Skip to main content.
Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας
07/02/2011

Νέα Γραμματεία στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης του ΣΥΝ & εισήγηση-απόφαση της ολομέλειας του τμήματος

Στην ολομέλεια του τμήματος Δημόσιας Διοίκησης του ΣΥΝ που πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα 7/2/2011 εξελέγη η νέα γραμματεία του τμήματος ,η οποία καλείται να ανταπεξέλθει σε ένα πολύ δύσκολο έργο μιας και επίθεση της κυβέρνησης του Μνημονίου απέναντι στο κοινωνικό κράτος, την Δημόσια Διοίκηση και τους εργαζόμενους σε αυτήν είναι ολομέτωπη.

Στην νέα επταμελή γραμματεία του τμήματος θα συμμετέχουν οι.

Νίκος Δημητρακόπουλος, ο οποίος σύμφωνα με απόφαση της ολομέλειας θα είναι και ο υπεύθυνος του τμήματος.

Ένας εκπρόσωπος από την ΑΔΕΔΥ (Ηλίας Βρεττάκος η Δέσποινα Σπανού)

Όλγα Ζαχαριάδου.

Παναγιώτης Κόλλιας.

Κατερίνα Μαλακού.

Πλιάκης Στέλιος

Νίκος Χριστόπουλος

Η νέα γραμματεία θα συνεδριάσει για πρώτη φορά την Δευτέρα 14/2 στις 16.00μ.μ στην Κουμουνδούρου για τον προγραμματισμό της δουλειάς του τμήματος.

Επισυνάπτεται η εισήγηση-απόφαση της ολομέλειας του τμήματος

ΤΜΗΜΑ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ  2011

ΚΡΙΣΗ  ΚΑΙ  ΔΗΜΟΣΙΑ  ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Α) Η  ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΗ  ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ  ΣΤΗ  ΔΗΜΟΣΙΑ  ΔΙΟΙΚΗΣΗ  ΜΕΧΡΙ  ΣΗΜΕΡΑ

1) Αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι η Δημόσια Διοίκηση βρίσκεται από δεκαετίες σε βαθιά και γενικευμένη κρίση. Μια κρίση που αναπαράγεται και βαθαίνει παρά τις τυμπανοκρουσίες των εκάστοτε κυβερνήσεων για τον εκσυγχρονισμό της. Στην πραγματικότητα, η Δημόσια Διοίκηση απλώς αντανακλά το ξεπερασμένο πρότυπο οργάνωσης του κράτους, τις παθογένειες του ελληνικού πολιτικού συστήματος, τον στρεβλό τρόπο ανάπτυξης, αλλά κυρίως τις επιδιώξεις των κυβερνήσεων να εξυπηρετήσουν συμφέροντα ασυμβίβαστα με την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη του τόπου.

Τα κύρια χαρακτηριστικά της κρίσης στην οποία βρίσκεται η Δημόσια Διοίκηση είναι η συνεχής αποδιοργάνωση, η χαμηλή αποδοτικότητα και η κοινωνική αναποτελεσματικότητα και απορρέουν από φαινόμενα και πρακτικές, όπως η κομματικοποίηση και το ρουσφέτι, η υποκατάσταση των υπηρεσιών από τους φορείς της πολιτικής εξουσίας, η έλλειψη ουσιαστικής αποκέντρωσης, προγραμματισμού και οργάνωσης, οι πελατειακές σχέσεις, η αναξιοκρατία, η αδιαφάνεια, η σύγχυση αρμοδιοτήτων, η γραφειοκρατία, η πολυνομία, η έλλειψη λογοδοσίας στην κοινωνία, η ανυπαρξία αξιολόγησης της κοινωνικής της αποτελεσματικότητας κ.ά. Απουσιάζει, μάλιστα, παντελώς ο ουσιαστικός διάλογος με τους πολιτικούς και κοινωνικούς φορείς και ιδιαίτερα με τους εργαζόμενους, οι οποίοι αποτελούν το κλειδί για οποιαδήποτε προσπάθεια μεταρρύθμισης.

Κεντρικές κυβερνητικές πρακτικές χρόνων, έχουν οδηγήσει σε γενικευμένα και διαχρονικά φαινόμενα αδιαφάνειας, με το ρόλο των διαφόρων συμβούλων, την παράκαμψη των υπηρεσιακών δομών, τις πάσης φύσεως κομματικές «εξυπηρετήσεις», τον τρόπο διαχείρισης των κονδυλίων κλπ, η διατήρηση των οποίων επιδρά στην αναπαραγωγή τέτοιων νοσηρών φαινομένων. Ταυτόχρονα οι χρόνιες ασκούμενες νεοφιλελεύθερες πολιτικές, η διαπλοκή πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, η αδιαφάνεια, η προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων σε βασικούς τομείς, αποτέλεσαν το κατάλληλο έδαφος για να αναπτυχθούν και να ενταθούν κρούσματα συναλλαγής και διαφθοράς, πέρα από το κεντρικό πολιτικό επίπεδο, και στη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης.

Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, αντί να λάβουν ουσιαστικά μέτρα για τον εκδημοκρατισμό και τον εκσυγχρονισμό της Δημόσιας Διοίκησης, λειτούργησαν όλα αυτά τα χρόνια με βασικούς πολιτικούς στόχους τον περιορισμό του κράτους και την εκχώρηση βασικών αρμοδιοτήτων του δημοσίου στον ιδιωτικό τομέα, με αποτέλεσμα τη μεταφορά του κόστους βασικών κοινωνικών αγαθών (υγεία, παιδεία, ασφάλιση κλπ) από το κράτος στον πολίτη, την εξυπηρέτηση μεγάλων οικονομικών συμφερόντων, την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων.

2) Όλες αυτές οι χρόνιες κυβερνητικές πολιτικές ασφαλώς πρέπει να ιδωθούν – ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης – και υπό το πρίσμα των γενικότερων αντίστοιχων πολιτικών σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο.

Το βασικό κεντρικό στοιχείο του ρόλου του κράτους, ως κεντρικού μηχανισμού που συμπυκνώνει τον κυρίαρχο συσχετισμό δυνάμεων στην κοινωνία και ασκεί την εξουσία, ρυθμίζοντας και προωθώντας την ανάπτυξη του καπιταλισμού, διαφοροποιήθηκε στο πλαίσιο της άσκησης των βασικών πολιτικών του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, «του λιγότερου κράτους», όχι μόνο στο οικονομικό επίπεδο (ιδιωτικοποιήσεις), αλλά και στο πολιτικό με τη μεταφορά αρμοδιοτήτων σε υπερεθνικούς θεσμούς (εκτός πολιτικού και κοινωνικού ελέγχου) και την υποκατάσταση της πολιτικής από την τεχνοκρατική διαχείριση.

