ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ: 27/4/2009
Η συζήτηση για τον Κανονισμό της Βουλής μας δίνει την ευκαιρία,
πρώτον να ευχαριστήσουμε τους εργαζομένους στη Βουλή για την εργατικότητα με την οποία εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους υπό δύσκολες συνθήκες πολλές φορές και
δεύτερον, να εκφράσουμε την έντονη ανησυχία μας για την υποβάθμιση του Κοινοβουλίου και του ρόλου του Βουλευτή.
Πριν αναφερθώ, όμως, σʼ αυτό το μεγάλο -κατά τη γνώμη μας- θέμα που συζητούμε σήμερα, θέμα της δημοκρατίας και όχι απλά ενός Κανονισμού της Βουλής, θέλω να αναγνωρίσω ότι έγινε εκτενής συζήτηση στην Επιτροπή του Κανονισμού όπου είχαμε την ευκαιρία να ανταλλάξουμε απόψεις.
Όμως, ακριβώς επειδή είχαμε αυτή τη δυνατότητα, διαπιστώσαμε τη μεγάλη απροθυμία για την πρωτοβουλία που πρέπει να αναληφθεί για μια ριζική αλλαγή του Κανονισμού, για μια μεγάλη επέκταση του πεδίου δράσης του Κοινοβουλίου σε ό,τι αφορά τον ελεγκτικό και εποπτικό του ρόλο. Μια τέτοια πρωτοβουλία που ακριβώς ζητάει –νομίζουμε- η κοινωνία, αλλά και είναι αναγκαία στις συνθήκες κρίσης που ζούμε.
Ακριβώς, λοιπόν, επειδή υπήρξε απροθυμία ακόμα και να συζητηθούν αυτές οι μεγάλες αλλαγές, εμείς θα ψηφίσουμε «ΠΑΡΩΝ» τόσο στον Κανονισμό ως σύνολο όσο και στα άρθρα του, πλην εκείνων των άρθρων για τα οποία έχουμε επιφυλάξεις ή και αντίθεση.
Και παρʼ όλο που θα συζητήσουμε μετά για τα άρθρα, θέλω από τώρα να διευκρινίσω ότι εμείς δε μπορούμε να ψηφίσουμε κανένα άρθρο το οποίο δίνει προνόμια ή μικροπρονόμια όπως αστυφύλακες, γραφεία, υπαλλήλους κλπ. σε γραφεία πρώην Πρωθυπουργών, πρώην Προέδρων της Βουλής ή νυν Προέδρων της Βουλής ή Αντιπροέδρων κλπ. Κάτι τέτοιο το θεωρούμε απαράδεκτο. Θα έπρεπε να επιδιωχθεί αυτή την περίοδο, όπου υπάρχουν διαφορές, μία εξίσωση προς τα κάτω, εφόσον μιλάμε για μια περίοδο θυσιών και βασάνων για τον ελληνικό λαό.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επίσης σε ό,τι αφορά τις οργανωτικές αλλαγές που πράγματι είναι πολλές και δε μπορεί κανείς να τις αξιολογήσει πάντα με ακρίβεια -αν πρέπει μία διεύθυνση να σπάσει σε δύο διευθύνσεις ή τρία τμήματα κ.ο.κ.-, και εδώ οι παρατηρήσεις και η θέση μας ήταν και είναι ότι θα έπρεπε τέτοιες αλλαγές οργανωτικού χαρακτήρα, οι οποίες μπορεί να είναι αναγκαίες για διάφορούς λόγους, να είναι απόρροια μιας ολοκληρωμένης μελέτης της οργάνωσης της Βουλής με τη βοήθεια ενδεχομένως και ειδικών από πανεπιστήμια κλπ, ούτως ώστε μέσα από μία συνολική μελέτη να δει κανείς πώς μπορούν να οργανωθούν καλύτερα οι υπηρεσίες της Βουλής.
Θέλω να διευκρινίσω από την αρχή –και γιʼ αυτό, άλλωστε, δεν ψηφίζουμε «ΚΑΤΑ»- ότι τα προβλήματα της υποβάθμισης του Κοινοβουλίου δεν είναι μόνον αποτέλεσμα ευθύνης του Κοινοβουλίου και των Βουλευτών. Οι νόμοι από αλλού φτιάχνονται, εδώ ψηφίζονται, αλλού εκτελούνται. Η ευθύνη, λοιπόν, είναι γενικότερα του πολιτικού συστήματος. Από την άλλη μεριά, όμως, δε μπορούμε να υποτιμήσουμε ή να υποβαθμίσουμε τις δικές μας ευθύνες.
