Βρισκόμαστε στην Κορώνεια Βόλβη. Σε μια περιοχή, που ενώ είναι αναγνωρισμένη και προστατεύεται από διεθνής συνθήκες, είναι σήμερα εξαιρετικά υποβαθμισμένη. Η λίμνη Κορώνειας, από τη μία φτάνει πριν από χρόνια σε σημείο πλήρους αποξήρανσης, από την άλλη γίνεται λεκάνη απόρριψης επικινδύνων ουσιών, τοξικών, βιομηχανικών λημμάτων και φυτοφαρμάκων. Το αποτέλεσμα , όπως είναι γνωστό, ήταν τραγικό, τόσο για την υγεία των ανθρώπων, όσο κυρίως για τα οικοσυστήματα, με δεκάδες χιλιάδες πουλιά και ψάρια, που ανήκουν σε 30 και πλέον είδη (κάποια από αυτά σπάνια), να βρίσκονται νεκρά.
Μπορούμε να πούμε ότι στις αιτίες καταστροφής αυτής της λίμνης συγκεντρώνονται όλες οι ανεπάρκειες, τόσο της διοίκησης, όσο και του πολιτικού συστήματος. Τα λογής τοξικά απόβλητα που οι γύρω βιομηχανίες-βιοτεχνίες ρίχνουν εδώ και χρόνια αλόγιστα στην Κορώνεια, μαζί με τις εκατοντάδες παράνομες γεωτρήσεις, την έφεραν σ' αυτήν την κατάσταση. Μία κατάσταση για την οποία η Νομαρχία έπρεπε να έχει αναλάβει δράση άμεσα και γοργά. Αντʼ αυτού, ακούμε τον κ. Ψωμιάδη να αποδίδει ευθύνες για τη μη απορρόφηση κονδυλίων της ΕΕ, προς αποκατάσταση της περιοχής, στις καθυστερήσεις της γραφειοκρατίας και στην έλλειψη επιστημονικού προσωπικού. Επειδή πατρίδα μας ( Κύριε Ψωμιάδη ) πρώτα από όλα είναι η φύση, θα περιμέναμε αντί να χύνονται κροκοδείλια δάκρυα, να έχει αντιμετωπισθεί το πρόβλημα με μεγαλύτερη ευαισθησία και αποφασιστικότητα.
Αντί όμως να δοθεί βάρος και να παραχθεί έργο για την άρση των αιτιών που οδηγούν σε αυτήν την κατάσταση, εδώ και 15 χρόνια, τόσο επί Νομαρχίας Παπαδόπουλου (ΠΑΣΟΚ), όσο και επί Νομαρχίας Ψωμιάδη, όλο το παιχνίδι στήθηκε πάνω σε μεγάλα τεχνικά έργα, αμφίβολης αποτελεσματικότητας και με άγνωστες συνέπειες. Κατασπαταλήθηκαν κονδύλια για να στηθεί μια φάμπρικα μελετών, που καθυστερούσαν τόσο ώστε μόλις τελείωναν ήταν πλέον άκαιρες λόγω αλλαγής δεδομένων και απορρίπτονταν από το πρώην ΥΠΕΧΩΔΕ. Και ο χρόνος περνούσε, η υποβάθμιση συνεχιζόταν, και τα κονδύλια του Ταμείου Συνοχής έμεναν αναξιοποίητα…
Οι παραλείψεις και οι λανθασμένοι χειρισμοί της πολιτείας, τόσο της κεντρικής διοίκησης, όσο και -κυρίως- της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, για αυτή την καθυστέρηση είναι φανερό ότι προκάλεσαν μια μεγάλης κλίμακας βλάβη στην άγρια ζωή της περιοχής. Και, επίσης οδήγησαν την Ελλάδα σε μια ακόμη παραπομπή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την υποβάθμιση της λίμνης και του περιβάλλοντα χώρου.
Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι : βασική προϋπόθεση των χρηματοδοτήσεων των απαιτούμενων τεχνικών έργων από την Κοινότητα, όπως προβλέπεται και από τα εγχώρια master plan που έχουν εκπονηθεί, είναι η ΑΡΣΗ ΤΩΝ ΑΙΤΙΩΝ που οδήγησαν στην υποβάθμιση της λίμνης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι πρέπει να μπει τέλος στην μόλυνση από βιομηχανίες στα δυτικά της και να προχωρήσει η πολιτεία σε αγροπεριβαλλοντικά έργα, με την ευθύνη της Διεύθυνσης Γεωργίας και του υπεύθυνου τμήματος της Περιφέρειας. Τίποτα από αυτά δεν έγινε.