Με την υιοθέτηση του μοντέλου της «Διακυβέρνησης», σε παγκόσμιο επίπεδο (Συναίνεση της Ουάσινγκτον) και σε ευρωπαϊκό (Λευκή Βίβλος του 2001), προωθήθηκε μια νέα σχέση δημόσιου – ιδιωτικού, σε βάρος πάντα του δημόσιου (ιδιωτικοποιήσεις και συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, αποδυνάμωση των μηχανισμών εποπτείας της αγοράς), αλλά και μια νέα σχέση κράτους/δημόσιας διοίκησης και πολίτη, όπου πλέον ο πολίτης αντιμετωπίζεται απλώς ως πελάτης των δημοσίων υπηρεσιών.

Βασικοί τομείς ευθύνης και αρμοδιότητας της κεντρικής διοίκησης, όπως ο εποπτικός και ρυθμιστικός της ρόλος, υποκαταστάθηκαν σε αρκετές περιπτώσεις από την ευρύτατη χρήση των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, στο όνομα προβλημάτων και δυσλειτουργιών της διοίκησης. Η επέκταση θεσμών «κοινωνικού διαλόγου» δημιούργησε ένα νέο πλαίσιο δήθεν «συμμετοχής», που ψευδεπίγραφα ονομάστηκε «κοινωνία των πολιτών», στην πραγματικότητα όμως αποδυνάμωσε την ουσία της δημοκρατικής συμμετοχής και υπονόμευσε τις προϋποθέσεις για μια γνήσια κοινωνία ενεργών πολιτών. Με την πολυδιαφημισμένη «διαβούλευση» η έννοια και το ζητούμενο της δημοκρατικής συμμετοχής, μεταλλάχθηκε σε ένα απολίτικο «κοινωνικό διάλογο» που δεν δεσμεύει την εξουσία, η δε χάραξη των πολιτικών γίνεται στην ουσία από μια ελίτ τεχνοκρατών που δεν υπάγεται σε κανένα κοινωνικό έλεγχο. Η προσπάθεια περαιτέρω αποδυνάμωσης της διοίκησης με αφαίρεση στην ουσία σημαντικών αρμοδιοτήτων και ενίσχυσης μιας πρωθυπουργοκεντρικής εξουσίας (απʼ ευθείας αναθέσεις σε ιδιώτες μελετών κλπ), δρα συμπληρωματικά στο παραπάνω πλαίσιο.

Το μοντέλο αυτό επιχειρήθηκε να εφαρμοστεί και στη χώρα μας, αλλά σε μια κρατική και θεσμική δομή με τις ιδιαίτερες παθογένειες που προαναφέρθηκαν. Κατά συνέπεια δεν ήταν δυνατόν να οδηγήσει σε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Σε αυτή την κατεύθυνση, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, ως αντίδοτο για τη θεραπεία της κακοδαιμονίας που μαστίζει τη Δημόσια Διοίκηση, επιχείρησαν, με πομπώδεις και μεγαλεπήβολες εξαγγελίες, την εφαρμογή επιφανειακών μέτρων «εκσυγχρονισμού» (προγράμματα «Πολιτεία», Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Διοικητική Μεταρρύθμιση 2007-2013», διαδικασίες στοχοθεσίας και δεικτών μέτρησης αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας κ.λπ.), που δεν αντιμετωπίζουν όμως τα πραγματικά αίτια της κακοδαιμονίας της Δημόσιας Διοίκησης.

Β) ΟΙ  ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΕΣ  ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ  ΚΑΙ  ΤΑ  ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΣΤΟ  ΧΩΡΟ  ΤΗΣ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Τα βασικά στοιχεία του επιχειρησιακού σχεδίου

Στο χώρο του Δημοσίου, βρίσκεται σε εξέλιξη από την κυβέρνηση – και σε εφαρμογή του μνημονίου – μια πρωτοφανών διαστάσεων επιχείρηση κατεδάφισης και διάλυσης του κοινωνικού κράτους, ότι εν πάση περιπτώσει είχε απομείνει από αυτό, μέσα από ένα σκηνικό πρωτοφανούς αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης και συκοφάντησης των δημοσίων υπαλλήλων, με ότι αυτό συνεπάγεται σε βάρος του πολίτη για την κάλυψη πάγιων κοινωνικών του αναγκών και αγαθών. Οι ιδιωτικοποιήσεις και οι εκχωρήσεις σημαντικών αρμοδιοτήτων και λειτουργιών του Δημοσίου στον ιδιωτικό τομέα, ο παραγκωνισμός του ελεγκτικού και παρεμβατικού ρόλου του κράτους και η ανάθεσή του σε ιδιωτικούς φορείς, η κατάργηση φορέων και Υπηρεσιών, οι απολύσεις υπαλλήλων, το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, αποτυπώνει τη ζοφερή κατάσταση στο χώρο του Δημοσίου. Βασικοί της στόχοι η διάλυση φορέων και υπηρεσιών, ανεξάρτητα αν έχουν ή όχι κοινωνικό χαρακτήρα, η κατάργηση θέσεων εργασίας και η συνακόλουθη απόλυση δημοσίων υπαλλήλων, στο όνομα του περιορισμού των δαπανών και των λειτουργικών εξόδων και πρωτίστως της συμπίεσης του μισθολογικού κόστους.

Η προπαγάνδα

Η κυβέρνηση με την προπαγάνδα της, επιχειρεί να αναδείξει ως την κεντρική αιτία της κρίσης, το δήθεν τεράστιο και σπάταλο δημόσιο τομέα. Και αυτό με στόχο να γίνει ευρύτερα αποδεκτό πως τα εξοντωτικά για τους εργαζόμενους και για το κοινωνικό σύνολο μέτρα που απορρέουν από το μνημόνιο, είναι ο μόνος δρόμος για την αντιμετώπιση του δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας. Έπρεπε λοιπόν πρώτα να βομβαρδιστεί η κοινή γνώμη με απαράδεκτους και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς για το έργο και την απόδοση των εργαζομένων στο δημόσιο και να κατασυκοφαντηθεί ο ρόλος, η αποτελεσματικότητα και σε τελευταία ανάλυση η ίδια η χρησιμότητα του δημόσιου τομέα (στενού και ευρύτερου). Οι κυβερνήσεις όλων των χωρών, αφού ξόδεψαν δισεκατομμύρια για να σώσουν τις τράπεζες την προηγούμενη διετία, επιχειρούν τώρα να μεταβιβάσουν στην κοινωνία αυτό το λογαριασμό. Το πρόβλημα δεν είναι δεν είναι μόνο ελληνικό. Το ίδιο συμβαίνει σε όλα τα μήκη και πλάτη του αναπτυγμένου καπιταλιστικού κόσμου, όπου επιχειρείται η ίδια πολιτική επιδίωξη, όπως στις ΗΠΑ με τους δασκάλους να γίνονται τα εξιλαστήρια θύματα και να χαρακτηρίζονται υπεύθυνοι για τα χάλια της παιδείας για να δικαιολογήσουν την κατάργηση στην πράξη της δημόσιας παιδείας, στην Ευρώπη όπου δεν κρύβονται οι μύχιοι πόθοι των πολιτικών και οικονομικών ελίτ για αντιγραφή του γερμανικού προτύπου, το οποίο χαρακτηρίζει «αχτίδα φωτός» ο Economist, όπου «οι μισθολογικές αυξήσεις στο δημόσιο τομέα υπολείπονται εκείνων του ιδιωτικού και οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν επιτρέπεται να απεργήσουν».

