Οι δυσλειτουργίες στο διοικητικό σύστημα, η βούληση του ΠΑΣΟΚ να επανασυνδεθεί με τον αυτοδιοικητικό χώρο και οι συναινέσεις που συναντά στο αυτοδιοικητικό σκέλος η μεταρρύθμιση, αποτελούν τις «αφετηρίες» για τις μεταβολές στο διοικητικό σύστημα της χώρας.
Η διοικητική μεταρρύθμιση που εκ των πραγμάτων «θα αλλάξει τον χάρτη της χώρας», επιχειρείται σε μια περίοδο αποδυνάμωσης του εθνικού κράτους με την «μετατόπιση» των αρμοδιοτήτων του σε υπερεθνικές συσπειρώσεις (Ευρ. Ένωση) και την μεταφορά λειτουργιών του σε επίπεδα εξουσίας πλησιέστερα στον πολίτη (αυτοδιοίκηση).
O ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ και η ανανεωτική αριστερά επειδή δεν ετεροπροσδιορίζεται από την κυβερνητική πολιτική αλλά και από μεταφυσικές δοξασίες, οφείλει να διατυπώσει το σχέδιο και τις προγραμματικές του θέσεις για τo διοικητικό σύστημα : για τις σχέσεις και τις αρμοδιότητες Κράτους/Αυτοδιοίκησης, την αποκέντρωση, την περιφερειακή ανάπτυξη και την μεθοδολογία της, τους κανόνες λειτουργίας των αυτοδιοικητικών θεσμών.
α) Σχέσεις κράτους-αυτοδιοίκησης. Η μεταρρύθμιση «δρομολογεί» νέες σχέσεις κράτους και αυτοδιοίκησης. Ιστορικά και εκ της φιλοσοφίας της η Αριστερά προέβαλε/ει πολιτικές που στόχευαν στην «αποδυνάμωση» του κράτους και ταυτόχρονα ενδυναμώνουν θεσμούς κοντινούς στον πολίτη (αιρετή περιφέρεια, αυτοδιοίκηση), διότι στους θεσμούς αυτούς αναγνώριζε στοιχεία αποκέντρωσης, άμεσης δημοκρατίας, και μια σχέση ανταγωνιστική με το συγκεντρωτικό κράτος. Γιʼ αυτό αντιτάχθηκε στις υπερπεριφέρειες που δημιούργησε το 2006 η ΝΔ, καθώς ενίσχυαν τον συγκεντρωτισμό και τον ασφυκτικό έλεγχο στην υλοποίηση του Σχεδίου Ανάπτυξης 2007-2013. Γι΄ αυτό προέβαλε τον επανασχεδιασμό των περιφερειών με αναπτυξιακά–διοικητικά-χωροταξικά κριτήρια, ρόλο, αρμοδιότητες, διοικητικό προσωπικό, δομές και μέσα, ενταγμένα σε μια νέα σχέση κράτους-αυτοδιοίκησης που θα «καθιστά» τους αυτοδιοικητικούς θεσμούς από εξαρτήματα του κράτους σε φορείς άσκησης πολιτικής. Γιʼ αυτό η αριστερά επιμένει σταθερά στον επιτελικό ρόλο του κράτους, στην ουσιαστική μεταβίβαση εξουσιών στις περιφέρειες και στην Αυτοδιοίκηση και με αυτές τις αφετηρίες (οφείλει να) κρίνει και τις επιδιωκόμενες μεταβολές στο διοικητικό σύστημα.
β) Περιφερειακός Σχεδιασμός και ανάπτυξη. Για την αριστερά η αποκέντρωση είναι συνδεδεμένη με τον περιφερειακό προγραμματισμό και τις δυνατότητες σχεδιασμού πολιτικής για ολοκληρωμένη, ισόρροπη, βιώσιμη ανάπτυξη. Χωρίς αυτά η αποκέντρωση είναι κούφια λόγια, ενώ το υπερσυγκεντρωτικό σύστημα σχεδιασμού με το οποίο οι παρατάξεις της Δεξιάς και του Κέντρου (κατά την εναλλαγή τους στην διακυβέρνηση της χώρας) υλοποίησαν το αναπτυξιακό τους όραμα έδωσε καταστροφικά αποτελέσματα : Eνα κράτος με δύο πόλους ανάπτυξης (Αθήνα-Θεσσαλονίκη) με 5.000.000 κατοίκους και μια διοίκηση να τους υπηρετεί.
