Τρεις παρατηρήσεις θέλω να κάνω για τα κεντρικά πολιτικά ζητήματα και δυο σκέψεις για το πώς θα προχωρήσουμε. Δεν ξέρω αν διαβάσατε σήμερα τις κυριακάτικες εφημερίδες αλλά νομίζω ότι τα πρωτοσέλιδα αποτυπώνουν πλήρως το κλίμα των επόμενων ημερών. Και το κλίμα των επόμενων ημερών είναι ότι ήδη η κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά στο αδιέξοδο το οποίο έχει δημιουργήσει ακριβώς επειδή δεν έχει στοχευμένη πολιτική κατεύθυνση στο θέμα της οικονομικής πολιτικής. Εμείς λέγαμε ότι αργά ή γρήγορα θα βρεθεί μπροστά στις αντιφάσεις της πολιτικής της, εμείς προεκλογικά εντοπίσαμε αυτές τις αντιφάσεις και έγκαιρα προειδοποιήσαμε ότι τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα.
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα σε διεθνές επίπεδο φάση, με την αποτυχία του οικονομικού μοντέλου, το οποίο ακολουθήθηκε και δεν μπορείς με τις ίδιες νεοφιλελεύθερες συνταγές να αντιμετωπίσεις την κρίση. Είπαμε, βεβαίως, ότι πρόκειται για δύο προεκλογικά προγράμματα, του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. διαφορετικά, όχι όμως ανταγωνιστικά, εύκολα μπορεί το ένα να μετεξελιχθεί στο άλλο, συμπληρωματικά τα ονομάσαμε, και σήμερα βλέπουμε μαχαίρι στον σκληρό πυρήνα των δημόσιων οικονομικών, σε σταυροδρόμι η κυβέρνηση από τις πιέσεις που ασκούνται από τις Βρυξέλλες. Και προειδοποιήσαμε και στη βουλή την προηγούμενη εβδομάδα στις προγραμματικές δηλώσεις ότι το ζήτημα δεν είναι να μιλάμε για τη γενικόλογη περιγραφή ευχάριστων πολλές φορές στόχων, αλλά πώς θα πάς σʼ αυτούς τους στόχους όταν το κρίσιμο ζήτημα είναι το θέμα της διαπραγμάτευσης και όταν δεν εξηγείς στον ελληνικό λαό τι ακριβώς θα διαπραγματευτείς και τι θα ζητήσεις. Διότι από την απέναντι πλευρά είναι δεδομένο, ήταν για εμάς δεδομένο, είναι δεδομένο τι θα σου ζητήσουν, τη στιγμή που οι δυνάμεις που κυριαρχούν σήμερα στην Ε.Ε. και παρά το γεγονός ότι ο κ. Αλμούνια προέκυπτε από τον σοσιαλιστικό χώρο έχει αυτήν την κατεύθυνση, τη σκληρή νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση, να μειωθεί το έλλειμμα, να πάμε σε δημοσιονομικό νοικοκύρεμα, χωρίς να μας απασχολεί το σημαντικό ζήτημα, που είναι το πώς θα δημιουργήσεις μια αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης της οικονομίας που να μπορεί να αποπληρώνει το χρέος και το έλλειμμα. Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και παγκοσμίως, και οι ΗΠΑ και η Κίνα, στη περίοδο της κρίσης είχαν αύξηση του ελλείμματος. Στη χώρα μας, επίσης, είχαμε μια πολύ μεγάλη αύξηση του ελλείμματος που η προηγούμενη κυβέρνηση, απʼ ότι φαίνεται, επιμελώς την έκρυβε. Το ερώτημα είναι πού κατευθύνθηκε αυτό το έλλειμμα; Υπήρξε μια στοχευμένη πολιτική ώστε να ενισχυθούν οι χαμηλόμισθοι, οι χαμηλοσυνταξιούχοι, να ενισχυθεί η κοινωνική συνοχή, να ενισχυθεί το κράτος πρόνοιας, να δημιουργηθεί μια παραγωγική βάση ώστε να μπορέσεις να έχεις ανάπτυξη με σταθερό αποτέλεσμα μελλοντικά; Δεν υπήρξε.
