Στο καθήκον της Αριστεράς, να στηρίξει και να συμμετάσχει σε υφιστάμενους μικρούς αλλά και στους μεγάλους αγώνες που έρχονται, «καθήκον ακόμα πιο επείγον στην εποχή της κρίσης, να τους δημιουργήσει και να τους γενικεύσει. Σε αγώνες με αυτοπεποίθηση και με μορφές και περιεχόμενα που μπορούν να παράξουν ρήξεις, που μας χρειάζονται επειγόντως», αναφέρθηκε μεταξύ άλλων η βουλευτής Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ Ηρώ Διώτη, στο πλαίσιο της ομιλίας της, στην εκδήλωση-συζήτηση που διοργάνωσε η Πολιτική Κίνηση Τυρνάβου του ΣΥΝ, στην οποία μετείχε επίσης ο γραμματέας της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του ΣΥΝ Δημήτρης Βίτσας.
Η βουλευτής υποστήριξε ότι το Μνημόνιο «ήταν επιλογή της κυβέρνησης, για την οποία προσπαθεί να πείσει τον κόσμο με τρομοκρατία», κάνοντας μνεία στις πρόσφατες παρεμβάσεις Δαμανάκη-Δασκαλόπουλου, και προσθέτοντας ότι η «τρομοκρατική και ψευδής επιχειρηματολογία, ότι υπογράψαμε το Μνημόνιο για να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις, συνεπικουρούμενη κι από τα κεντρικά ΜΜΕ, έχει ως στόχο τη χειραγώγηση των πολιτών».
Αναφερόμενη στους πραγματικούς στόχους του Μνημονίου αλλά και του μεσοπρόσθεσμου προγράμματος, επεσήμανε ότι «το δημόσιο χρέος ήταν μια χρυσή ευκαιρία να προωθηθούν αυτές οι ταξικές αντεργατικές επιλογές, ντυμένες με το μανδύα των “υποχρεωτικών” μέτρων», κάνοντας λόγο για πόλεμο «εναντίον της εργασίας και των δικαιωμάτων είναι πανευρωπαϊκού χαρακτήρα» αλλά και για «κοινωνίες που είναι ήδη στο δρόμο, όπως στην Ισπανία».
«Με το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας και το μηχανισμό στήριξης, τόνισε μεταξύ άλλων η βουλευτής, βρισκόμαστε στην απαρχή ενός νέου κοινωνικού μοντέλου που ρίχνει όλα τα βάρη της κρίσης στην εργασία, επιβάλλει ένα παραγωγικό-εξαγωγικό προσανατολισμό που στηρίζεται στο χαμηλό εργατικό κόστος, επιχειρεί να εξουδετερώσει το συνδικαλιστικό κίνημα, συνταγματοποιεί το νεοφιλελευθερισμό, αλλά και οικοδομεί ασφυκτικό πλαίσιο δημοσιονομικής πειθάρχησης που οδηγεί στην συρρίκνωση των κοινωνικών παροχών και την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών».
Η κ. Διώτη δε δίστασε να επιτεθεί ευθέως στην κυβέρνηση, αποκαλώντας την «πρόθυμη να προχωρήσει σε μια σειρά μεθοδεύσεων αντιδημοκρατικού χαρακτήρα προκειμένου να περάσει τα μέτρα και να επιβάλλει τις επιλογές του κεφαλαίου, βοηθούμενη και από τη δεξιά και απʼ την ακροδεξιά», προσθέτοντας ότι στην προσπάθεια αυτή οργάνωσης ενός «πιο αυταρχικού, επιθετικού, κερδοφόρου συστήματος, ακόμα και η ανθρώπινη ζωή έχει μικρή αξία», δίνοντας ως παράδειγμα τα πρόσφατα περιστατικά ακραίας βίας, εναντίον τόσο εργαζομένων όσο και μεταναστών.
