Skip to main content.
Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας
12/06/2009

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝ

Το πιο ανησυχητικό είναι ότι… δεν είχαμε καταλάβει!!!

Η ανανεωτική-ριζοσπαστική αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ  και το κόμμα μας οφείλουν να κάνουν έναν ειλικρινή απολογισμό του αρνητικού εκλογικού αποτελέσματος χωρίς περαιτέρω  συγκαλύψεις και υπονομεύσεις που έμμεσα αναπαράγει η νοσηρή κατάσταση της «διαρκούς διαπραγμάτευσης» των τάσεων-μηχανισμών, των προβεβλημένων στελεχών  ή των συνιστωσών.  Για να διασφαλιστεί ότι δεν θα πάμε για «μία από τα ίδια» (δηλαδή νέες παραλυτικές ισορροπίες) πρέπει ο  διάλογος να είναι σαφής, τεκμηριωμένος και ανοιχτός στην παρέμβαση και ουσιαστική συμμετοχή   του υπαρκτού πλέον «λαού» του ΣΥΡΙΖΑ. Όποιος αγνοήσει η προσπεράσει αυτό τον λαό στο όνομα κάποιων «νέων» κεντρικών επιλογών και συμψηφισμών θα βρεθεί σε αδύναμη θέση το επόμενο διάστημα, σε όποια θέση και αν βρίσκεται, όποια άποψη και να εκπροσωπεί.   

Η πραγματικότητα που αντιμετωπίσαμε οι περισσότεροι (όσοι συμμετείχαν δηλαδή)  κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου έδειξε ότι η ριζοσπαστική ατζέντα μιας σειράς  κοινωνικών ζητημάτων που με πολύ κόπο, αγώνες και ρίσκο θέσαμε έντονα στην ελληνική κοινωνία τα 2 τελευταία χρόνια δεν συνεπάγεται άμεσα ανταποδοτικά οφέλη στο πολιτικό επίπεδο. Είναι όμως επίσης φανερό ότι η γενικευμένη αντισυστημική διάθεση μεγάλης μερίδας της ελληνικής κοινωνίας είναι υπαρκτή παρόλο που δεν έχει ακόμα διαμορφωμένο πολιτικό και κινηματικό προσανατολισμό. Οι κοινωνικές αγκυρώσεις που δημιουργήσαμε στα πλαίσια αυτής της -κατά περίπτωση- συγκρουσιακής λογικής δεν πρέπει να εγκαταλειφθούν στο όνομα κάποιων  «διορθωτικών» κινήσεων στην κεντρική εκφορά του πολιτικού μας λόγου αλλά να συνεχιστούν με μεγαλύτερη επιμονή στην κατεύθυνση της ποιοτικής και ποσοτικής διεύρυνσής τους. Η προωθημένη ατζέντα της «νεανικής, κινηματικής, δικαιωματικής, οικολογικής  αριστεράς» πρέπει να πλαισιωθεί άμεσα από μια επινοητική ατζέντα μιας  νέας «αριστερής λαϊκότητας» όπως από το 4ο Συνέδριο μας είχαμε δεσμευθεί ότι θα πράξουμε. Σε αυτήν την κατεύθυνση τα βήματα έως τώρα ήταν ελάχιστα. Αυτός όμως ο σχεδόν ανύπαρκτος πυλώνας στην παρέμβαση μας είναι που μας στερεί την δυνατότητα να ξεφύγουμε από τα παραδοσιακά συνασπισμιακά ποσοστά. Το μεροκάματο, η ασφάλιση, ο φόβος της απόλυσης και της μακροχρόνιας ανεργίας, η ακρίβεια, τα δίδακτρα των παιδικών σταθμών, των φροντιστηρίων, το χάλι των δημόσιων  νοσοκομείων, σχολείων και συγκοινωνιών είναι η καθημερινότητα των εκατομμυρίων Ελλήνων πολιτών. Τα μέτωπα προς τις Τράπεζες και προς το Σύμφωνο Σταθερότητας  δεν αρκούν για να υποστηρίξουν μια συγκροτημένη παρέμβαση προς αυτήν την κατεύθυνση ενώ ακόμα και αυτά χρειάζονται διαφορετικού τύπου προβολή.         

Οι αιτίες που οδήγησαν σε αυτό το δυσμενές εκλογικό αποτέλεσμα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πολλές αλλά εμείς θα εστιάσουμε σε πέντε που νομίζουμε ότι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο.