Και σήμερα το κρίσιμο ερώτημα είναι - θέματα που θέσαμε και προεκλογικά - μπορείς με αυξήσεις χαμηλότερες από την αύξηση της παραγωγικότητας να προχωρήσεις σε αναδιανομή; Προφανώς και δεν μπορείς. Αυτά τα γνωρίζουν και οι πρωτοετείς φοιτητές της ΑΣΟΕE. Μπορείς με τη λογική της διαπραγμάτευσης για τον χρόνο της προσαρμογής να αλλάξεις την κατεύθυνση της πολιτικής; Προφανώς και δεν μπορείς. Μπορείς με την ανοχή στις τράπεζες και στο μεγάλο κεφάλαιο να προχωρήσεις σε πραγματική εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών; Προφανώς και δεν μπορείς. Και όταν είναι στο απυρόβλητο οι τράπεζες, που εμφανίζουν κερδοφορία μέσα στον χρόνο - το 9μηνο του 2009, μέσα στην καρδιά της κρίσης - πάνω από 2δις ευρώ και την ίδια στιγμή εκμεταλλεύονται αυτόν τον ληστρικό μηχανισμό στην Ε.Ε. να μπορούν να δανείζονται απευθείας από την ΕΚΤ με επιτόκιο 1%, όταν το κράτος δεν μπορεί να δανειστεί και μετά να έρχονται να δανείζουν το ελληνικό δημόσιο με 5% και 5,5%. Αυτό είναι μια ληστεία, πρόκειται για χρήματα των ελλήνων φορολογουμένων, και όσο δεν αντιμετωπίζεται είτε με έκτακτη εισφορά είτε με έναν μόνιμο - όπως προτείνουμε εμείς - μηχανισμό με φορολογική μεταρρύθμιση, που θα αυξήσει τους φορολογικούς συντελεστές για τις τράπεζες και το μεγάλο κεφάλαιο, δεν μπορούμε να μιλάμε για δίκαιη πολιτική και για αναδιανομή.
Και έρχομαι στο θέμα των προγραμμάτων stage, ένα θέμα, το οποίο αντιμετωπίζεται με επικοινωνιακό τρόπο. Εμείς το αναδείξαμε εδώ και 5 χρόνια, αλλά δεν αναδείξαμε το πρόβλημα του δημοσιονομικού νοικοκυρέματος, δηλαδή να βρούμε μια ευκαιρία να περικόψουμε δαπάνες στον δημόσιο τομέα. Εμείς, αναδεικνύοντας τα stage, πρωτίστως αναδείξαμε το πρόβλημα του εργασιακού μεσαίωνα. Και με τα stage και με τους συμβασιούχους. Πρωτίστως αναδείξαμε το θέμα της ανασφάλιστης εργασίας, της κακοπληρωμένης εργασίας και πολύ φοβάμαι ότι κάνει λάθος η κυβέρνηση αν προσπαθεί να αντιμετωπίσει το θέμα των stage σαν ένα θέμα της γαλάζιας γενιάς. Δεν είναι το θέμα η γαλάζια γενιά. Υπήρξαν, βεβαίως, και τα καταγγείλαμε, δεν τα υποστηρίζουμε. Είμαστε σαφείς ως προς τις προτάσεις μας. Το ζήτημα δεν είναι η γαλάζια γενιά. Το ζήτημα είναι η ανασφάλιστη γενιά. Το ζήτημα είναι η κακοπληρωμένη γενιά. Το θέμα δεν είναι οι 40.000 - ή οι 180.000 μαζί με τους συμβασιούχους - που είχαν αυτήν την κακοπληρωμένη