Στη συνέχεια ανέλυσε τις επιπτώσεις του Μνημονίου, σε θεσμικό-κοινοβουλευτικό αλλά και κοινωνικό επίπεδο, στηλιτεύοντας το γεγονός ότι «κατάργησε κάθε ουσιαστική έννοια δημόσιου» μέσω της τρομοκράτησης και της ίδιας της αντισυνταγματικότητάς του, υπενθυμίζοντας την επιβολή σειράς μέτρων «με αύξηση της καταστολής για την καθυπόταξη της κοινωνικής διαμαρτυρίας, με επιστράτευση μηχανισμών προπαγάνδας και “διαμορφωτών γνώμης” για την κατασυκοφάντηση κοινωνικών στρωμάτων, επαγγελματικών κλάδων, αλλά και των πολιτικών δυνάμεων της Αριστεράς, που αντιστέκονται στο Μνημόνιο και διεκδικούν την ανατροπή του».
Αναφερόμενη στη στοχοποίηση σημαντικών κοινωνικών τομέων, με απώτερο στόχο, μετά την απαξίωσή τους, «την εξασφάλιση της κερδοφορίας του ιδιωτικού τομέα που θα επενδύσει σε αυτούς, έκανε ειδική αναφορά στις Μνημονιακές επιπτώσεις στον αγροτικό τομέα, και συγκεκριμένα: στην επιχείρηση έμμεσης ιδιωτικοποίησης της αγροτικής ασφάλισης, στο ιδιαίτερα αυξημένο κόστος παραγωγής σε σχέση με τη δυσανάλογη αύξηση του ΦΠΑ, αλλά και στο ξεπούλημα της ΑΤΕ, με στόχο το μεγαλύτερο πλουτισμό των επίδοξων ιδιωτών μεγαλομετόχων της.
Αναφερόμενη σε «αισιόδοξες αναλαμπές νικηφόρων αγώνων, εφόσον είναι ανυποχώρητοι», όπως της Κερατεάς, των μεταναστών απεργών πείνας, αλλά και του κινήματος “δεν πληρώνω”, τόνισε ότι «υπερασπίζομαι τα δημόσια αγαθά, σημαίνει υπερασπίζομαι ό,τι ανήκει στην κοινωνία. Το νερό, η ενέργεια, οι μεταφορές, τα λιμάνια, οι επικοινωνίες, η υγεία, η παιδεία, δεν είναι πεδίο ιδιωτικής κερδοφορίας. Αν πουληθούν θα είμαστε μια χώρα που δε θα της ανήκει τίποτε. Και μια κοινωνία που δε θα της παρέχονται ούτε τα στοιχειώδη».
Καλώντας σε ενωτικούς αγώνες τον κόσμο της εργασίας «ανεξαρτήτως χρώματος», τους αγρότες και τη νεολαία, κατέληξε: «Όλοι μαζί, έχουμε μόνο κοινά συμφέροντα και μπορούμε να σταματήσουμε αυτό που πάει να γίνει εις βάρος ημών και των μελλοντικών γενιών. Η λύση εξόδου από την κρίση, είναι μαζί με τους Ευρωπαίους εργαζόμενους, που ήδη είναι στους δρόμους, και θέλω να πιστεύω πως αυτό το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω».
ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΕΥΤΗ, ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ-ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΤΥΡΝΑΒΟΥ ΤΟΥ ΣΥΝ, ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΚΟΛΟΥΘΟ:
«Ένας χρόνος μνημόνιο, λοιπόν, και δε νομίζω πως έχει μείνει πια αμφιβολία για το αν ήταν αναγκαιότητα ή μονόδρομος, όπως ήθελαν να μας πείσουν. Είναι και στον πλέον καλοπροαίρετο πολίτη φανερό πως λένε συνειδητά ψέματα. Ο κ. Παπακωσταντίνου μόλις πριν πολύ λίγο καιρό, δήλωνε ψευδώς ότι δε θα χρειαστούν άλλα μέτρα και πως αν χρειαστούν, θα παραιτηθεί γιατί θα έχει αποτύχει. Να παραιτηθεί λοιπόν, διότι όχι μόνο μέτρα χρειάστηκαν αλλά ανακοίνωσαν δεύτερο δάνειο, πολύ μεγάλου ύψους, με αδιανόητα μέτρα φορολογικά, ιδιωτικοποιήσεις δημοσίων οργανισμών και νέες περικοπές, δηλαδή τη χαριστική βολή στα εισοδήματα του εργαζόμενου κόσμου. Όλοι πλέον γνωρίζουν λοιπόν, ότι ήταν επιλογή της κυβέρνησης και η ίδια δεν το κρύβει ιδιαιτέρως… απλά προσπαθεί να πείσει τον κόσμο με τρομοκρατία. Εξ ου και η επιστράτευση της κ. Δαμανάκη, στην ενίσχυση του διλήμματος που έθεσε ο Πρόεδρος του ΣΕΒ κ. Δασκαλόπουλος, μέτρα ή δραχμή. Ω καιροί, ω ήθη!
Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός λοιπόν, είπε στη Βουλή, απαντώντας σε ερώτηση του Αλέξη Τσίπρα, ότι το μνημόνιο το υπογράψαμε για να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις. Αλλιώς ο κόσμος θα πεινούσε. Αυτή η τρομοκρατική αλλά και ψευδής επιχειρηματολογία της κυβέρνησης, συνεπικουρούμενη και από τα ΜΜΕ εδώ και καιρό προσπαθεί, και σε ένα βαθμό καταφέρνει, να χειραγωγεί τους πολίτες. Η επιχειρηματολογία αυτή έχει ως στόχο την κοινωνία και τη συναίνεσή της. Έχει ως στόχο να φοβίσει και να αδρανοποιήσει. Έχει ως στόχο να δημιουργήσει στον κόσμο ενοχές. Έχει ως στόχο την απόκρυψη των πραγματικών λόγων που οδήγησαν στο μνημόνιο και που ήταν φυσικά η εξασφάλιση της περαιτέρω κερδοφορίας του κεφαλαίου και των πλουσίων. Το μνημόνιο αλλά και το μεσοπρόθεσμο, είναι μια σειρά από αποφάσεις, ταξικές επιλογές δηλαδή ουσιαστικά, εναντίον της εργασίας. Το δημόσιο χρέος ήταν μια χρυσή ευκαιρία να προωθηθούν αυτές οι επιλογές, ντυμένες με το μανδύα των «υποχρεωτικών» μέτρων. Και φυσικά δεν αφορούν μόνο την Ελλάδα αλλά, όπως είναι προφανές, μια σειρά από χώρες. Αυτός ο πόλεμος δηλαδή που άνοιξαν εναντίον της εργασίας και των δικαιωμάτων είναι πανευρωπαϊκού χαρακτήρα, και ήδη υπάρχουν κοινωνίες που είναι στο δρόμο, όπως στην Ισπανία. Εδώ θα χωρούσε η ευχή, άντε και στα δικά μας!
Δεν θέλω να επεκταθώ σε ευθύνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της πολιτικής της, νομίζω είναι κοινός τόπος ότι, όχι μόνο υπάρχουν αλλά και ότι διαλύουν και όποια ευρωπαϊκή ιδέα υπήρχε με θετικό πρόσημο. Μάλιστα με το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας και το μηχανισμό στήριξης υπερχρεωμένων χωρών φαίνεται ότι βρισκόμαστε στην απαρχή ενός καινούριου κοινωνικού μοντέλου που ρίχνει όλα τα βάρη της κρίσης στην εργασία, επιβάλλει ένα παραγωγικό-εξαγωγικό προσανατολισμό που στηρίζεται στο χαμηλό εργατικό κόστος, επιχειρεί να εξουδετερώσει το συνδικαλιστικό κίνημα, συνταγματοποιεί το νεοφιλελευθερισμό και οικοδομεί ασφυκτικό πλαίσιο δημοσιονομικής πειθάρχησης, που οδηγεί στην συρρίκνωση των κοινωνικών παροχών και την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών. Δεν μπορούμε όμως, σε καμιά περίπτωση, να δώσουμε κανένα συγχωροχάρτι στην ελληνική κυβέρνηση και δεν πιστεύω, ούτε ότι είμαστε σε κατοχή, ούτε ότι διάφορα κέντρα κυβερνούν από αλλού κ.λ.π. Η Ελλάδα δεν είναι κάτι ξεχωριστό, είναι μια χώρα όπως όλες που θα υποστούν αυτήν την άγρια επίθεση του νεοφιλελευθερισμού στο πλαίσιο της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, απλά ήταν η πρώτη, με μια πρόθυμη κυβέρνηση να ανοίξει το δρόμο αυτό.