Εδώ μέσα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ψηφίστηκαν εκείνοι οι νόμοι οι οποίοι κατέστησαν ασύδοτες τις αγορές. Εδώ μέσα χειροκροτήσατε την ιδιωτικοποίηση και εκποίηση και της τελευταίας μετοχής της Εθνικής Τράπεζας, θεωρώντας το ως μέγα επίτευγμα.
Εδώ μέσα, λοιπόν, καθαγιάστηκε η ασυδοσία και η απληστία την οποία σήμερα και εσείς –θέλω να πιστεύω- με ειλικρίνεια καταγγέλλετε ως υπεύθυνη γιʼ αυτήν την κρίση.
Θα έπρεπε, λοιπόν, να υπάρξει και μια «συγγνώμη» προς τον ελληνικό λαό από μέρους του Κοινοβουλίου. Όμως, ακόμα κι αν υπήρχε η «συγγνώμη», θα έπρεπε να υπάρξουν συγκεκριμένα μέτρα τα οποία, όπως είπα και πριν, να αντιμετωπίζουν αυτό το γενικότερο πρόβλημα της υποβάθμισης της δημοκρατίας.
Επίσης, πρέπει να τονίσουμε ότι αυτό το πρόβλημα της υποβάθμισης του ρόλου και του κύρους τελικά του Κοινοβουλίου δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Πρόκειται για μία παγκόσμια δομική ιστορική εξέλιξη που πολύ χαρακτηρίζουν ως μία τάση προς έναν αυταρχικό κρατισμό. Έναν αυταρχικό κρατισμό ο οποίος χαρακτηρίζεται από αποδυνάμωση των αντιπροσωπευτικών δεσμών, μαζί και του Κοινοβουλίου, από την αυτονόμηση από σχεδόν κάθε πολιτικό έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά και μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων, από την ολοένα και μεγαλύτερη ταύτιση του κράτους, της Κυβέρνησης και του κυβερνητικού κόμματος, από την έλλειψη ή την «ατροφικότητα» θεσμών κοινωνικού ελέγχου των εξουσιών και των συμφερόντων.
Αλίμονο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εάν αυτές οι τάσεις δεν αναγνωρίζονται και αλίμονο αν δεν ανησυχούν κανέναν. Διότι πίσω από αυτές τις εξελίξεις -αν δεν ανατραπούν, αν δεν αντιστραφούν- υπάρχουν κίνδυνοι και για την ίδια τη δημοκρατία ακόμα.
Στη χώρα μας μάλιστα, αυτές οι τάσεις παίρνουν ακραίες μορφές, λόγω της πρωθυπουργοκεντρικής και δικομματικής δομής του πολιτικού μας συστήματος, λόγω της αδυναμίας του Κοινοβουλίου να ελέγξει καταστάσεις, λόγω της διαρκούς διολίσθησης προς μία λειτουργία διεκπεραίωσης, επικύρωσης, και μάλιστα με βιομηχανικό τρόπο πολλές φορές, νομοσχεδίων, αντί μας διαδικασίας διαβούλευσης, πραγματικής και ουσιαστικής συζήτησης των νομοθετημάτων και συμβολής στην τελική τους διαμόρφωση.
Σε ό,τι αφορά τον κοινοβουλευτικό έλεγχο, πιστεύω ότι πολλοί θα συμφωνήσετε ακόμα και από την κυβερνητική παράταξη ότι:
πρώτον, οι Υπουργοί απαντούν ολοένα και λιγότερο,
δεύτερον ότι, ακόμα και στην περίπτωση που απαντούν, παραπέμπουν σε υπηρεσιακά σημειώματα και
τρίτον, όταν κάνουν έστω και αυτό, συνήθως παραλείπουν τα ουσιαστικά στοιχεία ή έγγραφα τα οποία ζητούνται.
Όλα αυτά οδηγούν στην αυτοακύρωση του ρόλου του Κοινοβουλίου και των Βουλευτών και συμβάλλουν έτσι στην κρίση γενικότερα της πολιτικής.