εργασία στον δημόσιο τομέα. Το ζήτημα είναι τα εκατομμύρια των νέων εργαζομένων, κυρίως στον ιδιωτικό τομέα, όπου εργάζονται με επισφαλείς συνθήκες εργασίας με τη μορφή της μερικής απασχόλησης, με τη μαύρη εργασία, όπου ξέρουμε ότι εργάζονται σε συνθήκες τρομοκρατίας, που δεν τους επιτρέπουν να έχουν συνδικαλιστικά δικαιώματα. Αυτό είναι το μεγάλο θέμα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Και τα stage είναι ένα κομμάτι του συνολικότερου συστήματος του εργασιακού μεσαίωνα, της ανασφάλιστης και κακοπληρωμένης εργασίας, που πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε. Η σαφήνεια των προτάσεών μας στο θέμα αυτό και η ορθότητα των θέσεων μας φάνηκε από το γεγονός ότι υπεστήκαμε κριτική και από τη μία και από την άλλη πλευρά, άρα μάλλον είμαστε στη σωστή κατεύθυνση. Μιλάμε για την ανάγκη να σταματήσει αυτός ο ρουσφετολογικός μηχανισμός και στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, μιλάμε για την ανάγκη να υπάρξουν, βεβαίως, αξιοκρατικά κριτήρια στις προσλήψεις αλλά και διακηρύξεις νέων θέσεων εργασίας εκεί που υπάρχουν πάρα πολλά οργανικά κενά, ιδίως στον τομέα της Υγείας και της Παιδείας, και βεβαίως, όσοι έχουν προϋπηρεσία, ανάλογα με τον χρόνο προϋπηρεσίας, να έχουν μια μοριοδότηση, η οποία, όμως, δεν θα είναι στον βαθμό που είναι σήμερα. Που θα τους εξασφαλίζει αυτή η μοριοδότηση το να πάρουν τη θέση, να είμαστε ξεκάθαροι. Μιλάμε για έναν εξορθρολογισμό που, όμως, θα συντείνει σε μια κατεύθυνση αξιοκρατίας, σε μια κατεύθυνση που θα αντιμετωπίζει το πρόβλημα όχι ως πρόβλημα δημοσιονομικού νοικοκυρέματος αλλά ως πρόβλημα μαύρης, ανασφάλιστης, κακοπληρωμένης εργασίας.
Η τρίτη παρατήρηση έχει να κάνει με ένα θέμα που προέκυψε χθες. Ένα ενοχλητικό θέμα που προέκυψε στα κανάλια. Και θέλω να πω ότι καλό θα είναι κάποια στιγμή ο Πρωθυπουργός να μας εξηγήσει ποιες ακριβώς είναι οι αρμοδιότητες, τις οποίες έχει αναθέσει στον Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης. Γιατί, μέχρι στιγμής, αυτό που αντιλαμβανόμαστε είναι ότι οι αρμοδιότητες είναι να επικρίνει ή να συμμαζεύει όσους υπουργούς της κυβέρνησης υποπίπτουν στο παράπτωμα να συζητούν, να συνδιαλέγονται με κοινωνικές ομάδες που διεκδικούν, πράγμα που είναι εξαιρετικά κακό φαίνεται και τους επιπλήττει όταν το κάνουν, και ο δεύτερος βασικός ρόλος είναι να περιφέρεται στα