ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Το λόγο έχει τώρα η ειδική αγορήτρια του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κυρία Ευαγγελία Αμανατίδου-Πασχαλίδου.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΑΜΑΝΑΤΙΔΟΥ-ΠΑΣΧΑΛΙΔΟΥ: Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να ευχηθώ και εγώ από τη μεριά μου καλή χρονιά, δημιουργική χρονιά και κοινωνικά δίκαιη. Δυστυχώς, όμως, δεν ξεκινάμε καθόλου καλά το 2010.
Η νέα Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. που με σθένος έλεγε ότι όλα θα αλλάξουν στη λειτουργία του κράτους και πρώτα απʼ όλα στη λειτουργία της ελληνικής Βουλής, ξορκίζοντας τα κακώς κείμενα των προηγούμενων κυβερνήσεων Νέας Δημοκρατίας και ΠΑ.ΣΟ.Κ., προτάσσοντας το συμφέρον της κοινωνίας και ιδιαίτερα των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων, δεν κάνει τίποτα διαφορετικά απʼ ό,τι έκαναν οι προηγούμενοι. Και το λέω αυτό διότι στις πρώτες εκατό μέρες ορόσημο για τη νέα Κυβέρνηση, τα δείγματα γραφής είναι μία πολιτική λιτότητας πλήττοντας ακόμη περισσότερο τα χαμηλά λαϊκά εισοδήματα, ξεχνώντας τις προεκλογικές δεσμεύσεις της.
Η κοινωνική δικαιοσύνη ξεχάστηκε και καλυπτόμενη η Κυβέρνηση πίσω από την οικονομική ύφεση, ζητά να πληρώσουν την κρίση οι εργαζόμενοι, οι μικρομεσαίοι, οι αγρότες, αλλά όχι οι τραπεζίτες και τα πραγματικά υψηλά εισοδήματα, δηλαδή οι έχοντες και κατέχοντες.
Δυστυχώς, η Κυβέρνηση είναι πιστή στις επιταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο Σύμφωνο Σταθερότητας. Το κοινωνικό κράτος έχει συρρικνωθεί τόσο πολύ, που τελικά το ψάχνουμε με το μεγεθυντικό φακό. Χωρίς αύξηση της απασχόλησης και της παραγωγικότητας στους τομείς που έχουμε, δεν πρόκειται να βγούμε από την κρίση και το γνωρίζετε πολύ καλά. Εάν θεωρείτε ότι το αναπτυξιακό μοντέλο που έχει ακολουθηθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια είναι και το δικό σας όραμα, μιας κατά τα άλλα σοσιαλιστικής κυβέρνησης, τότε να περιμένετε κοινωνικές εκρήξεις, τις οποίες δεν μπορείτε να τις χρεώνετε σε κανέναν άλλο, παρά στην ακολουθούμενη πολιτική των τότε κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που έγινε βέβαια και το ανάχωμα για περαιτέρω αντιλαϊκές πολιτικές των κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας και έχουμε τη σημερινή κατάσταση της οικονομίας στη χώρα μας.
Ακούμε για ανάπτυξη, ακούμε για πράσινη ανάπτυξη, όμως δεν ακούμε ούτε βλέπουμε κονδύλια για δημόσιες επενδύσεις. Και μην μου πείτε πως δεν είναι έτσι.
Σαν να μην έφταναν όλα τα άλλα, εν μέσω νυκτός φέρνετε τροπολογίες σε σχέδια νόμου άσχετες με τα Υπουργεία που καταθέτουν τα συγκεκριμένα νομοσχέδια και μάλιστα τροπολογίες οι οποίες είναι αντισυνταγματικές, καθώς αυτό λένε και οι ίδιοι, οι δικοί σας Υπουργοί, τα δικά σας στελέχη, οι Βουλευτές σας.
Αυτό το λέω για την τροπολογία που έχει κατατεθεί στο σχέδιο νόμου για τα καμένα δάση της Αττικής, του Υπουργείου Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μια τροπολογία η οποία αφορά τη φορολόγηση των γονικών παροχών, τα ποτά και τον καπνό.
