Skip to main content.
07/07/2009

Η ηγεσία του ΣΥΝ να σκύψει στην κρίση [β' μέρος] || άρθρο της Αννας Φιλίνη

[άρθρο σε 2 μέρη που δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη ΑΥΓΗ της 5.7.09 και στο φύλλο της 7.7.09]

Η τελευταία ΚΠΕ έληξε με το μέτωπο των δυνάμεων της πλειοψηφίας να παραμένει αρραγές στην απόκρουση της ανάγκης να αντιμετωπισθούν πολιτικά και σε βάθος οι λόγοι του αρνητικού αποτελέσματος των ευρωεκλογών, προκειμένου να βγουν συμπεράσματα και να γίνουν αλλαγές στην πολιτική γραμμή και στην εικόνα που εκπέμπει το κόμμα. Η στάση αυτή έφερε σοκ, τόσο σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα που παρακολουθούν την πορεία μας όσο και σε ευρεία τμήματα της βάσης μας.

Λίγες μέρες αργότερα, με την υποβολή της παραίτησης του προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας αναδείχτηκαν πολιτικά ζητήματα και θέματα λειτουργίας που απασχολούν με οξυμμένο τρόπο μέλη, συνδικαλιστικά στελέχη που προηγουμένως σιωπούσαν, συνεργαζόμενους και συμμαχικά σχήματα. Η παραίτηση ανακλήθηκε τελικά, όμως τα προβλήματα είχαν ήδη τεθεί. Τα ζητήματα σήμερα είναι πολλαπλά, συχνά με διαφορετικές αφετηρίες, με πολύ διαφορετικές απόψεις, όμως αποδεικνύουν ότι η κρίση είναι μεγάλη και σε βάθος. Απαιτείται να υπάρξει επιτέλους διαφάνεια και ειλικρινής αντιμετώπιση της κατάστασης.

Πιστεύω ότι για οποιαδήποτε ηγεσία η ευκολότερη λύση μπρος στα λάθη που αναδεικνύει η πραγματικότητα είναι, αντί να δει τις αιτίες τους –που συχνά πονούν και απαιτούν θαρραλέες αλλαγές στη γραμμή- να μένει αμετακίνητη στην εξουσία της και στις θέσεις της. Δεν είναι όμως αυτή η στάση που πρέπει να διακρίνει τον καπετάνιο εν ώρα φουρτούνας. Στο κάτω κάτω, αυτή τη στιγμή δεν απειλείται η ηγεσία από κάποια άλλη πλειοψηφία. Αναζητείται μια συνεννόηση για μια συνετή στάση, για διόρθωση της γραμμής και στροφή όπου χρειάζεται. Η θέση ότι αυτά γίνονται μόνο σε συνέδρια είναι ψευδεπίγραφες δικαιολογίες. Οι αλλαγές ετοιμάζονται πριν τα συνέδρια, μέσα στις Κεντρικές Επιτροπές και μέσα σε όλο το κόμμα, όπου πρέπει να γίνονται συζητήσεις κυρίως μέσα στις οργανώσεις με την ενεργή συμμετοχή των μελών. Τα ξαφνικά συνέδρια γίνονται με το στόχο των εκκαθαρίσεων και του ξεκαθαρίσματος λογαριασμών. Αυτή όμως η επιλογή βρίσκεται πάντα πρώτα στο χέρι της ηγεσίας.

Αυτή τη στιγμή η βάση του κόμματος ζει την κρίση χωρίς να έχει αντιληφθεί το βάθος της και τους κινδύνους μεγάλης συρρίκνωσης. Η ηγετική ομάδα, όμως, στην τακτική που ακολουθεί μέχρι τώρα μέσα στις κομματικές συζητήσεις είναι να συγκαλυφθούν τα ζητήματα που έχουν προκύψει και να μην γίνει μια ειλικρινής πολιτική συζήτηση στις γραμμές μας, αφαιρώντας έτσι και τη δυνατότητα εξεύρεσης διεξόδου. Αν δεν υπάρξουν πολιτικές αλλαγές στη γραμμή και στον συχνά υπεροπτικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε την κοινωνία αλλά και τα μέλη μας, τότε και στην κοινωνία δεν θα έχουμε πρόσωπο και στο κόμμα μας θα δυναμώσει το ρήγμα.    

