Πρόσφατα, ο αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης κ. Θ. Πάγκαλος «ξανακτύπησε». Όπως γράφτηκε στον τύπο (ΝΕΑ 28/1), «η, υπό τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Θ. Πάγκαλο, Διϋπουργική Επιτροπή, αποφάσισε χτες την κατάργηση εποπτευομένων από το Δημόσιο οργανισμών και επιχειρήσεων, καθώς και τη συγχώνευση αρκετών άλλων». Όπως αναφέρεται, «αξιολογήθηκαν» τουλάχιστον 200 φορείς και τέθηκαν συγκεκριμένοι χρονικοί στόχοι για την οριστική απόφαση.
Αντιμετωπίζοντας την εξαγγελία αυτή με σκεπτικισμό, επειδή παρόμοιες εξαγγελίες αναδιάρθρωσης, πότε για 200, πότε για 400 και πότε για 1700 φορείς του δημοσίου, έχουμε δει πολλές φορές στο παρελθόν, χωρίς κανένα τελικό αποτέλεσμα, θα σταθούμε εδώ στη διαδικασία, γιατί έχει κατά τη γνώμη μου μεγάλη σημασία. Δηλαδή, αν πράγματι έχει αποφασίσει η σημερινή κυβέρνηση να προβεί σε αναδιάρθρωση, πως θα πραγματοποιηθεί αυτή;
Επειδή στα δημοσιεύματα αναφέρονται συγκεκριμένοι φορείς, διερωτόμαστε πότε πρόλαβε η κυβέρνηση να συντάξει, μέσα στο σύντομο διάστημα διακυβέρνησης, μία ολοκληρωμένη έκθεση για τον δημόσιο τομέα (συγκρότηση, προβλήματα) με βάση την οποία να προχωρήσει σε συγκεκριμένες αποφάσεις.
Διερωτόμαστε, επίσης, αν έχει πραγματοποιηθεί κάποιος στοιχειώδης διάλογος με τις διοικήσεις των συγκεκριμένων φορέων και τα συνδικαλιστικά τους όργανα.
Διακηρύξεις έναντι πράξης
Από τα κόμματα που μας διακυβέρνησαν, παρά τις πλείστες όσες διακηρύξεις τους, δεν είδαμε καμία μεταρρύθμιση, στην πράξη, για το νοικοκύρεμα του κράτους, την εξυγίανση και τη μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα.
Η πείρα από το παρελθόν έχει δείξει ότι δεν μπορούμε να περιμένουμε από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ μία αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα με θετικό, κοινωνικό και αναπτυξιακό αναπροσανατολισμό. Μέχρι σήμερα αντί για μεταρρυθμίσεις, είδαμε ιδιωτικοποιήσεις, πελατειακή σύσταση και στελέχωση δημόσιων φορέων.
Η Αριστερά αξιολογώντας την πολιτική τους συμπεραίνει ότι τα μέτρα των δύο τελευταίων δεκαετιών εντάσσονται σε ένα ανορθολογισμό όσον αφορά τη συγκρότηση της δημόσιας διοίκησης, με ένα αλαλούμ πολυάριθμων, ακριβών και συχνά άσχετων συμβούλων, με παράκαμψη και υποβάθμιση του στελεχικού δυναμικού των υπουργείων, με νέους φορείς αμφισβητήσιμης σκοπιμότητας, με φάμπρικα ανεξάρτητων αρχών και συνηγόρων. Περίπου 100 νέοι φορείς και υπηρεσίες συστάθηκαν τα πρόσφατα 5, 5 χρόνια που διακυβέρνησε η Ν.Δ.
Έχοντας σαφή εικόνα για τον πελατειακό τρόπο με τον οποίο δομήθηκε η δημόσια διοίκηση, αλλά και τον προσανατολισμό της, είμαστε οι τελευταίοι που θα λέγαμε ότι δεν χρειάζεται αναδιάρθρωση.