Χθες στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, στο σχέδιο νόμου για τα καμένα της Αττικής, όπως και εδώ που συζητιόταν το νομοσχέδιο για το Φ.Π.Α., τονίσαμε ότι δεν είναι δυνατόν να φέρνετε μια τροπολογία στην οποία να φορολογείτε τις γονικές παροχές με αναδρομικότητα. Μάλιστα, όταν θα φτάσετε να κάνετε το φορολογικό νομοσχέδιο το οποίο θα ψηφιστεί τελικά από την ελληνική Βουλή, τότε θα δείτε τι υπόλοιπα έχετε, τι έσοδα θέλετε και θα φορολογήσετε ανάλογα τους πολίτες. Οι πολίτες που πληρώνουν ως συνήθως την πολιτική αυτή είναι αυτοί που έχουν μεσαία και χαμηλά εισοδήματα. Ξέρετε, σπέρνετε ανέμους και θα θερίσετε θύελλες.
Κυρία Υπουργέ Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, το ίδιο έγινε και στο σχέδιο νόμου που σήμερα συζητούμε. Κατατέθηκαν και εδώ τρεις τροπολογίες, εκ των οποίων οι δυο είναι μοναδική αρμοδιότητα δυο άλλων Υπουργείων.
Η μια είναι του Υπουργείου Απασχόλησης, που αναφέρεται στην παράταση των ορίων συνταξιοδότησης μητέρων με ανήλικο παιδί αντί της κατάργησης όλου του ασφαλιστικού νομοσχεδίου, αφού και εσείς φωνάζατε για το νόμο Πετραλιά. Η άλλη είναι του Υπουργείου Υγείας για τη λίστα φαρμάκων. Υπάρχει βέβαια και η τρίτη τροπολογία, η οποία αναφέρεται στους ναυτικούς και τις εθελουσίες των εργαζόμενων στον ΟΛΠ.
Η πρακτική αυτή δεν τιμά κανέναν μας και πρέπει να σταματήσει. Πρέπει να έρχονται τροπολογίες του σχεδίου νόμου του ίδιου Υπουργείου και όποιες είναι σημαντικές να κατατίθενται ως αυτόνομα σχέδια νόμου, να γίνεται διαβούλευση με τους αρμόδιους φορείς, να περνούν από την Επιτροπή της Βουλής και μετά να έρχονται προς ψήφιση στην Ολομέλεια.
Κυρία Υπουργέ, στο συγκεκριμένο σχέδιο νόμου που συζητούμε, αναμφισβήτητα η έλλειψη ρευστότητας και η συρρίκνωση του κύκλου εργασιών ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης έχουν προκαλέσει σημαντικά προβλήματα σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό μικρομεσαίων επιχειρήσεων και αγροτών. Αυτές οι επιχειρήσεις, οι αγρότες, οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι ασφυκτιούν αυτή τη στιγμή. Όλοι γνωρίζουμε τα αστρονομικά ποσά που φτάνουν οι ακάλυπτες επιταγές. Όσο περνάει ο καιρός, τόσο πιο δύσκολα γίνονται τα πράγματα.
Η λήψη μέτρων για την ρύθμιση της ρευστότητας της αγοράς δεν ήταν αναγκαία, ήταν λίγο πολύ αυτονόητη. Συνεπώς αυτό το νομοσχέδιο, μολονότι έχει θετικά στοιχεία –ελάχιστα βέβαια κατʼ εμάς- κρίνεται σε σχέση με την κομβικότητα του προβλήματος στο οποίο απαντάει.
Φοβάμαι, κυρία Υπουργέ, ότι και αυτό το νομοσχέδιο, όπως και τα άλλα νομοσχέδια που μέχρι στιγμής έχει καταθέσει η Κυβέρνησή σας, απαντά δυστυχώς με μισόλογα σʼ ένα πρόβλημα που ταλανίζει μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας.
Στον πυρήνα του προβλήματος της κρίσης, στο εμπόριο βρίσκεται και η σχέση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Βέβαια εδώ εμπλέκονται και οι αγρότες και οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι, οι οποίοι έχουν και ένα επιπλέον πρόβλημα και το βλέπουμε συνεχώς.
Χτυπούν δηλαδή καμπάνες με ακάλυπτες επιταγές σε αγρότες και κτηνοτρόφους που έχουν δώσει την παραγωγή τους και στην τελική αυτοί οι άνθρωποι βάλλονται ακόμη περισσότερο από την κρίση, διότι –αν θέλετε- δεν έχετε κάνει και εκείνο το μητρώο των εμπορικών επιχειρήσεων, για το οποίο φωνάζουμε εδώ και χρόνια, το οποίο να διασφαλίζει τον κάθε πολίτη που έχει συναλλαγή ή ακόμη και το δημόσιο.