Μια κυβέρνηση, βοηθούμενη βεβαίως και από τη δεξιά του κ. Σαμαρά και της κ. Μπακογιάννη και από την ακροδεξιά , που προχωρεί σε μια σειρά μεθοδεύσεων αντιδημοκρατικού χαρακτήρα, προκειμένου να περάσει τα μέτρα και να επιβάλλει τις επιλογές του κεφαλαίου.
Εδώ θα πρέπει να αναφέρω ότι στην προσπάθεια αυτή της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και των συνοδοιπόρων της, να οργανώσουν έναν πιο αυταρχικό, επιθετικό και κερδοφόρο σύστημα, ακόμα και η ανθρώπινη ζωή έχει μικρή αξία. Έτσι η κυβέρνηση ανεβάζει επικίνδυνα τον πήχη της βίας στέλνοντας στο νοσοκομείο τους εργαζόμενους από τη μια, και από την άλλη αφήνοντας, με την ανοχή της αστυνομίας φασιστικές συμμορίες να επιδίδονται σε ένα ρατσιστικό πόλεμο σε πολλές γειτονιές της Αθήνας, αλλά και άλλων πόλεων της χώρας. Αν προσθέσουμε και τις τελευταίες εξαγγελίες, για το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα διάλυσης της κοινωνίας και ξεπουλήματος της Δημόσιας περιουσίας, όλα αυτά υπογραμμίζουν δραματικά ότι αυτή η κυβέρνηση είναι επικίνδυνη για την κοινωνία.
Σε επίπεδο θεσμικό-κοινοβουλευτικό λοιπόν, κατάργησε κάθε ουσιαστική έννοια δημόσιου διαλόγου με το επιχείρημα ότι «αν δεν γίνουν αυτά που λέει το Μνημόνιο, δεν θα πάρουμε την επόμενη δόση». Ο Υπουργός Οικονομικών, με εκ των υστέρων «κρυφή» τροπολογία, έχει αποκτήσει το δικαίωμα να υπογράφει συμβάσεις με τους δανειστές, χωρίς να ενημερώνει τη Βουλή. Η κοινοβουλευτική διαδικασία έχει απαξιωθεί διότι πολλοί νόμοι ψηφίζονται με την διαδικασία του κατεπείγοντος ή/και με περιεχόμενο ασαφές, καθώς για την εφαρμογή τους προβλέπεται πληθώρα προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων. Λουδοβίκοι! (εγώ είμαι το Κράτος!).
Σε επίπεδο κοινωνικό επιβάλλονται μια σειρά μέτρων που προσπαθούν να τα περάσουν με αύξηση της καταστολής, προκειμένου να καθυποτάξουν την κοινωνική διαμαρτυρία, επιστρατεύοντας μαζί μηχανισμούς προπαγάνδας και «διαμορφωτές γνώμης» που επιδίδονται σε συστηματικό πόλεμο κατασυκοφάντησης των κοινωνικών στρωμάτων, επαγγελματικών κλάδων και πολιτικών δυνάμεων της αριστεράς που αντιστέκονται στο Μνημόνιο και διεκδικούν την ανατροπή του.
