Με αφορμή τις χθεσινές εξαγγελίες του Υπ. Παιδείας για αλλαγές στην εκπαίδευση το Τμήμα Παιδείας του ΣΥΝ επισημαίνει τα εξής:
Οι εξαγγελίες του Υπ. Παιδείας σχετικά με το «Νέο Σχολείο» δημοσιοποιούνται στο πλαίσιο μιας γενικότερης, αντιλαϊκής πολιτικής, που αμφισβητεί και υπονομεύει δημόσια και κοινωνικά αγαθά κατακτημένα από τον κόσμο της εργασίας με αγώνες και θυσίες. Έτσι, ακόμα και αυτά τα μέτρα που διακηρύσσει η κυβέρνηση ότι προτίθεται να εφαρμόσει απαιτούν επαρκείς οικονομικούς πόρους, που δεν προβλέπεται να εξασφαλιστούν όχι μόνο εφέτος αλλά ούτε και τα επόμενα χρόνια, λόγω της εφαρμογής του προγράμματος σταθερότητας.
Σε ένα κείμενο 30 σελίδων, που χαρακτηρίζεται από προχειρότητα, αντιφάσεις και γενικολογίες, ένα στοιχείο προβάλλεται ευδιάκριτα: ότι η πολιτική που εξαγγέλλεται ως προς την ουσία της είναι απόλυτα εναρμονισμένη, όπως άλλωστε δηλώνεται επίσημα, με τους στρατηγικούς στόχους της νεοφιλελεύθερης εκπαιδευτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άνοιγμα του σχολείου στις δυνάμεις της αγοράς, ανταγωνιστικότητα, ενίσχυση της «καινοτομίας» και του επιχειρηματικού πνεύματος κ.ο.κ.). Ειδικά για την τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση, όχι μόνο διατηρείται και ενισχύεται η διάκρισή της από τη γενική εκπαίδευση, αλλά είναι ακόμη πιο ευδιάκριτη η πρόσδεσή της στα συμφέροντα και τις επιδιώξεις των επιχειρήσεων.
Ο ρόλος που επιφυλάσσεται στους/τις εκπαιδευτικούς, παρά τα όσα αναφέρονται, είναι ρόλος «διεκπεραιωτή εντολών και κατευθύνσεων», και γιʼ αυτόν ακριβώς το λόγο ενισχύονται οι δομές αξιολόγησης και χειραγώγησής τους με το πρόσχημα μιας πρώτης φάσης «αυτοαξιολόγησης». Παράλληλα, τα προγράμματα επιμόρφωσής τους που ανακοινώνονται προβλέπουν ελάχιστες ώρες σεμιναριακής παρακολούθησης (περίπου 50) και κάποιες, ακόμη, ώρες από απόσταση εκπαίδευσης. Όσο για τις αμοιβές τους, απλώς αναγνωρίζεται για μια ακόμη φορά ότι «δεν είναι ανάλογες της υψηλής ευθύνης τους».
Τα αναλυτικά προγράμματα αντιμετωπίζονται κατά βάση ως ένα τεχνικό ζήτημα, γιʼ αυτό και η έμφαση δίνεται στις νέες τεχνολογίες και τη λεγόμενη «ψηφιακή τάξη», ενώ για μια ακόμη φορά οι προτάσεις και η πλούσια εμπειρία των συλλογικών οργάνων των μαχόμενων εκπαιδευτικών αγνοούνται.
Σε τελική ανάλυση, αν το πρότυπο αυτής της πολιτικής είναι η αντίστοιχη, νεοφιλελεύθερης έμπνευσης πολιτική των ΗΠΑ, όπως δηλώνει και το σύνθημα «Κανένα παιδί και κανένα σχολείο να μη μείνει πίσω», ας γνωρίζει η ηγεσία του Υπ. Παιδείας ότι στις ΗΠΑ, τελικά, εκατομμύρια παιδιά «έμειναν πίσω» από την εφαρμογή ανάλογων μέτρων και πολιτικών.
Τμήμα Παιδείας