Η σύνολη Αριστερά, όλων των αποχρώσεων στη χώρα μας, θα μπορούσε, εν μέσω βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης και πρωτοφανούς όξυνσης των κοινωνικών προβλημάτων, να διένυε, αν όχι μια ζωογόνα φάση ανάκαμψης και αντεπίθεσης, σίγουρα μια ισχυρή ανοδική τροχιά. Κι όμως, παρά τις μεγάλες δυνατότητες προωθητικής πορείας, κάπου φαίνεται ότι έχουμε «κολλήσει». Το ΚΚΕ προσπαθεί να κρύψει, μάλλον απεγνωσμένα, τα δικά του κρισιακά φαινόμενα με μια στείρα αναδίπλωση. Ο «εμφύλιος» ανάμεσα σε ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα με τον ΣΥΝ, όχι μόνο συνεχίζεται, αλλά και με ευθύνη της ηγεσίας του ΚΚΕ μάλλον κλιμακώνεται, προκαλώντας απωθητικά αισθήματα στον κόσμο της Αριστεράς. Στο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ οι παλιές καλές μέρες εμπιστοσύνης έχουν υποχωρήσει. Τα βήματα συνεννόησης και ενιαίας κινηματικής δράσης που είχαν επιτευχθεί στο ΣΥΡΙΖΑ, αντί για αφετηρία μιας μεγάλης αντεπίθεσης, αρχίζουν να μοιάζουν με καλές αναμνήσεις. Την ίδια ώρα, ο ΣΥΝ δυσκολεύεται να δώσει μια νέα θετική ώθηση στο ενωτικό εγχείρημα, ενώ κινδυνεύει από τη δική του εσωστρέφεια, αλλά και την έξαρση κεντρόφυγων τάσεων. Το τελευταίο διάστημα, αντί των πελώριων πραγματικών προβλημάτων της χώρας και της κοινωνίας, κυριαρχούν στους χώρους μας εσωστρεφή διλλήματα, που συχνά προκαλούν άγονες αντιπαραθέσεις. Διλήμματα για το αν θα υπάρχει κάρτα μέλους του ΣΥΡΙΖΑ ή όχι, διλήμματα για την μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ ή όχι σε ενιαίο κόμμα, διλλήματα για τις δυνατότητες ανασύνθεσης της Αριστεράς, για το «μητρώο μελών» και μήνες τώρα στον ΣΥΝ για έκτακτο ή μη Συνέδριο. Όλα τούτα ολίγον έως καθόλου αφορούν την κοινωνία και ιδιαίτερα τους εργαζόμενους. Πολλώ μάλλον λίγη σχέση έχουν με τις μεγάλες προκλήσεις των καιρών, επί των οποίων δοκιμαζόμαστε. Δεν τα γράφω αυτά για να συντηρήσω ένα κλίμα μίζερων διαπιστώσεων και μηδενισμού, το οποίο δυστυχώς ενδημεί το τελευταίο διάστημα. Αναφέρω αυτές τις διαπιστώσεις πρώτα από όλα και κυρίως γιατί θεωρώ ότι τόσο ο ΣΥΝ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν αστείρευτες δυνατότητες και ότι μπορούν γρήγορα να αλλάξουν σελίδα. Σκέψεις, λοιπόν, σε κρίσιμα και επίμαχα σε αυτή την κατεύθυνση.
Πρώτον: Νομίζω ότι συλλογικά οφείλουμε να ξανασκεφτούμε και να συνειδητοποιήσουμε το ιστορικό μέγεθος και το εστιακό βάθος της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης που διανύουμε. Όταν στις αρχές του 2007 έγραφα για την επερχόμενη ύφεση ή κραχ, οι περισσότεροι στον ΣΥΝ, ίσως και στο ΣΥΡΙΖΑ, με έβλεπαν ως «παλαιοντολόγο». Νομίζω ότι και σήμερα συνεχίζουμε στην πράξη να «σφυρίζουμε αδιάφορα» απέναντι στα κρισιακά φαινόμενα και τις πλανητικές συνέπειές τους. Η κρίση δεν πέρασε. Η αβέβαιη ανάκαμψη που σημειώνεται οφείλεται στις οροσειρές από ελλείμματα και χρέη και στο 50% του παγκόσμιου ΑΕΠ, το οποίο σπαταλήθηκε σε μια άνευ προηγουμένου επιδότηση Τραπεζών και πολυεθνικών κολοσσών. Η αναιμική αυτή ανάκαμψη το πιθανότερο είναι ότι, από στιγμή σε στιγμή, θα ξαναπεριπέσει σε ύφεση ή απότομη καθίζηση. Δεν ζούμε μια απλή κυκλική, αλλά μια μεγάλη διαρθρωτική πολυσύνθετη καπιταλιστική κρίση, η οποία δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά και κρίση κλιματικών αλλαγών και όχι μόνο. Ζούμε την πλήρη και παταγώδη χρεωκοπία του νεοφιλελευθερισμού, της αγοραίας «παγκοσμιοποίησης» και του ίδιου του καπιταλισμού. Σε αυτές τις συνθήκες ή ο ανεπτυγμένος καπιταλισμός για να διατηρήσει την ουσία του ή θα ξανασπρώξει τον πλανήτη σε έναν άνευ προηγουμένου συντηρητισμό και περιπέτειες ή η Αριστερά θα βρει τη δύναμη να κλονίσει αυτό το σύστημα με στρατηγική για ένα νέο σοσιαλισμό. Αυτά σημαίνουν οικοδόμηση μιας Αριστεράς στο ύψος εκείνης που μπόρεσε να αμφισβητήσει τον καπιταλισμό, στροφή στη θεωρία για τη θεμελίωση ενός επαναστατικού μαρξισμού του 21ου αιώνα, επαναδιαμόρφωση ενός νέου ταξικού διεθνισμού μακριά από τον κοσμοπολιτισμό της νεοφιλελεύθερης «παγκοσμιοποίησης» και στροφή σε μια εθνική και ευρωπαϊκή στρατηγική προοδευτικής ανατροπής και σοσιαλιστικής μετάβασης, με προσήλωση στο κοινωνικό και ταξικό πεδίο.
