Από τρεις αφετηρίες οφείλει να ξεκινά όποιος θέλει να προσεγγίσει, από πολιτική και αριστερή σκοπιά, τη συγκυρία.
Η πρώτη, είναι οι Ευρωεκλογές. Η μάχη των Ευρωεκλογών, η οποία θα είναι μια σκληρή δοκιμασία για το Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Η δεύτερη, είναι η προγραμματική θωράκιση, το πρόγραμμα, που συνιστά το βασικό εφόδιο στην προεκλογική αντιπαράθεση. Tο Πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, που διαμορφώθηκε συλλογικά, είναι ένα συνεκτικό σύνολο ουσιαστικών αλλαγών και ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων. Είναι η προγραμματική πρόταση της πολιτικής συμμαχίας του ΣΥΡΙΖΑ. Μιας συμμαχίας συλλογικοτήτων αυτόνομων, από οργανωτική, πολιτική και ιδεολογική άποψη, που μέσα από τη διαφορετικότητά της αναζητούν, κάθε φορά, τη συνισταμένη, τη σύνθεση, τον προωθητικό συμβιβασμό. Και αυτό εκφράζει και το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Η τρίτη αφετηρία, αναμφισβήτητα η πιο σημαντική, είναι η κρίση. Η παγκόσμια κρίση της νεοφιλελεύθερης μορφής του καπιταλισμού. Μια κρίση που σηματοδοτεί μια νέα ιστορική φάση, μια κρίση που τα αλλάζει όλα, που αλλάζει και εμάς.
Το κεντρικό ερώτημα της παρούσας και της επόμενης φάσης είναι πώς απαντά η Αριστερά στην κρίση!
Θεωρώ ότι η απάντηση της Αριστεράς για την αντιμετώπιση της κρίσης συγκροτείται από τρία αλληλένδετα και επάλληλα επίπεδα:
Το πρώτο, είναι η απόκρουση των συνεπειών της κρίσης. Είναι τα μέτρα που προτείνει η Αριστερά ενάντια στις απολύσεις, για την προστασία των ανέργων, για την αύξηση μισθών και συντάξεων, για την προστασία του κοινωνικού κράτους, για την επισφαλή εργασία, κ.λ.π. κ.λ.π. Πρόκειται για μέτρα – προτάσεις που διαμορφώνουν μια «ασπίδα κοινωνικής αλληλεγγύης» και καταγράφονται αναλυτικά στους 19 προγραμματικούς στόχους του Προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ.
Το δεύτερο επίπεδο, αφορά στην ιδεολογική αντιπαράθεση με τους απολογητές του νεοφιλελευθερισμού. Από την πλευρά μας προβάλλουμε το κοινωνικό και το συλλογικό ενάντια στο ατομικιστικό και το εγωιστικό, προβάλλουμε το δημόσιο χώρο ενάντια στον αγοραίο οικονομισμό, όπου όλα ιδιωτικοποιούνται, ξεπουλιούνται και εξαγοράζονται.
Σήμερα, προβάλλουμε την ανάγκη και τη δυνατότητα για πολιτικές στην κατεύθυνση μιας δημοκρατικής – σοσιαλιστικής αλλαγής. Σήμερα μπορείς να προπαγανδίζεις πολιτικές που εκπέμπουν άρωμα ενός σοσιαλισμού του 21ου αιώνα, ενός σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία, για όλους και πάντα. Και το νέο και εντυπωσιακό είναι ότι σήμερα πια, που τα νεοφιλελεύθερα δόγματα απέτυχαν, κατά γενική ομολογία, σε ακούνε, προσέχουν τι λες, προβληματίζονται.
Το τρίτο επίπεδο περιλαμβάνει όλα όσα αφορούν σε μια «θετική διέξοδο από την κρίση». Δηλαδή, παράλληλα με τις επιπτώσεις της κρίσης και την προοπτική, οφείλουμε να υποδεικνύουμε και μια στρατηγική διεξόδου από την κρίση και μάλιστα θετικής διεξόδου.
