Συντρόφισσες και Σύντροφοι,
Η σημερινή Κεντρική Επιτροπή διεξάγεται στον απόηχο των εξελίξεων που αφορούν την Ευρωπαϊκή στήριξη στην Ελλάδα.
Είναι μια στήριξη η οποία εάν χρησιμοποιηθεί, πράγμα καθόλου βέβαιο, θα έχει μια οδυνηρή ρύθμιση. Τη συμμετοχή του ΔΝΤ.
Είναι μια εξέλιξη για την οποία μόνο ο υπερατλαντικός παράγοντας μπορεί να χαίρεται.
Η απόφαση αυτή οδηγεί τα πράγματα σε πολύ χειρότερο σημείο, από αυτό που φάνηκε με την αρχική δήλωση στήριξης, στην Σύνοδο Κορυφής της 11ης Φεβρουαρίου.
Κοντολογίς, η Ελλάδα παρά τους πανηγυρισμούς παραμένει δέσμια των κερδοσκόπων και οι έλληνες δέσμιοι μιας αντιλαϊκής πολιτικής υφεσιακών μέτρων που θα μειώνει διαρκώς το εισόδημά τους.
Για να κερδίσουμε αυτή την μη βοήθεια, ο κ. Παπανδρέου δήλωσε έτοιμος να προχωρήσει σε ακόμα πιο βαθιές αλλαγές.
Δεν ξεκαθάρισε όμως τι είδους αλλαγές είναι αυτές. Αλλά μάλλον δεν αφορούν την φορολόγηση του εφοπλιστικού κεφαλαίου, ούτε την περικοπή των αμυντικών δαπανών.
Η κυβέρνηση και μέρος των ΜΜΕ δημιούργησαν χθες κλίμα πανηγυρισμών.
Επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί το αποτέλεσμα της Συνόδου κορυφής ως θρίαμβος της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης πάνω στις αγορές και η δήλωση Τρισέ ως άνοιγμα της κάνουλας της ρευστότητας στην ελληνική οικονομία.
Πολύ φοβάμαι ότι η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική.
Δε θέλουμε να γίνουμε μάντεις κακών, ούτε να διακόψουμε αυτή την αναγκαία, έστω και σε ψυχολογικό επίπεδο, αναθάρρηση, όμως από την άλλη οφείλουμε να δούμε τη πραγματικότητα και να την εξηγήσουμε, όχι να τη συσκοτίσουμε.
Όπως τη πραγματικότητα χωρίς περικοκλάδες και πολλές φορές κόντρα στο ρεύμα, ερμηνεύσαμε και όλο το προηγούμενο διάστημα και δεχτήκαμε επίθεση και σχόλια ειρωνικά.
Η εξελίξεις όμως μας δικαιώνουν σε δύο, τουλάχιστον, επίπεδα.
Πρώτον, σε σχέση με τη χρεοκοπία. Την αδυναμία δηλαδή δανεισμού και ρευστότητας για τη χώρα.
Όταν είπαμε ότι την χρησιμοποιούν ως πρόσχημα για να πάρουν τα σκληρά μέτρα, μας είπαν ότι είμαστε εκτός τόπου και χρόνου.
Ότι πρέπει πρώτα να τους βρούμε 40 δις να τους δώσουμε και μετά να ομιλούμε.
Τώρα βγαίνουν όλοι τους και πρώτοι αυτοί που μας επέκριναν και λένε ακριβώς το ίδιο. Ότι οι χώρες δεν χρεοκοπούν.
Τι άλλαξε;
Κάποιοι θα μας πουν τα μέτρα; Μα τα μέτρα χειροτερεύουν τους δείκτες, είναι μέτρα ύφεσης.
Κακά τα ψέματα. Τα μέτρα είναι ο σκοπός και όχι το μέσο για τακτοποίηση των δημοσιονομικών.
