Είναι πολλοστή φορά που έχουμε κάποια γεγονότα τα οποία θέλει να τα παρουσιάσει η κυβέρνηση ως επιτυχίες της, αλλά βλέπετε ότι τελικά ούτε τρεις μέρες δεν κρατάει αυτή η αισιοδοξία και τα πανηγύρια. Αναφέρομαι στα αποτελέσματα της συνόδου κορυφής. Κανείς δεν συμμερίζεται, και πολύ περισσότερο εμείς την αισιοδοξία του πρωθυπουργού. Γιατί τελικά, προσπαθώντας κανείς συμπυκνωμένα να μιλήσει για τα αποτελέσματα της συνόδου, θα έλεγε ότι επιλέχτηκε μια λύση η οποία τελικά έχει μέσα το στοιχείο του αδιέξοδου, της αναποτελεσματικότητας.
Βεβαίως. Και σε σχέση με την εξυπηρέτηση-μείωση των χρεών, όπου πια ομολογείται από εχθρούς και φίλους και στην ελληνική περίπτωση, αλλά όχι μόνο στην ελληνική περίπτωση, ότι δεν πρόκειται να μειωθεί. Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι επιπτώσεις θα είναι βαρύτατες για τον κόσμο της εργασίας. Αυτό είναι το σίγουρο. Διαμορφώνεται τελικά ένα ασφυκτικό ταξικό πλαίσιο, το οποίο θα ολοκληρώσει τη μεταμόρφωση πια των ευρωπαϊκών κοινωνιών σε μια κατάσταση η οποία δεν θυμίζει σε τίποτα την Ευρώπη που γνωρίσαμε. Και εδώ αναφέρομαι σε σχέση με το ασφαλιστικό σύστημα, τα εργασιακά δικαιώματα…
.. Σε νέα μέτρα εισπρακτικά, αλλά που δεν θα έχεις πια από ποιον να τα εισπράξεις. Κι εδώ είναι το στοιχείο της κρίσης των ίδιων των λύσεων που προκρίθηκαν…
.. Να κόψει παροχές. Αλλά κοιτάξτε να δείτε όλα αυτά τα έκτακτα μέτρα έχουν βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Για παράδειγμα να δούμε την ελληνική περίπτωση. Υπήρχε η έκτακτη εισφορά σε μια σειρά επιχειρήσεων, η αύξηση του ΦΠΑ που ήταν ένα γενικευμένο μέτρο. Φέτος όμως βλέπετε ότι τα έσοδα από τον ΦΠΑ είναι κατά πολύ μειωμένα, γιατί έχει τόσο πολύ πια μειωθεί η ίδια η φορολογητέα ύλη και δεν είναι θέμα πια μόνο αναποτελεσματικών μηχανισμών -αυτό είναι η μία πλευρά. Αυτό το βάλτωμα που υπάρχει αυτή τη στιγμή σε όλο το οικονομικό κύκλωμα δεν δημιουργεί φορολογητέα ύλη. Αυτό είναι η ύφεση, όπου είναι μια περιδίνηση σε ολοένα και χαμηλότερο επίπεδο, όπου οδηγεί σʼ ένα βάλτωμα άνευ προηγουμένου.
Και όχι μόνο αυτό. Είδα ότι έστειλε και μήνυμα προειδοποίησης προς τις τράπεζες..
Το μόνο πρακτικό μήνυμα που έχει δοθεί στις τράπεζες είναι η νέα εγγυοδοσία, τα 30 δις, όπου αθροιστικά με τα προηγούμενα πακέτα μιλάμε για ένα ποσό πάνω από 100 δις. Όμως όλα τα μέτρα αυτά τα οποία έχουν παρθεί και στην Ελλάδα αλλά και στο επίπεδο των αποφάσεων της συνόδου κορυφής είναι για να διατηρήσουν την πρωτοκαθεδρία των αγορών, για να μπορέσουν να αποκαταστήσουν μια λειτουργία προ κρίσης, όπου οι αγορές θα είναι η λοκομοτίβα του νεοφιλελεύθερου μοντέλου ανάπτυξης, χωρίς να εξάγεται κανένα συμπέρασμα για το πώς οδηγηθήκαμε σʼ αυτή την ίδια την οικονομική κρίση.