Για να υπάρξει, όμως, αυτή η αναβάθμιση του ρόλου του Κοινοβουλίου, για την οποία και ο Εισηγητής της Πλειοψηφίας μίλησε, πρέπει να υπάρξουν συγκεκριμένα μέτρα. Και εμείς, παρʼ όλο που τα έχουμε πει επανειλημμένα, θα επαναλάβουμε ορισμένες προτάσεις τις οποίες ακούραστα από τότε που υπάρχουμε σʼ αυτήν την Αίθουσα διατυπώνουμε.
Για να υπάρξει βελτίωση θα πρέπει να γίνουν τρία πράγματα:
Πρώτο, να αναζωογονηθεί το Κοινοβούλιο. Και για να γίνει αυτό, πρέπει να αυξηθούν τα δικαιώματα της μειοψηφίας.
Δεύτερο, να διευρυνθεί το πεδίο πάνω στο οποίο το Κοινοβούλιο μπορεί να έχει εποπτεία και έλεγχο.
Τρίτον –και σημαντικότερο, βεβαίως αυτός ο έλεγχος να μπορεί να είναι ουσιαστικός.
Για να γίνω πιο συγκεκριμένος:
Πρώτον, να αποτελεί δικαίωμα της μειοψηφίας της Βουλής και όχι της πλειοψηφίας, όπως συμβαίνει σήμερα, η δυνατότητα –υπό κάποιους όρους και προϋποθέσεις φυσικά- σύστασης εξεταστικών επιτροπών και να αλλάξει -στο μέτρο που αφορά τη Βουλή, διότι είναι γενικότερο θέμα- ο νόμος που αφορά την ευθύνη των Υπουργών.
Δεύτερο, να γίνει ουσιαστική η δυνατότητα νομοθετικής πρωτοβουλίας Βουλευτών και Κομμάτων, πέραν της Κυβέρνησης. Είναι απαράδεκτο να υπάρχει σχετική πρόνοια στον Κανονισμό της Βουλής και να φαλκιδεύεται με το επιχείρημα ότι προτάσεις Βουλευτών δε μπορούν να τίθενται σε ψηφοφορία. Πρέπει να τίθενται σε ψηφοφορία προτάσεις Κομμάτων και Βουλευτών.
Τρίτον, οι διοικήσεις των Δ.Ε.Κ.Ο., των Δημόσιων Επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας, να ψηφίζονται με απόλυτη πλειοψηφία από την αρμόδια επιτροπή και όχι από την εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία και να θεσμοθετηθεί η υποχρέωση των διοικήσεων, αφού αναλάβουν τα καθήκοντά τους, ανά τακτά διαστήματα να ενημερώνουν τη Βουλή σε ό,τι αφορά τα επιχειρησιακά τους προγράμματα και τον απολογισμό της δράσης τους.
Τέταρτον, να συσταθεί επιτροπή για την καταγραφή και τον έλεγχο της περιουσίας του Κράτους, της δημόσιας περιουσίας, ακίνητης, κινητής και με κάθε άλλη μορφή. Είναι απαράδεκτο, μετά από όσα απεκαλύφθησαν με αφορμή το σκάνδαλο του Βατοπεδίου, να μην προχωρήσουμε σε κάποια τέτοια ρύθμιση. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ούτε καταγραφή ούτε έλεγχος ούτε προστασία της δημόσιας περιουσίας. Σε άλλα κράτη –επισημαίνω- εδώ και σαράντα χρόνια υπάρχει ειδικός προϋπολογισμός περιουσίας του Κράτους.
Πέμπτο, να συσταθεί μόνιμη διακομματική επιτροπή της Βουλής για τον πολιτικό έλεγχο των Σωμάτων Ασφαλείας, μέτρο το οποίο υποστηρίζει και η ομοσπονδία των εργαζομένων στα Σώματα Ασφαλείας.
Έκτο, να συσταθεί, επίσης, επιτροπή για τον έλεγχο των προμηθειών των ενόπλων δυνάμεων.
Αυτά είναι κάποια στοιχειώδη μέτρα, διότι δεν έχει νόημα να τρέχουμε διαρκώς πίσω από επαναλαμβανόμενα σκάνδαλα της ίδιας λίγο-πολύ εσωτερικής δομής.
Έβδομο, η Βουλή να ασκεί το δικαίωμα να διατυπώνει γνώμη σχετικά με κοινοτικές οδηγίες και κανονισμούς όχι αφού ψηφιστούν και έρθουν για επικύρωση, αλλά και κατά το στάδιο της διαπραγμάτευσης.
