Μιλώντας σήμερα στο ραδιόφωνο «Στο Κόκκινο 105,5» (Ν.Παπαδημητρίου–Α. Παπαδόπουλος), ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρης Παπαδημούλης, δήλωσε μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Έχει ορισμένα χαρακτηριστικά: Ακολουθεί τη συντηρητική πεπατημένη στο περιεχόμενο της πολιτικής που καταγράφει. Τα βάρη πέφτουν κυρίως σε μισθωτούς και συνταξιούχους, τους έντιμους φορολογούμενους –όχι στους πλούσιους, όχι στη φοροδιαφυγή, όχι στις προκλητικές πελατειακές δαπάνες. Είναι όμως συντηρητικός και σε ό,τι αφορά τη μέθοδο κατάρτισής του: Και αυτός ο προϋπολογισμός έχει καταρτιστεί με τη μέθοδο του «μπακαλοτέφτερου», εν πολλοίς αυθαίρετα, λίγο πάνω -λίγο κάτω σε σχέση με τον προηγούμενο, χωρίς να συνδέει τα προβλεπόμενα κονδύλια με μετρήσιμους στόχους και χωρίς να δίνει τη δυνατότητα στη Βουλή να κάνει συζήτηση επί της ουσίας. Και οι τριακόσιοι βουλευτές να θέλουν να μειωθεί ένα κονδύλιο, παραδείγματος χάρη για τους εξοπλισμούς, και να θέλουν να αυξήσουν αντιστοίχως ένα κονδύλι για την παιδεία, την υγεία ή τη στήριξη των ανέργων, δεν μπορούν να το κάνουν. Αυτό προσθέτει στο δημοσιονομικό έλλειμμα και ένα έλλειμμα αξιοπιστίας.
Ζήτησα από το βήμα της Βουλής, από τον κ. Παπακωνσταντίνου, γιατί προηγήθηκα της ομιλίας του, να δεσμευτεί τουλάχιστον ότι αυτός θα είναι ο τελευταίος προϋπολογισμός που συζητιέται έτσι και ότι την επόμενη χρονιά θα συζητήσουμε έναν προϋπολογισμό στόχων και προγραμμάτων, γραμμή –γραμμή. Θα μπορεί η Βουλή να τροποποιεί ένα κονδύλι, αν το θέλει η πλειοψηφία της, δεν θα υπάρχει κομματική πειθαρχία στους βουλευτές της πλειοψηφίας, να γίνει δηλαδή αυτό που γίνεται σε όλα τα κοινοβούλια της Ευρώπης. Ούτε ο κ. Παπακωνσταντίνου ούτε ο κ. Σαχινίδης είπαν τίποτε, χθες και σήμερα, παρότι ο Πρωθυπουργός στις προγραμματικές δηλώσεις είχε τάξει ότι αυτή είναι η τελευταία φορά που συζητάμε με αυτόν τον τρόπο έναν προϋπολογισμό και ότι θα ενισχυθεί ο ρόλος της Βουλής και των Βουλευτών.
Και στον προϋπολογισμό αυτό φαίνεται ότι άλλα λέει το ΠΑΣΟΚ πριν τις εκλογές και άλλα προεκλογικά. Άλλα λέει στο εσωτερικό, άλλα λέει στο εξωτερικό. Παραδείγματα: Εισοδηματική πολιτική: Το ΠΑΣΟΚ όχι μόνο προεκλογικά, αλλά και μετεκλογικά, στις προγραμματικές δηλώσεις και την ομιλία του Γ. Παπανδρέου στο Ζάππειο, έλεγε «αυξήσεις πάνω από τον πληθωρισμό». Ο κ. Παπακωνσταντίνου, πριν από τρεις μέρες, όταν μιλούσε στο City του Λονδίνου στους χρηματιστές, προανήγγειλε μια εισοδηματική πολιτική που θα περιορίσει κατά 4% τις αμοιβές των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα, μέσω των περικοπών των επιδομάτων. Αυτό είναι κραυγαλέα αναξιοπιστία και ανακολουθία. Να σημειώσω επίσης εδώ ότι αυξήσεις πάνω από τον πληθωρισμό σημαίνει πάνω από 2%, διότι ο πληθωρισμός ήδη τρέχει με 2-2,1%, παρότι είμαστε σε ύφεση, εξαιτίας των καρτέλ. Προσθέστε και την ωρίμανση, που είναι κατά κυβερνητικούς υπολογισμούς, 