Το θέμα λοιπόν δεν είναι οι διακηρύξεις αλλά το πως εφαρμόζονται. Επιπλέον, ο διάλογος για ένα τέτοιο σημαντικό ζήτημα είναι ανύπαρκτος.
Πως βλέπουμε εμείς να προχωρά μία αναδιάρθρωση;
Εμείς προβάλλουμε την ανάγκη της ενδελεχούς ανάλυσης, της μελέτης και αξιολόγησης σε βάθος της υπάρχουσας κατάστασης στη δημόσια διοίκηση, η οποία πρέπει να αποτυπωθεί σε ολοκληρωμένη έκθεση και να έρθει για συζήτηση στη Βουλή.
Ακόμα και το ΙΟΒΕ (ο ερευνητικός φορέας των βιομηχάνων), σε πρόσφατη μελέτη υπό τον κ. Ράπανο, τον οποίο το ΠΑΣΟΚ όρισε διοικητή στην Εθνική Τράπεζα, υιοθετεί και προτείνει το ίδιο. Είναι αναγκαίο, λοιπόν, να καταγραφούν και να συμφωνηθούν τα δεδομένα του προβλήματος πριν προχωρήσει κάποιος σε προτάσεις.
Στόχος η πρόληψη και όχι καταστολή
Στη συγκρότηση της δημόσιας διοίκησης γενικό χαρακτηριστικό υπήρξε η προχειρότητα και φοβόμαστε ότι το ίδιο σκηνικό θα επαναληφθεί και στο μέλλον. Όμως το ΠΑΣΟΚ θα δείξει και πάλι ανευθυνότητα αν την όποια αλλαγή στο δημόσιο τομέα την κάνει βιαστικά για να πάρει εύσημα από Βρυξέλλες. Θα πάρει μεν εύσημα, αλλά θα έχει διαπράξει ένα ακόμη έγκλημα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ισχύον -εδώ και μία 15ετία- θεσμικό πλαίσιο για τη σύσταση νέων φορέων, προβλέπει να έχει προηγηθεί μελέτη! Σήμερα είναι σε ισχύ σχετική ρύθμιση {απόφαση Πρωθυπουργού (ΥΑ Υ189 ΦΕΚ Β953/2006)} η οποία προβλέπει ότι για την σύσταση ή κατάργηση φορέων και υπηρεσιών πρέπει να έχει προηγηθεί μελέτη σκοπιμότητας και οικονομοτεχνική μελέτη, ρύθμιση που όμως γενικά δεν έχουν εφαρμόσει οι κυβερνήσεις. Αυτή η διάταξη στοχεύει στην πρόληψη, στην εξέταση της αναγκαιότητας δημιουργίας κάποιου φορέα και όχι στην καταστολή (εκ των υστέρων κατάργηση κάποιου φορέα), αφού η κατάργηση είναι πιο επώδυνη κοινωνικά.
Τελική φάση
Στη συνέχεια, και με βάση τα συμπεράσματα, πρέπει να ακολουθήσει μελέτη για τις όποιες αλλαγές πρέπει να γίνουν (όπου θα καταγράφονται και οι πιθανές συνέπειες διοικητικές, οικονομικές, απασχόλησης κλπ) και να διεξαχθεί ουσιαστικός διάλογος με φορείς όπως η ΑΔΕΔΥ, η ΓΣΕΕ και προφανώς με τους εργαζόμενους στους οποίους προκαλούνται μεταβολές. Όταν ολοκληρωθεί ο διάλογος και διαμορφωθεί η τελική πρόταση, να έρθει στη Βουλή με τη μορφή νομοσχεδίου για συζήτηση και έγκριση, με αυξημένη πλειοψηφία.
Η ανασυγκρότηση του Δημόσιου Τομέα δεν είναι ένα εύκολο εγχείρημα, χρειάζεται να μελετηθεί σε βάθος και όχι στο πόδι να έχει κοινωνικό και αναπτυξιακό προσανατολισμό ώστε και να έχει την ευρύτερη δυνατή συναίνεση. Προτείνουμε λοιπόν αυτή τη διαδικασία για να αποφευχθούν τα χειρότερα.