Μιλάω για την εταιρεία που έδινε κρέατα στο Πολεμικό Ναυτικό και πιθανόν και σε άλλες δημόσιες επιχειρήσεις, όπως είπε και ο Υφυπουργός κ. Καρχιμάκης. Χτύπησε κανόνι και τελικά αυτή τη στιγμή αρκετοί κτηνοτρόφοι στη Θεσσαλία και στη Βόρεια Ελλάδα είναι καταχρεωμένοι, διότι έδωσαν παραγωγή και δεν πήραν χρήματα.
Υπάρχει μια άνιση σχέση που κρατά σε ομηρία τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και τους αγρότες με το χρηματοπιστωτικό σύστημα και που δεν επιδιώξατε πραγματικά και ριζικά να θίξετε.
Υπάρχουν δυο σημεία πάνω σʼ αυτό. Κυρία Υπουργέ, δεν ήσασταν σε καμία περίπτωση υποχρεωμένη να στείλετε για γνωμοδότηση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το σχέδιο νόμου που φέρατε πριν από τις γιορτές στην αρμόδια Επιτροπή, πόσο μάλλον που η γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δεν είναι απαραίτητο να λαμβάνεται υπ\' όψιν από το κράτος-μέλος. Ήταν σαφές ότι πρόκειται για ένα αίτημα των τραπεζικών κύκλων, όπως εκφράστηκε και από τον κ. Προβόπουλο και από τον κ. Ράπανο. Γιατί το κάνατε, κυρία Υπουργέ;
Σημείο δεύτερο. Μεγάλο μέρος των διατάξεων του νομοσχεδίου αυτού ήδη εφαρμόζεται από τις τράπεζες. Το είχαμε πει και στην Επιτροπή. Υπάρχει μια εγκύκλιος- Οδηγία 13 της Τράπεζας της Ελλάδος που μπορεί να εφαρμόσει –αν το θέλει βέβαια και η τράπεζα- καλύτερες ρυθμίσεις ή αναδιαρθρώσεις δανείων για τις επιχειρήσεις και τους αγρότες, ακόμη και χωρίς την καταβολή οποιοδήποτε ποσού και με διάρκεια μεγαλύτερη των πέντε ή επτά ετών, δηλαδή δέκα ή δεκαπέντε έτη. Επιπλέον γνωρίζουμε ότι με βάση τις τρέχουσες πρακτικές οι τόκοι υπερημερίας σε όλες τις περιπτώσεις ρύθμισης διαγράφονται.
Φυσικά η εφαρμογή των παραπάνω βρισκόταν έως τώρα –όπως προείπα- και στη διακριτική ευχέρεια των τραπεζών, ενώ από εδώ και πέρα θα κατοχυρώνεται θεσμικά μέσα από αυτό το σχέδιο νόμου που συζητούμε.
Ωστόσο όταν κάτι που ήδη εφαρμόζεται, παρουσιάζεται ως νέο μέτρο και ως τολμηρή παρέμβαση προς όφελος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τότε φοβάμαι ότι βρισκόμαστε πίσω από τις πραγματικές ανάγκες. Θα μπορούσαμε να δούμε, κυρία Υπουργέ, ένα εξαιρετικά μετριοπαθές νομοσχέδιο που, όμως, θα περιελάμβανε τα εξής.
Πρώτον, μεγαλύτερη περίοδο χάριτος και ευνοϊκότερες ρυθμίσεις όσον αφορά τη λαιμητόμο που λέγεται τραπεζικό επιτόκιο. Βέβαια εμείς, ως ΣΥ.ΡΙΖ.Α. -αλλά και πιστεύω κανένας από τους υπόλοιπους συναδέλφους- δεν θεωρούμε την περίοδο χάριτος όπως εσείς την αντιλαμβάνεστε. Η περίοδος χάριτος είναι χωρίς τόκους. Τι περίοδος χάριτος είναι αυτή όταν οι τόκοι εξοφλούνται κανονικά, από τη στιγμή μάλιστα που ενδέχεται να ανέρχονται στο 85% της δόσης, όταν μιλάμε για την αρχή της εξόφλησης ενός δανείου;
Δεύτερον, μεγαλύτερη ευελιξία ώστε να καθίσταται δυνατή η υπαγωγή στη ρύθμιση περισσότερων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αυτοαπασχολούμενων, αγροτών που είναι πνιγμένοι στα δάνεια.