Η παγκόσμια συγκυρία της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και τα πρόσθετα προβλήματα έντασης της εκμετάλλευσης που δημιούργησε στις υποτελείς τάξεις και των Ευρωπαϊκών κοινωνικών σχηματισμών δημιούργησαν το ευνοϊκό εκείνο πλαίσιο της ανασφάλειας που ως γνωστόν πολλές φορές ιστορικά έχει λειτουργήσει ως ο προθάλαμος μιας διευρυμένης κοινωνικής και πολιτικής συντηρητικοποίησης. Η κεντροδεξιά και η ακροδεξιά στην Ευρώπη τοποθετήθηκε σωστά στον χωροχρόνο αντίθετα με την σοσιαλδημοκρατία και την αριστερά. Η κεντροδεξιά ενσωμάτωσε άμεσα τις προτάσεις που υπήρξαν για διορθώσεις, νέες ρυθμίσεις και επανακαθορισμούς στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο που προτείνονταν από πολλά κέντρα και μέσα από τις γραμμές της αλλά και από την σοσιαλδημοκρατία. Έτσι παρόλο που είχε απώλειες στα δεξιά της κέρδισε ένα σημαντικό τμήμα της εκλογικής βάσης της δειλής νεοφιλελεύθερα μεταλλαγμένης σοσιαλδημοκρατίας. Η ακροδεξιά αντίθετα επένδυσε στον φόβο της νέας διεθνούς ρευστότητας και της κρίσης προσφέροντας τα παραδοσιακά καταφύγια του καλά οργανωμένου, «καθαρού» και «δίκαιου» έθνους-κράτους. Η σοσιαλδημοκρατία είναι για μια ακόμη φορά φανερό ότι έχει τεράστιο πρόβλημα στρατηγικής. Όσο συνεχίζει να κινείται εντός νεοφιλελεύθερου πλαισίου δεν μπορεί να διαμορφώσει ρεύμα εξουσίας. Η αριστερά από την άλλη όπου δεν είχε να επιδείξει κάτι ενωτικό (Βλ. Γαλλία και Γερμανία) και ουσιαστικά αντικαπιταλιστικό-ανασυνθετικό (βλ. Πορτογαλλία) δεν πήγε καλά. Το περιβάλλον της ανασφάλειας δεν το αξιοποίησε ούτε στην κατεύθυνση μιας ρηξιακής και αντισυστημικής παρέμβασης με στόχο την διεύρυνση των λαϊκών ερεισμάτων της ούτε σε μια κατεύθυνση ενός πλούσιου ριζοσπαστικού προγραμματικού καμβά που θα έβαζε με επιθετικό τρόπο το ζήτημα ενός νέου κοινωνικού κράτους.   

Η αυξημένη αποχή στην εκλογική διαδικασία για την Ευρωβουλή σε όλη τις χώρες φανερώνει την γενική κρίση νομιμοποίησης που έχει το ευρωπαϊκό θεσμικό εποικοδόμημα με τα χαρακτηριστικά που έχει μέχρι και σήμερα. Στην Ελλάδα πάντα υπήρχαν σημαντικά ποσοστά Ευρωσκεπτικισμού ή και άρνησης της ΕΕ. Σήμερα υπό την επίδραση και της κρίσης απ ότι φαίνεται διευρύνεται το χάσμα μεταξύ των πολιτών και  των τεχνοκρατικών ελίτ των Βρυξελλών. Τα απορριπτικά δημοψηφίσματα  για την Ευρωσυνθήκη ήταν προπομπός αυτής της νέας κατάστασης. Η λογική του παραγωγικού Ευρωσκεπτικισμού του δικού μας χώρου δεν «πέρασε» σε σημαντικά κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας διότι αλέσθηκε από τις μυλόπετρες ενός τυφλού φιλοευρωπαϊσμού και αντιευρωπαϊσμού αντίστοιχα που κυριαρχεί στην ελληνική πολιτική ζωή. Η αποχή στην Ελλάδα είχε και χαρακτηριστικά εύκολης διαμαρτυρίας της εκλογικής βάσης της ΝΔ προς την ηγεσία της και διευρυμένα χαρακτηριστικά απονομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος.      