κανάλια και να συκοφαντεί, με ψεύδη πολλές φορές, την Αριστερά. Και θέλω να τονίσω εδώ ότι δεν θα ασχοληθώ με τις γελοιότητες και τις συκοφαντίες που είναι σε προσωπικό επίπεδο. Διότι ακούσαμε χθες από το κρατικό κανάλι καθώς και τα ιδιωτικά ότι ο Πρόεδρος του ΣΥΝ μένει στην Εκάλη, στη Δροσιά. Θα του συνιστούσα να μην με αναζητήσει σε αυτές τις περιοχές, είμαι γέννημα θρέμμα Αμπελοκηπιώτης, έμενα για χρόνια στα Εξάρχεια και τώρα μένω στην Κυψέλη. Το σπίτι μου είναι ανοιχτό, αν θέλει να πιούμε καφέ και να συζητήσουμε. Αλλά το ζήτημα δεν είναι εκεί. Το ζήτημα είναι για μια ακόμη φορά ο αλαζονικός τρόπος, αν θέλετε ένας υποτιμητικός λόγος, που επιχειρείται από το ΠΑΣΟΚ να αντιμετωπιστεί η δική μας Αριστερά. Παλιότερα μιλούσαν για την «Αριστερά των σαλονιών» που δεν μπορεί να μας πει τίποτα, σήμερα μιλάνε με τον ίδιο τρόπο. Θα μιλήσουμε επιτέλους με προτάσεις; Και δεν αναφέρομαι στον Αντιπρόεδρο. Αναφέρομαι στον Πρωθυπουργό, διότι προεκλογικά μίλησε για την ανάγκη να υπάρξει ένα άλλο πλαίσιο συζήτησης με την Αριστερά. Αυτό είναι το πλαίσιο της συζήτησης; Εμείς, λοιπόν, αυτό το πλαίσιο συζήτησης δεν θα το ανεχθούμε. Και επειδή έχουμε να πούμε πάρα πολλά και να ασκήσουμε έναν ουσιαστικό ρόλο στην πολιτική ζωή, θέλοντας να πάνε τα πράγματα σε προοδευτική κατεύθυνση και στον κοινωνικό και στον οικονομικό τομέα, και στο θέμα των θεσμών, και στο ζήτημα της διαφάνειας και στα σοβαρά ζητήματα που αφορούν στην προστασία των δικαιωμάτων του πολίτη από αυθαίρετες πρακτικές θα είμαστε παρόντες με τον πολιτικό μας λόγο, με τις διεκδικήσεις μας, με τις αντιστάσεις μας. Δεν θα εκχωρήσουμε αυτό το δικαίωμα και δεν θα ανεχθούμε τέτοιου είδους αντιμετώπιση.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Πιστεύω ότι έγινε μια ουσιαστική συζήτηση στη διήμερη σύνοδο της ΚΠΕ και το βασικό στοιχείο της συζήτησης, το βασικό στοιχείο, αν θέλετε, και της εισήγησης της Π.Γ. ήταν να ανοίξουμε όλα τα ζητήματα, να μην κρύψουμε τίποτα και να οργανώσουμε έναν δημόσια διάλογο για να καταλήξουμε σε αποφάσεις. Δεν έχουμε την πίεση του χρόνου, να πρέπει να καταλήξουμε σήμερα, σώνει και καλά. Κάποιοι σύντροφοι είπαν ότι είναι πιεστικός ο χρόνος σε σχέση με την Πανελλαδική Σύσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ, που είναι τέλη Νοέμβρη. Εγώ νομίζω ότι πρέπει να αξιοποιήσουμε αυτόν τον χρόνο.
