«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τέσσερις μήνες τώρα κάθε φορά που εισηγούνται στην ολομέλεια και στις επιτροπές οι Υπουργοί της κυβέρνησης, βρίσκομαι τις περισσότερες φορές στην αντίπερα όχθη.
Σήμερα δεν συμβαίνει το ίδιο και θέλω να το επισημάνω. Για εμένα αυτό δεν είναι πρόβλημα, δεν είναι δηλαδή δυσάρεστο γεγονός, είναι ευχάριστο γεγονός. Εν τούτοις όμως οι ανησυχίες μου δεν μειώνονται εξ αυτού. Γιατί;
Γιατί θεωρώ ότι παρουσιάστηκε μια οπτική η οποία κατά τη γνώμη μου είναι στη σωστή κατεύθυνση παρά τις επιμέρους διαφωνίες που μπορώ να έχω και θα τις επισημάνω, εν τούτοις όμως αυτή η οπτική, πολύ φοβάμαι ότι δεν είναι η επικρατούσα ή η κυρίαρχη στην άσκηση πολιτικής της σημερινής κυβέρνησης στο πολύ σημαντικό θέμα το οποίο έχουμε να συζητήσουμε. Ένα θέμα το οποίο δεν είναι μονάχα πολεοδομικό είναι κυρίως και πρωτίστως κοινωνικό.
Έχω την αίσθηση ότι συζητάμε ένα ιδιαίτερα σύνθετο φαινόμενο και πρέπει ως τέτοιο να το δούμε και δεν μπορεί να λυθεί μονάχα με πολεοδομικές παρεμβάσεις, όχι πως αυτές δεν είναι απαραίτητες. Αυτό όμως που χρειάζεται είναι ένας αναπροσανατολισμός όσον αφορά την κοινωνική πολιτική για την ένταξη στον κοινωνικό ιστό ομάδων μεγάλου μέρους πληθυσμού, συγκατοίκων μας, συμπολιτών μας που βρίσκονται στο περιθώριο.
Και θέλω να επισημάνω ότι σε αυτή τη συζήτηση πολλές φορές περισσεύει η υποκρισία για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας αλλά και σε άλλες μεγάλες πόλεις. Και περισσεύει η υποκρισία διότι γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά ότι η πολιτική που ακολουθήθηκε μέχρι σήμερα για την αντιμετώπιση του προβλήματος ήταν μια πολιτική που βασίστηκε στην καταστολή και έχει αποτύχει.
Οι επιχειρήσεις σκούπα που μεταφέρουν το πρόβλημα λίγα μέτρα παρακάτω ή σε μια άλλη περιοχή δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικές. Το θέμα της εγκληματικότητας και της παραβατικότητας είναι ένα πολύ σοβαρό κοινωνικό φαινόμενο και πρέπει ως τέτοιο να το αντιμετωπίσουμε αλλά για να μπορέσει κανείς να το αντιμετωπίσει, πρέπει να δει μια τελείως διαφορετική στοχευμένη κοινωνική πολιτική και μια τελείως διαφορετική κατεύθυνση όσον αφορά τη μεταναστευτική πολιτική της χώρας.
Ως εκ τούτου εγώ θεωρώ σημαντικές τις επισημάνσεις του Υφυπουργού, σε σχέση με το πολιτικό άσυλο. Σήμερα είμαστε η μόνη χώρα στην Ευρώπη που έχει τόσο χαμηλό αριθμό εγκρίσεων στις αιτήσεις πολιτικού ασύλου, αλλά χρειάζεται μια συνολικά διαφορετική πολιτική σε σχέση και με τη μεταναστευτική πολιτική όχι μονάχα σε σχέση με το άσυλο, με τη δυνατότητα παροχής ταξιδιωτικών εγγράφων, γιατί η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των ανθρώπων δεν έχουν ως τελικό προορισμό την Ελλάδα.
Μια στοχευμένη πολιτική κέντρων υποδοχής και όχι στρατοπέδων συγκέντρωσης διεσπαρμένων όχι μονάχα στα μεγάλα αστικά κέντρα αλλά σε όλη τη χώρα, μια πολιτική για τη στέγη, μια διαφορετική πολιτική για την αντιμετώπιση των ναρκωτικών. Διότι είναι ιδιαίτερα υποκριτικό σήμερα να συζητάμε για ευπρεπισμό και αντιμετώπιση του μεγάλου προβλήματος στο κέντρο της Αθήνας, όταν δεν έχουμε να πληρώσουμε τους εργαζόμενους στον ΟΚΑΝΑ, όταν κλείνουν η μια μετά την άλλη οι μονάδες.