Μάλιστα η κυβέρνηση για να περάσει τα σχέδιά της, υλοποιεί την κοινωνική οπισθοδρόμηση, μέσα από ένα σκηνικό μαζικής παραπλάνησης και τρομοκράτησης του κόσμου, τροφοδοτώντας και αναπαράγοντας ένα κλίμα αντιπαράθεσης των εργαζόμενων και των διαφόρων κοινωνικών ομάδων μεταξύ τους, ενεργοποιώντας τον κοινωνικό αυτοματισμό και ωθώντας τον κόσμο σʼ ένα γενικευμένο κοινωνικό κανιβαλισμό, όπου ο άνεργος θα επιτίθεται στον εργαζόμενο, ο εργαζόμενος του ιδιωτικού τομέα θα επιτίθεται στον δημόσιο υπάλληλο, ο δημόσιος υπάλληλος απέναντι στον εργαζόμενο των ΔΕΚΟ και μεταξύ τους οι δημόσιοι υπάλληλοι απέναντι στον υπάλληλο του Υπ. Οικονομικών.

Η σκόπιμη και συντονισμένη επίθεση παραποίησης του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων (η κυβέρνηση δήλωνε αρχικά άγνοια για τον πραγματικό αριθμό τους και διέρρεε αριθμούς εξωπραγματικούς) που οδήγησε στην περιβόητη απογραφή, κατέληξε σε φιάσκο. Ο συνολικός αριθμός  των Δ.Υ – που ανέρχονται λίγο πάνω από τις 700 χιλ. – είναι ένα στοιχείο που αποδεικνύει ότι η Ελλάδα σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες εμφανίζει ποσοστιαία σχετικά μικρό αριθμό δημοσίων υπαλλήλων (με σημαντικά χαμηλότερη μάλιστα μισθολογική δαπάνη), ενώ εξίσου χαμηλό είναι για τη χώρα μας το ποσοστό των εργαζομένων στο Δημόσιο σε σχέση με το σύνολο των εργαζομένων. Έτσι κλονίστηκε η επιχειρηματολογία της χρόνιας προπαγάνδας περί υπερτροφικού δημοσίου, που όμως άφησε τα αποτυπώματά της στη συνείδηση του κόσμου.

Η κυβέρνηση επιχειρεί ένα νέο γύρο επίθεσης, προωθώντας μέσα και από τα γνωστά «παπαγαλάκια» των ΜΜΕ, την προπαγάνδα της για την αναγκαιότητα «εξορθολογισμού» των αμοιβών στο Δημόσιο. Παρουσιάζει τους δημοσίους υπαλλήλους να αμείβονται με «υπέρογκους» μισθούς και επιδόματα, τα οποία, υποτίθεται μάλιστα ότι ευθύνονται για τον εκτροχιασμό των δημοσιονομικών μεγεθών, όπως εξάλλου προπαγανδίζει και για τους εργαζόμενους του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

Όλη αυτή η γενικότερη προπαγάνδα, που γίνεται χρόνια τώρα, αξιοποιεί βέβαια τις γνωστές παθογένειες και νοσηρές καταστάσεις στη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης, αποσιωπά όμως τα αίτια που έχουν οδηγήσει σε αυτά τα φαινόμενα, τα οποία έχουν τις ρίζες τους στις βασικές πολιτικές του κομματισμού και του ρουσφετιού που ασκούν χρόνια οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. που με μεγάλη ευκολία τα ρίχνουν όλα στον τελευταίο τροχό της αμάξης, τους υπαλλήλους. Αποσιωπά τις πρακτικές συνεχούς απαξίωσης και υποβάθμισης του δημοσίου που εφάρμοσαν όλα αυτά τα χρόνια.

Ο κεντρικός στόχος βέβαια είναι ένας :

Η παραπλάνηση της κοινωνίας, η απόκρυψη και η «νομιμοποίηση» στη συνέχεια των σχεδίων για κατάργηση του δημόσιου, δωρεάν και κοινωφελή χαρακτήρα των υπηρεσιών που εξακολουθεί να παρέχει το κράτος.

Οι πολιτικές και τα σχέδια κυβέρνησης – τρόϊκας

1) Συνεχίζονται οι απολύσεις στο Δημόσιο – σε πρώτη φάση εργαζομένων με ελαστικές σχέσεις εργασίας, οι οποίοι στην πλειονότητά τους καλύπτουν πάγιες ανάγκες. Μετά την κατάργηση των stage και τη μη ανανέωση των περισσότερων συμβάσεων ορισμένου χρόνου, έρχεται η υλοποίηση του «Καλλικράτη», που θα οδηγήσει δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους στην ανεργία και θα υποβαθμίσει ακόμα περισσότερο τις Δημόσιες Υπηρεσίες. Οι απολύσεις, ακόμα και μονίμων υπαλλήλων, και η τυπική κατάργηση της μονιμότητας όλο και περισσότερο προπαγανδίζονται από κυβερνητικούς παράγοντες.

Οι αναδιαρθρώσεις, οι συγχωνεύσεις και οι καταργήσεις Υπηρεσιών προωθούνται με βασικό στόχο την περικοπή των κοινωνικών δαπανών, την κατάργηση των δικαιωμάτων των εργαζόμενων και την ενίσχυση των ιδιωτών, ενώ η διάσπαση Υπηρεσιών και το απίστευτο αλαλούμ με τις αρμοδιότητες μεταξύ των Υπουργείων επιτείνει τις συγχύσεις και τις επικαλύψεις, με προφανείς αρνητικές επιπτώσεις για την άσκηση του υπηρεσιακού έργου από τους υπαλλήλους, αλλά και για την εξυπηρέτηση του πολίτη.