Επίσης, οι αρμόδιοι Υπουργοί να παρουσιάζονται στις επιτροπές της Βουλής, να συζητούνται τα θέματα τα οποία πρόκειται να συζητηθούν στις Βρυξέλλες και πριν από την αναχώρησή τους να έχουν μαζί τους τη γνώμη της αρμόδιας επιτροπής, έστω κατά πλειοψηφία και μειοψηφία.
Όγδοο, να προβλεφθεί το δικαίωμα της Βουλής να αναπέμπει τον Προϋπολογισμό προς περαιτέρω επεξεργασία, αν δεν εξασφαλίζει την απόλυτη πλειοψηφία στην επιτροπή της Βουλής ή στην ολομέλεια. Να μη θεωρείται δηλαδή η μη ψήφιση του Προϋπολογισμού ως μομφή προς την Κυβέρνηση, όπως άτυπα και εθιμικά έχει καθιερωθεί για μικροκομματικούς σκοπούς.
Το ζήτημα, όμως, του δημοκρατικού κοινοβουλευτικού ελέγχου του Προϋπολογισμού και της οικονομικής πολιτικής, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχει τη δική του αυτονομία. Γιʼ αυτό θα μου επιτρέψετε να επεκταθώ λίγο περισσότερο.
Έχουμε καταθέσει αναλυτικές προτάσεις ως Συνασπισμός παλαιότερα, ως Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς σήμερα. Για μια ακόμη φορά θέλουμε να επανέλθουμε σʼ αυτό το θέμα, διότι θεωρούμε ότι ο μυωπικός τρόπος με τον οποίο η πλειοψηφία του Σώματος αντιμετωπίζει το θέμα αυτό έχει ξεπεράσει κάθε όριο.
Ο Προϋπολογισμός που ψηφίζεται εδώ δεν είναι αυτός που εκτελείται. Οι ελληνικοί Προϋπολογισμοί έχουν 14 χιλιάδες κωδικούς. Στη διάρκεια του έτους πάνω από 6-7 χιλιάδες κωδικοί αλλάζουν. Το λέει η πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ που υπεβλήθη στην Κυβέρνηση. Δεν πρέπει να γίνει κάτι εδώ; Δεν πρέπει η Βουλή να αναλάβει τις ευθύνες της;
Ο Προϋπολογισμός του 2008 προέβλεπε δημόσιο έλλειμμα 1,6% του Α.Ε.Π.. Το 2009 έγινε 2,5% η πρόβλεψη. Το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης τον Ιανουάριο του 2009 ανέβασε το έλλειμμα στο3,7%. Το ECOFIN είπε ότι είναι 4,4%. Η EUROSTAT προχθές είπε ότι είναι 5%.
Ο Προϋπολογισμός, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι νόμος του Κράτους. Αυτά σημαίνουν παραβίαση του νόμου του Κράτους. Δεν σας απασχολεί το θέμα αυτό;
Υπάρχει άλλος νόμος που υποχρεώνει τις κυβερνήσεις, εάν υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις στις δαπάνες, στα έσοδα, να φέρνουν στη Βουλή συμπληρωματικό προϋπολογισμό. Ούτε αυτό σας ενδιαφέρει; Μα, αυτό είναι πλήρης ανομία!
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΚΑΡΑΜΑΡΙΟΣ: Κάντε ερωτήσεις.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Ερωτήσεις να κάνουμε; Αυτή είναι η απάντηση, κύριε συνάδελφε, στο θέμα που θέτω; Με συγχωρείτε πάρα πολύ. Πείτε δυνατά ότι ο κ. Καραμάριος σε απάντηση των θεμάτων που θέτω μου λέει να κάνω ερωτήσεις.
Δεν έχετε αντιληφθεί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, για ποιο θέμα μιλάμε! Δεν έχετε αντιληφθεί περί τίνος πρόκειται! Και ζητάτε θυσίες από το λαό, όταν με αυτόν τον τρόπο αποκαλύπτεται ότι κανείς δε γνωρίζει πώς γίνεται η διαχείριση του δημόσιου χρήματος.
