεται με καχυποψία.

Το θέμα επομένως της κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων δε μπορεί να αφεθεί και ούτε θα έχει καμία τύχη αν αφεθεί στην καλή θέληση και την οικειοθελή διάθεση των επιχειρηματιών.

Αν η προστασία του περιβάλλοντος, αν ο σεβασμός της αξιοπρέπειας των εργαζομένων και των καταναλωτών αναγνωρίζονται ως μέρος αυτής της ευθύνης, τότε για να έχει αυτή η αναγνώριση κάποιο πρακτικό αντίκτυπο, μόνο ένας τρόπος, κατά τη γνώμη μου, υπάρχει: να αναγνωριστεί αυτός ο σεβασμός ως καταστατική υποχρέωση των επιχειρήσεων, να θεσμοθετηθούν οι συναφείς υποχρεώσεις και να εξασφαλιστούν αποτελεσματικοί μηχανισμοί εποπτείας και ελέγχου της τήρησής τους. Με άλλα λόγια, η «κοινωνική ευθύνη» πρέπει να καταστεί καθολική υποχρέωση των επιχειρήσεων και όχι ένα δικαίωμα, η άσκηση του οποίου επαφίεται στη διακριτική τους ευχέρεια.

Τα παραπάνω αναδεικνύουν μια  ευρύτερη ανάγκη: Εκείνη  του επαναπροσδιορισμού των σχέσεων επιχειρήσεων και κοινωνίας συνολικά και επανεξέταση των πλαισίων και των όρων λειτουργίας της επιχειρηματικότητας σε σχέση με τους εργαζόμενους, το περιβάλλον, τους καταναλωτές. Και η επελαύνουσα κρίση, που δεν είναι μόνο οικονομική αλλά και κοινωνική, είναι βέβαιο, θα κάνει την ανάγκη αυτή πιο επιτακτική και πιο άμεση.