Τρίτον, ρυθμίσεις με βάση το εισόδημα του δανειολήπτη, με την εξασφάλιση βέβαια της προϋπόθεσης ότι θα αποπληρώνεται το δάνειο, διότι υπάρχουν και περιπτώσεις πολιτών ή επιχειρήσεων που είναι επιτήδειοι και δεν θα έμπαιναν στα κλισέ της αποπληρωμής του δανείου.
Δεν λαμβάνεται υπ\' όψιν πουθενά στο σχέδιο νόμου ο μηνιαίος μέσος όρος εισοδημάτων του επιχειρηματία, του γεωργού, του κτηνοτρόφου, γιατί αυτό μπορεί να υπολογιστεί από τα φορολογικά στοιχεία που διαθέτουν οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. και έτσι να είναι ανάλογες οι δόσεις. Βέβαια λαμβάνουμε υπόψη πάντα ότι μέσα στο 2010 η κρίση ίσως βαθύνει ακόμη περισσότερο, άρα θα υπάρχει και συρρίκνωση του εισοδήματος.
Πώς θα μπορέσει κάποιος οφειλέτης να μπει σʼ αυτήν τη διαδικασία της ρύθμισης όταν δεν έχει πιο μπροστά ρυθμιστεί πόση θα είναι η δόση του, ανάλογα με το εισόδημά του; Υπάρχουν οικογένειες που πρέπει να ζήσουν. Δεν μπορεί κάποιος ό,τι βγάζει από την επιχείρησή του ή παίρνει από το αγροτικό, γεωργικό εισόδημά του να το δίνει στην τράπεζα. Είναι φύσει αδύνατον.
Τέταρτον, πρόβλεψη ευνοϊκότερης ρύθμισης για τις επιχειρήσεις εκείνες που διατηρούν τις θέσεις εργασίας και τους υπαλλήλους τους. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να στηρίζουμε πολιτικές που στηρίζουν την εργασία και αυτό μπορεί να είναι, αν θέλετε, κυρία Υπουργέ, και ένα κίνητρο για αύξηση της απασχόλησης ή αν όχι για αύξηση τουλάχιστον για σταμάτημα του να χάνονται συνεχώς θέσεις εργασίας. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις κλείνουν και βέβαια βγαίνουν στο δρόμο αρκετοί υπάλληλοι, χωρίς να το θέλουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Και για να περάσω στην ουσία του νομοσχεδίου πιο συγκεκριμένα, ιδιαίτερα προβληματικό μπορεί να αποδειχθεί το γεγονός πως υπάγονται σε ρύθμιση μόνο οι οφειλές οι οποίες θα καταστούν ληξιπρόθεσμες μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Βάσει των εκτιμήσεων σχετικά με τη μείωση του Α.Ε.Π. κατά 0,3% και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων κατά το 2010, είναι εύλογο να υπάρξουν πολλές οφειλές οι οποίες θα καταστούν ληξιπρόθεσμες εντός του 2010 ακόμη και από επιχειρήσεις και επαγγελματίες οι οποίοι κατά το 2009 εμφανίζουν ικανοποιητική κερδοφορία. Η κρίση βαθαίνει και πρέπει να προβλεφθούν οι ακόμη πιο αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία.
Όσον αφορά τη δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών οι οποίες κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μέχρι 1-1-2005 και 1-1-2008 η προϋπόθεση κάλυψης μέχρι 15-4-2010 ποσού ίσου με το 10% της οφειλής που προκύπτει ουσιαστικά αποκλείει πάρα πολλούς οφειλέτες. Όσοι από τους οφειλέτες οι οποίοι έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες καταφέρουν να αποπληρώσουν το 10% της εναπομείνασας οφειλής εντός τριών μηνών είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα χρειαστεί να προβούν σε ρευστοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων, που με τη σειρά τους συνεπάγονται συρρίκνωση του κύκλου εργασιών και απολύσεις. Αν είχαν, κυρία Υπουργέ, το 10% νομίζω ότι δεν θα περίμεναν το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου, αλλά θα πήγαιναν κατευθείαν στην τράπεζα και θα έκαναν τη ρύθμιση των χρεών τους.