2) Ο νόμος για τον «Καλλικράτη» προωθήθηκε εσπευσμένα από την κυβέρνηση για λόγους δημοσιονομικούς, όπως έχει η ίδια ομολογήσει και γιʼ αυτό εντάχθηκε στο σκληρό αντιλαϊκό πρόγραμμα που υλοποιεί κατʼ επιταγή του ΔΝΤ, της ΕΚΤ και της ΕΕ. Η κυβέρνηση προχώρησε στη ψήφιση αυτού του νόμου, χωρίς να έχει προηγουμένως διερευνήσει ποιος πρέπει να είναι ο νέος επιτελικός ρόλος της Δημόσιας Διοίκησης (καθορισμός αρμοδιοτήτων, επανεκτίμηση των συνενώσεων των Υπουργείων, νέα οργανογράμματα κλπ), με ένα αυταρχικό τρόπο, διαιωνίζοντας τον συγκεντρωτισμό και τον κομματικό έλεγχο, χωρίς να εξασφαλίζει τους αντίστοιχους πόρους, επιχειρώντας να μετακυλίσει στην τοπική αυτοδιοίκηση τα βάρη που απορρέουν από τη συνταγματική υποχρέωση του κράτους για παροχή κοινωνικών αγαθών προς τους πολίτες, αντί δε για επαρκή στελέχωση των Υπηρεσιών προβλέπει απολύσεις εργαζομένων, όπως ρητά αναφέρεται στο μνημόνιο (υποχρέωση της Ελλάδας να προχωρήσει σε νέες μειώσεις προσωπικού στο Δημόσιο από τις αρχές του 2011 με στόχο την εξοικονόμηση 1,1 δις. ? σε μια διετία, πέρα από τον κανόνα της μιας πρόσληψης για κάθε πέντε αποχωρήσεις). Τα προβλήματα, κατά τη φάση υλοποίησης του νόμου με τους νέους «Καλλικρατικούς» Δήμους και τις Περιφέρειες, καθώς και με την κατάργηση των Νομαρχιών, είναι τεράστια για τους εργαζόμενους και τη στελέχωση των Υπηρεσιών, ως προς τις αρμοδιότητες και τους πόρους και κατά συνέπεια ως προς την εξυπηρέτηση του πολίτη.

3) Στο όνομα της άρσης των υπαρκτών βέβαια μισθολογικών ανισοτήτων στο Δημόσιο, εξήγγειλε τη θεσμοθέτηση του λεγόμενου «νέου μισθολογίου» για το Δημόσιο, καλώντας την ΑΔΕΔΥ σε έναν ψευδεπίγραφο διάλογο, αφού έχει προαποφασίσει την περαιτέρω μείωση των μισθών αλλά και των συντάξεων στο Δημόσιο, που έχουν ήδη μειωθεί μέχρι τώρα κατά 20% έως 35% μετά την εφαρμογή των εξοντωτικών πολιτικών του μνημονίου (περικοπές δώρων, επιδομάτων κλπ), που πρώτα άρχισε από τους δημοσίους υπαλλήλους. Αυτός ο στόχος αποκαλύπτεται από το γεγονός ότι προβλέπονται στο μνημόνιο μειωμένες δαπάνες για μισθούς και συντάξεις κατά 2,5 δις ευρώ περίπου. Στην ουσία επιχειρείται να κατοχυρωθεί και θεσμικά η μείωση των μισθών και των συντάξεων στο Δημόσιο, ούτως ώστε οι πολιτικές λιτότητας της κυβέρνησης να εφαρμόζονται στο διηνεκές.

Για την επίτευξη του στόχου της η κυβέρνηση, επιδιώκει να στρέψει τη μια ομάδα δημοσίων υπαλλήλων απέναντι στην άλλη, με στόχο να αποτρέψει την ανάπτυξη αγώνων και την κοινή δράση των εργαζομένων. Παράλληλα έχει ήδη εξαγγελθεί η περιβόητη σύνδεση του μισθού με την παραγωγικότητα και τα καθήκοντα (όπως προβλέπεται και στο μνημόνιο), τόσο της Υπηρεσίας όσο και του υπαλλήλου.

Κατʼ αρχήν η λεγόμενη παραγωγικότητα ή καλύτερα αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα του Δημοσίου και των λειτουργών του πρέπει να ιδωθεί μέσα στο συγκεκριμένο πλαίσιο της σημερινής κατάστασης και λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης. Μια Διοίκηση, που με ευθύνη όλων των μέχρι τώρα κυβερνήσεων, στην οποία κυριαρχούν ο κομματισμός και το ρουσφέτι, η αναξιοκρατία, η αναποτελεσματικότητα, η γραφειοκρατία, η πολυνομία και η επικάλυψη αρμοδιοτήτων, η υποκατάσταση του υπηρεσιακού έργου από τους ποικιλώνυμους συμβούλους, η έλλειψη και του στοιχειώδους ακόμα προγραμματισμού. Μια Διοίκηση που συνεχώς απαξιώνεται και υποβαθμίζεται, που ολοένα και ιδιωτικοποιείται.

Μέσα στο παραπάνω πλαίσιο πώς είναι δυνατόν να εισαχθούν και να υλοποιηθούν έννοιες και διαδικασίες υλοποίησης προγραμμάτων αποδοτικότητας και – πολύ περισσότερο – σύνδεσής της με τους μισθούς ; Ποιος θα κρίνει και με ποια κριτήρια το έργο ολόκληρων Υπηρεσιών, τη στιγμή που συνεχώς απαξιώνονται, υποβαθμίζονται και ιδιωτικοποιούνται προς όφελος των ιδιωτικών συμφερόντων ; Πως είναι δυνατόν να ποσοτικοποιηθεί το έργο μιας Δημόσιας Υπηρεσίας, της οποίας αποστολή υποτίθεται ότι είναι η παροχή κοινωνικών αγαθών προς τους πολίτες, όταν αυτά συνεχώς αποστεώνονται και αφυδατώνονται ; Ποιος θα κρίνει και με ποια κριτήρια το έργο του κάθε υπαλλήλου μέσα σʼ αυτό το εκφυλιστικό περιβάλλον, όταν μάλιστα συνεχώς παραγκωνίζεται και υποβαθμίζεται ο ρόλος του, η αμοιβή του, η οποιαδήποτε ανάπτυξη πρωτοβουλίας του ;

4) Μετά την άγρια επίθεση και την εφαρμογή των μνημονιακών πολιτικών ενάντια στα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα των εργαζόμενων, ανοίγει και νέος γύρος στο ασφαλιστικό με την δικαιολογία των αναλογιστικών μελετών για τα επικουρικά ταμεία που θα σημάνουν και νέες περικοπές στις συντάξεις, ενώ διογκώνονται τα τεράστια προβλήματα με το ΤΠΔΥ, αλλά και με τον ΟΠΑΔ, μειώνονται  δε συνεχώς οι παροχές για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των ασφαλισμένων.

