Πρόσφατα εγκρίθηκαν τα υπηρεσιακά προγράμματα σαράντα πέντε αναγνωρισμένων ελαιοκομικών φορέων, στα οποία περιλαμβάνονται κυρίως δράσεις που αφορούν την ενίσχυση της ποιότητας των προϊόντων και την προστασία του περιβάλλοντος.
Είναι γνωστό ότι η υλοποίηση των προγραμμάτων αυτών προϋποθέτει κανόνες διαφάνειας και αξιοκρατίας, χρηστή διαχείριση και συνεχή παρακολούθηση της ορθής εφαρμογής των στόχων, καθώς και αξιολόγηση των προγραμμάτων αυτών. Με άλλα λόγια τα προγράμματα αυτά είναι μια ακόμη ευκαιρία στη μάχη για να εξασφαλιστεί η ποιότητα και δεν αποτελεί απλά πηγή χρηματοδότησης.
Είναι επίσης γνωστό ότι η απορρόφηση των κονδυλίων που έχουν εγγραφεί σαν δαπάνες για το πρώτο έτος υλοποίησης του προγράμματος, πρέπει να γίνει μέχρι τις 20 Οκτωβρίου. Είναι πιθανό λοιπόν λόγω του χρονικού περιορισμού να υιοθετηθούν διαδικασίες αδιαφανείς, με απευθείας αναθέσεις ή με προβληματικούς διαγωνισμούς.
Ο ΟΠΕΚΕΠΕ μάλιστα προβάλει σοβαρές ενστάσεις για τον τρόπο με τον οποίο έχουν χειρισθεί μέχρι σήμερα οι Οργανώσεις το ζήτημα και ήδη έχει απειλήσει με αναστολή των πληρωμών, αν δεν επιτευχθεί η επιθυμητή διαφάνεια στο χειρισμό μου.
Η κοινοτική χρηματοδότηση συνιστά δημόσια δαπάνη και θα πρέπει να τηρούνται όλοι ο όροι διαφάνειας και αντικειμενικότητας στους διαγωνισμούς.
Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης που προϊσταται της εφαρμογής των υπηρεσιακών προγραμμάτων αυτών, σύμφωνα με τον Κανονισμό του 867/2008, οφείλει να παρακολουθεί και να ελέγχει την υλοποίηση των προγραμμάτων, ώστε να τηρούνται πλήρως οι αρχές της διαφάνειας και αντικειμενικότητας.
Κατόπιν τούτων,
Ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
- Με ποια διαδικασία επιλέγηκαν οι ελαιοκομικοί φορείς που χρηματοδοτήθηκαν από τον Κανονισμό 867/2008 και ποιες εταιρίες υποστήριξαν τις διαδικασίες αυτές;
- Πώς και σε ποιες εταιρίες ανατέθηκε από τους ελαιοκομικούς φορείς η διαχείριση των επιχειρησιακών προγραμμάτων, καθώς και της ολοκληρωμένης διαχείρισης και της ιχνηλασιμότητας;
Η ερωτώσα βουλευτής
Ευαγγελία Αμμανατίδου Πασχαλίδου