Επιπλέον, για να πάω στις ενήμερες οφειλές, η υπαγωγή τους στις σχετικές ρυθμίσεις υπόκειται σε τέτοιες προϋποθέσεις, οι οποίες αντικειμενικά αποκλείουν πάρα πολλές κατηγορίες οφειλετών, που μπορεί να είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αλλά και αγροτών που κάνουν και κάποια μεροκάματα. Το είχαμε πει και τότε στην Επιτροπή ότι υπάρχουν οι αγρότες που δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα διότι δεν έχουν εκείνα τα εισοδήματα που απαιτούνται, δεν έχουν και τις αγροτικές εκτάσεις, είναι και η λειτουργία των καρτέλ, της ασύδοτης αγοράς και έτσι κάνουν και κάποια μεροκάματα. Αυτοί γιατί αποκλείονται;
Το γεγονός αυτό θα σημάνει το κλείσιμο κάποιων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, σίγουρα τη συρρίκνωση δραστηριοτήτων, και το σημαντικό είναι ότι θα υπάρχει κι άλλη αύξηση της ανεργίας αλλά και ερημοποίηση της υπαίθρου. Αν εντάσσονταν και άλλες κατηγορίες οφειλετών θα επιβαρύνονταν υπέρμετρα οι όροι κεφαλαιακής επάρκειας των πιστωτικών ιδρυμάτων, κυρία Υπουργέ; Εμείς θεωρούμε πως όχι, γιατί βάσει της ενδιάμεσης Έκθεσης για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα, της Τράπεζας της Ελλάδος, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας αυξήθηκε από 9,4% σε 10,9% σε επίπεδο τραπεζικών ομίλων και από 10,7% σε 12,4% σε επίπεδο εμπορικών τραπεζών από το Δεκέμβριο του 2008 έως και τον Ιούνιο του 2009, αγγίζοντας τα επίπεδα του τέλους του 2007. Σύμφωνα με την ίδια Έκθεση, διακόσιες πενήντα επιχειρήσεις από δείγμα της βάσης δεδομένων της ICAP εμφάνισαν μείωση των κερδών προ φόρων κατά 51,5%. Επομένως η απουσία γενικευμένων δυνατοτήτων ρύθμισης των ενήμερων οφειλών δεν θα έφθανε ούτε το χρηματοπιστωτικό σύστημα σε κατάρρευση, ούτε θα επιδοτούσε επιχειρήσεις οι οποίες δεν θα είχαν πρόβλημα.
Όσον αφορά τον «ΤΕΙΡΕΣΙΑ» είναι θετικό το ότι χορηγείται μια γενικευμένη αμνηστία και διαγράφονται όλα τα αρχεία των αγροτών και των αγροτικών επιχειρήσεων, εφόσον έχουν εξοφλήσει τις οφειλές τους, είτε θα τις εξοφλήσουν μέσα σε τρεις μήνες από την ψήφιση του νόμου. Ωστόσο, πέραν της ορθής κίνησης για την κατάργηση του μέτρου που στερεί το βιβλιάριο επιταγών κατά τα άλλα επιχειρείται μια περιορισμένης έκτασης παρέμβαση στη λειτουργία του «ΤΕΙΡΕΣΙΑ».
Κυρία Υπουργέ, είναι δίκαιο και πλέον ώριμο το αίτημα που βάζουμε για την αντικατάσταση της «ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε». από μια δημόσια Υπηρεσία η οποία δεν θα στιγματίζει πολίτες, αλλά θα λειτουργεί στη βάση μηχανισμών που θα μπορούν να διαχωρίζουν τους κατʼ επάγγελμα κακοπληρωτές από τους επιχειρηματίες οι οποίοι βρίσκονται σε πραγματική αδυναμία να ανταποκριθούν στις όποιες υποχρεώσεις τους, χωρίς να τους στερεί τη δυνατότητα επαγγελματικής ανάκαμψης. Δυστυχώς πολλοί συμπολίτες μας είναι γραμμένοι είτε στον «λευκό» είτε στον «γκρίζο» «ΤΕΙΡΕΣΙΑ» και πρέπει να σταματήσει αυτό.
Εμείς έχουμε καταψηφίσει το σχέδιο νόμου επί της αρχής. Θα τοποθετηθούμε το απόγευμα και για τα άρθρα. Πάντως θα μπορούσατε να απεμπλακείτε από τη θηλιά των τραπεζών και να κάνετε καλύτερη πολιτική υπέρ των αδυνάτων. Αυτό χρειάζεται πολιτική βούληση και τολμήστε το, για να υπάρξει και μια ανάκαμψη της οικονομίας της χώρας.
Σας ευχαριστώ.