2% και τις προσλήψεις σε ειδικούς τομείς, νοσηλευτές κλπ, για να καταλάβετε ότι με το νούμερο που προβλέπει ο προϋπολογισμός –όχι με το χειρότερο, που ανήγγειλε ο κ. Παπακωνσταντίνου- δεν βγαίνουν τα νούμερα. Άρα έχουμε μια πρώτη ανακολουθία. Μια δεύτερη είναι στο ίδιο το ύψος του ελλείμματος. Ξεκίνησε 9,7%, μετά έγινε 9,1% και ο κ. Παπακωνσταντίνου στο Λονδίνο το πήγε στο 8,7%. Αυτές είναι σημαντικές διαφορές και όχι δεκαδικά στοιχεία, είναι πάνω από 1,5 δισ. ευρώ, χωρίς στο σχέδιο που συζητάμε να φαίνεται από πού θα κοπούν δαπάνες και από πού θα αυξηθούν τα έσοδα. Φοβάμαι ότι για μια ακόμη φορά, όλες αυτές οι ανακολουθίες δίνουν την εξής εικόνα: Ένα ΠΑΣΟΚ που καταγγέλλει -και δικαίως- την πολιτική της Νέας Δημοκρατίας, που «τίναξε την μπάγκα στον αέρα», αλλά την ίδια ώρα ξεχνά τις προεκλογικές του δεσμεύσεις και υιοθετεί την πολιτική που προεκλογικά εμφάνιζε η Νέα Δημοκρατία.»
«Είναι μια πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ που κερδίζει έδαφος και στην κοινωνία και σε όλο το πολιτικό φάσμα. Η ιδέα μας είναι απλή: Να μειώσουμε το κόστος δανεισμού, γιατί πληρώνουμε δισεκατομμύρια οι Έλληνες φορολογούμενοι για την εξυπηρέτηση του χρέους, μετατρέποντας ένα μέρος του εξωτερικού δανεισμού σε εσωτερικό δανεισμό. Να εκδώσει το Δημόσιο έντοκα γραμμάτια και να τα διαθέσει στο ευρύ αποταμιευτικό κοινό, με επιτόκιο χαμηλότερο σημαντικά από αυτό που πληρώνουμε στους εξωτερικούς δανειστές μας, τις εμπορικές τράπεζες, και ψηλότερο από αυτό που δίνουν οι τράπεζες στους καταθέτες για προθεσμιακές καταθέσεις. Έτσι θα κερδίσει και το Δημόσιο, χαλαρώνοντας το βραχνά του χρέους, και η λαϊκή αποταμίευση. Οι μόνοι που δεν θα κερδίσουν είναι το τραπεζικό καρτέλ. Γιʼ αυτό ειλικρινά δεν καταλαβαίνω γιατί η κυβέρνηση παραμένει στη λογική «θα το εξετάσουμε και ενδεχομένως θα το υιοθετήσουμε». Τι βάζουν παραπάνω στη ζυγαριά; Το δημόσιο συμφέρον ή το συμφέρον των τραπεζών;
Έχουμε καταθέσει και άλλες προτάσεις, για την αύξηση των εσόδων μέσα από ένα δικαιότερο, προοδευτικότερο και πιο αναδιανεμητικό στη λογική του φορολογικό σύστημα και μέσα από το δραστικό περιορισμό της φοροδιαφυγής. Επίσης, έχουμε διεκδικήσει και προτείνουμε τον περιορισμό των δαπανών, όχι όμως κόβοντας τις δαπάνες σε μισθούς και τις δαπάνες για το κοινωνικό κράτος, αλλά τις πελατειακές δαπάνες, που τρέφουν το κόμμα-κράτος, τρέφουν εκείνα τα συμφέροντα και εκείνα τα κυκλώματα, που διευκολύνουν το εκάστοτε κόμμα που κυβερνά να αναπαράγει την εξουσία του. Υπάρχει μια μελέτη του κ. Ράπανου, σημερινού διοικητή της ΕΤΕ, που λέει ότι η αποτελεσματικότητα των δημοσίων δαπανών στην Ελλάδα είναι μόλις 62%. Δηλαδή από τα 100 ευρώ που ξοδεύει το Δημόσιο, τα 62 πιάνουν τόπο και τα υπόλοιπα 38 είναι ένα «λίπος» που τρέφει το πελατειακό, κομματικό σύστημα, τη διαφθορά, τα ακριβά δημόσια έργα κι αυτό που ονομάζεται διαπλοκή. Ο μέσος όρος στην ευρωζώνη είναι 78%».
