Μερικές σκέψεις για τον περιφερειακό τύπο και τους εκπροσώπους του
"Η πένα είναι πιο δυνατή από το ξίφος"
(Αγγλική παροιμία)
Με τα πλέον μελανά χρώματα προδιαγράφεται το μέλλον του έντυπου περιφερειακού τύπου σε ολόκληρη την Ελλάδα, καθώς η συνολικότερη κατάσταση και η τρέχουσα κοινωνικο-οικονομική συγκυρία πλήττει, εμμέσως αλλά σαφέστατα και με πλείστα όσα θύματα, και τους εργαζομένους στον χώρο της έντυπης, κυρίως, δημοσιογραφίας.
Κανείς δε διαφωνεί για τη μεγάλη σημασία αλλά και την αναγκαιότητα ύπαρξης του επαρχιακού τύπου, κυρίως για το ρόλο που αυτός διαδραματίζει στην ουσιαστική ανάδειξη των θεμάτων που αφορούν στην καθημερινότητα του πολίτη της Περιφέρειας και, τελικά, στην ενίσχυση της τοπικής δημοκρατίας. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ότι ο πολίτης ενημερώνεται ποιοτικά για θέματα που τον αφορούν άμεσα – λόγω της μεγαλύτερης εγγύτητας του περιφερειακού τύπου προς τα καθημερινά του προβλήματα και ενδιαφέροντα – σε συνδυασμό με το γεγονός ότι μπορεί νʼ ασκήσει, μέσω του Τύπου, ουσιαστικό έλεγχο σε περιφερειακά όργανα που αποκτούν σημαντικές αρμοδιότητες. Άρα, η αξία του περιφερειακού τύπου είναι τόσο πολιτική και κοινωνική, όσο και θεσμική.
Με βάση τα παραπάνω, θα περίμενε κανείς μια δουλειά, αγχωτική μεν, στρωμένη με αίγλη και ροδοπέταλα δε, για τους κυρίως εκφραστές αυτού, δηλαδή τους δημοσιογράφους-συντάκτες, που απαρτίζουν το “βαρύ πυροβολικό” του. Τί ισχύει όμως στην πράξη; Διότι εκεί εδράζεται η ουσία.
Η ενοποίηση του ταμείου των δημοσιογράφων με άλλα ταμεία του χώρου, η έκρυθμη κατάσταση στην αγορά που επηρεάζει άμεσα τους συντάκτες, καθώς κύρια πηγή εσόδων ειδικά των περιφερειακών εφημερίδων είναι η διαφήμιση από μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η μη καταβολή οφειλομένων από τους ΟΤΑ, λόγω των περιορισμένων πόρων που τόσο η προηγούμενη όσο και η σημερινή κυβέρνηση τους αποδίδει, το -συγκριτικά με τις ανάγκες- μικρότερο αριθμητικά προσωπικό, συνθέτουν το παζλ της καθημερινότητας των δημοσιογράφων κάθε ηλικίας, στην ελληνική περιφέρεια. Μη τήρηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, ανασφάλιστη εργασία, ευέλικτες εργασιακές σχέσεις, μη καταβολή δεδουλευμένων, παράνομες απολύσεις κ.λπ. συμπληρώνουν αυτό το τοπίο.
Παλιοί δημοσιογράφοι βρίσκονται ξαφνικά -αν όχι άνεργοι- σε υποχρεωτική παύση ή υποχρεωτικές άδειες, σε καταβολή μισθών έναντι ή τμηματικά, και ψάχνουν δουλειά ή δεύτερη ή και τρίτη απασχόληση, προκειμένου να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Νέοι άνθρωποι, που πολλοί εξ αυτών επένδυσαν χρόνο, χρήμα και προσωπική προσπάθεια, σε μεταλυκειακού, ανωτέρου κι ανωτάτου επιπέδου σπουδών δημοσιογραφίας και επικοινωνίας, σε μεταπτυχιακά ή ακόμη και διδακτορικά, και είχαν την ατυχή –όπως αποδείχθηκε- έμπνευση να επιστρέψουν στα πάτρια εδάφη και να δώσουν άλλη ώθηση στην τοπική δημοσιογραφία, σήμερα βρίσκονται μετέωροι. Τί και ποιός φταίει; «Κανένα στόμα, δεν το ʽβρε και δεν το ʽπε ακόμα» όπως έγραφε ο Κ. Βάρναλης στους «Μοιραίους» του.
Η πλειονότητα των δημοσιογράφων της περιφέρειας δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τους μεγαλοδημοσιογράφους-μεγαλοπαράγοντες ούτε της ιδιωτικής ούτε της κρατικής τηλεόρασης, για τους οποίους πρόσφατα βγήκαν στη φόρα τα μύρια όσα –σκάνδαλα-μίζες-φακελάκια κάτω απʼ το τραπέζι-μέσα σε πολυτελή γιοτ-μισθοί που αγγίζουν τα όρια της πρόσκλησης στην εποχή του ΔΝΤ και της επιτήρησης, όταν για όλες σχεδόν τις υπόλοιπες κοινωνικές ομάδες περικόπτονται ακόμη και αυτά τα ελάχιστα κεκτημένα.
Η πλειονότητα των δημοσιογράφων της περιφέρειας πασχίζει καθημερινά, να ενημερώσει έγκαιρα και έγκυρα τους πολίτες, χωρίς υπόγειες διαδρομές σε πολιτικά γραφεία, γραφεία επιχειρηματιών και μεγαλοστελεχών, προσπαθώντας να υπερασπιστεί την είδηση ως είδηση και όχι την είδηση-εμπόρευμα. Διότι η είδηση-εμπόρευμα, εκ των πραγμάτων εντάσσεται στη λογική της αγοράς και καθιστά τον Τύπο ανελεύθερο. Όπως είχε σημειώσει ο Νομπελίστας Γάλλος συγγραφέας Albert Camus (1913-1960), «Ο ελεύθερος Τύπος μπορεί να είναι είτε καλός είτε κακός, αλλά χωρίς ελευθερία, είναι απόλυτα βέβαιο ότι ο Τύπος δεν μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο από κακός».
Οφείλουμε σήμερα, τόσο η Αριστερά όσο και οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι, σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς να πιέσουμε για τη διαμόρφωση ενός κώδικα δεοντολογίας των ΜΜΕ, με στόχο την αναβάθμιση του ρόλου τους, με θεσμοθετημένους φορείς ελέγχου της λειτουργίας τους, με επίκεντρο την προστασία των ανθρωπίνων ελευθεριών και δικαιωμάτων, την πλουραλιστική ενημέρωση και την κοινωνική ευαισθησία. Είναι στο χέρι όλων μας να αξιοποιήσουμε τη νέα γενιά εργαζομένων που έχει εισέλθει μαζικά στο δημοσιογραφικό χώρο, η οποία ενδεχομένως είναι πιο εξοικειωμένη με τη ριζική αλλαγή του τρόπου λειτουργίας των Μέσων, την επιρροή τους, αλλά και των εργασιακών συνθηκών σʼ αυτά. Το στοίχημα για την Αριστερά είναι να ξαναδώσει στους εργαζόμενους στον τύπο ενιαία αντίληψη για το ρόλο τους, ένα ενοποιητικό νήμα που θα τους κάνει συμμέτοχους και συνδιαμορφωτές στο προϊόν της εργασίας τους και όχι απλούς διεκπεραιωτές της πολιτικής ή της εμπορικής γραμμής των εκδοτικών και τηλεοπτικών επιχειρήσεων.
*Από την Ηρώ Διώτη
βουλευτή Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