Η πραγματοποίηση του έκτακτου συνεδρίου του ΣΥΝ, πέραν ο,τιδήποτε άλλου, είναι και μια ευκαιρία για έναν ειλικρινή διάλογο γύρω από ιδεολογικά και θεωρητικά ζητήματα, που απασχολούν κυρίως εκείνους τους συντρόφους που αναζητούν μια νέα δυναμική του κόμματος μέσα σε συνθήκες ασφυκτικές για τους εργαζόμενους, λόγω εξαιρετικής οικονομικής κρίσης, συνθήκες που κανονικά έπρεπε να αυξάνουν την πολιτική επιρροή της αριστεράς. Ο θεωρητικός εμπλουτισμός πρέπει να ενισχυθεί, παράλληλα με τη διατύπωση ρεαλιστικών θέσεων διεξόδου και αύξηση της πολιτική αποτελεσματικότητας του κόμματος.
Η Ριζοσπαστική Ανανεωτική Αριστερά είναι σκόπιμο να εμβαθύνει στο νόημα του «ανανεωτικού», στις βασικές αρχές και θέσεις της και στις διαφορές της με τη "δογματική Αριστερά" (το πράγμα θέλει όντως κάποια προσοχή, δεδομένου ότι και οι άλλες συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ διατείνονται ότι δεν ανήκουν στην "Ορθόδοξη Αριστερά", αντιτίθενται στο ΚKΕ και δεν αποδέχονται, όλες τουλάχιστον, ότι αποτελούν έκφραση αριστερισμού). Κι αυτό πρέπει να γίνει με έμπνευση γραμμής μακράς πνοής. Δεν πρέπει να εγκλωβιζόμαστε μέσα στις πιέσεις του «ασφυκτικού παρόντος» και των ενδεχομένως κοντόφθαλμων πολιτικών επιλογών, που κάνουμε με βάση τις δικές του απαιτήσεις. Δεν πρέπει να παρασυρόμαστε απ' την εκάστοτε συγκυρία, να προσδιοριζόμαστε απ' αυτήν και ουσιαστικά να "ετεροπροσδιοριζόμαστε". Είναι αναγκαίο η θεωρητική και πολιτική μας προοπτική να τραβήξει πολύ μακρύτερα.
Η Ριζοσπαστική και Ανανεωτική Αριστερά (ΡΑΑ), κατά τη γνώμη μου, πρέπει να διευρύνει τη θεωρητική της κάλυψη και παράλληλα ν' ανοιχτεί ακόμη περισσότερο στον οικολογικό χώρο. Σωστός ο όρος «δημιουργικός μαρξισμός» που χρησιμοποιείται στο κείμενο Π. Λαφαζάνη, Α. Καλύβη κ.ά. -αν και θέλει πιο ακριβή προσδιορισμό-, αλλά δεν είναι αρκετό να μένουμε μόνο μέσα στα όρια αυτής της παράδοσης. Ο μαρξισμός υπήρξε μια μεγάλη συμβολή στη ριζοσπαστική κοινωνική θεωρία, αλλά μπροστά στη συνθετότητα που παρουσιάζουν τα σύγχρονα προβλήματα της ανθρωπότητας σκόπιμο είναι να συνδυασθεί και με άλλες θεωρητικές προσεγγίσεις (π.χ. ο Μαρξ στον καιρό του προβληματίστηκε κυρίως γύρω απ ʼτην αντίθεση κεφαλαίου και εργασίας, σήμερα η αντίθεση ανθρώπου και φύσης είναι εξ ίσου σημαντική).
Απαιτούνται νέα θεωρητικά εργαλεία για να αντιμετωπίσουμε τις νέες σύνθετες κοινωνικές (και εν πολλοίς αντιφατικές) καταστάσεις. Απαιτείται να ληφθούν περισσότερο υπόψη σύγχρονες επιστημονικές και θεωρητικές αναλύσεις που εστιάζουν α) στην ορθολογική, θετική κι εμπειρική (με επιστημονικούς όρους) προσέγγιση της πραγματικότητας ώστε να την ελέγχουν αποτελεσματικότερα (η αριστερά πάντα είχε πλούσιο όραμα και πίστη, αλλά της έλειπε ή ικανότητα (εμπειρική και θετικιστική) ελέγχου της πραγματικότητας, έπασχε συχνά από σύνδρομο «ετερογονίας των σκοπών»: «Γι' αλλού πηγαίνω και αλλού τελικά φθάνω» β) στον ρόλο της δράσης των ατόμων και των συλλογικοτήτων ανεξάρτητα από δομικούς προκαθορισμούς, ή ασχολούνται περισσότερο - συγκριτικά με τις θεωρίες σύγκρουσης- με τη διάσταση της συντήρησης κι αναπαραγωγής ενός κοινωνικού συστήματος. Το να λαμβάνονται υπόψη στοιχεία από τις παραπάνω θεωρίες δεν σημαίνει ακριβώς αποδοχή τους (στο σύνολο τους) ούτε εκλεκτισμό, δεδομένου ότι η βασική θεωρητική γραμμή μας είναι πάντα συγκρουσιακή με μαρξιστική αφετηρία. Η ίδια η μαρξική θεωρία στο σύνολο της αποτελούσε (επιστημολογικά ) σύνθεση στοιχείων πολλών επί μέρους θεωριών (πράγμα που έχει συμβεί και με άλλες θεωρίες μεγάλου διαμετρήματος), αλλά με ευδιάκριτη κεντρική επαναστατική γραμμή. Ακόμη περισσότερο δεν είναι σκόπιμο να μονοπωλείται το επαναστατικό, το ριζοσπαστικό και η διαλεκτική σκέψη -στην ευρύτερη έννοια τους-αποκλειστικά από τον μαρξισμό. Επαναστατικές διαδικασίες (γενικά μιλώ) υπήρχαν και θα υπάρχουν ανεξάρτητα απʼ την εμφάνιση του μαρξισμού. Ο τελευταίος υπήρξε και είναι πολύτιμο εργαλείο σε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο για την προώθηση αυτών των διαδικασιών, αλλά δεν είναι και το μόνο, από πλευράς συγκρουσιακής κοινωνικής θεωρίας ή δεν είναι το μόνο από πλευράς θεωρητικής κάλυψης της σύγχρονης σοσιαλιστικής πρότασης. Χρειαζόμαστε μεγαλύτερα θεωρητικά ανοίγματα και μεγαλύτερο θεωρητικό εμπλουτισμό της εναλλακτικής μας πρότασης απέναντι στην αντι-οικολογική κοινωνία του νεοφιλελευθερισμού, της παγκοσμιοποιημένης εκμετάλλευσης και της ταξικής αδικίας.