«Ήταν ένα ναυάγιο, μια τεράστια απογοήτευση. Επιμερίζεται και στον ιδιαίτερο ρόλο που έπαιξε η ηγεσία Ομπάμα, που απογοήτευσε πάρα πολλούς που περίμεναν περισσότερα από τον αμερικάνο Πρόεδρο, και στο δραστικό ρόλο που έπαιξαν οι Κινέζοι, αν και δεν φταίνε για όλα αυτοί. Γα μια ακόμη φορά η Ευρώπη, παρότι είχε αυτοδιαφημιστεί ότι είναι στην πρωτοπορία, και ως σύνολο και της Δανικής Προεδρίας, έπαιξε ένα ρόλο είτε ουραγού είτε αρνητικό. Φοβάμαι ότι η απουσία ακόμη και του όρου «νομικά δεσμευτική συμφωνία» σε ό,τι αφορά τις επιδιώξεις της επόμενης συνάντησης στο Μεξικό μετά από ένα χρόνο, και η αποφυγή στόχων έστω και για το 2050, που είναι ένας μακρινός ορίζοντας, προοιωνίζει μια κατάσταση που θα μας γυρίσει πιο πίσω και από το Κιότο. Ο μόνος τρόπος να αντιστραφεί αυτή η πολύ απαισιόδοξη εικόνα, είναι η αντίδραση της κοινωνίας των πολιτών και πλανητικά και σε κάθε χώρα ξεχωριστά, να γίνει τόση, ώστε το πολιτικό κόστος από το ναυάγιο, να βαρύνει περισσότερο από το όφελος που έχουν από τη μη συμφωνία. Δεν έχουμε περιθώρια να περιμένουμε άλλο».
-Μετά την τελευταία συνέντευξη του κ. Αλαβάνου στην Ελευθεροτυπία και του κ. Κουβέλη στη Real News, μήπως τελικά η λύση είναι ένα συνέδριο;
«Δεν το αποκλείω. Πιστεύω ότι το μόνο θέμα αυτή τη στιγμή για τον Συνασπισμό είναι να ξεκαθαρίσει τη σχέση Συνασπισμού – ΣΥΡΙΖΑ. Η άποψή μου είναι ότι ο Συνασπισμός πρέπει να ενισχύσει την ενότητά του, το ρόλο του και στην πολιτική σκηνή και μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Να ενισχύσει τα χαρακτηριστικά της ταυτότητάς του και του προγράμματός του και να πρωταγωνιστήσει έτσι ώστε η πολιτική μας συμμαχία να ανοιχτεί στην κοινωνία, στον οικολογικό και σοσιαλιστικό χώρο, να παίξει το ρόλο μιας στιβαρής αριστερής προγραμματικής αντιπολίτευσης. Να πάψουμε να κοιτάμε τον αφαλό μας.
Ειδικότερα για τη νεότερη παρέμβαση του Αλ. Αλαβάνου, συνεχίζει να με εκπλήσσει δυσάρεστα. Στρέφεται εναντίον όχι μόνο του κόμματος που τον τίμησε για δεκαετίες με τα ύπατα αξιώματα, όχι μόνο εναντίον του διαδόχου που ο ίδιος πρότεινε και συνέβαλε καθοριστικά στην εκλογή του, αλλά στρέφεται και εναντίον της πολιτικής που ο ίδιος ο Αλέκος ακολούθησε στο τιμόνι του Συνασπισμού για χρόνια ολόκληρα. Λυπάμαι γιʼ αυτό και ήλπιζα κάποια στιγμή κάτι να αλλάξει προς το καλύτερο. Πολύ φοβάμαι ότι βρισκόμαστε μπροστά σε πολιτικούς σχεδιασμούς. Ότι επιχειρείται να στραφεί ένα τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ εναντίον του Συνασπισμού με μια δυναμική που οδηγεί σε ρήξη. Μακάρι να πέφτω έξω, αλλά είναι η μόνη πολιτική εξήγηση που δίνω σε αυτές τις επιλογές.
Όσοι πιστεύουν, επιδιώκουν και μιζάρουν στη διάλυση ή στη διάσπαση και τη ρευστοποίηση του Συνασπισμού, κάνουν σοβαρό λάθος. Υποτιμούν το πείσμα, τα ιδανικά και τις προοπτικές δεκάδων χιλιάδων μελών και εκατοντάδων χιλιάδων ψηφοφόρων αυτού του πολιτικού χώρου και την ανθεκτικότητα της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής αριστεράς και θα διαψευστούν από τις εξελίξεις».
To Γραφείο Τύπου