ΣΧΕΔΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΒΟΗΘΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Ο Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αρνείται να δεσμευτεί σε οποιοδήποτε σενάριο οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι σήμερα συνέρχεται το Eurogroup για αυτό το θέμα. Αυτό προκύπτει από την απάντησή του, η οποία δόθηκε μέσα στο Σαββατοκύριακο, σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Χουντή.
Πιο συγκεκριμένα, ο Νίκος Χουντής με ερώτησή του έθετε το θέμα της ενεργοποίησης του άρθρου 122, παρ. 2 της Συνθήκης λειτουργίας της ΕΕ, το οποίο ορίζει ότι «όταν ένα κράτος μέλος αντιμετωπίζει δυσκολίες ή διατρέχει μεγάλο κίνδυνο να αντιμετωπίσει σοβαρές δυσκολίες, οφειλόμενες σε φυσικές καταστροφές ή έκτακτες περιστάσεις που εκφεύγουν από τον έλεγχό του, το Συμβούλιο, προτάσσει της Επιτροπής, μπορεί να αποφασίσει να του χορηγήσει, υπό ορισμένους όρους, χρηματοδοτική ενίσχυση της Ένωσης», και αφού, ο έλληνας ευρωβουλευτής, σχολίαζε ότι «το ανωτέρω άρθρο κάνει λόγο για ʽέκτακτες περιστάσεις που εκφεύγουν από τον έλεγχο του κράτους μέλουςʼ και είναι σαφές ότι ο νομοθέτης επέβαλε αυτή τη γενική διατύπωση προκειμένου να δώσει δυνατότητες σε κατεξοχήν πολιτικές αποφάσεις» κατέληγε στο ερώτημα:
«Προτίθεται η Κομισιόν, να καταρτίσει πρόταση προς το Συμβούλιο για τη χρηματοδοτική ενίσχυση της Ελλάδας. Εάν ναι, έχει βολιδοσκοπήσει τα κράτη μέλη; Έχει επεξεργασθεί τυχόν όρους χορήγησης της ενίσχυσης;»
Στην απάντησή του ο Όλι Ρέν ξεκινά με μια γενικόλογη αναφορά ότι: «Η Επιτροπή δεν θεωρεί αναμενόμενο ότι κάποια χώρα της ευρωζώνης θα καταστεί αφερέγγυα. Η άσκηση πολιτικής στο πλαίσιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ), όπως ορίζεται στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, στοχεύει στην κατοχύρωση υγιών οικονομικών και δημοσιονομικών συνθηκών. Με τις δραστηριότητες που αναπτύσσει, στο πλαίσιο της επιτήρησης και παροχής συμβουλών πολιτικής, η Επιτροπή στηρίζει τα κράτη μέλη στην προσπάθειά τους να θεσπίσουν πολιτικές που συνάδουν με την ΟΝΕ και το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης».
Στη συνέχεια, αναφέρει ότι «όσον αφορά στην Ελλάδα η Επιτροπή ενέκρινε, στις 3 Φεβρουαρίου 2010, ολοκληρωμένη και φιλόδοξη δέσμη αναλυτικών συστάσεων, καλύπτουσα τη δημοσιονομική πολιτική και τη συλλογή στατιστικών (σύσταση στο Συμβούλιο να ειδοποιήσει το κράτος να λάβει μέτρα βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 9 TFUE (σ.σ. Συνθήκη της Λισσαβόνας) - διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος), πρόταση γνώμης του Συμβουλίου για το πρόγραμμα σταθερότητας, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (σύσταση του Συμβουλίου βάσει του άρθρου 121 παράγραφος 4 TFUE (Συνθήκη της Λισσαβόνας) – ασυνέπεια με τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών και κίνδυνος υπονόμευσης της εύρυθμης λειτουργίας της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης). Το Συμβούλιο ενέκρινε τα αντίστοιχα έγγραφα στις 16 Φεβρουαρίου 2010. Τόσο οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων όσο και η Επιτροπή κάλεσαν την ελληνική κυβέρνηση να προβεί σε κάθε απαραίτητη ενέργεια, συμπεριλαμβανομένης της λήψης πρόσθετων μέτρων, ώστε να εξασφαλιστεί η επίτευξη των φιλόδοξων στόχων που έχουν τεθεί στο επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας, ιδίως του στόχου της μείωσης του δημοσιονομικού ελλείμματος κατά 4% του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) το 2010».
Ο Όλι Ρέν καταλήγοντας αναφέρει ότι «Τον Μάρτιο 2010 (σ.σ. αύριο 16/3/2010) η Επιτροπή θα παρουσιάσει την πρώτη της αξιολόγηση όσον αφορά την υλοποίηση των μέτρων, και θα προτείνει πρόσθετα μέτρα αν παραστεί ανάγκη. Όπως τόνισαν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, τα μέλη της ευρωζώνης έχουν κοινή ευθύνη για τη σταθερότητα του ευρώ. Οι οικονομικές πολιτικές που ασκούμε αποτελούν μέλημα όλων. Το κρίσιμο μάθημα από την παρούσα κρίση είναι ότι χρειαζόμαστε επειγόντως βαθύτερη και ευρύτερη επιτήρηση των οικονομικών πολιτικών, συμπεριλαμβανομένης της πλέον έγκαιρης ανίχνευσης και αντιμετώπισης των ανισορροπιών, ώστε να προστατεύεται καλύτερα η μακροοικονομική χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ευρωζώνης. Η Επιτροπή σκοπεύει να παρουσιάσει σύντομα προτάσεις για την περαιτέρω ενίσχυση του συντονισμού και της επιτήρησης των εθνικών οικονομικών πολιτικών εντός της ζώνης του ευρώ».
To Γραφείο Τύπου