Το ζήτημα είναι να συγκερασθούν τα βασικά στοιχεία του μαρξιστικού (ανθρωπιστικού) επαναστατικού οράματος, η διαλεκτική μεθοδολογία του Κ. Μαρξ, (που δεν ήταν ακριβώς δική του και τις ρίζες της μπορούμε να τις αναζητήσουμε όχι απλώς στον Έγελο αλλά και στην αρχαία Ελληνική φιλοσοφία) και πολλά σωστά σημεία της ανάλυσής του για τη δημιουργία, τη συσσώρευση, την αναπαραγωγή και επέκταση του κεφαλαίου σε παγκόσμιο επίπεδο με τη σύγχρονη συμβολή των δυτικών κοινωνικών επιστημών και ιδιαίτερα της κοινωνιολογίας και της αναλυτικής κοινωνικής ψυχολογίας.
Η ανθρώπινη πορεία και Ιστορία δεν «προχωρεί ως τρένο» που περνάει από προκαθορισμένους «σταθμούς» και που ο «μηχανοδηγός του» μπορεί να το επιβραδύνει ή επιταχύνει. Η σύγχρονη Αν. Α. πρέπει να απαλλαγεί από την εμμονή του «προκαθορισμένου (ντετερμινισμός), που βαθύτερα αποτελεί υποκατάστατο της «θείας πρόνοιας» (η μελέτη στοιχείων της κοινωνιολογίας του Μαξ Βέμπερ πάντα χρήσιμη, ιδιαίτερα όσον αφορά την επιστημολογική κριτική της υποτιθέμενης «νομολογικής» επιστημονικής γνώσης σχετικά με τα κοινωνικά φαινόμενα, δεν είναι σκόπιμο ούτε επιστημονικά ορθό ο Μαχ Βέμπερ να αντιπαρατίθεται ολοκληρωτικά στον Κ. Μαρξ σʼ όλη την γραμμή των των επιστημονικών ζητημάτων με τα οποία ασχολούνται) Υπάρχουν ιστορικές - κοινωνικές τάσεις, όχι ακριβώς ιστορικονομοτελειακοί προκαθορισμοί (η μελέτη της σκέψης του Κ. Popper ενάντια στο νομοτελειακό ιστορικισμό είναι χρήσιμη, όπως επίσης και ο τρόπος σκέψης του Ισ. Μπέρλιν γύρω από την Ιστορία και την πάλη των Ιδεών). Η παραπάνω απαλλαγή οδηγεί και στην αποφυγή της «θεοποίησης της σκοπιμότητας», των τακτικών «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και σε άλλες υπερβολές.
Η υπόθεση της σοσιαλιστικής προοπτικής μπορεί να μην έχει ακριβώς την βεβαιότητα κάποιας νομοτέλειας, συσχετίζεται όμως στηρίζεται και τροφοδοτείται από εμπειρικά τεκμηριωμένη ιστορικοκοινωνική τάση προς την κατεύθυνση της αμφισβήτησης του καπιταλισμού. Μπορεί επιπλέον να περιλάβει (και να ενισχύεται βέβαια απ' αυτήν) τη βεβαιότητα «των ίδιων των αγώνων», που έχουν, αφʼ ενός μεν, χαραχθεί πάνω στη βάση «επιλογής αξιών» και της ορθής ιστορικής αντίληψης γύρω απʼ τις υπάρχουσες κοινωνικές τάσεις και αφʼ ετέρου, πραγματοποιούνται μέσω προγραμμάτων δράσης ατόμων και συλλογικοτήτων. Αυτές οι τοποθετήσεις μάς κάνουν πιο ανεκτικούς στην «άλλη άποψη» περί σοσιαλισμού, αλλά και στον «άλλο τρόπο ζωής και σκέψης» πέρα απʼ τη σοσιαλιστική στράτευση και αξιακή δέσμευση. Ωστόσο αυτή η ανοχή και το ελεύθερο θεωρητικό άνοιγμα δεν αποφασίζονται για να καταλύσουμε κάθε έννοια «κόκκινης γραμμής» στις δικές μας θέσεις που εμπνέονται από τη σοσιαλιστική προοπτική, αλλά για να βρούμε νέες ευκαιρίες να προβληματιστούμε πάνω στις δικές μας γραμμές και επιλογές και έτσι να αυξήσουμε τον ιδεολογικό και θεωρητικό μας πλούτο: σκληροί στρατιώτες στις αντιστάσεις μας και στα ανυποχώρητα ΟΧΙ μας, αλλά διακρινόμενοι από ελεύθερο, αδογμάτιστο και ερευνητικό πνεύμα!
Φίλιππος Νικολόπουλος,
Δρ Κοινωνιολογίας, Παν/κός,
μέλος του τμ. Οικολογίας του ΣΥΝ