Σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από αυτή που επιβάλλουν οι σύγχρονες εκπαιδευτικές κοινωνικές ανάγκες οδηγούν την ελληνική εκπαίδευση οι προτάσεις που δημοσιεύονται στον ημερήσιο τύπο σχετικά με τη δομή και το περιεχόμενο σπουδών του Λυκείου.
Με την υπέρμετρη διόγκωση των μαθημάτων επιλογής, σε βάρος των μαθημάτων «κορμού», και με το σύστημα υποχρεωτικής επιλογής μαθημάτων που προωθείται, σύμφωνα τουλάχιστον με τα σενάρια που δημοσιεύτηκαν, αυτό που κυρίως διακυβεύεται είναι η γενική μόρφωση που πρέπει να παρέχει ένα σύγχρονο Ενιαίο Λύκειο σε κάθε νέα και νέο αντίστοιχης ηλικίας.
Η γενική μόρφωση, με την έννοια ενός επαρκούς, συνεκτικού και πολυδιάστατου σώματος γνώσεων, είναι αναγκαία για κάθε πολίτη, καθώς, του εξασφαλίζει τη δυνατότητα να κατανοεί την πολυπλοκότητα των σημερινών προβλημάτων να αντιμετωπίζει με θετικό τρόπο τις προκλήσεις τού σήμερα, θεμελιώνοντας τη δράση του σε υγιείς κοινωνικές αξίες.
Αυτό το αναγκαίο μορφωτικό υπόβαθρο επιχειρείται να αντικατασταθεί από ένα άθροισμα κατακερματισμένων μορφωτικών πεδίων που προσφέρονται στους μαθητές και μαθήτριες για να επιλέξουν και να διαμορφώσουν ένα «προσωπικό» μορφωτικό πρόγραμμα. Στο βωμό αυτής της αντίληψης θυσιάζονται μαθήματα αναγκαία για τη μορφωτική συγκρότηση όλων των νέων, όπως η ιστορία, η φυσική κ.λπ., ενώ η πληροφορική απουσιάζει εντελώς από το πρόγραμμα. Το αποτέλεσμα δεν μπορεί να είναι άλλο από τη διάρρηξη του μορφωτικού ιστού του Λυκείου και την ακύρωση του ρόλου του.
Τονίζουμε, ακόμη, το παράδοξο να ακολουθείται μια αποσπασματική πολιτική, που αφορά το ανώτερο επίπεδο της γενικής εκπαίδευσης, τη βαθμίδα του Λυκείου, ενώ δεν γίνεται λόγος για τις αναγκαίες αλλαγές που πρέπει να γίνουν στις υπόλοιπες βαθμίδες της εκπαίδευσης, από την προσχολική ως το Γυμνάσιο.
Η προτεινόμενη δομή του Λυκείου, υπηρετώντας κατά βάση τις απαιτήσεις του συστήματος πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και όχι την πρωταρχικής σημασίας απαίτηση για μια επαρκή γενική μόρφωση, που θα παρέχεται σε όλα τα παιδιά, θα συμβάλει τελικά στη διεύρυνση των μορφωτικών ανισοτήτων σε βάρος των πιο αδικημένων.
Αγνοείται, επίσης, η σημασία που έχει η κατάλληλη προετοιμασία του εκπαιδευτικού προσωπικού, ώστε να είναι δυνατόν να εφαρμοστούν οι αλλαγές που θα αποδειχτούν αναγκαίες. Η διαδικασία επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών έχει ουσιαστικά καταργηθεί πλήρως τα τελευταία χρόνια με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης.
Ακόμη, είναι απαράδεκτο αυτό το «κρυφτούλι» που ακολουθεί το Υπ. Παιδείας με τις συνεχείς «διαρροές» κειμένων, ενώ ταυτόχρονα αρνείται τον υπεύθυνο διάλογο με τους αρμόδιους εκπαιδευτικούς και άλλους φορείς,
Τονίζουμε, τέλος, ότι αυτές οι αλλαγές προωθούνται στο πλαίσιο μιας γενικότερης, αντιεκπαιδευτικής και αντιλαϊκής πολιτικής, που καταδικάζει σε οικονομική ασφυξία τη δημόσια εκπαίδευση. Κανένα αναγκαίο μέτρο για την αναβάθμιση της εκπαίδευσης δεν μπορεί να εφαρμοστεί, όσο χρήσιμο και αν αποδειχτεί, όταν δεν έχουν εξασφαλιστεί οι αναγκαίοι οικονομικοί πόροι. Αυτοί οι πόροι, όμως, δεν προβλέπεται να διατεθούν όχι μόνο εφέτος αλλά ούτε και τα επόμενα χρόνια, με βάση την οικονομική πολιτική που εφαρμόζουν η κυβέρνηση, η ΕΕ και το ΔΝΤ στη χώρα μας.
Τμήμα Παιδείας