Το ζήτημα είναι το εξής: Όταν ανοίγει η συζήτηση σε όλα τα ζητήματα, ο διάλογος που γίνεται ελεύθερα είναι ένας διάλογος που έχει ενδιαφέρον. Γιατί σήμερα ακούστηκαν προτάσεις, σκέψεις και τοποθετήσεις ενδιαφέρουσες από όλες τις πλευρές. Όταν συζητάμε με ειλικρίνεια και χωρίς πίεση, νομίζω ότι η συζήτηση μπορεί να οδηγήσει και σε συνθέσεις κάποια στιγμή. Είναι δύο τα βασικά ζητήματα που έχουμε μπροστά μας. Το ένα είναι τι θα γίνει με την οργανωτική λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ. Εγώ θα ήθελα να επιμείνω στην άποψη των αρχών και πολιτικών. Υπό αυτήν την έννοια, παρά το γεγονός ότι μπορεί να υπάρχουν κάποιες διαφοροποιήσεις σε αυτό που εγώ σκέφτομαι να γίνει άμεσα με αυτά που είπε ο Παν. Λαφαζάνης, συμφωνώ μαζί του. Ότι πρέπει να δούμε την πολιτική λειτουργία, την πολιτική κατεύθυνση. Πρέπει να δούμε τι ΣΥΡΙΖΑ θέλουμε κατʼ αρχήν. Πρέπει να δούμε αν ο ΣΥΡΙΖΑ που επιδιώκουμε, που επιθυμούμε θα είναι στενότερος ή ευρύτερος, αν οι συμμαχίες θα είναι ευρύτερες και όχι στενότερες. Και σʼ αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να κάνουμε ουσιαστική συζήτηση.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Για το οργανωτικό ζήτημα, ας μην γελιόμαστε, υπάρχουν τρεις βασικές κατευθύνσεις. Η μία κατεύθυνση είναι αυτή που περιέγραψε ο Μπαγιώργος και με εξέπληξε, μπορεί να μην πιστεύει ότι πρέπει να πάμε εκεί, είναι, όμως, μια κατεύθυνση, που λέει ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια να έχουμε τον κόσμο μας σε πολλές και διαφορετικές συλλογικότητες, να μετατρέψουμε τον ΣΥΡΙΖΑ σε έναν ενιαίο πολιτικό σχηματισμό, με δημοκρατία. Βέβαια, εκεί, αντιλαμβάνεστε ότι τα κόμματα, οι ενιαίοι πολιτικοί σχηματισμοί δεν συγκροτούνται μόνο στο πλαίσιο το οργανωτικό, το πώς αποφασίζουμε και πώς μετράμε τις δυνάμεις μας, αλλά και στο πλαίσιο μιας ταυτότητας ιδεολογικής και πολιτικής. Τεράστιο ζήτημα. Υπ΄ αυτήν την έννοια, θεωρώ ότι η πρόταση αυτή, η οποία καλοπροαίρετα έρχεται και από πολλούς συντρόφους μας, οι οποίοι καταθέτουν και προτάσεις που είναι συνδεδεμένες με το ολλανδικό μοντέλο, είναι μια πρόταση που νομίζω ότι, σʼ αυτή τη φάση, δεν είναι ώριμη. Και υπʼ αυτήν την έννοια, να ακούσουμε κατʼ αρχάς και ποιοι την υποστηρίζουν. Όχι μόνο μεταξύ μας. Αν υπάρχει ένα μεγάλο μέρος συντρόφων στον ΣΥΡΙΖΑ που την υποστηρίζει. Με αυτήν την έννοια λέω ότι ο διάλογος είναι καλό πράγμα και πρέπει να ανοίξει με τις συνιστώσες. Για να ξέρουμε ποιος υποστηρίζει τι και τι δυναμική έχουν οι απόψεις. Γιατί αν, παρά τη δική μου εκτίμηση, αυτή η πρόταση έχει μια μεγάλη δυναμική, να τη συζητήσουμε ή να αφήσουμε ανοικτό τον ορίζοντα στο μέλλον.