Όπως όμως είναι γνωστό, κάθε πρόγραμμα έργων αποκατάστασης υποβαθμισμένου οικοσυστήματος περιλαμβάνει, πρώτα και κύρια, έργα ανάσχεσης των αιτιών υποβάθμισης, και συμπληρωματικά βεβαίως έργα όταν τα πρώτα κριθούν ανεπαρκή για να επαναφέρουν το οικοσύστημα σε επιθυμητό επίπεδο. Στις ελλιπέστατες και καθυστερημένες μελέτες που πραγματοποιήθηκαν, γινόταν δεκτό, επιστημονικά α-τεκμηρίωτα, ότι το υγροτοπικό οικοσύστημα έχει υποστεί μη αναστρέψιμη υποβάθμιση. Κι έτσι, αντί να προβούμε σε μέτρα και έργα στην πηγή του προβλήματος, το βάρος δόθηκε σε κατασκευές έργων υψηλού κόστους με παρεμβάσεις τεράστιας κλίμακας. Με αυτόν τον τρόπο, για ακόμα μία φορά, ένα μεγάλο περιβαλλοντικό ζήτημα αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία για business. Business as usual, από αυτούς που θα αναλάβουν μεγάλα κατασκευαστικά έργα αποκατάστασης, ενώ θα συνεχίζουν να υπάρχουν οι αιτίες της υποβάθμισης, και χωρίς τον απαραίτητο σχεδιασμό για μια αειφορική διαχείριση των υδάτινων πόρων.
Μια τέτοια διαχείριση απαιτεί βέβαια ισχυρή πολιτική βούληση, που ειδικά στο ζήτημα των υδάτινων πόρων δεν την έχουμε δει καθόλου. Και πρέπει εδώ να υπενθυμίσουμε την ελλιπή εφαρμογή της Κοινοτικής Οδηγίας πλαισίου για τα ύδατα. Ενώ η τυπική ενσωμάτωσή της από τη χώρα μας είναι πλήρης, ουσιαστικά βήματα εφαρμογής της, όπως η δημιουργία των δικτύων ελέγχου δεν έχουν επιτευχθεί.
Η επί της ουσίας εφαρμογή της Οδηγίας Πλαίσιο για τα Ύδατα καρκινοβατεί, με αποτέλεσμα όχι απλώς να παρέρχονται άπρακτες οι προθεσμίες υλοποίησης συγκεκριμένων μέτρων, αλλά και να χάνονται σημαντικές ευκαιρίες για εκσυγχρονισμό του απαρχαιωμένου εθνικού πλαισίου διαχείρισης του νερού.
Υπάρχουν για παράδειγμα καταγγελίες ότι:
• η λειτουργία της νέας διοικητικής δομής που προβλέπεται από νόμο του 2003, δηλαδή η Κεντρική Υπηρεσία Υδάτων, οι περιφερειακές Διευθύνσεις Υδάτων, η Εθνική Επιτροπή Υδάτων και το Εθνικό Συμβούλιο Υδάτων συστάθηκαν μεν στα τέλη του 2005, αλλά όντας υποστελεχωμένες, υπολειτουργούν.
• αγνοείται η τύχη του Εθνικού Προγράμματος Διαχείρισης και Προστασίας των Υδατικών Πόρων που ανακοινώθηκε τον Μάρτιο του 2008 από το τότε ΥΠΕΧΩΔΕ και θα δινόταν για διαβούλευση και γνωμοδότηση στο Εθνικό Συμβούλιο Υδάτων. Ειδικότερα, το Εθνικό Συμβούλιο Υδάτων ουδέποτε συγκλήθηκε και ουδέποτε απέστειλε Έκθεση στη Βουλή των Ελλήνων για την κατάσταση των υδάτων στη χώρα μας όπως προβλέπει ο νόμος.
• Ενώ το σύστημα παρακολούθησης έπρεπε να είναι λειτουργικό από τα τέλη του 2006, τελικά ανακοινώθηκε ότι θα ολοκληρωνόταν μέχρι τα τέλη του 2009. Δεν υπάρχει ακόμα ενημέρωση αν όντως έχει ολοκληρωθεί. Ενώ η Ε.Ε. ήδη από τον Ιούνιο του 2008 έχει ξεκινήσει εκ νέου προδικαστική διαδικασία για παραλείψεις της χώρας μας στην εφαρμογή της Οδηγίας. Κι αυτό γιατί η Ελλάδα απέτυχε να τηρήσει τις υποχρεώσεις της και να θεσπίσει προγράμματα παρακολούθησης της ποιότητας των υδάτων και διατήρησης της οικολογικής ποιότητας των νερών, και να ενημερώσει εμπρόθεσμα την Ε.Ε. για την αποτελεσματικότητα των μέτρων που έλαβε .
