Μετά από μια περίοδο σκόπιμης ασάφειας, διαρροών για τη δημιουργία κλίματος στην κοινωνία, αδιαφανών διαβουλεύσεων στην Ευρώπη, η κυβέρνηση με τον υπό ψήφιση Προϋπολογισμό αποκαλύπτεται μερικώς. Πρόκειται να ακολουθήσει μια σκληρή πολιτική που θα πλήξει την πλειοψηφία των εργαζομένων, των αγροτών, των αυτοαπασχολουμένων και των μικρομεσαίων. Την ίδια στιγμή η ανεργία θα κινείται σε διψήφια νούμερα. Είναι δε απολύτως βέβαιο ότι από τις αρχές του νέου έτους θα δούμε και νέα μέτρα πολύ πιο σκληρά απ΄ αυτά που προβλέπονται στο σημερινό Προϋπολογισμό.
Επιχειρείται από τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές δυνάμεις η Ελλάδα να αποτελέσει ένα παράδειγμα αντιμετώπισης των δημοσιονομικών υπερβάσεων, που σημειωτέον αντιμετωπίζει η πλειοψηφία των κρατών μελών της Ε.Ε.
Είναι λάθος στις σημερινές συνθήκες της βαθιάς οικονομικής κρίσης να μπαίνει ως προτεραιότητα η μείωση των ελλειμμάτων. Κάτι τέτοιο θα βαθύνει ακόμη περισσότερο την ύφεση και ούτε τα ελλείμματα θα περιορίσει. Εδώ βέβαια προκύπτει η ανάγκη για την κατάργηση του Συμφώνου Σταθερότητας, το οποίο πλέον έχει ξεπεραστεί.
Απαιτείται ένας συνολικά νέος σχεδιασμός με ορίζοντα από 7 έως 10 χρόνια, όπου κύριο χαρακτηριστικό του θα πρέπει να είναι μια οργανωμένη δημόσια παρέμβαση με βάση τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, ιεραρχώντας το θέμα της εργασίας ως πρώτο.
Δεν γνωρίζω αν υπάρχουν πλήρως μορφοποιημένες διαφορετικές απόψεις για την οικονομία εντός της κυβέρνησης. Παρόλα αυτά εμφανίζονται κάποιες διαφορετικές προσεγγίσεις. Είναι χαρακτηριστική η κόντρα μεταξύ της κας Κατσέλη και των τραπεζιτών, η οποία οδηγεί σε ένα συμπέρασμα. Αυτή η συζήτηση θα γινόταν με άλλους όρους αν είχε υλοποιηθεί η πρόταση της δημιουργίας ενός δημόσιου πυλώνα στον ελληνικό τραπεζικό χώρο με κορμό την Εθνική Τράπεζα. Επίσης προκύπτει επιτακτικά η ανάγκη του πολιτικού ελέγχου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η έξοδος από την κρίση δεν μπορεί να σχεδιάζεται και να υλοποιείται από τις τράπεζες. Αυτό το μοντέλο έχει κλείσει τον κύκλο του.
To Γραφείο Τύπου