Επικεντρώνομαι σε τέσσερα ζητήματα: α. η στρατηγική μας και ο «τρίτος πόλος», β. αριστερός ευρωπαϊσμός, γ. η εκλογική μας συρρίκνωση στην Αθήνα, δ. ο ΣΥΡΙΖΑ.

Α. Η ηγετική ομάδα υποστήριξε αρχικά ότι η θέση που πρόβαλε την τελευταία εβδομάδα για τον τρίτο πόλο, είναι διατυπωμένη μέσα στα κείμενα του ΣΥΝ. Στη συνέχεια άλλαξε επιχειρηματολογία και προσκόμισε ντοκουμέντα που μιλούν για συμπαράταξη της Αριστεράς. Τα κείμενα των πιο τελευταίων μας επεξεργασιών στο προγραμματικό συνέδριο του 2009 συνειδητά παραλείπονται. Η κριτική συντρόφων ότι ο τρίτος πόλος είναι θέση ανυπόστατη από τη στιγμή που το ΚΚΕ συστηματικά μας εχθρεύεται και από τη στιγμή που τους Οικολόγους τους διώξαμε εμείς οι ίδιοι το 2007, δεν εισακούγεται.

Η ουσία όμως είναι ότι η ηγεσία αφήνει να καλλιεργείται στα μέλη η αντίληψη ότι τελικά δεν μας αφορά η διακυβέρνηση της χώρας, ούτε εάν παραμείνει η Νέα Δημοκρατία, ούτε καν αν ανεβαίνει ο κίνδυνος κυβερνητικής σύμπραξης Δεξιάς με το ΛΑΟΣ. Η ηγεσία δημαγωγεί στο ζήτημα της κεντροαριστεράς και τελικά αποκρύπτει από την κομματική βάση τις διεργασίες που αυτή τη στιγμή γίνονται μέσα στα βασικά κόμματα του ΚΕΑ (Γερμανία- Γαλλία), ακόμα και για συνεργασίες σε κυβερνητικό επίπεδο.

Κατά βάθος το δικό μας πρόβλημα είναι αν θέλουμε να έχουμε μια στρατηγική αντίληψη για την κοινωνία και την πολιτική. Πραγματικά σήμερα οι προϋποθέσεις μονιμότερων συνεργασιών με το ΠΑΣΟΚ δεν υπάρχουν, παρά τη συχνά κοινή στάση σε θέματα στο Κοινοβούλιο, στην Αυτοδιοίκηση, στα κινήματα. Επίσης, η εχθρική στάση του ΚΚΕ μπορεί στο μέλλον να αλλάξει, εφόσον αλλάξει η ηγεσία και η σημερινή πολιτική. Η σχέση με τους Οικολόγους μπορεί να γίνει στενότερη, εφόσον ανοίξουμε θέματα για την πράσινη ανάπτυξη και επιδιώξουμε κοινά μέτωπα πάλης. Το θέμα λοιπόν για μας είναι εάν στρατηγικά αντιλαμβανόμαστε τη διάταξη των πολιτικών δυνάμεων έτσι ώστε η Αριστερά να έχει ενεργό ρόλο για τη διαμόρφωση της νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας που φέρνει ριζική στροφή στον τόπο.     

Β. Η κριτική που συχνά διατυπώθηκε ότι στις ευρωεκλογές, αλλά και προηγουμένως, χάθηκε από τη φυσιογνωμία μας ο αριστερός ευρωπαϊσμός, έμεινε αναπάντητη. Αφέθηκε να εννοείται ότι πρόκειται για μια έννοια κενή περιεχομένου κι ότι η ασάφεια αν είμαστε τελικά υπέρ της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει πολλή σημασία.

Έγιναν πολλές προσπάθειες προ των εκλογών στην ΚΠΕ του ΣΥΝ και πριν την συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ του Απρίλη προκειμένου να γίνουν διορθώσεις στη γραμμή της ευρωδιακήρυξης, αυτό όμως αποκλείστηκε από την ηγεσία.