Στο κοινωνικό πεδίο δηλαδή, πραγματικά διεξάγεται ένας ιδιόμορφος πόλεμος. Οι συνολικές επιπτώσεις του μνημονίου είναι πραγματική χιονοστιβάδα που ακόμα έχει μεγάλη κατηφόρα να διανύσει. Οι επιπτώσεις στην καθημερινότητα είναι εδώ και πολύ καιρό ορατές και πολύ σοβαρές. Προκύπτουν από τις μειώσεις στα εισοδήματα εργαζομένων και συνταξιούχων, που συνοδεύονται από αυξήσεις σε όλα τα είδη πρώτης ανάγκης και σε αυξήσεις υπηρεσιών, από τα τρόφιμα ως τις μεταφορές, συνοδεύονται από περικοπές δικαιωμάτων, απόσυρση της όποιας κοινωνικής πρόνοιας, διάλυση του δημόσιου χαρακτήρα τομέων της οικονομίας, ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας αυταρχισμό και μεγάλο αίσθημα ανασφάλειας. Δηλαδή επιχειρούν τη διάλυση της κοινωνίας, την μετατροπή του πολίτη σε υπήκοο, καθώς και την εγκαθίδρυση ενός ιδιότυπου καθεστώτος έκτακτης ανάγκης.
Όλοι οι σημαντικοί για την κοινωνία τομείς έχουν γίνει στόχος. Επιχειρείται η διάλυσή τους, η υποβάθμισή τους και η εξασφάλιση της κερδοφορίας του ιδιωτικού τομέα που θα επενδύσει σε αυτούς.
Και εδώ θα ήθελα να πω με βεβαιότητα επειδή υπάρχει πολύ λάσπη εναντίον των δημοσίων υπαλλήλων, ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί αυτό το επιχείρημα γιατί οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι εύκολα θύματα λόγω της γνωστής κατάστασης που επικρατεί στο δημόσιο και που πολλές φορές είναι απαράδεκτη. Όμως να μην κρυβόμαστε πίσω από αυτό. Υπερασπίζομαι τα δημόσια αγαθά, σημαίνει υπερασπίζομαι ότι ανήκουν σε μας, στην κοινωνία. Ότι έχω τη δυνατότητα να τα απολαμβάνω. Το νερό, η ενέργεια, οι μεταφορές, τα λιμάνια, οι επικοινωνίες, η υγεία, η παιδεία, είναι δημόσια αγαθά και δεν είναι για να κερδοφορούν οι ιδιώτες σε βάρος των πολιτών. Αν πουληθούν θα είμαστε μια χώρα που δε θα της ανήκει τίποτε. Και μια κοινωνία που δεν θα της παρέχονται ούτε τα στοιχειώδη.
Στον αγροτικό τομέα τώρα, που τον γνωρίζετε καλά εδώ οι περισσότεροι, και θα ήθελα να κάνω μια αναφορά, είναι πρόσφατες οι εξελίξεις.
Η πρώτη κίνηση-ματ που έκανε η κυβέρνηση, αφορούσε στην αλλαγή του θεσμικού πλαισίου αλλά και της νομοθεσίας σχετικά με το σύστημα προστασίας και ασφάλισης της αγροτικής δραστηριότητας, δηλαδή τον ΕΛΓΑ. Ενώ αποτελούσε κοινό τόπο το αίτημα για έναν διαφορετικό κανονισμό του Οργανισμού, όπως εξαρχής ο ΣΥΡΙΖΑ είχε υποστηρίξει, που θα λάμβανε υπόψη του την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις που έχει αυτή στην αγροτική παραγωγή και θα κάλυπτε όλα τα στάδια της παραγωγής, τίποτα δεν άλλαξε ως προς αυτό. Το μόνο που άλλαξε στον ΕΛΓΑ ήταν ότι έξαφνα οι αγρότες βρέθηκαν μπροστά στην υποχρέωση να καταβάλλουν αυξημένα ασφάλιστρα, ανεξάρτητα αν η παραγωγή τους καταστραφεί και ανεξάρτητα από το αν θα αποζημιωθούν ή όχι. Με αυτή τη ρύθμιση, μπορούμε να θεωρούμε ότι οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες είναι ήδη «με το ένα πόδι μέσα» και στον τομέα της γεωργικής δραστηριότητας, ό,τι ακριβώς δηλαδή επιζητούσαν.