Είναι ο σκοπός των νεοφιλελεύθερων μάγων που φέρανε τη παγκόσμια οικονομία σε κρίση και οικοδόμησαν μια Ευρώπη δεμένη χειροπόδαρα από τις αγορές.
Είναι ο σκοπός για να αντιμετωπίσουν τη κρίση ως ευκαιρία για βίαιη αναδιανομή του πλούτου προς όφελος του κεφαλαίου και εις βάρος της εργασίας.
Για αυτό και ενώ όλα τα άλλα , δανεισμός σχέδιο στήριξης, μηχανισμοί βοήθειας, μπορεί να είναι θολά, αλλά τα μέτρα είναι απολύτως καθαρά και μας μείναν αμανάτι.
Το δεύτερο επίπεδο στο οποίο δικαιωθήκαμε από τις εξελίξεις, είναι στη κριτική μας για το μοντέλο οικοδόμησης ΟΝΕ.
Δεν υπάρχει ενωμένη Ευρώπη χωρίς αλληλεγγύη, χωρίς δυνατότητα δανεισμού τελευταίας καταφυγής, χωρίς ισχυρό προϋπολογισμό, χωρίς πολιτικό έλεγχο της ΕΚΤ, χωρίς δημοκρατική εμβάθυνση.
Για αυτά έχουμε μιλήσει εδώ και καιρό.
Ήταν αυτό που έγινε βήμα προς αυτή την κατεύθυνση; Απαντάμε μονολεκτικά. Όχι.
Ήταν μια αλά καρτ αποδοχή του αυτονόητου.
Ότι αν πέσεις και σπάσεις το πόδι σου θα σου βάλουμε γύψο. Όχι ότι θα σε προστατέψουμε να μη πέσεις.
Ήταν μια απόφαση για τη συνέχιση του δανεισμού χωρών αλλά μόνο μέσω μεσαζόντων. Μόνο μέσω εμπορικών τραπεζών, ώστε τα επιτόκια δανεισμού, να παραμένουν το πρόβλημα και η απειλή συνάμα για χώρες με υψηλό έλλειμμα.
Η Ευρώπη λοιπόν πρέπει να αλλάξει. Χρειάζεται νέους θεσμούς, νέες ηγεσίες, νέες πολιτικές.
Και για αυτό ευχόμαστε και εργαζόμαστε για να υποστεί η κυρία Μέρκελ μια οδυνηρή ήττα στις επερχόμενες εκλογές στη Ρηνανία Βεστφαλία.
Η Ευρωπαϊκή αριστερά δείχνει το δρόμο. Το δρόμο της αλληλεγγύης των εργαζομένων και του αγώνα σε κάθε χώρα για να μην περάσουν τα μέτρα.
Και ήταν η μόνη ευρωπαϊκή δύναμη που με σθένος υπερασπίστηκε τη προοπτική ουσιαστικής ευρωπαϊκής στήριξης στην Ελλάδα, γιατί με σθένος υπερασπίζεται τη προοπτική της κοινωνικής και αλληλέγγυας ενωμένης Ευρώπης.
Υπάρχει, όμως, άλλη μια εξέλιξη από τις Βρυξέλλες, η οποία κάνει τη χρήση της μικτής βοήθειας σχεδόν απίθανη και πρέπει να εξηγήσουμε νηφάλια τι ακριβώς σηματοδοτεί.
Αναφέρομαι στη περίφημη δήλωση του Ζαν Κλωντ Τρισέ, ότι οι ελληνικές τράπεζες θα εξακολουθήσουν να δανείζονται από την Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα με επιτόκιο 1%.
Αυτό μπορεί να σημαίνει μια μεγάλη ανάσα για τις τράπεζες. Δεν σημαίνει όμως καμία ανάσα για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά που στενάζουν μέσα στην πιστωτική ασφυξία.
Σημαίνει, ότι οι τράπεζες θα εξακολουθήσουν να κερδοσκοπούν με τα χρήματα αυτά, τα οποία δανείζονται με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, δανείζοντας με την σειρά τους το κράτος με κερδοσκοπικά επιτόκια.