Η δεύτερη πρόταση λέει ότι μια συμμαχία πρέπει να μείνει στενά στα πλαίσια της συμμαχίας, της εκλογικής συμμαχίας. Άρα όσοι συμμετέχουν σε αυτήν έχουν την αυτονομία τους, τις αυτόνομες πολιτικές τους λειτουργίες και η συμμαχία συγκροτείται μόνο στη φάση της ομοφωνίας, συνήθως σε επίπεδο κορυφής, και όπου δεν υπάρχει αυτή η ομοφωνία, ο καθένας κάνει το δικό του. Νομίζω ότι και αυτή είναι μια κατεύθυνση, την οποία η ίδια η ζωή μας οδηγεί στο να την εγκαταλείψουμε. Με την έννοια ότι έτσι ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ το 2004, έτσι ήταν τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του, αλλά δημιουργούσε μια δυναμική, μια δυναμική που μας οδήγησε και στο σημείο να μην μπορούμε να πούμε, όταν σε δύσκολες περιστάσεις βλέπαμε μια παράξενη, αλλόκοτη συμπεριφορά από τους συμμάχους, σας εγκαταλείπουμε. Δεν το είπαμε και σωστά δεν το είπαμε. Άρα λοιπόν αυτήν την κατεύθυνση, την οποία η ίδια η ζωή μας αναγκάζει να την αναθεωρήσουμε και να πούμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μια εκλογική συμμαχία, είναι κάτι παραπάνω. Ότι ο κόσμος μας, ο κόσμος του ΣΥΝ ή ο κόσμος του κοινωνικού ΣΥΝ - για να χρησιμοποιήσω μια έκφραση - αισθάνεται ΣΥΡΙΖΑ πια, δίνει τις εκλογικές μάχες ως ΣΥΡΙΖΑ και ότι υπάρχει και ένα μεγάλο μέρος ανέντακτων, ανεξάρτητα αν όλοι αυτοί προέρχονται από τις παραδόσεις της οργανωμένης αριστεράς και στην πορεία αποστασιοποιήθηκαν ή ενός νέου κόσμο, εν πάσει περιπτώση, που δεν ήταν και στην οργανωμένη αριστερά παλιότερα, ο οποίος αισθάνεται ότι δεν μπορεί να ενταχθεί σε καμία από τις υπάρχουσες συλλογικότητες και θέλει έναν ΣΥΡΙΖΑ. Άρα , πρέπει να βρούμε έναν τρόπο. Και σε αυτόν τον τρόπο έρχεται να απαντήσει μια τρίτη κατεύθυνση.
Μια τρίτη κατεύθυνση, σύμφωνα με την οποία πρέπει να δούμε πώς θα δημιουργήσουμε ένα πλαίσιο κοινά αποδεκτό θεσμικά νομιμοποιημένης δημοκρατικής λειτουργίας για να παίρνονται οι αποφάσεις, χωρίς αυτό το πλαίσιο να αναιρεί την αυτονομία των κομμάτων ή των συλλογικοτήτων που συμμετέχουν. Αυτή η δυσκολία της εξίσωσης και αυτό πρέπει να βρούμε. Υπάρχει μια εισήγηση από την πλευρά του Αλ. Φλαμπουράρη, που νομίζω ότι μπορεί να αποτελέσει βάση συζήτησης. Και εγώ έχω διαφορετικές εκτιμήσεις σε ορισμένα σημεία, αλλά νομίζω ότι μπορεί να αποτελέσει βάση συζήτησης. Ας μην καταλήξουμε, δεν μπορούμε να καταλήξουμε τώρα σε αυτό, μπορεί όμως, σε 15 ημέρες, σε 3 εβδομάδες, σε 1 μήνα, αφού συζητήσουμε και με τους συντρόφους μας στις οργανώσεις και στην Π.Γ. και ανοίξει και ένας δημόσιος διάλογος, θα δούμε. Και αν πάει και η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη 15 ημέρες πίσω, δεν είναι αυτό το ζήτημα, δεν νομίζω ότι θα έχουμε επικρίσεις ως προς αυτό. Αλλά μπορούμε σήμερα αυτό το κείμενο, αυτή τη βασική λογική, επί της αρχής, να την υιοθετήσουμε ως εισήγηση για να ανοίξει ο διάλογος στο κόμμα. Και να ακούσουμε, βεβαίως, και τι έχουν να μας πουν οι σύντροφοι, συναγωνιστές, σύμμαχοι στη Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να αρχίσει ένας διάλογος, ένας ουσιαστικός διάλογος.