Η αριστερά αντιπαρατέθηκε σε αυτήν την πορεία προβάλλοντας την ισόρροπη ανάπτυξη των περιφερειών, τη άρση της αντίθεσης κέντρου-περιφέρειας. Γι΄ αυτό χρειάζεται να προτάξουμε εκ νέου την θεσμοθέτηση και υλοποίηση του περιφερειακού αναπτυξιακού προγραμματισμού μέσω μακρόπνοων σχεδίων περιφερειακής/τοπικής ανάπτυξης, την ενίσχυση και αναβάθμιση (παραγωγικός προσανατολισμός) του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων που στην περιφέρεια ποδηγετείτε από τις εκάστοτε κυβερνητικές μικροπολιτικές (βλ. Ειδικά Aναπτυξιακά Προγράμματα).
Η αριστερά ακόμη και στις πιο δύσκολες-γι΄αυτήν-εποχές, διατύπωνε σχέδια για την ανάταση της κοινωνίας και για την ανάπτυξη (και) γιʼ αυτό άλλωστε προκαλούσε διάλογο, ήταν υπολογίσιμη δύναμη. Να ξαναπιάσουμε το νήμα αυτής της παράδοσης, σημαίνει όχι να μόνον να προτείνουμε λύσεις που αφορούν στις δομές του διοικητικού συστήματος, αλλά να «ξαναμετρηθούμε» με τα θέματα της παραγωγικής ανασυγκρότησης των περιφερειών, την κοινωνική συνοχή, την διατύπωση εναλλακτικών προγραμμάτων και νέων μορφών συλλογικής οικονομίας.
γ) Δημοκρατικός προγραμματισμός. Η αριστερά οφείλει να προτείνει την εκ νέου θέσπιση και επανενεργοποίηση του Δημοκρατικού Προγραμματισμού σε όλα τα επίπεδα. Γιατί αποτελεί μεθοδολογία σχεδιασμού πολιτικής «εκ των κάτω», εγγυάται την δημοκρατικότητα στην εκπόνηση, υλοποίηση και έλεγχο του περιφερειακού-αναπτυξιακού προγραμματισμού. Γιατί κινείται στον αντίποδα των φορμαλιστικών, ουδέτερων-και δήθεν-τεχνοκρατικών προγραμματισμών, γιατί δεν αφορά το ετήσιο τεχνικό πρόγραμμα του Δήμου ή της περιφέρειας, γιατί τέλος υπερβαίνει τον κατ΄ επίφαση διάλογο της διαβούλευσης μέσω των blogs και των e-mails (λες και όλη η κοινωνία κινείται στο ρυθμό των Η-Υ).
Ο δημοκρατικός προγραμματισμός ως διαδικασία καθορισμού των αναπτυξιακών προτεραιοτήτων στην βάση κοινωνικών αναγκών προαπαιτεί την κοινωνική συμμετοχή, δημιουργεί πλαίσια διεκδίκησης, κινείται στον αντίποδα της αντίληψης που θέλει την αυτοδιοίκηση, μακρύ χέρι της διοίκησης στοχοπροσηλωμένη στα ΚΠΣ, χώρο μικροεξουσιών και αναδιανομής του δημοσίου χρήματος. Ταυτόχρονα πρέπει να προτείνουμε να αλλάξει το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο για το ΕΣΠΑ (ν.3614) και οι δομές του να ενσωματωθούν στην Δημόσια Διοίκηση. Να αλλάξει η αναγόρευση των Διαχειριστικών Αρχών και του πολύπλοκου συστήματος υλοποίησης του ΕΣΠΑ, σε υπέρτατους διαχειριστές της περιφερειακής πολιτικής, και μαζί οι συνεχείς εκχωρήσεις αρμοδιοτήτων υλοποίησης προγραμματισμών κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο του ΥΠΟΙΟ. Να ενδυναμωθούν οι αναπτυξιακές δομές και θεσμοί της Αυτοδιοίκησης (αναπτυξιακές εταιρείες, δομές προγραμματισμού, κέντρα τεχνογνωσίας-καινοτομίας κ.α.), που στην περιφέρεια συνέβαλαν τα μέγιστα για τον ολοκληρωμένο σχεδιασμό. Να θεσμοθετηθούν νέες δομές αναπτυξιακής πολιτικής (Κέντρα Περιφερειακού Προγραμματισμού και Ανάπτυξης) με την συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και να διασυνδεθεί η “εγκατεστημένη γνώση” (περιφερειακά ΑΕΙ-ΤΕΙ) με την αναπτυξιακή διαδικασία.