Και εδώ δεν μπορεί κανείς να αντιμετωπίσει αυτά τα προβλήματα ούτε με γενικόλογες θεωρητικές προσεγγίσεις, ούτε με την περίφημη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού. Διότι αν δεν υπάρχει οικονομική δυνατότητα στήριξης αυτών των κοινωνικών παρεμβάσεων δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις το πρόβλημα, είναι πολύ απλά τα πράγματα.
Η κατάσταση στο ιστορικό κέντρο πράγματι έχει ξεφύγει από τον έλεγχο, αλλά περισσεύει και η υποκρισία. Περισσεύει η υποκρισία διότι αντιμετωπίζουμε τα θύματα με κατασταλτικό τρόπο και δεν αντιμετωπίζουμε τους θύτες. Δεν αντιμετωπίζουμε τους εμπόρους ναρκωτικών, αντιμετωπίζουμε τα βαποράκια. Δεν αντιμετωπίζουμε τα κυκλώματα πορνείας, αλλά γίνονται διώξεις που αφορούν τις ιερόδουλες. Αυτό είναι μια προσέγγιση η οποία είναι τελείως λαθεμένη. Και στο σημείο αυτό νομίζω ότι πρέπει να μπορέσουμε να δούμε ότι οι παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν σε επίπεδο πολεοδομικό, βεβαίως και πρέπει να προωθηθούν, μικρές ήπιες παρεμβάσεις αστικής αναβάθμισης, αλλά αν δεν αλλάξουμε κατεύθυνση σε ότι αφορά την κοινωνική πολιτική ένταξης νομίζω ότι το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε δεν θα λυθεί.
Και εδώ, υπάρχουν και μια σειρά από μύθοι. Μια σειρά από μύθοι. Αναφέρθηκα και στη συζήτηση για το θέμα της ιθαγένειας στην ολομέλεια της Βουλής σε μια έρευνα του Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών, που έγινε μια έρευνα πεδίου σε πάνω από 1200 καταστηματάρχες στο κέντρο της Αθήνας και αφορούσε την εγκληματικότητα. Και προσέξτε τώρα εδώ τι μεγάλη διαφορά είχε σε σχέση με την ερώτηση ποιοι πιστεύετε ότι διαπράττουν τα εγκλήματα στο κέντρο της Αθήνας και σε σχέση με ένα 40% εξ αυτών που είχαν υποστεί φθορά στο μαγαζί τους και άρα ξέρανε ή περίπου ξέρανε τι εθνικότητας ήταν αυτοί που διέπραξαν τη φθορά.
Στο πρώτο ερώτημα το οποίο ήταν θεωρητικής προσέγγισης έβλεπες ένα 60% έλεγε οι μετανάστες είναι αυτοί που δημιουργούν το πρόβλημα, οι ξένοι, οι αλλοδαποί. Σε ότι αφορούσε την ερώτηση ποιος σας την έκανε τη ζημιά, προφανώς εκεί αλλάζανε τα πράγματα, διότι είναι μικτές οι συμμορίες, διότι στις συμμορίες του εγκλήματος δεν επικρατούν μονάχα μετανάστες. Είναι και μετανάστες σαφώς αλλά είναι και Έλληνες εγκληματίες.
Έρχομαι τώρα, γιατί με περιορίζει και ο χρόνος, σε δυο τρεις σκέψεις σε σχέση με το πολεοδομικό σκέλος. Ακούστε κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, νομίζω ότι η Αθήνα έχασε μια πολύ μεγάλη ευκαιρία την ευκαιρία των Ολυμπιακών αγώνων. Έχασε μια πολύ μεγάλη ευκαιρία άσκησης αστικής πολιτικής, αναπλάσεων μεγάλης κλίμακας που θα μπορούσαν να δώσουν μια άλλη πνοή στο δημόσιο χώρο της πόλης μέσα στον αστικό ιστό. Η ολυμπιάδα πήγε χαμένη όπως δεν έγινε για παράδειγμα στη Βαρκελώνη, όπου εν πάση περιπτώσει είναι η μέρα με τη νύχτα σε σχέση με αυτό που έχει αφήσει η ολυμπιάδα σε σχέση με το τι έγινε στην Αθήνα.
Νομίζω, ότι το μεγάλο πρόβλημα της Αθήνας σήμερα είναι η συρρίκνωση του δημόσιου χώρου και η υποβάθμιση του δημόσιου χώρου. Και κατά τη γνώμη μου, κομβικό σημείο στη συζήτησή μας, είναι το θέμα της πολύ-λειτουργικότητας, δηλαδή της συνύπαρξης κατοικίας, εργασίας, μικρής εργασίας, μικρής κλίμακας εμπορίου, τουρισμού και διασκέδασης. Αυτό το οποίο αναφέρθηκε πιο πριν ως μικτή κρίση.