Δεύτερον: Η Ελλάδα έχει περιέλθει σε μια νέα ιδιόμορφη «κατοχή» από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές και το διευθυντήριο της Ε.Ε. Ο παλιός Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος έχει επανέλθει με νέο, πολύ χειρότερο, πρόσωπο. Η Ελλάδα γίνεται από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα εθνών, στις παρυφές των σκληρών καπιταλιστικών περιφερειακών ολοκληρώσεων, που τείνουν να ξεπέσουν σε «μισοαποικίες». Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, όχι απλώς υπαναχωρεί από τις περιορισμένες, έτσι κι αλλιώς, δεσμεύσεις της, αλλά και πραγματοποιεί την τέλεια και απόλυτη στροφή, ενώ γίνεται και επικίνδυνη αφού έχει μεταβληθεί σε άθυρμα και εκτελεστικό όργανο των αγορών. Απέναντι σε αυτές τις πρωτοφανείς εξελίξεις ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλουν άμεσα να ξεδιπλώσουν τις σημαίες ενός μεγάλου κοινωνικού μετώπου εξόδου από την κρίση που θα λαμβάνει διαστάσεις εθνικής ανόρθωσης. Ενός κοινωνικού μετώπου που θα συγκεντρώνει υπό την ηγεμονία της σημερινής εργατικής τάξης τα μικρομεσαία στρώματα των πόλεων και της περιφέρειας και το οποίο θα λαμβάνει σύγχρονα αντιιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά, αφού θα θίγει την ίδια την ουσία του συστήματος της διεθνούς εκμετάλλευσης, ενώ θα μας συνδέει με αγωνιζόμενους λαούς και κινήματα στον περίγυρό μας και σε όλες τις ηπείρους.
Τρίτον: Το Πρόγραμμα Σταθερότητας, που συζητείται στις Βρυξέλλες, συνιστά την έμπρακτη εφαρμογή του «νεοαποικιακού» καθεστώτος επιτήρησης, ενώ αποτελεί και την ακύρωση κάθε ίχνους αστικού δημοκρατισμού, αφού περιθωριοποιεί τη Βουλή και μετατρέπει σε κουρελόχαρτο τον Προϋπολογισμό. Το Πρόγραμμα Σταθερότητας είναι στην ουσία Πρόγραμμα αποσταθεροποίησης, ύφεσης, ιδιωτικοποιήσεων, μεγάλης διεύρυνσης της φτώχειας και έκρηξης της ανεργίας. Και αυτό όμως το Πρόγραμμα Σταθερότητας θα πεταχτεί στον κάλαθο των αχρήστων μπροστά στα θυελλώδη αντικοινωνικά μέτρα που θα επακολουθήσουν. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εξωθώντας με την πολιτική της τη χώρα σε μεγάλη ύφεση εντός του 2010 και σε μεγάλη έκρηξη την ανεργία, η οποία θα ξεπεράσει τα ισπανικά επίπεδα, οδηγεί τον κόσμο της μισθωτής εργασίας σε μια μεγάλη πτώση του βιοτικού του επιπέδου, η οποία θα φτάσει το 25% τα επόμενα χρόνια, ενώ το ασφαλιστικό σύστημα εξωθείται στη διάλυση, με ακύρωση του δημόσιου και κοινωνικού του χαρακτήρα. Απέναντι στον επερχόμενο εφιάλτη, η χώρα χρειάζεται ένα νέο σύγχρονο και επιθετικό προοδευτικό πρόγραμμα ρήξης και μετάβασης στο σοσιαλισμό. Μετά από χρόνιες αγκυλώσεις του χώρου μας σε ένα ουδέτερο εκσυγχρονισμό, σε έναν άτολμο και ενσωματωμένο μεταρρυθμισμό και σε ένα αφελή ευρωπαϊσμό, που όλα μαζί έχουν τεθεί σε μεγάλη κρίση και τα οποία μόνο η αποκαλούμενη Ανανεωτική Πτέρυγα νοσταλγεί, έχουμε αρχίσει να διαμορφώνουμε ριζοσπαστικές προοδευτικές προγραμματικές κατευθύνσεις με σοσιαλιστικό ορίζοντα. Είμαστε, όμως, ακόμα στην αρχή αυτής της τιτάνιας προσπάθειας για τη νέα προγραμματική, προοδευτική και σοσιαλιστική απάντηση του 21ου αιώνα. Και κυρίως, είμαστε στην αρχή για να διαμορφώσουμε αιχμές για ένα έκτακτο άμεσο πρόγραμμα ανακοπής του σημερινού κατήφορου και αφετηρίας για μια προοδευτική ανόρθωση.