Το ερώτημά μας είναι γιατί να μην επιστρέφουν στον έλληνα φορολογούμενο τα ποσά που κερδίζουν από αυτή την κερδοσκοπία;
Γιατί να μην επιστραφούν στα ασφαλιστικά ταμεία;
Πέρσι τους παρασχέθηκε βοήθεια με 28 δις δημοσίου χρήματος. Δηλαδή λίγο πολύ όσα μας προσφέρει σήμερα, έστω και θεωρητικώς, έστω και με πολύ πιο εκβιαστικούς όρους η ευρωζώνη.
Δεν την αξιοποίησαν αυτή τη βοήθεια όπως ήταν υποχρεωμένες, και δεν χορήγησαν αυτά τα χρήματα στην πραγματική οικονομία.
Σήμερα τους ανοίγεται ακόμα μια δυνατότητα κερδοσκοπίας εις βάρος των ελλήνων φορολογουμένων, με την βοήθεια και τη στήριξη του Ζαν Κλωντ Τρισέ.
Ρωτάμε;
Οι τράπεζες δεν πρέπει να πληρώσουν κάτι σε αυτή την ιστορία;
Δεν πρέπει να κληθούν να συνεισφέρουν ένα μέρος από τα κέρδη τους ως αντάλλαγμα για την στήριξη αυτή;
Εδώ συνεισφέρουν οι συνταξιούχοι, οι νέοι εργαζόμενοι, αυτοί που δεν πρόκειται να βρουν αξιοπρεπή δουλειά εξ αιτίας της πολιτικής που ακολουθείται. Συνεισφέρουν αυτοί που έχουν άμεση ανάγκη από τις κοινωνικές υπηρεσίες.
Όλοι αυτοί δεν κερδοσκόπησαν εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος, δεν ενισχύθηκαν με δημόσιο χρήμα, δεν παραβίασαν τις δεσμεύσεις τους απέναντι στο ελληνικό κράτος, δεν στοιχημάτισαν τα λεφτά τους στην χρεοκοπία της χώρας.
Οι τράπεζες που τα έχουν κάνει όλα αυτά, τι θα συνεισφέρουν στην υπόθεση;
Δεν είναι όμως μόνο οι τράπεζες. Η Εκκλησία της Ελλάδας, έχει σχεδόν 7000 Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου.
Μοναστήρια, ιδρύματα, εκκλησίες μητροπόλεις και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Με ανυπολόγιστες περιουσίες. Και διεκδικεί το δικαίωμα να μην πληρώνει φόρο.
Και την ίδια στιγμή, το κράτος πληρώνει τους μισθούς των κληρικών.
Η τελευταία φορά που πλήρωσε φόρο η εκκλησία, και μάλιστα με συντελεστή 35% ήταν το 2004. Και κατέβαλλε μόλις 6 εκατομμύρια ευρώ.
Για να αντιληφθείτε τα μεγέθη, τα καθαρά κέρδη της Εθνικής Τράπεζας το 2009, ήταν 971 εκατομμύρια ευρώ. Ρωτάμε λοιπόν: η κυβέρνηση από τη φορολόγηση των εκκλησιαστικών εσόδων, τι ποσόν υπολογίζει να κερδίσει;
Θα στείλει τον ΣΔΟΕ σε Μητροπόλεις και Ιερούς Ναούς;
Θα ελέγξει διπλά βιβλία;
Θα υπαχθεί η εκκλησία στους κανόνες που ισχύουν για τους υπόλοιπους;
Και το λέμε αυτό γιατί η κυβέρνηση φαίνεται να μην είναι τόσο άτεγκτη με την εκκλησία όσο είναι με τους μισθωτούς τους συνταξιούχους και τις μικρές επιχειρήσεις.
Μείωσε μόλις εχτές τη φορολογία στις δωρεές από 5% ή 10% στο 0,5%.