Και φθάσαμε στο σημείο, εφόσον προκαλείτε, να έρχεται ο ΟΟΣΑ και να κάνει υποδείξεις στην Κυβέρνηση και να λέει –σας διαβάζω από την Έκθεσή του και θα καταθέσω πρόχειρη μετάφραση στα Πρακτικά της Βουλής- τα εξής:
«Πρέπει να ενδυναμωθεί ο ρόλος του Κοινοβουλίου στο στάδιο των διαβουλεύσεων πριν από την εισαγωγή του Προϋπολογισμού στη Βουλή. Πρέπει να ενισχυθεί η δυνατότητα επιστημονικοτεχνικής στήριξης. Πρέπει να εξεταστεί η θεσμοθέτηση μιας ομάδας έρευνας του Προϋπολογισμού εντός του Κοινοβουλίου, που θα αποτελείται από πέντε έως δέκα ερευνητές». Επί δέκα χρόνια καταθέτουμε σχετικές προτάσεις στο Προεδρείο της Βουλής
Η έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, επίσης, προχθές αναγνώρισε ότι πρέπει να υπάρξει μια υπηρεσία, ένα σώμα, κάτι που να παρακολουθεί, να ελέγχει και να ξέρει τι γίνεται με αυτόν τον Προϋπολογισμό. Το θεωρείτε λεπτομέρεια αυτό το θέμα;
Αυτό, λοιπόν, δείχνει και επιβεβαιώνει μια πτυχή του τεράστιου προβλήματος, που γενικότερα ονομάζουμε «υποβάθμιση του Κοινοβουλίου και του ρόλου και του κύρους του Βουλευτή».
Τελειώνω θίγοντας επιγραμματικά ορισμένα ειδικότερα θέματα, που είναι, όμως, σημαντικά:
Πρώτο, στη Βουλή ανήκει ο έλεγχος των οικονομικών των Κομμάτων και των Βουλευτών. Επειδή είμαι μέλος αυτής της Επιτροπής, πρέπει να πω ότι έλεγχος ουσιαστικός δε μπορεί να γίνει με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο. Άρα, πρέπει να υπάρξει ριζική αλλαγή.
Αυτό που γίνεται είναι έλεγχος νομιμότητας. Αυτό που γίνεται είναι έλεγχος με βάση την υπεύθυνη δήλωση που καταθέτει ο κάθε Βουλευτής. Αυτή η δήλωση εκλαμβάνεται ως αληθής και ακριβώς γιʼ αυτό, παρʼ όλο που τόσα συμβαίνουν τριγύρω μας, αυτή η διαδικασία δεν έχει μπορέσει να εντοπίσει κανένα πρόβλημα. Πρέπει, λοιπόν, να υπάρξει ριζική επανεξέταση όλου αυτού του θέματος.
Δεύτερο, διαφωνούμε με το θεσμό των μετακλητών υπαλλήλων και ζητούμε και αυτός να επανεξεταστεί. Είναι ένας ανορθολογικός τρόπος στελέχωσης της Βουλής, στον οποίο εμείς –τουλάχιστον- δε μπορούμε να έχουμε συμμετοχή όσο ο θεσμός αυτός παραμένει. Θεωρούμε, όμως, επειδή τα προβλήματα είναι γενικότερα, ότι πρέπει συνολικότερα να επανεξεταστεί αυτό το ζήτημα, όπως και το όλο θέμα των προσλήψεων.
Τρίτο, στη διάρκεια των γεγονότων του Δεκεμβρίου παρατηρήθηκαν ορισμένα περιστατικά που πρέπει να μας ανησυχούν. Υπήρξαν απόπειρες ο χώρος του Κοινοβουλίου να γίνει χώρος εξόρμησης των ΜΑΤ, για να επιτεθούν σε διαδηλωτές. Υπήρξε διαδηλωτής, ο οποίος συνελήφθη, τον πήγαν στο υπόγειο και, ευτυχώς, με παρέμβαση του Προέδρου της Βουλής απελευθερώθηκε. Υπήρξε και άλλο κρούσμα και άλλα επεισόδια, που, ευτυχώς, με παρέμβαση του φρουράρχου αποσοβήθηκαν τα χειρότερα.
Θεωρούμε ότι το Κοινοβούλιο, ως κορυφαίος θεσμός λαϊκής κυριαρχίας, πρέπει να περιφρουρηθεί με ακόμη μεγαλύτερη επιμονή και επιμέλεια από τέτοιου τύπου ενέργειες, που συνέβησαν ή μπορούν να συμβούν και στο μέλλον.