Το ερώτημα απαντιέται εύκολα. Ότι δεν θα πρέπει να ακολουθήσει κανείς έναν τέτοιο δρόμο. Και ιδίως αυτή η υπόθεση της αξιοποίησης, δηλαδή της ιδιωτικοποίησης, του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας των 50 δις θα αποδειχθεί μεγάλη χίμαιρα. Γιατί γνωρίζει ο καθένας με μια στοιχειώδη εμπειρία στην αγορά ότι όταν είσαι με την πλάτη στον τοίχο, τότε ξεπουλάς. Δηλαδή αν πράγματι μπορούσες να έχεις αυτή τη στιγμή περιουσιακά στοιχεία αξίας 50 δις, με το κλίμα όλο που υπάρχει αυτή τη στιγμή, θα στα πάρουν κοψοχρονιάς, άρα θα είσαι αναποτελεσματικός έστω και να μαζέψεις κάποια για να τα ρίξεις σʼ αυτή τη μαύρη τρύπα του χρέους.
Άρα δεν υπάρχει περίπτωση να έχουμε μια επίτευξη των στόχων, πέρα από το γεγονός της υπονόμευσης οποιασδήποτε αναπτυξιακής προοπτικής. Τι θα γίνει τελικώς; Η εξυπηρέτηση κάποιων συγκεκριμένων πια διευρωπαϊκών μεγάλων συμφερόντων, τα οποία, αν θελήσουν για τους δικούς τους λόγους να επενδύσουν στην Ελλάδα, θα είναι μια πολύ επικερδής τοποθέτηση.
Η αναδιάρθρωση αυτή τη στιγμή είναι ένας δρόμος -εμείς τον λέμε επαναδιαπραγμάτευση- τον οποίον θα τον βρούμε μπροστά μας. Το θέμα είναι με ποιους όρους θα γίνει και σε βάρος ποιών. Εάν θα γίνει με όρους που θέλουν οι κυρίαρχες δυνάμεις του κεφαλαίου σήμερα -και αυτό φαίνεται ότι αυτή τη στιγμή προσπαθεί να τους εξασφαλίσει η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης. Αλλά και εκεί βλέπετε ότι υπάρχουν αντιφάσεις. Δηλαδή η S & P βγαίνει και λέει, επειδή φτιάξατε τον μηχανισμό, σας υποβαθμίζω. Εάν δεν τον φτιάχνατε τον μηχανισμό, πάλι μπορεί να μας υποβάθμιζε, γιατί δεν θα είχαμε μια πολιτική περιορισμού των ελλειμμάτων, αν πηγαίναμε να κάνουμε μια πιο χαλαρή πολιτική δημοσιονομική. Είναι διαφορετικές προτεραιότητες μέσα στις ίδιες τις κυρίαρχες δυνάμεις και διαφορετικά συμφέροντα. Προφανώς οι αγορές ενδιαφέρονται σε έναν βραχυπρόθεσμο ορίζοντα να εξασφαλίσουν τα χρήματα των επενδυτών τους. Η πολιτική έκφραση αυτών των δυνάμεων αυτή τη στιγμή έχει σαν στόχευση να πάμε σε ένα πια νέο επίπεδο συσχετισμών ανάμεσα στον κόσμο της εργασίας και του κεφαλαίου, όπου αυτό θα είναι καταστροφικό και θα εξασφαλίζει πλέον τα συμφέροντα του κεφαλαίου, έτσι όπως το αντιλαμβάνονται εκείνοι. Αυτή η διαδικασία, όπως διαπιστώνουμε έχει αντιφάσεις. Το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς.
Το μόνοι μας ως Ελλάδα είναι αδιανόητο. Μ¨ αυτή την έννοια, όποιες λύσεις που θέλουν να πατάνε στην πραγματικότητα και να διακατέχονται από έναν στοιχειώδη ρεαλισμό, ρεαλισμό βέβαια ο οποίος αμφισβητεί τα πράγματα, θα πρέπει να είναι μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Όλα τα άλλα νομίζω ότι βρίσκονται σε λάθος κατεύθυνση.