5) Με επιχείρημα τη συμπίεση του μισθολογικού κόστους στο Δημόσιο, η κυβέρνηση έχει συνυπογράψει στο μνημόνιο το πάγωμα των προσλήψεων και την εφαρμογή του μέτρου «μια πρόσληψη ανά πέντε αποχωρήσεις», όπου ως πρόσληψη θεωρείται και η μετάταξη προσωπικού από τις ΔΕΚΟ. Κατʼ αυτό τον τρόπο φυσικά δεν είναι δυνατόν να καλυφθούν διαπιστωμένα κενά σε νευραλγικούς τομείς άσκησης κοινωνικής πολιτικής (νοσοκομεία, σχολεία κλπ).

Παράλληλα το ΔΝΤ ζητά την αύξηση των ωρών εργασίας κατά μισή ώρα την ημέρα και εναρμόνιση των συνθηκών με εκείνων του ιδιωτικού τομέα.

Η κυβέρνηση προχωρά επίσης, όπως προβλέπεται στο μνημόνιο, «στη θέσπιση ενός πιο ευέλικτου συστήματος διαχείρισης ανθρώπινων πόρων (συμπεριλαμβανομένης της επιτάχυνσης των διαδικασιών για απολύσεις και τη δίωξη σε περιπτώσεις παράβασης καθήκοντος)».

6) Το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων μειώνεται συνεχώς, δραματικά πλέον. Οι πόροι που προβλέπονται για φέτος (8,7 δις ?, συμπεριλαμβανομένων και των επιδοτήσεων του ΕΣΠΑ) είναι οι χαμηλότεροι, τουλάχιστον από το 1994, για το ΠΔΕ. Η συνεχής συρρίκνωση του ΠΔΕ το 2010, πέραν της υποχρέωσης μείωσης κατά 500 εκατ. ? ετησίως, σύμφωνα με το μνημόνιο, οδήγησε σε συνολική μείωσή του κατά 1,3 δις. Να σημειωθεί ότι τμήμα των πιστώσεων αυτών αφορά την αποπληρωμή ήδη εκτελεσμένων και πιστοποιημένων έργων – ακόμα και Ολυμπιακών.

Εξαιτίας της συνεχούς αυτής μείωσης των πόρων του ΠΔΕ, είναι προφανές ότι μεγάλο τμήμα των πόρων αυτών, μαζί με μεγάλο μέρος των κοινοτικών κονδυλίων, θα απορροφηθεί για τη συγχρηματοδότηση, που απαιτείται για την εκτέλεση μεγάλων έργων με συμβάσεις παραχώρησης (μερικά από αυτά είναι των οδικών αξόνων) και όχι για τη χάραξη αυτόνομης πολιτικής επενδύσεων και υποδομών κοινής ωφέλειας. Ο ισχυρισμός της κυβέρνησης ότι προχωράει στην υλοποίηση έργων με την μέθοδο των συμβάσεων παραχώρησης και την μέθοδο των ΣΔΙΤ λόγω της ελλείψεως των απαραίτητων πόρων, είναι έωλος δεδομένου ότι, όπως προβλέπεται από το δάνειο των 110 δις ? από το «μηχανισμό στήριξης», θα διαθέσει στο ασύδοτο χρηματοπιστωτικό σύστημα αρκετά δις με την προοπτική μεταξύ των άλλων να χρηματοδοτήσουν τους ιδιωτικούς φορείς που συμμετέχουν στην εκτέλεση δημοσίων έργων που εκτελούνται με Συμβάσεις Παραχώρησης και με ΣΔΙΤ. Επομένως το συρρικνωμένο και ήδη ουσιαστικά «υποθηκευμένο» ΠΔΕ θα λειτουργήσει ως τροχοπέδη σε οποιαδήποτε προοπτική αναπτυξιακής διαδικασίας που έχει ανάγκη ο τόπος.

Να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της προπαγάνδας και της επιχείρησης αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης, προβάλλονται τα έργα αυτά ως «αυτοχρηματοδοτούμενα»,  ενώ στην πραγματικότητα η ιδιωτική συμμετοχή είναι περιορισμένη. Τα έργα αυτά συγχρηματοδοτούνται από εθνικούς και κοινοτικούς πόρους, τα δε αναγκαία δάνεια λαμβάνονται χάριν της έμμεσης – και σε ορισμένες περιπτώσεις άμεσης – εγγύησης του Δημοσίου, ενώ οι πολίτες πληρώνουν και θα πληρώνουν μια ζωή τα απανωτά διόδια – χαράτσια. Μάλιστα οι μεγάλοι όμιλοι Τεχνικών Εταιρειών και Τραπεζών, με τις συμβάσεις αυτές έχουν μετατρέψει το δημόσιο αγαθό της χρήσης των εθνικών οδών σε πεδίο άγριας κερδοσκοπίας εισπράττοντας από τους πολίτες άμεσα και προκαταβολικά, πριν ακόμη από την εκτέλεση των έργων (παγκόσμια πρωτοτυπία) ακόμα και σε δρόμους «καρμανιόλες», τα υπέρογκα και συνεχώς αυξανόμενα – παρά την οικονομική δυσπραγία – διόδια, όπως και τις κρατικές προκαταβολές και επιδοτήσεις. Η απαράδεκτη αυτή κατάσταση, που ενεργοποίησε δικαιολογημένα τα κινήματα πολιτών, είναι αποτέλεσμα της υλοποίησης των όρων των συμβάσεων παραχώρησης που είχε υπογράψει η κυβέρνηση της Ν.Δ., με τη συμφωνία του ΠΑΣΟΚ. Η παρούσα κυβέρνηση υλοποιεί κατά γράμμα τις συμβάσεις αυτές, χύνοντας κροκοδείλια δάκρυα για την κατάσταση που παρέλαβε και κάνοντας πως διαπραγματεύεται τη μείωση των τιμών των διοδίων.

7) Η κυβέρνηση πρόσφατα με τη συνυπογραφή πέντε Κοινών Υπουργικών Αποφάσεων, στην κατεύθυνση εφαρμογής της πολιτικής της, σύμφωνα με το μνημόνιο, για πλήρη ιδιωτικοποίηση του κράτους, προχώρησε στην ανάθεση στην «ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ Α.Ε.» αρμοδιοτήτων μελέτης και κατασκευής έργων υποδομών που ανήκουν στις αντίστοιχες Περιφέρειες της χώρας. Με τις αποφάσεις αυτές ακυρώνεται το έργο των κατʼ εξοχήν αρμόδιων Τεχνικών Υπηρεσιών των αντίστοιχων Περιφερειακών Διοικήσεων της χώρας, διαψεύδοντας πανηγυρικά την κυβερνητική προπαγάνδα για την «επιτυχία» του «Καλλικράτη» και την «δήθεν» αποκέντρωση αρμοδιοτήτων της Κεντρικής Διοίκησης και στην ουσία τις οδηγεί στη διάλυση.