Και νομίζω ότι εδώ πρέπει να δούμε συγκεκριμένες πολιτικές αντιμετώπισης φαινομένων αυθαιρεσίας πολεοδομικών επεμβάσεων και οχλήσεων από εμπορικές και ψυχαγωγικές χρήσεις.
Δεν υπάρχει ερώτημα μήπως εδώ υπήρχε σχέδιο. Φυσικά και υπήρχε σχέδιο. Υπήρχε σχέδιο για του Ψυρρή, υπήρχε σχέδιο για το Γκάζι, σχέδιο μαζικής εκδίωξης της κατοικίας, της βιοτεχνίας, των μικρών εμπορικών χρήσεων. Και αυτό το σχέδιο συνεχίζεται σήμερα και πρέπει να δούμε πως θα το αντιμετωπίσουμε.
Για παράδειγμα, σήμερα είναι ανοικτό σε συζήτηση, το θέμα της πεζοδρόμησης της οδού Αθηνάς. Αντιλαμβάνεστε ότι αυτή η μετατροπή θα δημιουργήσει υψηλές αντικειμενικές αξίες, τις οποίες δεν θα μπορούν να αντέξουν οι μικρομαγαζάτορες, τα γνωστά μπαχάρικα στην οδό Αθηνάς με αποτέλεσμα να αναγκαστούν όπως αναγκάστηκαν και οι βιοτέχνες του Ψυρρή να φύγουν. Πως θα τους προστατεύσουμε αυτούς τους ανθρώπους; Πως θα διαφυλάξουμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής της περιοχής; Με μεγάλα καταστήματα αλυσίδες που θα πάνε εκεί να κάνουν λέει, την Αθηνάς μια Ερμού. Χρειαζόμαστε και άλλη μια Ερμού; Όχι ότι είναι άσχημη η Ερμού αλλά πόσες Ερμού θα έχουμε στο κέντρο της Αθήνας;
Δεύτερο θέμα που ήθελα να θέσω. Το θέμα της βιώσιμης κινητικότητας στο κέντρο. Εδώ χρειάζεται ένα δίκτυο πεζοδρομήσεων που θα βγάλουν το αυτοκίνητο από τη γειτονιά και όχι μονάχα από το ιστορικό κέντρο. Και εδώ οι παρεμβάσεις πρέπει να είναι πολύ συγκεκριμένες, διότι δεν ξέρω αν υπάρχει τέτοια πρόβλεψη ή θα εξαντληθούν οι πεζοδρομήσεις στους κεντρικούς εμπορικούς δρόμους.
Το θέμα του τραμ. Εδώ χρειάζεται τραμ και δίκτυο ποδηλατοδρόμων για την εξυπηρέτηση των καθημερινών αναγκών της πόλης και όχι μονάχα για την εξυπηρέτηση των τουριστικών αναγκών. Και το τραμ αν είναι να γίνει, πρέπει να επεκταθεί στις λαϊκές γειτονιές για να μπορεί να εξυπηρετεί τον πολίτη, ο οποίος θέλει να μετακινηθεί φθηνά, αφήστε τώρα που θα πάτε την βενζίνη στα 2 ευρώ και δεν θα μπορεί να μετακινήσει το αυτοκίνητό του κανείς. Και εν πάση περιπτώσει το τραμ πρέπει να γίνει σε αυτές τις λαϊκές γειτονιές, στην Ομόνοια, στα Πατήσια, να πάει μέχρι την Πολυτεχνειούπολη αυτή πρέπει να είναι η λογική. Και βεβαίως τέτοια σχέδια είχαν παρουσιαστεί παλιότερα, είναι και σχεδιασμοί του αείμνηστου του Αντώνη του Τρίτση.
Και τελευταίο θέμα που θέλω να θέσω μια και είναι εδώ η κυρία Υπουργός, και κλείνω, νομίζω ότι 4-5 μήνες που έχουν περάσει από τις 4 του Οκτώβρη είναι αρκετοί ώστε να υπάρξει επιτέλους ένα αναλυτικό και με σαφήνεια και με χρονοδιαγράμματα και με πόρους, σχέδιο για τα μητροπολιτικά πάρκα στην Αθήνα, στο ευρύτερο πολεοδομικό συγκρότημα, για το Γουδί, για τον Ελαιώνα, για το Ελληνικό.
Και εν πάση περιπτώσει, θα ήθελα εγώ να ακούσω τελικά ποια μελέτη προκρίνεται για τον Ελαιώνα και ποιος είναι ο λόγος που καθυστερεί τόσο;».