Τέλος, εξ όνυχος του λέοντα, στη χώρα μας, δυστυχώς, ιδιωτικοποιήθηκαν πάρα πολλές επιχειρήσεις. Σε μερικές απʼ αυτές τις επιχειρήσεις –κυρίως Τράπεζες κ.λπ.- υπήρχαν και ιστορικά αρχεία και καλλιτεχνικές συλλογές. Ζητούμε από το Κοινοβούλιο να αναλάβει πρωτοβουλία όλα αυτά τα αρχεία να περιέλθουν στον έλεγχο της Βουλής.
Δευτερολογία (επί των άρθρων)
Κυρία Πρόεδρε, θα είμαι σύντομος, θα αναφερθώ σε ορισμένες διευκρινίσεις επί των όσων προτάσεων διατύπωσα.
Πρώτη παρατήρηση: Σε ό,τι αφορά τον όρο «κυβερνώσα Βουλή», δεν το χρησιμοποίησα –ξέρω ότι υπάρχει- διότι θέλω με έμφαση να πω ότι όλες οι προτάσεις που κάναμε είναι προτάσεις που αποσκοπούν όχι στο να ασκεί διοίκηση η Βουλή, αλλά στο να ελέγχει η Βουλή την εκτελεστική εξουσία.
Δεύτερη παρατήρηση: Διατυπώθηκε η άποψη ότι οι προτάσεις που καταθέσαμε εδώ προσκρούουν στους περιορισμούς του Συντάγματος. Φοβάμαι ότι η άποψη αυτή είναι λανθασμένη, κύριε Πρόεδρε. Οι προτάσεις τις οποίες κάνουμε αποσκοπούν στην υλοποίηση δεσμεύσεων του Συντάγματος, τις οποίες δεν υλοποιούμε.
Θα είμαι συγκεκριμένος σε ό,τι αφορά τα θέματα Προϋπολογισμού.
Το Σύνταγμα στο άρθρο 79 προβλέπει ότι «στον Κανονισμό της Βουλής προβλέπεται ειδικότερη διαδικασία παρακολούθησης από τη Βουλή της εκτέλεσης του προϋπολογισμού». Το Σύνταγμα, επομένως, επιβάλλει στη Βουλή να ελέγχει την εκτέλεση του προϋπολογισμού. Την ελέγχουμε; Η Επιτροπή 31Α΄ που κατά τον Κανονισμό της Βουλής πρέπει να ελέγχει την εκτέλεση του προϋπολογισμού με ομόφωνη απόφαση όλων των μελών της –και είναι διακομματική επιτροπή- έχει αποφανθεί επανειλημμένα ότι το καθήκον αυτό δεν υλοποιείται.
Θυμίζω ότι ακόμα και επί κυβερνήσεων ΠΑ.ΣΟ.Κ. ο τότε Βουλευτής του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κ. Αρσένης, Πρόεδρος της Επιτροπής 31Α' παραιτήθηκε από Πρόεδρος της Επιτροπής, διότι δεν εξασφαλίστηκαν εκείνες οι προϋποθέσεις που θα ήταν αναγκαίες για να εκπληρώσει η Επιτροπή την αποστολή της.
Τρίτη παρατήρηση: στο ίδιο άρθρο του Συντάγματος 79 παρ. 2, αναφέρεται ότι όλα τα έσοδα και έξοδα του κράτους πρέπει να αναγράφονται στον ετήσιο προϋπολογισμό και απολογισμό. Διασφαλίζει η Βουλή με τον έλεγχό της ότι αυτό συμβαίνει; Εδώ επί χρόνια είχαμε το θέμα των ειδικών λογαριασμών. Ενέπαιζαν οι Υπουργοί Οικονομίας και Οικονομικών όλων των κυβερνήσεων το Κοινοβούλιο, παρά τις επισημάνσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Τέταρτη παρατήρηση: το ίδιο άρθρο 79 του Συντάγματος στην παράγραφο 3 προβλέπει ότι ο προϋπολογισμός συζητείται και ψηφίζεται από την Ολομέλεια σύμφωνα με όσα ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής.
Τι είπα εγώ; Να ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής ότι αν ο προϋπολογισμός δεν ψηφίζεται, να αναπέμπεται για επανεξέταση. Αυτό είναι αντισυνταγματικό; Και εν πάση περιπτώσει, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτά τα οποία εδώ σας προτείνει ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς σήμερα -εγώ προσωπικά τα διάβαζα ως φοιτητής στα εγχειρίδια – είναι αντισυνταγματικά;. Αν δείτε ένα βιβλίο του αείμνηστου Σάκη Καράγιωργα στη δεκαετία του ΄70 περί οικονομικών θεσμών και δημοσιονομικής διαχείρισης, θα βρείτε αυτά τα οποία σας λέω.
