Η συζήτηση για την αναδιάρθρωση έχει ήδη ξεκινήσει και δεν δικαιούται κανείς να συζητά κρίσιμες αποφάσεις για την κοινωνία ερήμην της. Πολύ δε περισσότερο όταν στερείται της απαιτούμενης δημοκρατικής νομιμοποίησης για να κάνει κάτι τέτοιο. Άλλωστε η πολιτική του μνημονίου δεν αφήνει περιθώρια αποφυγής της αναδιάρθρωσης. Όσοι ισχυρίζονται ότι η δημόσια συζήτηση βλάπτει, το κάνουν γιατί θέλουν να προωθήσουν μέτρα στα κρυφά σε βάρος των πολλών και υπέρ των τραπεζών.
Απέναντι στην προωθούμενη αναδιάρθρωση εκ μέρους της κυβέρνησης, αντιπροτείνουμε μια επιθετική επαναδιαπραγμάτευση με διαγραφή μέρους του χρέους, με όρους προστασίας και ενίσχυσης της εργασίας, των ταμείων κοινωνικής ασφάλισης που κατέχουν κρατικά ομόλογα αλλά και των καταθέσεων. Μια πολιτική εξόδου από την κρίση προς όφελος των εργαζομένων προϋποθέτει μια άμεση ενίσχυση της συμμετοχής του δημοσίου στις τράπεζες βασισμένη στο μέχρι τώρα πακέτο ενίσχυσης των 100 και πλέον δισεκατομμυρίων που έχει δοθεί σε αυτές. Η κατεύθυνση πρέπει να είναι ο κοινωνικός και δημόσιος έλεγχος των τραπεζών. Είναι υπερώριμο το αίτημα της άμεσης συγκρότησης του δημόσιου τραπεζικού πυλώνα.
Η επιθετική πολιτική επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους πρέπει να είναι εντός της ευρωζώνης, με μια εκ παραλλήλου προσπάθεια αλλαγής των δομών της και των ευρωπαϊκών συνθηκών που θα ανοίγουν το δρόμο για μια άλλου τύπου οικονομική πολιτική ανάπτυξης.
Το συνολικό διαμορφούμενο πολιτικό και κοινωνικοοικονομικό σκηνικό επιβάλλει την άμεση προσφυγή σε εκλογές με το αίτημα της απεμπλοκής από το μνημόνιο και της υιοθέτησης μιας ριζικά διαφορετικής πολιτικής σε όλους τους τομείς.
Γιατί θα πρέπει οι «αόρατες» αγορές να είναι εκείνες που θα αποφασίζουν για το μέλλον και τη ζωή των πολιτών, ενώ οι κυβερνήσεις θα πρέπει να είναι μαριονέτες στα κελεύσματα τους και οι κοινωνίες να περιθωριοποιούνται ολοταχώς;
To Γραφείο Τύπου