Τέταρτον: Προϋπόθεση και όρος για όλα τα παραπάνω είναι η εγκατάλειψη κάθε εσωκομματικής ομφαλοσκόπησης και η ανακάλυψη ενός νέου, πλήρως εξωστρεφούς προσανατολισμού του κόμματος. Προσανατολισμού μαχητικής και ουσιαστικής αντιπολίτευσης, πρωτοποριακής παρουσίας σε όλα τα μεγάλα προβλήματα και κοινωνικά μέτωπα. Προσανατολισμού για τη διαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας και την ανάκτηση όσο είναι δυνατόν της πολιτικής και κινηματικής πρωτοβουλίας. Το Αριστερό Ρεύμα συνεισέφερε καθοριστικά για να σταθεί όρθιος ο ΣΥΝ στις αρχές της δεκαετίας του ʼ90 από την αφομοίωση του στον «εκσυγχρονισμό» και στη συνέχεια συνέβαλε καθοριστικά για μια πιο αριστερή ριζοσπαστική ταυτότητα και παρουσία του κόμματος. Σήμερα, χρειαζόμαστε να πάμε ακόμα πιο πέρα. Χρειαζόμαστε ένα κόμμα νέων συλλογικών λειτουργιών και ενιαίας δημόσιας εικόνας στα μείζονα, με πλήρη σεβασμό στις διαφορές, πέρα από προσωποκεντρικές παθογένειες και απολίτικες τάσεις «φέουδα» ή μόνιμες «αντιπολιτεύσεις». Χρειαζόμαστε ένα κόμμα που θα αποκτήσει στέρεες κοινωνικές και ταξικές αναφορές, που θα ζει και θα αναπνέει στους χώρους δουλειάς και τις γειτονιές με τα προβλήματα και τις ανάγκες των εργαζομένων και του περιβάλλοντος.
Πέμπτον: Αν το κεντρικό, άμεσο, κρίσιμο και υπερεπείγον καθήκον της περιόδου μέσα από το οποίο μπορούμε να ανοίξουμε καινούργιους ορίζοντες για όλα τα παραπάνω είναι η απόκρουση της κυβερνητικής πολιτικής και μια νέα συνολική εξωστρεφής κινηματική παρουσία, ένα βεβιασμένο Έκτακτο Συνέδριο, υπό τις σημερινές γενικότερες και εσωκομματικές συνθήκες, το μόνο, ίσως, που θα επιτύγχανε, είναι να ενισχύσει την εσωστρέφεια και ίσως τους άγονους ανταγωνισμούς και την απολίτικη φθοροποιό μάχη για συσχετισμούς. Στον ΣΥΝ, μάλλον, δεν έχουμε έλλειψη Συνεδρίων, αλλά έλλειψη μιας ουσιαστικής συζήτησης για τα κρίσιμα και μεγάλα θέματα, ελλείψεις επεξεργασιών και μελετών για προβλήματα και εξελίξεις, κυρίως, όμως, πρωτοβουλιών και δράσης ανάλογων με τις σημερινές απαιτήσεις. Μόνο αν προσηλωθούμε σε αυτά, το επόμενο διάστημα μπορεί ένα Συνέδριο, στη συνέχεια ή σε δεύτερη φάση, να πάρει άλλα, εξωστρεφή και προωθητικά χαρακτηριστικά και να μην μοιάσει με Συνέδρια που μπορεί να θυμίσουν τις χειρότερες των παραδόσεων της Αριστεράς!
Παναγιώτη Λαφαζάνη
Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου ΣΥΡΙΖΑ
Μέλους της Π.Γ. του ΣΥΝ