Δεν έχουμε καμία πολεμική απέναντι στην εκκλησία. Την σεβόμαστε για τον πνευματικό και κοινωνικό της ρόλο. Αρκεί και αυτή να σέβεται τον εαυτό της.
Δεν μπορεί να γίνεται πόλεμος στη κοινωνία, να σκάνε οι βόμβες στα χέρια των μισθωτών, των συνταξιούχων, των μικρομεσαίων επιχειρηματιών, των νέων που μένουν άνεργοι και μεταναστεύουν στο εξωτερικό και ορισμένοι να αρνούνται πεισματικά να πάνε στο μέτωπο.
Οι τραπεζίτες, οι μεγαλοεπιχειρηματίες με τις οφσόρ, οι εφοπλιστές αλλά και οι μητροπολίτες.
Δε γίνεται. Δε μπορεί να την αντέξει η κοινωνία αυτήν την αδικία. Οι πολίτες ζητούν φορολογική δικαιοσύνη.
Η εκκλησία πρέπει να φορολογηθεί. Αυτό είναι το δίκαιο. Και όχι απλώς να προσεύχεται για όλους μας, ώστε να αντέξουμε. Προσβάλει και τους πιστούς αυτή η ασυλία.
Οι εφοπλιστές πρέπει να συμβάλουν, πρέπει να φορολογηθούν. Πενήντα οχτώ ξεχωριστές φοροαπαλλαγές έχουν, και μάλιστα χωρίς να υπάρχει επίσημη εκτίμηση για το πόσο κοστίζουν οι φοροαπαλλαγές αυτές.
Καμία από αυτές δεν καταργήθηκε με το πρόσφατο φορολογικό νομοσχέδιο.
Γιατί; Γιατί η στρατηγική της κυβέρνησης είναι να πληρώσουν αυτοί που πληρώνουν ήδη.
Γιατί ο πρωθυπουργός συναντάει φτωχούς και τους μιλάει για θυσίες και συναντάει πλούσιους και τους μιλάει για ευκαιρίες.
Σκάνδαλο είναι και το ύψος των εξοπλισμών. Εκεί δεν υπάρχουν περικοπές. Εκεί υπάρχει σάλιο. Και τη δήλωση του Ερντογάν για μείωση των εξοπλισμών κάνουμε ότι δεν την ακούμε.
Συντρόφισσες και Σύντροφοι
Το επόμενο διάστημα θα είναι εξαιρετικά πυκνό σε εξελίξεις. Είναι βέβαιο ότι τα κυβερνητικά μέτρα, μέτρα κοινωνικά άδικα, που θίγουν ευθέως τους πιο αδύναμους οικονομικά, θα έχουν και συνέχεια. Συνέχεια είτε σε εισπρακτικό, είτε σε θεσμικό επίπεδο.
Γύρω από την κυβερνητική πολιτική, διαμορφώνεται ένα ιδιότυπο συναινετικό μπλοκ.
Στο μπλοκ αυτό, πέραν της κυβέρνησης, συμμετέχει τελευταία εγκαρδίως και η Νέα Δημοκρατία του κ. Σαμαρά.
Ο οποίος πήγε στις Βρυξέλλες ως σκιώδης πρωθυπουργός, προκειμένου να διαμορφώσει ένα πλαίσιο σκιώδους συμπολίτευσης.
Αλλά βασικός πυλώνας της κυβερνητικής στήριξης είναι ο κ. Καρατζαφέρης.
Ο οποίος προσφέρει την εκλαΐκευση της κυβερνητικής πολιτικής, επιχειρηματολογώντας, πότε υπέρ των κυβερνητικών μέτρων, πότε υπέρ των αμυντικών δαπανών, πότε υπέρ του αφορολόγητου της Εκκλησίας.
Η αλήθεια είναι ότι δεν αξίζει να ασχολούμαστε με τον κ. Καρατζαφέρη.
Δεν μπορούμε όμως να μην επισημάνουμε την κυβερνητική κατρακύλα, να κρύβεται πίσω του και να τον αξιοποιεί επικοινωνιακά.
