Με Ερώτηση και Αίτηση Κατάθεσης Εγγράφων από 09/11/2009 ζητούσα από τον κ. Υπουργό Οικονομικών και τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) να ενημερώσουν τη Βουλή αναφορικά με τις αναλυτικές μια προς μια χρηματοδοτήσεις της ΕΚΤ κατά τα έτη 2008-2009 προς τις ελληνικές τράπεζες, καθώς και τους ακριβείς όρους αυτών των χρηματοδοτήσεων (διάρκεια, επιτόκιο, είδος εγγυήσεων κλπ) προς μια-μια τις Τράπεζες στις οποίες χορηγήθηκαν.
Δυστυχώς, με το έγγραφο το οποίο έλαβα ως απάντηση (επισυνάπτω), το οποίο κατά παράδοξο τρόπο φέρει την υπογραφή «Διευθυντής- Ιωάννης Κουρής», ουδεμία, στην ουσία, απάντηση λαμβάνω στα ερωτήματά μου, πέραν ενός πίνακα, που επισυνάπτω, και ενός τόμου εκδόσεως της ΕΚΤ (Νοέμβριος 2008), ο οποίος αφορά τη γενική εφαρμογή της Νομισματικής Πολιτικής στη Ζώνη του ευρώ.
Η ανεπίτρεπτη άρνηση απάντησης στις ερωτήσεις μου επιχειρείται ατυχώς να στηριχτεί στην προάσπιση των ίσων όρων ανταγωνισμού ανάμεσα στις Τράπεζες, τόσο στην ελληνική όσο και την ευρωπαϊκή αγορά.
Το επιχείρημα ουδόλως ευσταθεί, αφού οι δανειοδοτήσεις της ΕΚΤ προς τις Τράπεζες σε Ελλάδα και Ευρώπη, είναι δημοσίου συμφέροντος, αφορούν δημόσιο χρήμα και επομένως οφείλουν να υπόκεινται στον απαράβατο κανόνα της πλήρους δημοσιότητας και διαφάνειας.
Πέραν αυτού, κυβέρνηση και ΤτΕ θα μπορούσαν να καταθέσουν στη Βουλή αναλυτικά, μια προς μία, όλες τις χρηματοδοτήσεις της ΕΚΤ προς τις ελληνικές τράπεζες, έστω χωρίς αναφορά του ονόματος της συγκεκριμένης Τράπεζας, σημειώνοντας, όμως, το χρόνο και τους όρους της κάθε μιας χρηματοδότησης! Δεν το έπραξαν! ΘΑ ΤΟ ΠΡΑΞΟΥΝ;
Ο λόγος που οι σχέσεις χρηματοδότησης ΕΚΤ και Τραπεζών, ακολουθούν αυτού του είδους την επιμελημένη μυστικότητα και βαθύτατη κρυψίνοια, είναι απλός:
Η κοινή γνώμη οφείλει να παραμένει σε σύγχυση και στο σκοτάδι αναφορικά με την προνομιακή έως χαριστική, με δημόσιο χρήμα, δανειοδότηση από το ευρωσύστημα των Τραπεζών, η οποία, μάλιστα, αποβαίνει διπλά ληστρική σε βάρος του δημοσίου.
Όπως προκύπτει από τον πίνακα που μου παρέδωσε η ΤτΕ, το υπόλοιπο των δανείων που έχουν συνάψει οι ελληνικές Τράπεζες από την ΕΚΤ, έφτασε το Σεπτέμβριο του 2009 στα 37,9 δισ. ευρώ, από 6,2 δισ. ευρώ το Μάρτιο του 2008. Αυτό σημαίνει ότι οι ελληνικές Τράπεζες διαθέτουν άφθονη ρευστότητα από την ΕΚΤ, η οποία κατά κύριο λόγο προέρχεται από δανειοδότηση με προνομιακό επιτόκιο 1% και με εγγύηση, συνήθως, τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, τα οποία αγοράζουν προνομιακά οι Τράπεζες με υψηλό spread, κερδίζοντας άκοπα από τη σχετική διαφορά πανύψηλα κέρδη, που αντιπροσωπεύουν μια εκσυγχρονισμένη μορφή νόμιμης ληστείας!
Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι ότι αυτή η άφθονη ρευστότητα των Τραπεζών, η οποία εξασφαλίζεται από την ΕΚΤ με το προνομιακό επιτόκιο 1%, δεν διοχετεύεται στην αγορά, αλλά και όση διοχετεύεται αυτό συμβαίνει με πανύψηλα επιτόκια που συνιστούν «τοκογλυφική» εκμετάλλευση επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΤΙ ΚΑΝΕΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΥΠΕΡΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟ ΑΥΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΕΙ ΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ;
Γιατί δεν το αμφισβητεί, αλλά αντίθετα το καλύπτει;
Γιατί δεν διεκδικεί την αλλαγή των σημερινών κανόνων ώστε, ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης και ύφεσης, να μπορεί η ΕΚΤ να δανειοδοτεί τα κράτη-μέλη, πρώτα απʼ όλα εκείνα με υψηλό spread, όπως η Ελλάδα, με ειδικούς προνομιακούς όρους;
Ποια είναι η θέση της κυβέρνησης απέναντι στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για ένα νέο πλαίσιο που θα επιβάλλει την απευθείας από την ΕΚΤ δανειοδότηση των κρατών-μελών, ιδιαίτερα των οικονομικά πιο αδύναμων, με επιτόκιο ανάλογο με εκείνο που η ΕΚΤ δανειοδοτεί τις Εμπορικές Τράπεζες και το οποίο αυτή την περίοδο βρίσκεται στο 1%;