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που θέλω να επισημάνω είναι ότι δεν μπορούμε να αφήσουμε τα πράγματα ως έχουν. Διότι βρισκόμαστε σε ένα νέο πεδίο, διότι αλλάζει ο εκλογικός νόμος, ο οποίος δημιουργεί ένα διαφορετικό πλαίσιο λειτουργίας του πολιτικού συστήματος, που απαιτεί, προαπαιτεί - έχουμε ή δεν έχουμε διαφωνίες - την εσωκομματική και εσωτερική δημοκρατία, το οποίο είναι βασικό συστατικό. Δεν μπορεί να βρισκόμαστε πια ξανά στα ίδια και στα ίδια. Και ας μην πάμε σε αλλαγή του εκλογικού νόμου. Θα έχουμε δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές σε ένα χρόνο. Η επιλογή των εκπροσώπων μας, των προσώπων που θα διεκδικήσουν την ψήφο των τοπικών κοινωνιών ή οι προσπάθειες που θα γίνουν στις τοπικές Κινήσεις δεν μπορεί να είναι μια επιλογή που θα γίνεται σε ένα αλισβερίσι κορυφής, χωρίς να υπολογίζεται η βούληση των τοπικών κοινωνιών, των οργανώσεών μας, των ανθρώπων που μας στηρίζουν και των μελών του κόμματος και των φίλων του ΣΥΡΙΖΑ και των μελών του ΣΥΡΙΖΑ, των συνιστωσών του. Άρα εδώ πρέπει να εντάξουμε, στη λογική μας για το πώς θα λειτουργούμε, το στοιχείο της δημοκρατίας. Βεβαίως, σεβασμός στην προγραμματική σύνθεση, στον πλουραλισμό των απόψεων. Αλλά ένα σχήμα που θέλει να πάει μακριά και να δημιουργήσει προϋποθέσεις ανασύνθεσης της ευρύτερης Αριστεράς, οφείλει να έχει και το στοιχείο της δημοκρατικής επιλογής. Πέρα από την πλουραλιστική εκπροσώπηση, πρέπει να πάμε σιγά-σιγά και στην προοπτική της ενιαίας έκφρασης.
Το δεύτερο ζήτημα είναι το ζήτημα του ΣΥΝ, του κόμματος. Και θέλω να κλείσω με αυτό. Βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα την παρέμβαση του Αγγ. Μανταδάκη, ο οποίος έθεσε ένα ερώτημα. Μίλησε για την ανάγκη επανίδρυσης του ΣΥΝ. Δεν ξέρω, το έχετε ξανακούσει αυτό; Συνήθως μιλάμε για επανίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά, ο Αγγ. Μανταδάκης το έβαλε σε σωστή βάση. Αν υπάρχει κάτι που πρέπει να δούμε πώς θα το επανιδρύσουμε, δεν λέω να το ξαναφτιάξουμε από την αρχή, εννοώ να βάλουμε σε λειτουργία το κόμμα, να είναι ένα κόμμα των μελών του, ένα κόμμα που θα λειτουργεί μέσα στην κοινωνία, ένα κόμμα που θα παράγει πολιτική και νομίζω ότι αυτό είναι το κρίσιμο. Και το λέω αυτό διότι θέλω να δω καλοπροαίρετα πια και χωρίς καχυποψίες - και όλοι έτσι πρέπει να βλέπουμε - όλες τις κινήσεις που γίνονται. Πήρα πριν από λίγο από έναν πολύ καλό σύντροφο, μέλος του κόμματος είναι, που συμμετέχει σʼ αυτήν την πρωτοβουλία για την αντισυστημική αριστερά…. Έχουν καταθέσει ένα συγκροτημένο πλαίσιο για το πώς θα λειτουργεί ο ΣΥΡΙΖΑ, διαδικασίες, καταστατικά, κανονισμοί, τόσο