Αλλά από εκεί και έπειτα, υπάρχουν νομίζω αυτή τη στιγμή οι δυνατότητες να υπάρξει εναλλακτικό μοντέλο. Θέλω να αναφέρω μόνο δυο χοντρά παραδείγματα, τα οποία έχουν κατατεθεί ως προτάσεις το τελευταίο διάστημα. Υπάρχει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων είναι ένας οργανισμός ο οποίος έχει σήμερα ζεστό χρήμα στην άκρη. Είναι τεράστια τα ποσά. Θα ισοδυναμούσε, αν αυτό το χρήμα έπεφτε μέσα στην Ευρώπη, με ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ. Γιατί δεν υπάρχει αυτή η πολιτική βούληση; Διότι προβλέπει και συμμετοχή στα διάφορα επενδυτικά προγράμματα των χωρών κρατών μελών, πράγμα που σημαίνει ότι θα έπρεπε να έχουν ελλείμματα αναπτυξιακά, στο μέτρο και στο βαθμό της δικιάς τους συμμετοχής σ΄ αυτά τα επενδυτικά προγράμματα. Αλλά αυτό απαγορεύεται και από το σύμφωνο σταθερότητας μέχρι τώρα αλλά και από τις νέες συνθήκες. Άρα αυτοϋπονομεύεται μια προοπτική ανάπτυξης.
Το δεύτερο είναι ότι η αναδιάρθρωση μπορεί να γίνει, όπως έχει νομίζω με τον πιο τεκμηριωμένο τρόπο κατατεθεί από τον καθηγητή τον κ. Βαρουφάκη, όπου προβλέπει σήμερα αυτή τη συγκέντρωση του «νόμιμου κατά Μάαστριχτ» χρέους, του 60%, σε έναν ευρωπαϊκό πια οργανισμό, ίσως στην ΕΚΤ, όπου εκεί πλέον με πολιτικούς όρους και όχι στενά οικονομικούς και τεχνοκρατικούς, με όρους που δεν θα υπαγορεύονται από τις ίδιες τις αγορές να πας σε μια αναδιάρθρωση, σε ένα κούρεμα πια των χρεών. Ούτως ή άλλως ένα μεγάλο μέρος αυτή τη στιγμή των χρεών των περιφερειακών οικονομιών έχει συγκεντρωθεί στην ΕΚΤ, το οποίο δεν θα πρέπει να είναι οριζόντιο. Άρα δηλαδή δεν θα πάμε να κόψουμε του μικροεπενδυτή ή των ταμείων, αλλά να καθίσουμε κάτω μ΄ αυτούς που κερδοσκόπησαν όλες τις προηγούμενες δεκαετίες. Αλλά αυτό θέλει πολιτική παρέμβαση και να κάνουμε μια διαπραγμάτευση. Υπάρχουν δηλαδή αυτή τη στιγμή λύσεις. Οι συσχετισμοί δεν υπάρχουν. Η πολιτική βούληση δεν υπάρχει.
Είναι μια συγκέντρωση ανάμεσα σε δεκάδες άλλες που έχουν προγραμματιστεί και έχουν ξεκινήσει από χθες σε όλη την Ελλάδα και έχει πολλαπλά μηνύματα. Πρώτα απʼ όλα προφανώς αποτελεί και μια απάντηση σʼ αυτή την άσφαιρη στοχοποίηση εκ μέρους της κυβέρνησης του χώρου του ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί είμαστε πεπεισμένοι -κι αυτό το εισπράττουμε καθημερινά κουβεντιάζοντας με τον κόσμο- ότι αυτή η φαντασίωση περί υποκινητών σε μια προσπάθεια να ξεπεράσει την οδυνηρή πραγματικότητα, την εις βάρος της πραγματικότητα η κυβέρνηση δεν έχει βρει αυτή τη στιγμή αποδέκτες.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Το κυριότερο είναι, μέσα απʼ αυτό που λέμε επανεκκίνηση του ΣΥΡΙΖΑ, να αντιστοιχηθούμε με τις μεγάλες ανάγκες για μια ενωτική παρουσία της ριζοσπαστικής και ανανεωτικής αριστεράς και ακριβώς μʼ έναν τρόπο ο οποίος να μιλάει σε έναν ευρύτερο κόσμο να δείξουμε τους δικούς μας εναλλακτικούς τρόπους, τρόπους αντίστασης, διεκδίκησης και πολιτικής πρότασης.
To Γραφείο Τύπου