Κι ενώ μέχρι το 2015 υποχρεούται η χώρα μας να λάβει μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας των υδάτινων σωμάτων έως την κλάση της «καλής ποιότητας», βλέπουμε το παράδοξο να επιχειρείται η αποκατάσταση της Κορώνειας με παράλληλη υποβάθμιση της Βόλβης. Για να αναγκαστούμε μετά να λάβουμε εκ νέου μέτρα για να την αποκαταστήσουμε κι αυτήν! Αν είναι δυνατόν να επιχειρείται αποκατάσταση ενός οικοσυστήματος μέσω της υποβάθμισης ενός άλλου!!!
Πρέπει εδώ όμως να τονίσουμε, ότι ο πρόβλημα των υδάτινων πόρων και του περιβάλλοντος γενικά δεν είναι μόνο ζήτημα κακοδιαχείρισης. Είναι ένα πρόβλημα συνυφασμένο με τον τρόπο ανάπτυξης που έχει επιλέξει η χώρα μας. Μια ανάπτυξη, που κινείται σε κατεύθυνση εχθρική προς το περιβάλλον. Το υπʼ αριθμόν ένα πρόβλημα των υδάτινων πόρων της Μακεδονίας-Θράκης είναι ότι κινδυνεύουν από το αποτέλεσμα μίας επιθετικής ανάπτυξης, που δεν έχει λάβει υπόψη της τη φέρουσα ικανότητα των οικοσυστημάτων. Μέσα στο πλαίσιο αυτό, μπαίνουν και επιμέρους τοπικά ζητήματα κακοδιαχείρισης και υπερβάσεων.
Όσον αφορά, από την άλλη, τη σύνδεση της αγροτικής δραστηριότητας με την υποβάθμιση της λίμνης, πρέπει βεβαίως να υπενθυμίσουμε το εξής: Τα αγροπεριβαλλοντικά προγράμματα του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, που πρέπει να εφαρμοστούν στην περιοχή της Κορώνειας καθυστερούν πολλά χρόνια, διατηρώντας τις υδροβόρες καλλιέργειες, ως μόνη εναλλακτική λύση για τους αγρότες της περιοχής. Και ενώ ως πρώτη προτεραιότητα κρινόταν η ανάγκη για αλλαγή του τρόπου άρδευσης και έλεγχο των υπαρχουσών γεωτρήσεων από τη διεύθυνση Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, δεν έγινε απολύτως τίποτα.
Εμείς θέλουμε να τονίσουμε ότι αυτό που ενοχοποιείται για την καταστροφή της Λίμνης δεν είναι η γεωργική δραστηριότητα γενικά. Είναι το επί πολλές δεκαετίες κυρίαρχο μοντέλο γεωργικής παραγωγής. Ένα μοντέλο εντατικής και υπερεντατικής γεωργίας, με μοναδικό στόχο την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αύξηση των παραγόμενων προϊόντων και τη μεγιστοποίηση του κέρδους. Όλα αυτά βέβαια, με την κατασπατάληση των φυσικών πόρων (νερό, έδαφος) και την αλόγιστη χρήση χημικών ουσιών (φυτοφάρμακα, λιπάσματα).
Ανοίγουμε εδώ μια παρένθεση, για να πούμε ότι ιδιαίτερα μετά την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού, υιοθετείται (στον τομέα της γεωργίας ), μια νέα επίθεση κατά του φυσικού περιβάλλοντος. Η δημιουργία των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών, επικαλύφθηκε όχι μόνο πλέον με το περιτύλιγμα της αντιμετώπισης της πείνας, αλλά και με φιλοπεριβαλλοντική χροιά. Υποτίθεται ότι αποσκοπούσε σε δημιουργία φυτών με αντοχή στην ξηρασία και σε προσβολές από έντομα είτε από διάφορες ασθένειες. Υποτίθεται δηλαδή ότι τα μεταλλαγμένα θα έλυναν τόσο το ζήτημα της μεγάλης κατανάλωσης νερού, όσο και της μεγάλης χρήσης φυτοφαρμάκων. Αποκαλύφθηκε γρήγορα όμως ότι εγκυμονούν ένα σωρό κινδύνους τόσο για το περιβάλλον, όσο και για την υγεία μας.
Για να κλείσουμε την παρένθεση, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αγροτική γη είναι κι αυτή δημόσιο αγαθό και μάλιστα πεπερασμένο και προστατεύεται από το Σύνταγμα της χώρας μας. Είναι όμως το ίδιο παραδομένη με το φυσικό περιβάλλον στη ασυδοσία των οικιστικών επεκτάσεων και των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων. Από τη σημερινή, δε, Κυβέρνηση σχεδιάζεται να παραδοθεί σε νέα επιχειρηματικά συμφέροντα, «πράσινα» αυτή τη φορά για εγκατάσταση ΑΠΕ, χωρίς κανένα σχεδιασμό και κυρίως χωρίς να αποβαίνει σε όφελος των ίδιων των αγροτών και των γεωργικών εκμεταλλεύσεων.
