Μετά το τέλος της συνεδρίασης της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, που έγινε σήμερα στη Βουλή, ο Πρόεδρος της Κ.Ο. Αλέκος Αλαβάνος και ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος Φώτης Κουβέλης, έκαναν τις παρακάτω δηλώσεις:
ΑΛΕΚΟΣ ΑΛΑΒΑΝΟΣ: Απευθυνόμαστε στην Κυβέρνηση και την Αξιωματική Αντιπολίτευση και τους λέμε δεν πάει άλλο. Η χώρα βουλιάζει στη διεθνή κρίση και η πολιτική ζωή είναι παγιδευμένη στους διεστραμμένους και ιδιοτελείς νόμους για την ποινική δίωξη των υπουργών.
Το Κοινοβούλιο της χώρας μας έχει φτάσει στο σημείο μηδέν. Δεν έχουμε πια Βουλή, έχουμε αίθουσα δικαστηρίων. Δεν έχουμε βουλευτές, έχουμε εισαγγελείς, συνηγόρους και δικαστικούς κλητήρες. Η ευθύνη ανήκει ιδιαίτερα στην Ν.Δ., αλλά είναι συνολικά μία ευθύνη του δικομματισμού. Το εγχείρημα αναζωπύρωσης του δικομματισμού συνδέεται άμεσα με την κατάπτωση της πολιτικής ζωής, την έλλειψη ουσιαστικών διαφορών, τις αντιπαραθέσεις χωρίς ουσία και το ατέλειωτο αυτό θέατρο που ζούμε όλον αυτό τον καιρό.
Οι ίδιοι οι οπαδοί των δύο μεγάλων κομμάτων αισθάνονται κόπωση και απογοήτευση από αυτή την κατάσταση.
Κι εμείς ως Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουμε ότι πρέπει να σπάσει αυτός ο κλοιός και να επανεμφανιστεί ο ουσιαστικός πολιτικός διάλογος και η ελπίδα στη χώρα μας.
Το δεύτερο: Δεν εξισώνουμε τα δύο κόμματα. Δεν ξεχνάμε ότι Κυβέρνηση είναι η Ν.Δ. και σʼ αυτήν ανήκουν οι κύριες ευθύνες. Την ίδια στιγμή όμως υπάρχουν κοινές ευθύνες, για τρεις λόγους:
Πρώτο: Γιατί οι τελευταίες κυβερνήσεις δεν μπόρεσαν να συμβάλλουν στη διαφάνεια, στον έλεγχο της δημόσιας περιουσίας και στην αποτροπή της εμφάνισης κλεπτοκρατών και κλεπτοκρατικών αντιλήψεων στα ανώτατα στρώματά τους. Δεύτερο και κυριότερο, έχουν δημιουργήσει από κοινού ένα μοναδικό στην Ευρώπη σύστημα, επέμβασης της Βουλής στη διερεύνηση ποινικών ευθυνών Υπουργών. Με αποτέλεσμα από τη μια την παράλυση της Βουλής από το νομοθετικό και ελεγκτικό της έργο και από την άλλη, δυστυχώς, τη συγκάλυψη, τις συναλλαγές, τους πολιτικούς εκβιασμούς και παιχνίδια. Το μόνο που δεν έγινε είναι να οργανώνονται δημοψηφίσματα για να αποφασίζεται εάν θα παραπέμπονται ή όχι Υπουργοί για τις ποινικές ευθύνες που τυχόν έχουν. Και τρίτο, διότι αξιοποιούν αυτό το θεσμικό πλαίσιο ως προτεραιότητα στην πολιτική τους παρουσία. Βουλιάζουν τη χώρα στη σκανδαλολογία και εκτοπίζουν όλα τα λαϊκά θέματα, μάλιστα σε μια προεκλογική περίοδο.
Το τίμημα της πρακτικής αυτής είναι βαρύτατο. Και μάλιστα είναι χωρίς αντίκρισμα. Είναι απλώς κινήσεις εντυπωσιασμού και συγκάλυψης, έχοντας δει ότι κανείς τελικά δεν παραπέμπεται στη δικαιοσύνη.
Το τρίτο: Είναι κατεπείγουσα η θεσμική αλλαγή και ο Φώτης Κουβέλης θα αναφερθεί αναλυτικότερα και στο νόμο περί ευθύνης υπουργών και στο
αυτοδιοίκητο των δικαστηρίων και στις πρωτοβουλίες που θα πάρει σχετικά ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Το τέταρτο: Είμαστε υποχρεωμένοι να εντοπίσουμε την ευθύνη και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, ιδιαίτερα στον τηλεοπτικό χώρο. Εδώ ισχύει το «των οικιών υμών εμπιπραμένων υμείς άδετε». Την ίδια στιγμή που η κρίση πλήττει τη χώρα μας και που μπροστά είναι οι ευρωεκλογές με κορυφαία ζητήματα, όπως οι πιέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σχέση με τη δημοσιονομική πολιτική έχουμε μονοθεματικές συζητήσεις και τηλεοπτικά δελτία για τα ζητήματα αυτά.
Το πέμπτο και τελευταίο: Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπει σʼ αυτό το παιχνίδι. Θα συνεχίσουμε την προσπάθεια διαφάνειας και ελέγχου επί της ουσίας. Και μην ξεχνάτε ότι εμείς συζητούσαμε για το Βατοπέδι από το 2003, όταν άλλοι το ανακάλυψαν το 2008.
Άλλες όμως είναι οι προτεραιότητές μας. Είναι οι ανάγκες των πολλών. Είναι τα θέματα της ανεργίας, της φτώχειας, των συντάξεων, των συμβασιούχων, του STAGE, της υγείας, της παιδείας.
Αυτά από μένα.
ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σταθερά από θέση αρχής στην άποψη ότι πρέπει να ερευνούνται όλες οι υποθέσεις που αφορούν σε ζητήματα που έχουν σχέση με τη διαχείριση του δημοσίου χρήματος.
Κατά συνέπεια εμμένουμε στην ανάγκη να διερευνηθεί και η συγκεκριμένη υπόθεση που βρίσκεται σε εξέλιξη περαιτέρω. Όμως η αναφορά μας στην ανάγκη διερεύνησης αυτών των υποθέσεων σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συγχέεται με ζητήματα επιδιωκόμενου, όχι από τον ΣΥΡΙΖΑ, αποπροσανατολισμού από την ουσία των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών ζητημάτων.
Δεν αρκεί να προωθεί η Βουλή διαδικασίες αναφορικά με τη διερεύνηση των σκανδάλων. Αυτό είναι χρήσιμο, αλλά ταυτόχρονα πολύ πιο χρήσιμο είναι, την ώρα που συμβαίνει το πρώτο να προωθείται ταυτόχρονα και η διαμόρφωση συγκεκριμένων θεσμών διαφάνειας και προστασίας του δημόσιου αγαθού, του δημόσιου χρήματος. Κατά συνέπεια χρειάζονται θεσμοί που θα θωρακίζουν την διαχείριση του δημοσίου χρήματος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επανειλημμένα έχει καταθέσει τις προτάσεις του σε σχέση με αυτά τα ζητήματα.
Έχουμε υποστηρίξει ότι θα πρέπει μεγάλες συμβάσεις, μεγάλες προμήθειες προτού δεσμεύσουν τον τόπο να έρχονται, για να κριθούν προληπτικά, από τη Βουλή των Ελλήνων. Δηλαδή μέσα από μία διακομματική, ελεγκτική διαδικασία. Εάν δεν υπάρξουν αυτοί οι θεσμοί είναι βέβαιο ότι και τα επόμενα και τα μεθεπόμενα χρόνια η ελληνική πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα θα συναντιέται με ζητήματα αδιαφάνειας, διαφθοράς και σκανδάλων.
Υπάρχει μια εμπλοκή δικαστικών λειτουργών στην ασκούμενη πολιτική. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της εξάρτησης της δικαιοσύνης από την εκάστοτε εκτελεστική εξουσία, από την εκάστοτε κυβέρνηση. Το γεγονός ότι η ηγεσία των Ανωτάτων Δικαστηρίων διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, σημαίνει ότι διαμορφώνεται ένας ιμάντας, δυνάμει μεταφοράς απόψεων και επιλογών, από το χώρο της Εκτελεστικής Εξουσίας στο χώρο της Δικαιοσύνης, γιʼ αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ πρότεινε και προτείνει και ταυτόχρονα διεκδικεί, η ηγεσία του Δικαστικού Σώματος να εκλέγεται από τους ίδιους τους δικαστές και μάλιστα με περιορισμένη χρονικά θητεία. Με το δεδομένο ότι αυτή η ηγεσία περισσότερο διοικητικά καθήκοντα και αρμοδιότητες έχει και πρέπει να έχει. Πρέπει να στηριχθεί το αυτοδιοίκητο των δικαστηρίων, που δέχθηκε βαρύτατα πλήγματα τα τελευταία χρόνια με κυβέρνηση της Ν.Δ.
Το αυτοδιοίκητο των δικαστηρίων υπερασπίζεται επί της ουσίας την λειτουργική ανεξαρτησία του ίδιου του δικαστή.
Πρέπει να αλλάξει ο νόμος για την ευθύνη των μελών την κυβέρνησης. Θα πρέπει να απεμπλακεί η Βουλή, από την οποιαδήποτε ανάμιξη στον ποινικό έλεγχο πράξεων που βαρύνουν πολιτικά πρόσωπα, Υπουργούς και Υφυπουργούς, και τούτο, δηλαδή η αξιολόγηση να αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα της Δικαιοσύνης. Και βεβαίως είναι αναγκαίο να διαμορφωθεί μια άλλη χρονική περίοδος για τη λεγόμενη παραγραφή, διότι η εξαιρετικά μικρή, σύντομη παραγραφή που υπάρχει, για τα λεγόμενα πολιτικά πρόσωπα, οδηγεί σε ατιμωρησία, δικαιολογημένα διαμορφώνει τη συνείδηση των πολιτών, ότι οι πολιτικοί θέλουν να συγκαλύπτουν τις ευθύνες τους και εν τέλει προσβάλλει και την ισονομία με το δεδομένο ότι άλλη πολύ μα πάρα πολύ μεγαλύτερη παραγραφή ισχύει για τα μη πολιτικά πρόσωπα.
Τέλος, για τον ΣΥΡΙΖΑ το ζήτημα της αδιαφάνειας, των σκανδάλων και της μη χρηστής διαχείρισης του δημοσίου χρήματος δεν είναι μόνο θεσμικό ζήτημα. Είναι ταυτόχρονα και πολιτικό και η αντιμετώπισή του πρέπει να γίνεται και σʼ αυτά τα δύο πολιτικά και θεσμικά επίπεδα. Και είναι αναγκαίο να υπάρξουν θεσμοί κοινωνικού ελέγχου της πολιτικής, έτσι ώστε να σπάσει αυτό το στεγανό που λειτουργεί ως πεδίο εκτροφής διαφθοράς και διασπάθισης του δημοσίου χρήματος. Και βεβαίως για να συμβούν όλα αυτά χρειάζεται και η αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών και σʼ αυτή την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τη δική του παρουσία, θέλει να έχει τη μεγάλη δυναμική παρουσία του με θέσεις προτάσεις, διεκδικήσεις και απόψεις.
To Γραφείο Τύπου