Το ίδιο ισχύει για τον προϋπολογισμό περιουσίας που είπα. Αν δείτε έναν προϋπολογισμό της Σουηδίας, της Νορβηγίας και άλλων χωρών, θα δείτε ότι υπάρχει προϋπολογισμός περιουσίας του κράτους.
Τι πρότεινα εγώ εδώ; Όπως έχουμε επιτροπές για τους ορεινούς όγκους, τις νησιωτικές περιοχές, τις περιφέρειες, το περιβάλλον –και πολύ ορθά κάναμε αυτές τις επιτροπές- γιατί να μην έχουμε και μία επιτροπή για την περιουσία του κράτους, όταν μάλιστα «Βατοπέδια» και πολλά άλλα δείχνουν στο λαό μας ότι δε γίνεται σωστή διαχείριση αυτής της περιουσίας; Προς τι αυτή η άρνηση; Να μου πείτε ότι δεν είστε έτοιμοι να τα συζητήσετε, να το δεχθώ. Αλλά όχι ότι κάνοντας αυτές τις προτάσεις δεν ξέρω το Σύνταγμα ή ότι ερχόμαστε εδώ και κάνουμε προτάσεις απερίσκεπτες. Διότι δώσατε αυτή την εντύπωση, κύριε Καραμάριε,
σας επισημαίνω ότι ήδη όταν ήταν Πρόεδρος του Συνασπισμού ο κ. Κωνσταντόπουλος, με επιστολή του, θέσαμε αυτά υπʼ όψιν του Προεδρείου και εν πάση περιπτώσει, δηλώστε άγνοια. Όχι να λέτε ότι οι προτάσεις μας δε λαμβάνουν υπʼ όψιν το Σύνταγμα. Σας παρακαλώ πάρα πολύ.
Νομίζω, λοιπόν, ότι είναι σαφές ότι τον έλεγχο του Προϋπολογισμού τον επιβάλλει το Σύνταγμα. Η Βουλή δεν ανταποκρίνεται σε αυτό το αίτημα επαρκώς και επομένως, υπάρχουν εδώ σοβαρές ευθύνες.
Αυτές οι προτάσεις, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν είναι επαναστατικές προτάσεις. Στη δική μου αντίληψη είναι αστικοί εκσυγχρονισμοί. Είναι εξορθολογισμοί του συστήματος…
Τελειώνω επαναλαμβάνοντας ότι υπάρχουν ορισμένα άρθρα στα οποία διατηρούμε τις επιφυλάξεις μας. Τα αναφέρω απλώς για τα Πρακτικά. Είναι το άρθρο 17, το άρθρο 21 παράγραφος 1, το άρθρο 23, το άρθρο 24 παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 25, το άρθρο 48 παράγραφος 5, το άρθρο 48Α΄. Τα συζητήσαμε στην Επιτροπή και δε θα ήθελα να πάρω περισσότερο χρόνο.
Τέλος, οι απόψεις που διατύπωσα εδώ διατυπώνονται, όπως είναι προφανές, εκ μέρους της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.. Το σκεπτικό μας είναι αυτό το οποίο εξέθεσα. Όμως, σε καμία περίπτωση δεν υποτιμούμε θετικά βήματα, τα οποία έχουν γίνει ή και τα οποία προωθούνται και με αυτές τις αλλαγές που γίνονται. Διατηρούμε όμως, το δικαίωμα να θεωρούμε ως κριτήριο προόδου όχι μόνο το τι γίνεται σήμερα σε σχέση με το παρελθόν -και αυτό είναι σημαντικό- αλλά περισσότερο τι γίνεται σήμερα σε σχέση με αυτό που απαιτεί το παρόν και το μέλλον.
Και εμείς διατηρούμε την άποψη, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι το Κοινοβούλιο θα βρεθεί –και όχι μόνο με δική του ευθύνη- ενώπιον μεγάλων πιέσεων στα χρόνια που έρχονται λόγω γενικότερων ανεπαρκειών του πολιτικού συστήματος, λόγω μιας κρίσης τα βάρη της οποίας καλούνται να πληρώσουν οι εργαζόμενοι και για άλλους πολλούς λόγους τους οποίους εξέθεσα εισηγητικά, αλλά και άλλοι συνάδελφοι μίλησαν επʼ αυτών.