Απαξιώνεται έτσι το έργο και η λειτουργία ολόκληρων Υπηρεσιών και ανατίθενται τα έργα σε ιδιωτικοποιημένους φορείς του Δημοσίου, υπερχρεωμένους εξ αιτίας άσκησης κακής πολιτικής στη διαχείριση των έργων και των υπέρογκων λειτουργικών εξόδων, οι οποίοι λειτουργούν σε καθεστώς αμφίβολης διαφάνειας, έξω από το Δημόσιο Λογιστικό Έλεγχο και, με ειδικό νομοθετικό παραγωγής των έργων, στοιχίζοντας πανάκριβα στον Ελληνικό λαό με τα υπέρογκα λειτουργικά τους έξοδα και με το αυξημένο κόστος των έργων που έχουν εκτελέσει μέχρι τώρα.

Υπάρχει βέβαια και το δέλεαρ των λογιστικών αλχημειών. Δηλ. με αυτό τον τρόπο μπορεί η κυβέρνηση να παρουσιάζει με λογιστικό τρόπο ως έσοδα του προϋπολογισμού του κράτους την κατοχή της μιας μετοχής στην Α.Ε., καθώς και τις κατʼ έτος αυξήσεις του μετοχικού της κεφαλαίου, στις οποίες συμμετέχει ως μόνος μέτοχος το κράτος, ενώ αν τα έργα κατασκευάζονταν από τις Δημόσιες Τεχνικές Υπηρεσίες θα απεικόνιζαν την πραγματικότητα, αφού θα αποτελούσαν έξοδα για τον προϋπολογισμό του κράτους ως χρηματοδοτούμενα μέσω του ετήσιου ΠΔΕ.

Το μεγάλο αυτό πολιτικό ζήτημα ήδη έχει αποτελέσει κεντρικό άξονα ανάδειξης και συνδικαλιστικής διεκδίκησης (ΕΜΔΥΔΑΣ, ΠΟΣΕΥΠΕΧΩΔΕ, ΤΕΕ), ενώ σε πολιτικό επίπεδο με δική μας παρέμβαση καταθέσαμε επίκαιρη ερώτηση στη Βουλή (Μουλόπουλος). Ήδη συζητήθηκε (17-12-2010).

8) Η κυβέρνηση προχωρά στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας. Όπως προβλέπεται στο μνημόνιο, «η κυβέρνηση προετοιμάζει ένα αναλυτικό πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων για την πώληση δημόσιας περιουσίας και δημόσιων επιχειρήσεων, με στόχο τη συγκέντρωση τουλάχιστον 7 δισεκατομμυρίων ευρώ κατά τη διάρκεια της περιόδου 2011 – 2013, από τα οποία τουλάχιστον 1 δισεκατομμύριο μέσα στο 2011 (σιδηρόδρομοι, οδικές μεταφορές, αεροδρόμια, επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, παίγνια, ακίνητα)». Ήδη η διυπουργική αποφάσισε το πλάνο για τις αποκρατικοποιήσεις. Μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2011 θα προσληφθούν σύμβουλοι για να προωθηθούν οι ιδιωτικοποιήσεις, ενώ η καταγραφή της ακίνητης περιουσίας αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τον Ιούνιο του 2011. Συγκεκριμενοποιήθηκε ο κατάλογος και το πλαίσιο των αποκρατικοποιήσεων. Επίσης προωθούνται – και μάλιστα με τη μέθοδο FAST TRACK – επεκτάσεις συμβάσεων παραχώρησης μεγάλων έργων, καθώς και η σύναψη νέων συμβάσεων παραχώρησης. Ακόμα συγκροτούνται ομάδες διοίκησης έργου «για την άρση των διοικητικών εμποδίων και την προώθηση αξιοποίησης συγκεκριμένων σημαντικών ακινήτων από τους υπεύθυνους φορείς (ΚΕΔ, ΕΤΑ/Ολυμπιακά Ακίνητα)».

9) Προωθείται η ουσιαστική κατάργηση των Δ.Ο.Υ. και η ιδιωτικοποίηση του αντικειμένου τους. Επίσης δημοσιεύματα εφημερίδων αναφέρουν ότι έχει ήδη αποφασιστεί να μειωθούν οι Δ.Ο.Υ. κατά 100. Παράλληλα η κυβέρνηση προχωρά στη σύσταση Οικονομικής Αστυνομίας, με προβλεπόμενες αρμοδιότητες που επικαλύπτουν το σύνολο σχεδόν των αρμοδιοτήτων που έχει σήμερα το ΣΔΟΕ.

Στο μνημόνιο προβλέπεται ο ορισμός οικονομικών επιθεωρητών σε όλα τα Υπουργεία και σε όλους τους μεγάλους δημόσιους φορείς, που θα έχουν την αρμοδιότητα διεξαγωγής δημοσιονομικών ελέγχων.

Σχεδιάζεται επίσης η κατάργηση 60 περίπου απομακρυσμένων παραρτημάτων του ΙΚΑ.

10) Το σχέδιο «Καλλικράτης στο κράτος»

Η κυβέρνηση επιχειρεί, την αναδιοργάνωση εκ βάθρων της κρατικής μηχανής μέσα σε έξι μήνες. Η νέα δομή του κράτους, ένας νέος «Καλλικράτης», σχεδιάζεται να καλύψει όλο το φάσμα του Δημοσίου, με σαρωτικές αλλαγές σε όλα τα Υπουργεία και τους Δημόσιους Οργανισμούς, με ανακατανομή του ανθρώπινου δυναμικού, μετακινήσεις των υπεράριθμων υπαλλήλων, αλλά και μη ανανέωση όσων συμβάσεων λήγουν.

Προς αυτή την κατεύθυνση περιγράφονται τα εξής στάδια :

    η καταγραφή προσωπικού ανά Υπηρεσία και Οργανισμό στην κεντρική Διοίκηση (ήδη εστάλη από το Υπ. Εσωτερικών εγκύκλιος [27-12-2010] με την οποία καλούνται όλοι οι φορείς του Δημοσίου να προχωρήσουν σε αναλυτική καταγραφή του προσωπικού που υπηρετεί, κατά θέσεις και ειδικότητες, ανάγκες ή πλεονάζον προσωπικό κλπ, έως τις 10-2-2011)

    η αξιολόγηση του έργου και των αναγκών κάθε φορέα από διεθνείς συμβούλους, σε συνεννόηση με την τρόϊκα

    η θεσμοθέτηση (το Υπ. Εσωτερικών ήδη επεξεργάζεται σχέδιο νόμου) νέου κανονιστικού πλαισίου για την διευκόλυνση της κινητικότητας των δημοσίων υπαλλήλων μεταξύ των Υπηρεσιών (υποχρεωτικές μετατάξεις)