Το ΠΑΣΟΚ εξελέγη με παντιέρα του την ουσιαστική ρύθμιση των γεωργοκτηνοτροφικών δανείων, την αύξηση του συντελεστή επιστροφής Φ.Π.Α. καθώς και την αύξηση επιστροφής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης πετρελαίου. Το τι από όλα αυτά έχει συμβεί ή όχι, εδώ στον Τύρναβο, μία περιοχή καθαρόαιμα αγροτική, το γνωρίζετε καλύτερα. Ο συντελεστής παραμένει στο 11% όταν το ΦΠΑ σε αγροεφόδια, ζωοτροφές αλλά ακόμη και σε βασικά καταναλωτικά αγαθά έχει φτάσει στο 23%. Σύμφωνα, δε, με όσα ανακοίνωσε τη Δευτέρα ο Πρωθυπουργός, αναμένονται και νέες φοροαυξήσεις. Για την περίφημη ρύθμιση των δανείων, όλοι θυμούνται τι είχε συμβεί προ μηνών, όταν αυθαίρετα η Αγροτική Τράπεζα «έβαζε χέρι» στους λογαριασμούς αγροτών, ενώ υποτίθεται ότι τα δάνεια είχαν ρυθμιστεί. Και η κυβέρνηση έτρεχε να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα.
Η ίδια αυτή Αγροτική Τράπεζα, με τον Πρόεδρό της και τους πολιτικούς της προϊσταμένους, αφού όλα τα χρόνια απαξίωσε μεγάλες παραγωγικές επιχειρήσεις, άμεσα συνυφασμένες με την αγροτική παραγωγή, όπως την Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης, τη Συνεταιριστική Καπνοβιομηχανία Ελλάδα, τη ΔΩΔΩΝΗ στην Ήπειρο, σήμερα, με τις κυβερνητικές και τις κοινοτικές ευλογίες, ξεπουλά το 1/4 της περιουσίας της. Κι αυτό στο όνομα της αναδιάρθρωσής της, με στόχο την περαιτέρω βιωσιμότητά της. Ο αγροτικός κόσμος όμως ξέρει καλά ότι δεν πρόκειται περί βιωσιμότητας, αλλά περί τη μεγαλύτερη κερδοφορία των μετόχων που θα την εξαγοράσουν. Κι εξοργίζεται τελικά διότι η ΑΤΕ ιδρύθηκε για να είναι στην υπηρεσία του αγρότη, για αυτό είναι τόσο σημαντικό να είναι δημόσια και όχι για να πλουτίζουν οι μεγαλομέτοχοι.
Τελειώνοντας, στο άλλο μέτωπο, όμως, στο πεδίο των κοινωνικών αγώνων, η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει επαρκής και συνολική απάντηση αντίστοιχη της επίθεσης ακόμα. Επικρατεί ένα μούδιασμα και ένας κατακερματισμός, εκτός από κάποιες αισιόδοξες αναλαμπές που έδειξαν ότι γίνεται να υπάρχουν και αγώνες που νικούν, αν είναι επίμονοι και ανυποχώρητοι, όπως ο αγώνας των κατοίκων της Κερατέας για τα σκουπίδια, ο αγώνας των 300 μεταναστών εργατών για δικαιώματα και οι αγώνες του κινήματος «δεν πληρώνω».