δ) Τοπική δημοκρατία-Θεσμοί συμμετοχής. Η αριστερά οφείλει να παλέψει για την απλή αναλογική ως εκλογικό σύστημα στις αυτοδιοικητικές εκλογές, την συμμετοχή για όλους τους κατοίκους της περιφέρειας, όργανα που θα άρουν την προσωποπαγή άσκηση της αυτοδιοικητικής πολιτικής (παρούσα και στο νέο σχεδιασμό) και, νέους θεσμούς συμμετοχικής δημοκρατίας. Θα καταδείξουμε έτσι, ότι το “σχέδιό μας” ξεπερνά την απλή ανασυγκρότηση των βαθμίδων (αυτo)διοίκησης, διότι διατυπώνουμε και νέες πολιτικές για τις τοπικές κοινωνίες και νέες μεθοδολογίες σχεδιασμού και άσκησης αυτών. Δεδομένου δε, ότι αντιλαμβανόμαστε την Αυτοδιοίκηση ως χώρο δημοκρατικής διαμόρφωσης των πολιτών και την άσκηση πολιτικής στις τοπικές κοινωνίες, πρωτίστως ως κοινωνική συμφωνία, θεωρούμε αδιανόητη την εφαρμογή πλειοψηφικών εκλογικών συστημάτων.
Στην διοικητική μεταρρύθμιση ξεπερνώντας τον τεχνοκρατισμό που την κανοναρχεί (αριθμός δήμων, διοίκηση, πόροι κ.λ.π.), ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ οφείλει να μιλήσει για την “Ελλάδα των περιφερειών, την ανασυγκρότηση της αυτοδιοίκησης, την περιφερειακή ανάπτυξη, την απλή αναλογική” πάνω στο «έδαφος των ιδεών» που δικοί μας άνθρωποι έγραψαν «τις σελίδες της αριστεράς» στην αυτοδιοίκηση.
Υπενθυμίζουμε αυτές τις αρχές για το μέλλον, διότι μας ενδιαφέρει τα μέγιστα η μεταβολή στο διοικητικό σύστημα της χώρας (όχι μόνον εκλογικά). Μας ενδιαφέρει γιατί ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ συγκροτείται ως δύναμη προγραμματικής πολιτικής που παλεύει μέσα και έξω από τους θεσμούς, υπηρετώντας μια στρατηγική συνεχών αλλαγών και ρήξεων με το σύστημα-ως μια ενιαία διαδικασία-που ωθούν την κοινωνία προς τα αριστερά.
Κατά την εκπόνηση του προγράμματος του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ, εκφράστηκε η «πολιτική παραγωγικότητα» των δυνάμεών μας, ωστόσο «η χρησιμότητά μας» κρίνεται στις λύσεις που προτάσσουμε και που απαιτεί η κοινωνία.
Με τον επανασχεδιασμό του διοικητικού συστήματος της χώρας ανοίγονται νέες προκλήσεις, νέα πεδία πολιτικών αντιπαραθέσεων & διαλόγου, και κυρίως σχεδιασμών για το μέλλον. Ξαναγυρνώντας στο πεδίο της πολιτικής, ας επιχειρήσουμε με ειδικεύσεις για την σημερινή σύνθετη πραγματικότητα και με γενικεύσεις για το μέλλον, να προκύψει η πολιτική των μεγάλων οριζόντων για την αριστερά.
*Οικονομολόγος - Μέλος Γραμματείας Τμήματος Περιφερειακής Ανάπτυξης του ΣΥΝ.