Ένας μεγάλος επαναστάτης του περασμένου αιώνα - ελάχιστη σημασία έχει πλέο, ποιος, πού και πότε - είχε πει σε ένα από τα πιο υψηλόβαθμα στελέχη του κινήματός του - ασκώντας κριτική στον εθισμό του δεύτερου στο όπιο - πως κανένας δε νομιμοποιείται να διακηρύσσει πως μπορεί να αλλάξει την κοινωνία, αν πρώτα απ' όλα, δεν μπορεί να αλλάξει τον ίδιο του τον εαυτό. Πώς να νικήσεις εξάλλου τον ταξικό σου εχθρό ή τους πολιτικούς σου αντιπάλους, όταν δεν μπορείς να νικήσεις τα ίδια σου τα πάθη, τους ίδιους τους δικούς σου προσωπικούς δαίμονες; Κι αυτή η τόσο απλοϊκή, μα και τόσο αληθινή συνάμα, διαπίστωση, μοιάζει να αφορά όχι μονάχα μια συγκεκριμένη ιστορική προσωπικότητα, αλλά το σύνολο του αριστερού κινήματος, σε όλες τις εκδοχές και μορφές του, από τότε που πρωτοέκανε την εμφάνισή του σε αυτόν τον πλανήτη.
Στην τελική ευθεία πριν από το συνέδριο και στο μέσο μιας πολιτικής συγκυρίας τραγικής για τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού, το κόμμα μας μοιάζει να εγκλωβίζεται όλο και περισσότερο στους δικούς του προσωπικούς δαίμονες και στις χρόνιες αδυναμίες του, αντί να τις υπερβαίνει και να στέκεται στο ύψος των περιστάσεων. Γιατί οι περιστάσεις, καλώς ή κακώς, απαιτούν ρήξεις και τομές. Η πλειοψηφία της κοινωνίας, η οποία δοκιμάζεται από την αντιλαϊκή, όσο και αδιέξοδη, πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ έχει ανάγκη από μια αριστερά, που δίχως παλινωδίες και εσωστρέφεια, θα προβάλει ένα εναλλακτικό πολιτικό και κοινωνικό μοντέλο και κυρίως, θα πείσει πως αυτό το μοντέλο όχι μονάχα είναι εφικτό, αλλά και πως οποιαδήποτε αλλαγή του κοινωνικοπολιτικού συστήματος, μπορεί και πρέπει να έρθει μέσα από το λαό και όχι μέσα από διαδικασίες «κορυφής» που θα αφορούν μια στενή πολιτική ιντελιγκέντσια ή κομματική γραφειοκρατία.
Ασκείται πολλή κριτική τελευταία προς την αριστερά, ειδικά προς το δικό μας πολιτικό χώρο, γύρω από το ζήτημα των προγραμματικών προτάσεών που διαθέτει για διάφορα ζητήματα, κυρίως για το μείζον ζήτημα της οικονομικής κρίσης και της αντιμετώπισής της. Και σε αυτό φυσικά συνηγορούν και τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, που έτσι κι αλλιώς, δεν κάνουν τίποτα άλλο καθημερινά, από το να προσπαθούν να δυσφημίσουν ή να απαξιώσουν την αριστερά στο σύνολο της, καθώς γνωρίζουν πάρα πολύ καλά πως μια αριστερά ισχυρή στη συνείδηση του λαού, αποτελεί το μοναδικό κίνδυνο για την επίπλαστη και τραγελαφική «εθνική συναίνεση» που θέλουν να οικοδομήσουν. Μια «εθνική συναίνεση» αστεία και αντιφατική, όταν αποσκοπεί στη στήριξη μιας πολιτικής που στρέφεται ευθέως ενάντια στα συμφέροντα του λαού, της έκφρασης δηλαδή της έννοιας του έθνους - για το οποίο τόσο κόπτονται, ιδιαίτερα τα ακροδεξιά τσιράκια του συστήματος - στη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία.
Η κριτική αυτή είναι από την αρχή ως το τέλος μια απάτη. Και είναι λυπηρό, που συχνά ασκείται και από μέλη ή μεγαλόσχημα στελέχη του κόμματός μας και μάλιστα δημοσίως. Γιατί και προγραμματικές θέσεις υπάρχουν και προτάσεις. Και οι περισσότερες δεν είναι τωρινές. Είχαν διατυπωθεί ήδη πριν από τις βουλευτικές εκλογές και είχαν συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Προφανώς και πρέπει να είναι ανοιχτές σε κριτική και βελτιώσεις. Και μακάρι κάτι τέτοιο να λάβει χώρα στο συνέδριο. Πολύ φοβάμαι όμως ότι θα δούμε για άλλη μια φορά μια μάχη χαρακωμάτων, δίχως καμιά απολύτως πολιτική προοπτική. Και όχι μονάχα εμείς, τα μέλη και οι φίλοι του κόμματος, αλλά και το σύνολο της κοινωνίας, που έχει άλλες προσδοκίες από το χώρο μας. Που θέλει να μπορεί να στηρίξει σε αυτόν τις ελπίδες του, για απόδραση από το γκρίζο τοπίο που έχουν στήσει τα συστημικά κόμματα με τις πολιτικές που εφαρμόζουν.