Είχα προηγουμένως γράψει αναλυτικό άρθρο στην ΑΥΓΗ, όπου επεσήμανα ότι η διακήρυξη αυτή κινείται σε αντίθετο μήκος κύματος από τις θέσεις της ευρωδιακήρυξης του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, επειδή ασπάζεται περισσότερο τις γενικόλογες αντισυστημικές αντιλήψεις του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος (NPA) της Γαλλίας. Η στενότερη συμπάθεια προς την πλατφόρμα αυτού του κόμματος φάνηκε ακόμη καθαρότερη στη μοναδική συγκέντρωση που είχαμε ομιλητές από το εξωτερικό, στα εγκαίνια δηλαδή του εκλογικού μας κέντρου στην Πανεπιστημίου, όπου ένας από τους βασικούς ομιλητές ήταν εκπρόσωπος αυτού του κόμματος. Τελικά, στις εκλογές το NPA απέτυχε να εκλέξει ευρωβουλευτή, ενώ πολύ καλύτερα πήγε η συνεργασία του ΚΚ Γαλλίας με τους σοσιαλιστές του Μελανσόν, που εξέλεξαν 4 ευρωβουλευτές.

Αποδεικνύεται ότι αυτό που συνολικά μετρά είναι η ίδια η φυσιογνωμία που τα κόμματα εκπέμπουν στην κοινωνία μέσα από τα προγράμματά τους και τους εκπροσώπους τους και μέσα από τη δράση τους. Οι οικολόγοι της Γαλλίας που είχαν μεγάλη άνοδο είναι γνωστό ότι, όπως και οι οικολόγοι της Γερμανίας, δεν είναι μόνο ακτιβιστές. Αλλά μέσα σε περίοδο οικονομικής κρίσης προέβαλαν την προοπτική της πράσινης ανάπτυξης, ενώ έπαιξε ρόλο και ότι έχουν ήδη λάβει μέρος στο παρελθόν σε κυβερνήσεις συνεργασίας με τους σοσιαλιστές. Ταυτόχρονα, οι σοσιαλδημοκράτες συρρικνώθηκαν γιατί δεν έχουν καταφέρει να εκφράσουν διαφορετικό λόγο ούτε σε προγραμματικό επίπεδο, ούτε σε επίπεδο κοινωνικών συμμαχιών. 

Όλα αυτά τα ζητήματα πρέπει να γίνουν αντικείμενο βαθειάς συζήτησης και μέσα στο ΚΕΑ, όπου τα κόμματά του είχαν στασιμότητα πλην εξαιρέσεων ή και κάμψη. Είναι γεγονός ότι στις πλατύτερες μάζες των ευρωπαίων πολιτών η κριτική προς τη δεξιά ηγεσία της Κομισιόν εκφράστηκε μέσω της μεγάλης αποχής. Ταυτόχρονα όμως, ο ευρωσκεπτικισμός που προωθήθηκε κυρίως μέσα από την αμερικανική επιρροή σε κόμματα της ανατολικής Ευρώπης και από τις ανερχόμενες ακροδεξιές δυνάμεις σε διάφορες χώρες, αποδεικνύει ότι η Αριστερά οφείλει να παίξει ενεργότερο ρόλο όχι για να ενισχύσει τον ευρωσκεπτικισμό αλλά για να μιλήσει για τη δημοκρατική ενοποίηση της Ευρώπης. Για αυτό το σκοπό πρέπει να αναζητήσει μάλιστα συγκεκριμένες συνεργασίες με σοσιαλδημοκράτες και οικολόγους (π.χ. τώρα για να μην εκλεγεί ο Μπαρόζο).