Η δικιά μας Αριστερά δεν αδιαφορεί για το πώς πάει η οικονομία και η χώρα συνολικά. Ο ρόλος μας δεν εξαντλείται απλά να παρακολουθούμε την απαξίωση και την καταστροφή του παραγωγικού δυναμικού της χώρας σε συνθήκες γενικευμένης ύφεσης. Δεν θέλουμε να φτάσουμε στον «πάτο» και τότε να ξαναρχίσει η ανάκαμψη του παραγωγικού κύκλου με τους όρους του κεφαλαίου. Εμείς δεν είμαστε οπαδοί του «όσο χειρότερα, τόσο καλύτερα»! Ούτε θεωρούμε ότι η κρίση είναι μόνο μια αφορμή για την ανατροπή του καπιταλισμού (στα λόγια, φυσικά!).
Γι΄αυτό αναζητούμε και προτείνουμε πολιτικές που οδηγούν στην ανάσχεση της κρίσης και την ανάκαμψη, μέσα από την αύξηση της ζήτησης με όρους πραγματικής οικονομίας.
Ορισμένοι διερωτώνται αν μπορεί να είναι «θετική» για τους πολλούς μια διέξοδος από την κρίση. Και τι σημαίνει «θετική διέξοδος».
Κατά τη γνώμη μου «θετική» μπορεί να χαρακτηρισθεί μια έξοδος από την κρίση, εφόσον, από τη μια πλευρά, μέσα από τη συνολική διαπάλη, έχουν κερδηθεί συνειδήσεις με τις ιδέες της Αριστεράς, έχουν κάνει βήματα μέσα στον κόσμο οι ιδέες και οι πρακτικές του κοινωνικού και του δημόσιου, της αλληλεγγύης και της αγωνιστικής αντιμετώπισης των προβλημάτων και ταυτόχρονα, από την άλλη πλευρά, έχει γίνει κατορθωτό να προωθηθούν διαδικασίες και θεσμοί, μέτρα και πολιτικές αντινεοφιλελεύθερης λογικής, που – και αυτό είναι το πιο σημαντικό – δεν θα είναι αντιστρέψιμα, ή, τουλάχιστον, εύκολα αντιστρέψιμα.
Αναφέρομαι, εδώ, σε γενικευμένα και στοχευμένα επενδυτικά προγράμματα από πλευράς δημοσίου, σε διαμόρφωση πόλου χρηματοπιστωτικού που θα λειτουργεί με νέα κριτήρια και θα βρίσκεται υπό δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο, σε πέρασμα υπό δημοκρατικό και κοινωνικό έλεγχο, δηλαδή εθνικοποιήσεις, φορέων που σχετίζονται με κοινωνικά αγαθά, όπως ενέργεια, νερό, επικοινωνίες κ.λ.π.
Αυτή η λογική, που σε ένα βαθμό εκφράζεται και στο Πρόγραμμα του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς, συνιστά, κατά τη γνώμη μου, τη διαλεκτική ενός δρόμου για ουσιαστικές αλλαγές, για τη δημοκρατία και το σοσιαλισμό. Αυτός είναι ο δημοκρατικός δρόμος για την πολιτικοκοινωνική αλλαγή, που θεωρεί τη δημοκρατία όχι μόνο μέσο αλλά και σκοπό.
Έτσι μπορείς να κερδίσεις κόσμο, να αντιπροσωπεύσεις, πολιτικά, σημαντικά τμήματα πολιτών, μπορείς να συμβάλλεις στην ανάπτυξη αγώνων, μπορείς να κερδίσεις και εκλογικά.
Έτσι διαμορφώνεται, μέσα στην κοινωνία, ένα ρεύμα πλειοψηφικό, αντινεοφιλελεύθερο και αντιδικομματικό, έτσι συγκροτείται μια νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία με κεντρικό το ρόλο της Αριστεράς.
Αλλιώς δεν γίνεται, δεν θέλουμε να γίνει. Δρόμοι που δεν αναφέρονται ρητά στη δημοκρατική πλειοψηφική έγκριση, σε ένα πλαίσιο πολυκομματικό, δημοκρατίας και ελευθερίας για όλους, δεν πρέπει να μας συγκινεί, δεν πρέπει να είναι η επιλογή μας.
Η προώθηση του στρατηγικής σημασίας στόχου της νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας, σχετίζεται άμεσα με τις σχέσεις της Αριστεράς με τον λεγόμενο «σοσιαλιστικό χώρο», δηλαδή με τον κόσμο που μέχρι σήμερα καλύπτει η σοσιαλδημοκρατία. Πρόκειται για τους πολίτες που, όπως είπε στην εισήγησή του ο Αλ. Τσίπρας, «βλέπουν την ηγεσία τους να πατάει σε δύο βάρκες».