τοις εκατό ο καθένας, και λέω, μισό λεπτό, για ποιον λόγο υπάρχει αυτή η ανάγκη; Για ποιο λόγο είναι τόσο ελκυστικό σε δικούς μας συντρόφους το ζήτημα του μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο φορέα, γιατί αυτό είναι στην πραγματικότητα. Πρέπει να είναι ελκυστικό διότι πρέπει να υπάρχει - και θα το δούμε, θα αναρωτηθούμε - έλλειμμα στη δική μας κομματική λειτουργία, αφού μέλη μας θεωρούν τόσο ελκυστικό τον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο φορέα, σε κόμμα. Υπό αυτήν την έννοια, λέω την παρέμβαση του Αγγ. Μανταδάκη να μην την πετάξουμε στα σκουπίδια και να αναρωτηθούμε. Εγώ συμφωνώ με την άποψη ότι είναι αναγκαίο να δούμε πώς προοπτικά θα δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για ένα μεγάλο κόμμα της δημοκρατικής και ριζοσπαστικής αριστεράς που θα παίξει καταλυτικό ρόλο στις κοινωνικές διεργασίες, που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία. Αλλά αυτό το κόμμα θα πρέπει να έχει ανοιχτά τα μάτια του και την ενόρασή του τόσο στις εξελίξεις και τις διεργασίες στην πέραν ημών αριστερά, όσο και στις εξελίξεις και τις διεργασίες στον οικολογικό αλλά και στον σοσιαλιστικό χώρο. Γιατί εκεί είναι η μεγάλη δεξαμενή πολιτών που γρήγορα θα απογοητευθούν.
Υπό αυτήν την έννοια, θέλω να κλείσω λέγοντας - γιατί ακούστηκε και μια κριτική και προς το πρόσωπό μου για το θέμα του Συνεδρίου - συντρόφισσες και σύντροφοι, απʼ ότι θα καταλάβατε εισηγητικά, εγώ είπα ότι όλα τα θέματα που άνοιξαν όλο το προηγούμενο διάστημα είναι θέματα ανοιχτά. Στο βαθμό που αυτά τα θέματα μπορούμε να ξεκινήσουμε διεργασίες και διαδικασίες προς την επίλυσή τους, βήμα-βήμα, μπορεί να μην χρειαστεί να πάμε άμεσα σε Συνέδριο. Άλλωστε, το καταστατικό ορίζει ότι το Συνέδριο πρέπει να γίνει τον Φλεβάρη του 2011, αν δεν κάνω λάθος. Αν βεβαίως δούμε ότι τα ζητήματα αυτά μας υπερβαίνουν και ότι θα μπορούσαμε να βρούμε ένα πλαίσιο συναίνεσης - διότι τα συνέδρια στον δικό μας χώρο δεν είναι συνέδρια αρένας, πρέπει να συμφωνήσουμε τι πάμε να επιλύσουμε και να τα συμφωνήσουμε όλοι μαζί - θα μπορούσαμε να φέρουμε το Τακτικό μας Συνέδριο πια, όχι ένα έκτακτο Συνέδριο, και πιο νωρίς από τον Φλεβάρη του 2011. Αλλά, εγώ όταν λέω να ανοίξει συζήτηση για όλα τα ζητήματα, εννοώ να ανοίξει συζήτηση και για αυτό. Ακούστηκε από πολλούς συντρόφους, με ιδιαίτερη ένταση, η άποψη ότι πρέπει να πάμε νωρίτερα. Εγώ νομίζω ότι εδώ είμαστε, και στην προηγούμενη συνεδρίαση της ΚΠΕ. Όμως, το πρώτο που πρέπει να μας απασχολήσει σʼ αυτή τη φάση δεν είναι να εξαγγείλουμε Συνέδριο την Άνοιξη. Είναι να βρούμε τι θα κάνουμε με τη Σύσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ. Και αμέσως μετά, μέσα στον Δεκέμβρη, θα δούμε αν χρειάζεται να πάμε νωρίτερα στο Τακτικό μας Συνέδριο, γιατί όχι και την Άνοιξη, στις αρχές του καλοκαιριού του 2010.