Η θέση του ΚΕΑ υπέρ μιας εναλλακτικής πρότασης απέναντι στη συνθήκη της Λισαβόνας, θέση που συνειδητά εκσφενδονίστηκε από τη δική μας ευρωδιακήρυξη, εκφράζει ακριβώς αυτή την πρόθεση συμβολής της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στην διαδικασία ενωτικής συγκρότησης της Ευρώπης. Όμως αυτό δεν αρκεί. Αποδεικνύεται ότι τα κόμματα του ΚΕΑ πρέπει να εμβαθύνουν με περισσότερο θάρρος στα πολιτικά θέματα της ενοποίησης, για τη δημοκρατικοποίηση των θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. καθώς και για τα οικολογικά ζητήματα. Και στην Ελλάδα πρέπει να βαθύνουμε σε αυτήν την κατεύθυνση. Αντί να ζητά η ηγεσία του ΣΥΝ να στείλει στο πυρ το εξώτερον τους βουλευτές που με την αποχή τους στην ψηφοφορία για την ευρωσυνθήκη δήλωναν πως συμφέρον της αριστεράς και της χώρας είναι να αντιμετωπιστεί με υπευθυνότητα και βέβαια από θέσεις αντίθεσης στο μονεταρισμό και τον νεοφιλελευθερισμό η ευρωπαϊκή ενοποίηση, θα έπρεπε να αφήσει να ξεδιπλωθούν οι επιχειρηματολογίες χωρίς να στιγματίζονται οι καινοτόμοι και οι απόψεις τους.

Γ. Η εκλογική μας δύναμη έχει υποστεί δραστική μείωση στην Αθήνα, όπου παραδοσιακά συγκεντρώναμε ευρύτερη αποδοχή. Το γεγονός ότι σε πολλά ζητήματα της πόλης –στον Δεκέμβρη, σε κινήματα σε πλατείες και ελεύθερους χώρους, κλπ- αφέθηκε τελικά η δυνατότητα στον αντιεξουσιαστικό χώρο να κερδίζει έδαφος και να διώχνει δημοκρατικές δυνάμεις, είχε τεράστιες επιπτώσεις στη μείωση της ακτινοβολίας μας αλλά και στην ελαχιστοποίηση των δυνατοτήτων που είχαμε πετύχει σε ζητήματα πολιτικά και περιβάλλοντος μέσω της κοινοβουλευτικής δουλειάς, αλλά και της αυτοδιοίκησης.

Δ. Ο ΣΥΡΙΖΑ συγκροτήθηκε ως εκλογικός συνασπισμός αριστερών κομμάτων, δεν αποτελεί δηλαδή έναν οργανισμό με ένα ευρύτερο περιεχόμενο δράσης όπως θα ήταν ένα μέτωπο π.χ. για τον πόλεμο (βλέπε το ΕΑΜ) ή για την κρίση, κλπ. Μάλιστα, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ένα πολιτικό πρόγραμμα στενότερο από αυτό του ΣΥΝ μιας και μέχρι τώρα οι δυνάμεις που τον αποτελούν δεν συζητούν καν για ευρύτερες πολιτικές πρωτοβουλίες. Γιʼ αυτό εξάλλου και έχει συχνά επιχειρηθεί να χρησιμοποιηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ από την πλειοψηφία του ΣΥΝ ως άλλοθι σε βάρος της μειοψηφίας και ως χώρος τελευταία για μονόπλευρες υπερ-αριστερές διευρύνσεις. Παρόλα αυτά, σήμερα αποτελεί πραγματικότητα στην κοινωνία ότι η Κοινοβουλευτική Ομάδα είναι του ΣΥΡΙΖΑ, ευρύτερη δηλαδή από το ΣΥΝ. Άρα, τα θέματα περί κάρτας μέλους, κεντρικού βασικού εκπροσώπου και λοιπά, πρέπει να λυθούν στη βάση της συζήτησης της πολιτικής πραγματικότητας και της πολιτικής προοπτικής του όλου εγχειρήματος. Τα ζητήματα εκεί που έχουμε φτάσει είναι πολιτικά, αλλά και ανθρώπινα. Έχει λείψει όλον αυτόν τον καιρό η διαφάνεια στη λειτουργία της ηγεσίας και φοβούμαι πως οποιαδήποτε «λύση» δοθεί τελικά εκ των άνω και χωρίς πολιτικό περιεχόμενο θα εκληφθεί ως μεθόδευση για την αποκαθήλωση ανθρώπων και απόψεων.

ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