Είναι κάτι παραπάνω από κρίσιμο αυτή τη στιγμή, όχι τόσο να διαμορφώσουμε ένα καινούργιο πολιτικό πρόγραμμα, αλλά να το καταστήσουμε αποδεκτό από την κοινωνία. Και ακόμα παραπέρα, να διαμορφώσουμε μέσα στην κοινωνία, ένα μαζικό κίνημα με παλλαϊκό χαρακτήρα, το οποίο δε θα είναι απλά ένα κίνημα διαμαρτυρίας και αμφισβήτησης, αλλά θα έχει μια ξεκάθαρη και σαφή πολιτική προοπτική, που δεν μπορεί να είναι άλλη από το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Και όλα αυτά, να μην παραμείνουν ευχές, αλλά να μετουσιωθούν σε πολιτική πράξη.
Το προεκλογικό μας σύνθημα ήταν πως «είναι στο χέρι μας». Ας εμπεδώσουμε λοιπόν τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τον καθένα μας. Είναι στο χέρι μας, να πείσουμε την υπόλοιπη κοινωνία που μας κοιτά καχύποπτα, πως και πρόγραμμα έχουμε και απόλυτα υλοποιήσιμο είναι. Είναι στο χέρι μας, να σπάσουμε τις τεχνητές διαχωριστικές γραμμές που έχει στήσει το σύστημα ανάμεσα σε «εμάς» και τους «άλλους», από τον εμφύλιο και μετά. Είναι στο χέρι μας να πείσουμε τον εργαζόμενο, τον άνεργο, το νέο, που δεν ανήκει στο δικό μας ιδεολογικό χώρο, να ενστερνιστεί τις αξίες μας και να παλέψουμε μαζί για έναν καλύτερο κόσμο, για μια κοινωνία καλύτερη για όλους. Είναι στο χέρι μας, να δείξουμε προς τα έξω, πως δεν είμαστε χωρισμένοι σε αλληλοσπαρασσόμενες φατρίες, που το μόνο για το οποίο νοιάζονται είναι οι εσωκομματικοί συσχετισμοί. Είναι στο χέρι μας, να καταστήσουμε το πολιτικό μας στίγμα σαφές και ξεκάθαρο. Ένα πολιτικό στίγμα αριστερό, δημοκρατικό και ριζοσπαστικό. Ένα πολιτικό στίγμα ασυμβίβαστο, που θα αγκαλιάζει τις πλατιές μάζες του λαού, δίχως να αποτελεί δεκανίκι ή άλλοθι για το σύστημα, με κανέναν τρόπο.
Να διαμορφώσουμε μια πολιτική στρατηγική, που θα συνδυάζει την άκαμπτη και αδιάλλακτη στάση απέναντι στην - έτσι κι αλλιώς - εκφυλισμένη ελληνική σοσιαλδημοκρατία, με την προσέγγιση του κόσμου που εξαπατήθηκε από αυτήν και τη στήριξε στο παρελθόν. Ενός κόσμου, που ταξικά τουλάχιστον, θα πρέπει να βρισκόμαστε στο ίδιο μετερίζι και όχι απέναντι. Απέναντι, θα πρέπει να έχουμε μόνιμα - και σʼ αυτό δε χωρά κανένας συμβιβασμός ή πισωγύρισμα - τις κομματικές και συνδικαλιστικές ηγεσίες, που εγκλώβισαν αυτόν τον κόσμο και θέλουν να τον κρατούν δέσμιο ξεπερασμένων και παρωχημένων διχαστικών γραμμών. Είναι αυτονόητο, θέλω να πιστεύω, για κάθε αριστερό, πως οποιαδήποτε συνεργασία ή σύγκλιση με αυτές τις ηγεσίες, θα ισοδυναμούσε με πολιτική αυτοκτονία και απόρριψη του αξιακού και ιδεολογικού πυρήνα, στον οποίο στηρίζεται η ίδια η πολιτική ύπαρξη του χώρου μας. Γιατί η θέση μας δεν μπορεί να είναι άλλη από το να βρισκόμαστε εκτός του συστήματος αυτού, ενάντια στο οποίο έχει στραφεί πλέον το σύνολο σχεδόν της ελληνικής κοινωνίας. Στόχος μας, δεν μπορεί να είναι άλλος από την ανατροπή του.
Και αυτή η διαδικασία, είναι μια διαδικασία που μας αφορά όλους. Όχι μονάχα την ηγεσία, ή τους συνέδρους. Κάθε μέλος του κόμματος, κάθε άνθρωπος που νιώθει και είναι αριστερός, θα πρέπει να νιώσει πως είναι δικό του χρέος, δική του ατομική ευθύνη, να πάει αυτή την υπόθεση, που λέγεται ριζοσπαστική και ανανεωτική αριστερά, ένα βήμα παραπέρα. Ο καθένας όπως μπορεί. Ο καθένας στο δικό του μαζικό χώρο ή κοινωνικό κύκλο. Προσωπικά δεν με ενδιαφέρουν οι πολιτικές θέσεις στις οποίες θα καταλήξει το συνέδριο τόσο, όσο το να συμβάλουμε όλοι μας, οι θέσεις αυτές να αγκαλιαστούν από την κοινωνία. Να βγούμε από την αυτάρεσκη πολλές φορές γυάλα μας και να κάνουμε τις δικές μας αξίες, αξίες του κοινωνικού συνόλου. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα για την αριστερά. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα για τον καθένα μας.