Είναι περιττό, ίσως, να επαναλάβουμε ότι η σοσιαλδημοκρατία, ιδιαίτερα τις τελευταίες 2-3 δεκαετίες, έχει «μπατάρει» δεξιά, ότι προώθησε νεοφιλελεύθερες πολιτικές, ιδιαίτερα όταν ανέλαβε κυβερνητικούς ρόλους, ότι έχει υποστεί σημαντική μετάλλαξη.
Όμως, σήμερα, υπάρχει μια αλλαγή. Σήμερα βρίσκεται σε εξέλιξη μια μεγάλη κρίση αυτών ακριβώς των νεοφιλελεύθερων δογμάτων.
Τι θα πούμε, εμείς; Ότι καλώς όλος αυτός ο κόσμος βρίσκεται εκεί, δηλαδή στο σοσιαλδημοκρατικό χώρο; Ότι εκεί μέσα, παρά την κρίση, δεν συμβαίνει τίποτε; Πώς θα εξηγήσουμε τότε την περίπτωση Λαφονταίν στη Γερμανία; Την περίπτωση Μελανσόν στη Γαλλία. Ανάλογες διεργασίες στην Ιταλία;
Οι αντιφάσεις διαπερνούν, δεν γίνεται αλλιώς και αυτόν τον χώρο. Ας αφήσουμε, λοιπόν τους αφορισμούς. Αυτός ο χώρος μας ενδιαφέρει. Από αυτήν την άποψη συμφωνώ με την πρόταση των 5 σημείων που απηύθυνε ο Αλ. Αλαβάνος προς το ΠΑΣΟΚ, την ηγεσία, αλλά και τη βάση του, για κοινές δράσεις ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Συμφωνώ, γιατί οι προτάσεις αυτές προσκαλούν και προκαλούν από θέσεις ηγεμονίας, αυτοπεποίθησης, αυτονομίας και προγραμματικής επάρκειας. Και επομένως, ορθώς γίνονται.
Και μια τελευταία αναφορά, για το «σοσιαλισμό».
Στις προγραμματικές μας επεξεργασίες είναι παρόν το όραμα, αυτή η νοσταλγία του μέλλοντος. Συγκεκριμενοποιείται, μάλιστα, αυτή η οραματική θεώρηση. Μιλάμε για τη σοσιαλιστική προοπτική. Για το σοσιαλισμό.
Συχνά, πολύ σωστά κατά τη γνώμη μου, γίνεται αναφορά στο «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα». Και αυτό σε αντιδιαστολή με πολλές από τις εμπειρίες του 20ου αιώνα.
Δεν αναφερόμαστε, φυσικά, σε άρνηση των μεγάλων κατακτήσεων και της μεγάλης συνεισφοράς των σοσιαλιστικών εγχειρημάτων του προηγούμενου αιώνα. Δεν σβήνεται αυτή η έφοδος στον ουρανό, στο όνομα των πιο ευγενών στόχων για την ανθρώπινη εξέλιξη.
Σήμερα, όμως, στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα, πρέπει και μπορούμε να μιλάμε για υπέρβαση της παράδοσης και της Δεύτερης και της Τρίτης Διεθνούς και των επιγόνων τους.
Και αυτό σημαίνει αντίθεση στον κρατισμό, σημαίνει δημοκρατία και ελευθερία για όλους και όχι εργαλειακή χρήση τους, σημαίνει, παράλληλα, τάση για ισότητα και όχι εξισωτισμός στο κατώτερο σημείο, σημαίνει αξιοποίηση της ρυθμιζόμενης αγοράς ως χρήσιμο εργαλείο και όχι εξοβελισμός της, σημαίνει επιλογή της μη βίας για την προώθηση των κοινωνικοπολιτικών μας στόχων.
Σοσιαλισμός, λοιπόν, του 21ου αιώνα! Στους στόχους, στο περιεχόμενο, στα μέσα. Και ας μην αντιγράφουμε αποτυχημένα εγχειρήματα. Ας αναζητήσουμε το νέο, το ρηξικέλευθο, το πραγματικό επαναστατικό για την εποχή μας!
(*) Το άρθρο αυτό είναι, ουσιαστικά, η ομιλία του Γιάννη Μπαλάφα στην Πανελλαδική Σύσκεψη του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς (10-11-12 Απριλίου 2009).