Τα χρόνια προβλήματα κομματικής δομής και αποτελεσματικότητας των λειτουργιών του που έχει  ο ΣΥΝ. Τα πολλά κέντρα εξουσίας με απίστευτες αλληλοεπικαλύψεις επιτελικής πολιτικής ύλης και υπόγειους ανταγωνισμούς μεταξύ τους, η υποβάθμιση της έννοιας του μέλους σε μονοσήμαντο προσυνεδριακό η προεκλογικό ρόλο, η πρωτοκαθεδρία των επικοινωνιακών χειρισμών και της συγκυρίας έναντι της δουλειάς στην βάση και της δημιουργίας σταθερών πολιτικών δεσμών, η  αδυναμία ενός οικονομικού προγραμματισμού που δεν θα βασίζεται μόνο στην κρατική επιχορήγηση αλλά κυρίως στην στήριξη των μελών, των φίλων και των καινοτόμων πρωτοβουλιών τους. Είναι φανερό ότι απαιτούνται τομές στο οργανωτικό, καταστατικό και επικοινωνιακό επίπεδο. Η τάση μας και προσυνεδριακά με το εναλλακτικό της κείμενο  αλλά και στα όργανα του κόμματος έχει καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις.    

Επικοινωνιακός μικρομεγαλισμός και μεγαλοϊδεατισμός, ταλαντεύσεις στην γραμμή, ανολοκλήρωτες τομές.  Η πραγματικότητα είναι ότι μπερδέψαμε τόσο το «εθνικό ακροατήριο» όσο και τον κόσμο της ευρύτερης αριστεράς και της νέας κοινωνικής ριζοσπαστικότητας. Η ηγετική δυαρχία με όχι σαφείς και προσδιορισμένους ρόλους, η γραμμή να προσαρμόζεται από τρίμηνο σε τρίμηνο ανάλογα τις δημοσκοπικές προβλέψεις και τις πιέσεις των μιντιακών συγκροτημάτων, άτακτες υποχωρήσεις η αντεπιθέσεις σε ζητήματα τρέχουσας παρέμβασης, ατιμώρητη διγλωσσία σε ζητήματα καίρια όπως για τα Πανεπιστήμια και την εξέγερση της νεολαίας τον Δεκέμβρη, προφίλ ψηφοδελτίου κομματικής και συνιστωσιακής επετηρίδας, υποτίμηση του στοιχείου της εμφάνισης οικολογικού κόμματος, υποτίμηση του στοιχείου ότι το ζήτημα της μετανάστευσης στην Ελλάδα έχει πάρει άλλα χαρακτηριστικά που χρειάζονται άλλου τύπου προτάσεις, η προβολή στα ΜΜΕ την προεκλογική περίοδο μόνο των στελεχών και όχι των «εναλλακτικών» υποψηφίων του ψηφοδελτίου.

Το περαιτέρω θόλωμα  του στίγματος  από τις σπάταλες δημόσιες παρεμβάσεις των στελεχών της Ανανεωτικής Πτέρυγας και η ευκαιρία που  έδωσαν στο μιντιακό σύστημα να μας παρουσιάσει σαν ένα διχασμένο κόμμα. Τα ζητήματα που θέτουν οι σύντροφοι και συντρόφισσες είναι ζητήματα άλλων δεκαετιών που καθήλωσαν την αριστερά στα όρια της ανυπαρξίας αλλά η γνώμη μας είναι ότι πρέπει να λαμβάνουν τις πολιτικές απαντήσεις τους στα όργανα του κόμματος.     

Το πιο ανησυχητικό είναι ότι ενώ φαίνονταν όλα αυτά να εξελίσσονται μπροστά μας οι περισσότεροι από εμάς συνεχίζαμε να είμαστε αισιόδοξοι και επαρκείς. Η αριστερή πλειοψηφία του ΣΥΝ, το 2ο κύμα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και οι υπόλοιπες συνιστώσες δεν κατάλαβαν τίποτε, όταν η συμμετοχή στην 2η Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ μας έστελνε ένα μήνυμα, ενώ οι φοιτητικές εκλογές μας έδειξαν και τον κίνδυνο της αποχής και της μη ευθύγραμμης αντανάκλασης της πολιτικής δουλειάς σε ψήφο εμπιστοσύνης. Μήπως λοιπόν ήρθε η ώρα να τα αλλάξουμε όλα;