Είναι σαφές, πως γεωργία χωρίς νερό δε μπορεί να υπάρξει. Ούτε και ζωή. Το δίλημμα ή γεωργία ή προστασία του περιβάλλοντος είναι πλαστό. Η εξοικονόμηση νερού μπορεί να γίνει με αλλαγή των υδατοβόρων συστημάτων άρδευσης. Να μπει ένα τέλος στα αυλάκια και στα κανόνια ποτίσματος ή πολύ περισσότερο στα καρούλια, όπως συμβαίνει εδώ. Πότισμα, λιπάσματα και φυτοφάρμακα με το σταγονόμετρο, ολοκληρωμένη διαχείριση και βιολογικές καλλιέργειες γύρω από τη λίμνη, αποτελούν βιώσιμες και ορθολογικές λύσεις. Και όχι βέβαια η εγκατάλειψη της γεωργικής δραστηριότητας. Οφείλει λοιπόν για το ζήτημα της Κορώνειας, πέρα από το ΥΠΕΚΑ, να αναλάβει τόσο τις ευθύνες όσο και άμεση δράση το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης.
Εμείς, υποστηρίζουμε ένα μοντέλο γεωργίας πιο ήπιο, που σέβεται το περιβάλλον, τον παραγωγό και τον καταναλωτή, χωρίς να θυσιάζει τη διατροφική επάρκεια. Μια γεωργία που χρησιμοποιεί ορθολογικά ήπια μέσα φυτοπροστασίας και λίπανσης, που στηρίζεται πιο πολύ στην εργασία και την πληροφόρηση. Μια γεωργία που σέβεται τους φυσικούς πόρους, που συμβάλλει στον περιορισμό της διάβρωσης, που περιορίζει την κατανάλωση και τη ρύπανση των υδάτινων πόρων, που προστατεύει τη βιοποικιλότητα και δεν χρησιμοποιεί γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς.
Για εμάς, το μέγα ζητούμενο σήμερα, είναι η διαχείριση των φυσικών πόρων, για την εξασφάλιση οικονομικής ανάπτυξης, με τρόπο που να διασφαλίζει την ποσοτικά επαρκή και ποιοτικά αναλλοίωτη παράδοσή τους στις επόμενες γενιές. Με δυο λόγια, η «αειφόρος ανάπτυξη με επίκεντρο τον άνθρωπο». Αυτό είναι που προσδίδει και το συγκεκριμένο επίπεδο κοινωνικής αναφοράς για να κρίνονται οι δυνάμεις που καλούνται κάθε φορά να τοποθετηθούν απέναντι στην εφαρμογή τέτοιων πολιτικών.
Και θα κριθούμε όλοι και για το τι θα γίνει στην Κορώνεια. Θα κριθεί η πολιτεία, θα κριθεί και η τοπική αυτοδιοίκηση. Γιατί δε μπορούν να καταδικάζουν άλλο μια περιοχή με το λάθος προσανατολισμό της πολιτικής τους, με τις εγκληματικές ανεπάρκειες των ενεργειών τους, με τον ανύπαρκτο συντονισμό και τελικά με την ανευθυνότητά τους. Η κατάσταση της Κορώνειας δεν είναι μοιραία και αναπόφευκτη κατάληξη της εξέλιξης φυσικών φαινομένων. Οφείλεται στην ασύνετη χρήση του οικοσυστήματος επί δεκαετίες. Και μπορεί να αντιμετωπιστεί με τις κατάλληλες ενέργειες.
Αλλά πρέπει και η τοπική κοινωνία να ορθώσει το ανάστημά της. Τίποτα, προς τη θετική κατεύθυνση, δεν πρόκειται να γίνει ερήμην και χωρίς τη δράση της τοπικής κοινωνίας. Εμείς το γνωρίζουμε καλά αυτό. Και η τοπική κοινωνία γνωρίζει καλά πως έχει τις προδιαγραφές, ρυθμίζοντας μεσοπρόθεσμα τη βιομηχανική και αγροτική παραγωγή, να αξιοποιήσει το μεγάλο φυσικό και πολιτιστικό πλούτο της περιοχής, μέσα από ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης. Ένα μοντέλο που και θα προσφέρει καλύτερη ποιότητα ζωής σε όλους και όλες, αλλά και θα κάνει τον καθένα και την καθεμιά περήφανους για τον τόπο τους. Δεν είναι δυνατόν, αυτόν τον πλούτο να τον αφήνουμε άλλο στη μοίρα του. Δεν είναι δυνατόν αυτόν τον πλούτο να τον στερήσουμε από τις επόμενες γενιές. Γιατί, όπως λέει και μια παλιά παροιμία, «Αυτό τον τόπο δεν τον κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας, τον δανειστήκαμε από τα παιδιά μας.»