Το όλο έργο έχει ενταχθεί στο ΕΣΠΑ, στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Διοικητική Μεταρρύθμιση 2007-2013», συγχρηματοδοτούμενου από το ΕΚΤ, και αποτελείται από 11 αλληλεξαρτώμενα υποέργα («Λευκή Βίβλος για την αναμόρφωση του κράτους», «Καταγραφή και ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης» [υλοποίηση με ίδια μέσα], «Σχέδιο νόμου για το επιτελικό κράτος και το νέο μοντέλο διακυβέρνησης» κλπ), με διάρκεια από 3 έως 27 μήνες, συνολικού προϋπολογισμού 30 εκατ. ?, τα οποία έχουν ήδη να προκηρύσσονται με πρόχειρους διαγωνισμούς. Να σημειωθεί ότι απουσιάζουν παντελώς οποιεσδήποτε πολιτικές αρχές ή κατευθύνσεις. Απλά παρουσιάζονται από την πλευρά της κυβέρνησης γενικά ευχολόγια περί επιτελικού κράτους, χρηστής διακυβέρνησης, ενώ ζητείται από τους αναδόχους να περιγράψουν (!!!) τις δυσλειτουργίες του κράτους και τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν, όπως ακόμα συμβατική υποχρέωση των αναδόχων είναι και η υποστήριξη κατά τη φάση της Διαβούλευσης, καθώς και στο Υπουργικό Συμβούλιο και στο Κοινοβούλιο (!!!). 

Το παραπάνω πλαίσιο πρέπει να ιδωθεί υπό το πρίσμα των γενικότερων επιδιώξεων της κυβέρνησης για το μισθολόγιο, με όρους παραγωγικότητας και στοχεύσεις περαιτέρω εξοικονόμησης των δαπανών, σε συνάρτηση με το ζήτημα της απασχόλησης στο στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως άλλωστε υποδεικνύει η τρόϊκα.

Οι εξαγγελίες της κυβέρνησης για «ποιοτική καταγραφή» της Δημόσιας Διοίκησης, «ορθολογική κατανομή και αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού» κλπ, εντάσσονται σε ένα συνολικό σχέδιο «αναμόρφωσης του κράτους», υπό την εποπτεία του ΟΟΣΑ και των ξένων πολυεθνικών ελεγκτικών εταιρειών. Οι πολιτικές στοχεύσεις αυτού του σχεδίου συγκλίνουν στην περαιτέρω υποβάθμιση του Δημοσίου και ολοκλήρωση του παζλ της διάλυσης του κοινωνικού κράτους, των ιδιωτικοποιήσεων και των εκχωρήσεων σημαντικών αρμοδιοτήτων και λειτουργιών του Δημοσίου στον ιδιωτικό τομέα, του παραγκωνισμού του ελεγκτικού και παρεμβατικού ρόλου του κράτους και της ανάθεσής του σε ιδιωτικούς φορείς, της κατάργησης φορέων και Υπηρεσιών, των απολύσεων υπαλλήλων, του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας.

Συμβατικές υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί

Στο μνημόνιο προβλέπεται η «δημοσίευση μιας αναλυτικής έκθεσης από το Υπουργείο Οικονομικών (τέλος Δεκεμβρίου), σε συνεργασία με την Ενιαία Αρχή Πληρωμών για τη δομή και τα επίπεδα των αμοιβών καθώς και το μέγεθος και τη δυναμική της απασχόλησης της γενικής κυβέρνησης». Επίσης προβλέπεται η «δημοσίευση μιας μεσοπρόθεσμης έκθεσης δημοσιονομικής στρατηγικής, η οποία θα καθορίζει τον προγραμματισμό των επόμενων δράσεων με σαφή χρονοδιαγράμματα και επικέντρωση στο κλείσιμο μη απαραίτητων δημόσιων φορέων, στη φορολογική μεταρρύθμιση, στη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης και στο μισθολογικό κόστος του δημοσίου». Ως προς τις αξιολογήσεις το μνημόνιο προβλέπει «δύο ανεξάρτητες αξιολογήσεις της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης σε κεντρικό επίπεδο και όλων των υφιστάμενων κοινωνικών προγραμμάτων, που θα διεξαχθούν από τον ΟΟΣΑ. Η πρώτη αξιολόγηση της δημόσιας διοίκησης θα συντονίζεται από το Υπουργείο Εσωτερικών και η δεύτερη αξιολόγηση των κοινωνικών προγραμμάτων θα συντονίζεται από το Υπουργείο Εργασίας. Οι όροι αναφοράς και των δύο αξιολογήσεων καθώς και το ακριβές χρονοδιάγραμμα για τη δεύτερη φάση της αξιολόγησης της κεντρικής διοίκησης θα συμφωνηθούν μεταξύ των υπουργείων και του ΟΟΣΑ, μετά από διαβούλευση με προσωπικό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του ΔΝΤ και της ΕΚΤ».

Σχετικά με το πολύ σοβαρό ζήτημα των ελεγκτικών μηχανισμών που επιβάλλει η τρόϊκα στη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης, όπως συγκεκριμένα αναφέρεται στο μνημόνιο, η κυβέρνηση προχώρησε στη σύναψη σύμβασης, κάτω από πλήρη αδιαφάνεια και με άγνωστους όρους, με τις μεγαλύτερες πολυεθνικές ελεγκτικές εταιρείες  (Grand Thornton, Deloitte & Touche, Ernst and Young, KPMG και PriceWaterhouse Coopers), μαζί με τον ΣΟΛ, για την πραγματοποίηση ελέγχων που αφορούν στη χρήση πόρων και ιδιαίτερα των ανθρώπινων, στην εξοικονόμηση δαπανών, στην παραγωγικότητα και την ορθολογική λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών, μέχρι την καταλληλότητα και αποτελεσματικότητα των κοινωνικών προγραμμάτων. Με αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση παραδίδει στην ουσία την αναμόρφωση του κράτους στις μεγάλες πολυεθνικές ελεγκτικές εταιρείες. Τα παραπάνω αποκαλύψαμε με επίκαιρη ερώτηση που καταθέσαμε στη Βουλή (Λαφαζάνης).

Η τακτική της κυβέρνησης

Η κυβέρνηση βέβαια θα προσπαθήσει να δικαιολογήσει τις πολιτικές της και να εξασφαλίσει την κοινωνική συναίνεση, εκμεταλλευόμενη την κακή εικόνα που έχει ο μέσος πολίτης για το Δημόσιο, ύστερα μάλιστα και από όλη αυτή την προπαγάνδα που έχει αναπτυχθεί για τους δημοσίους υπαλλήλους και το Δημόσιο γενικότερα όπως προαναφέρθηκε, προβάλλοντας κατά τα άλλα λογικοφανή και απλουστευτικά επιχειρήματα του τύπου ότι υπάρχει πλεονάζον προσωπικό,  ότι τα περισσότερα Υπουργεία λειτουργούν με οργανισμούς της δεκαετίας του ʼ80, ότι όλοι πρέπει να αξιολογούνται και να κρίνονται κλπ.