Θα σταθώ, για λόγους χρόνου μόνο, στο κίνημα «δεν πληρώνω». Που έχει γίνει λαϊκό τοπικό, κίνημα και που αμφισβητεί την εισπρακτική πολιτική, την εκχώρηση των δημοσίων οδών στους μεγαλοεργολάβους και θέτει πολύ σημαντικά ζητήματα στην εποχή του μνημονίου με σημαντικότερο, κατά τη γνώμη μου, χωρίς να το λέει, το ζήτημα της ανυπακοής. Νομίζω ότι οφείλουμε να είμαστε ανυπάκουοι σε αυτά που μας επιβάλλουν. Η πολιτική ανυπακοή προκρίνει μια σειρά υποδειγμάτων σύγκρουσης με το κατεστημένο που μπορούμε όλοι μας να τα κάνουμε δικά μας. Και όπως έλεγε ο Martin Luther King, αν οι δημοκρατικές διαδικασίες είναι προσβάσιμες σε όλους μόνο στη θεωρία, αλλά απροσπέλαστες στη πράξη, τότε δεν υπάρχει αληθινή δημοκρατία, και άρα χρειάζεται η ανυπακοή. Εδώ να αναφέρω ότι δεν προχωρά μόνο ένα κίνημα σε ανυπακοή, αλλά ακόμα και θεσμικά εκλεγμένα όργανα, όπως ο Δήμαρχος Ελληνικού- Αργυρούπολης που πήρε απόφαση με ευρεία πλειοψηφία του Δ.Σ , να αρνηθεί να απολύσει τους 100 συμβασιούχους που δούλευαν στο Δήμο, σε αντίθεση με το τι λέει η κυβέρνηση και ο Καλλικράτης, και να τους πληρώνει με εντολή δημάρχου, με το εντέλλεσθε. Άρα όλα μπορούν να γίνουν, άμα το θέλουμε και το διεκδικούμε!
Και βεβαίως τις τελευταίες μέρες κάτι άρχισε να κινείται. Μια από τις ελπιδοφόρες εξελίξεις είναι ότι μεγάλα κομμάτια εργαζόμενων, οργανωμένων στην ΠΑΣΚΕ αποχωρούν από το ΠΑΣΟΚ μιας και τίποτα κοινό δεν υπάρχει πια να τους ενώνει και αυτό είναι μια ελπίδα πως οι εργαζόμενοι θα αντισταθούν μαζικά. Οι εργαζόμενοι βράζουν στο ίδιο καζάνι!
Εδώ λοιπόν για μένα βρίσκεται και ένα από τα καθήκοντα της αριστεράς, πέρα από την ενότητα που ζητάμε. Καθήκον ακόμα πιο επείγον τώρα στην εποχή της κρίσης. Να στηρίξει και να συμμετάσχει σε τέτοιους αγώνες, σαν τους μικρούς του «δεν πληρώνω» και σαν τους μεγάλους που έρχονται, να τους δημιουργήσει αν μπορεί ακόμα καλύτερα, και να τους γενικεύσει. Με εξαγγελίες και λόγια μόνο δεν γίνεται τίποτα. Θέλει αγώνες με αυτοπεποίθηση και με μορφές και περιεχόμενα που μπορούν να παράξουν ρήξεις, που μας χρειάζονται επειγόντως.
Απευθυνόμαστε σε όλους τους εργαζόμενους ανεξαρτήτως “χρώματος”, σε όλους τους αγρότες και στη νεολαία. Όλοι αυτοί μαζί, όλοι εμείς δηλαδή, έχουμε μόνο κοινά συμφέροντα και μπορούμε να σταματήσουμε αυτό που πάει να γίνει εις βάρος μας και εις βάρος των μελλοντικών γενιών. Και από ότι φαίνεται μας γελάει λίγο η ιστορία, σε όλους όσους λέγαμε και λέμε πως η λύση δεν είναι μόνο στην Ελλάδα. Πως η λύση είναι μαζί με τους Ευρωπαίους εργαζόμενους για να βγούμε από την κρίση. Και λέω μας γελάει γιατί ήδη σε πολλές χώρες της Ευρώπης ο κόσμος είναι στους δρόμους, και θέλω να πιστεύω πως αυτό το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω».
To Γραφείο Τύπου