Κατά τα άλλα, ο κ. Πάγκαλος στρέφει τα βέλη του εναντίον της Αριστεράς, και μάλιστα με λάσπη και συκοφαντίες, όπως την περίπτωση της επίθεσης στον πρόεδρο της ΓΣΕΕ. Και ακόμα δεν έχει βγει να ζητήσει μια συγνώμη.
Απέναντι σε αυτό το συναινετικό μέτωπο, Κυβέρνησης, Νέας Δημοκρατίας και ΛΑΟΣ, η Αριστερά αναδεικνύεται στον ρόλο της μοναδικής αντιπολίτευσης.
Μιας αντιπολίτευσης, που έχει ως πολιτικό στόχο να ενεργοποιήσει τις κοινωνικές αντιστάσεις. Και να είναι ο καταλύτης για τη συγκρότηση ενός κοινωνικού και πολιτικού συνασπισμού που θα αλλάξει τα πράγματα.
Οι κεντρικοί πολιτικοί μας στόχοι, λοιπόν, είναι:
Πρώτον, η υπεράσπιση της μισθωτής εργασίας, που δέχεται την πιο σκληρή επίθεση των τελευταίων δεκαετιών.
Δεύτερον, η φορολόγηση του κεφαλαίου και των ισχυρών οικονομικών συμφερόντων που φοροδιαφεύγουν.
Και τρίτον, η προώθηση μιας εναλλακτικής στρατηγικής εξόδου από την κρίση.
Έχουμε περιγράψει αναλυτικά τον καθέναν από τους παραπάνω στόχους.
Αυτό που πρέπει να επισημάνουμε όμως, είναι το εξής: Σημαντικός παράγοντας που θα οδηγήσει σε νίκη του κινήματος και των κοινωνικών αντιστάσεων, είναι το να μεταφερθεί ο αγώνας των ελλήνων εργαζομένων σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ήδη οι περίφημοι οίκοι αξιολόγησης, στρέφουν την προσοχή τους στην Πορτογαλία, η οποία είναι μάλλον το επόμενο θύμα της διεθνούς κερδοσκοπίας.
Ακολουθεί η Ισπανία. Και το πράγμα θα έχει συνέχεια.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπαθεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση προωθώντας σκληρά αντικοινωνικά μέτρα σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Το μόνο που μπορεί να ανατρέψει τα σχέδια αυτά, είναι η αντίσταση των εργαζομένων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Συντρόφισσες και Σύντροφοι
Οι στιγμές που ζούμε είναι εξαιρετικά κρίσιμες. Και τις στιγμές αυτές, που δοκιμάζεται ολόκληρη η κοινωνία, δοκιμάζεται επίσης και η δική μας επάρκεια και αποτελεσματικότητα.
Δε θα ήθελα να επεκταθώ καθόλου στην στενή ατζέντα της σημερινής συνόδου της ΚΠΕ, μιας και θα υπάρξουν ειδικές εισηγήσεις.
Θα ήθελα μόνο να καταθέσω μια γενική παρατήρηση.
Καμία Αριστερά δεν μπορεί να εμπνεύσει την κοινωνία, τους εργαζόμενους και τα κινήματα, αν δεν μπορεί πρώτα από όλα να εμπνεύσει τον κόσμο της και τα μέλη της.
Και καμία Αριστερά δεν μπορεί να εμπνεύσει τον κόσμο και τα μέλη της όταν συμβιβάζεται με τις αγκυλώσεις τις καθυστερήσεις και τις αδυναμίες της, σε πολιτικό, οργανωτικό και θεωρητικό επίπεδο.
Ας το κρατήσουμε αυτό ως σκέψη και ας αναλογιστούμε τι ακριβώς ζητάν από μας τόσο τα μέλη όσο και οι φίλοι του κόμματος, πηγαίνοντας προς το έκτακτο συνέδριό μας.