Οι παράπλευρες επιπτώσεις

Όλες αυτές οι μεθοδεύσεις και πρακτικές της κυβέρνησης έχουν καταλυτικές επιπτώσεις στη λειτουργία της κρατικής μηχανής. Οι απολύσεις συμβασιούχων, που κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, έχουν προκαλέσει πολλά προβλήματα στη λειτουργία αρκετών Υπηρεσιών. Η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια που προκαλεί στο ανθρώπινο δυναμικό αυτή η πολιτική της κυβέρνησης είναι μεγάλη. Με τις δρομολογούμενες μετατάξεις κανένας υπάλληλος δεν αισθάνεται σίγουρος, είναι δε πολύ πιθανόν να εκδηλωθεί ένα νέο – άλλου τύπου – πλαίσιο πελατειακών σχέσεων, προώθησης «ημετέρων» σε «καλές» θέσεις Υπουργείων ή αποσόβησης δυσμενών μετακινήσεων κατά τη φάση υλοποίησης του σχεδίου των μετατάξεων.

Γ) ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ  ΣΤΟΧΟΙ  ΤΟΥ  ΣΥΝ

1) Απέναντι σε αυτή τη λαίλαπα των σχεδιαζόμενων μέτρων, υπάρχει επιτακτική ανάγκη να αποκρουστεί η κυβερνητική πολιτική, όπως αυτή σχεδιάζεται και εφαρμόζεται σε συμφωνία με την τρόϊκα. Πρέπει να επιδιωχθεί η συσπείρωση και η ενεργητική αντίσταση των εργαζομένων, η οικοδόμηση των απαραίτητων κοινωνικών μετώπων, η σφυρηλάτηση πολιτικών συμμαχιών και κοινών δράσεων με τις δυνάμεις της αριστεράς, καθώς και των τμημάτων της ριζοσπαστικής σοσιαλδημοκρατίας που απεγκλωβίζονται από το ΠΑΣΟΚ.

Κομβικό σημείο πρέπει να είναι το να ανατρέψουμε ή έστω να αμβλύνουμε την αρνητική εικόνα που έχει ο πολίτης για τους δημοσίους υπαλλήλους και το δημόσιο γενικότερα, το οποίο αναμφισβήτητα αποτελεί πολύ δύσκολο εγχείρημα, και να πείσουμε την κοινωνία ότι αυτή η μεγάλη επιχείρηση που επιχειρούν κυβέρνηση και τρόϊκα, θα έχει θύματα όχι μόνο τους υπαλλήλους αλλά και τον ίδιο τον πολίτη, τα κοινωνικά αγαθά και τα κοινωνικά του δικαιώματα, τα οποία θα είναι αναγκασμένος πλέον να τα ακριβοπληρώνει. Ασφαλώς πολύτιμο εφόδιο γιʼ αυτή την πολιτική μας παρέμβαση αποτελούν και η οι θέσεις που έχουμε επεξεργαστεί μέχρι τώρα.

Σε αυτή την κατεύθυνση κρίσιμο στοιχείο αποτελεί η υπόθεση υπεράσπισης του κοινωνικού κράτους και του δημόσιου χαρακτήρα του. Πρέπει να εξεταστεί βαθύτερα η σχέση μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού, να αναπτυχθεί επαρκής επιχειρηματολογία προάσπισης του δημοσίου και ποιού δημοσίου. Επιβάλλεται να απαντηθούν πειστικά ερωτήματα του τύπου, γιατί δημόσιο και όχι ιδιωτικό, γιατί δημόσια υπηρεσία και όχι ΝΠΙΔ ή Ανώνυμη Εταιρεία. Πρέπει να εξηγηθεί στον πολίτη κατανοητά τι επιπτώσεις θα υπάρξουν με τις ιδιωτικοποιήσεις. Πρέπει να αναλυθεί περισσότερο τι σημαίνει, με ποιο τρόπο εκφράζεται και τι επιπτώσεις θα υπάρξουν με την υποκατάσταση του παρεμβατικού και ελεγκτικού ρόλου του κράτους.

2) Τονίζουμε ότι δεν υπερασπιζόμαστε τη σημερινή κατάσταση της Δημόσιας Διοίκησης, η οποία λειτουργεί ανασταλτικά σε κάθε απόπειρα ανασυγκρότησης και εκσυγχρονισμού της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Το μόνο που εξυπηρετεί η διατήρηση αυτής της κατάστασης είναι η αναπαραγωγή της παραοικονομίας, των πελατειακών σχέσεων, των αθέμιτων συναλλαγών και της συνολικής υποβάθμισης της χώρας.

Αντίθετα η αναβάθμιση και ριζική αλλαγή της Δημόσιας Διοίκησης αποτελεί αδήριτη ανάγκη. Η απάντηση όμως δεν είναι η διάλυση και ιδιωτικοποίηση του δημόσιου τομέα, μέσω των πολυεθνικών, με αγοραίο τρόπο και με τη διαμόρφωση μιας κατάστασης όπου το δημόσιο πλέον θα παραδοθεί σε ιδιωτικά συμφέροντα.

Οι γενικόλογες διακηρύξεις της κυβέρνησης αρχών περί επιτελικού κράτους και χρηστής διακυβέρνησης και η απουσία πολιτικών αρχών και κατευθύνσεων δεν αποτελούν απάντηση. Ο ανασχεδιασμός της διοίκησης, για να είναι ουσιαστικός και να έχει πραγματικά αποτελέσματα, προϋποθέτει τη ριζική εξάλειψη των ενδημικών προβλημάτων της, το οποίο απουσιάζει παντελώς.

 Χρειάζεται ένα νέο πρότυπο Δημόσιας Διοίκησης, που θα απευθύνεται σε πολίτες και όχι σε πελάτες. Γι' αυτό και αξιώνουμε ένα πλαίσιο πολιτικής που θα στοχεύει στην εξυπηρέτηση του πολίτη και στην καταπολέμηση της πολυεπίπεδης διαφθοράς, στην αξιοποίηση των υλικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού της διοίκησης, σε ένα συνεκτικό σύστημα κεντρικής - περιφερειακής - τοπικής διοίκησης που θα δημιουργεί και τις προϋποθέσεις δημοκρατικού συλλογικού ελέγχου.

Η Δημόσια Διοίκηση χρειάζεται μια δημοκρατική μεταρρύθμιση με την πάταξη του κομματισμού και των πελατειακών σχέσεων, την καθιέρωση της αξιοκρατίας, την αναβάθμιση και ενίσχυση του δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα των δημοσίων υπηρεσιών, την αύξηση των πόρων για την αποτελεσματική τους λειτουργία, για να μπορέσει ο δημόσιος τομέας να αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης και οι δημόσιες υπηρεσίες να ικανοποιούν τις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου.